Ο Δημήτρης Τσινικόπουλος είναι νομικός, με σεμινάρια στη βιβλική έρευνα, καθώς και πλούσιο συγγραφικό έργο, που περιλαμβάνει από λογοτεχνία μέχρι απολογητική υπέρ του Χριστιανισμού. Με αυτή την τελευταία του ιδιότητα, του απολογητή, είχε λάβει συνέντευξη από αυτόν ο Μύρων Ζαχαράκης. Αυτή τη φορά, ο διάλογος θα έχει έναν διαφορετικό τόνο. Συγκεκριμένα, θα προβληθούν μερικές αμφισβητήσεις πάνω σε επιμέρους θέσεις του βιβλίου του, αμφισβητήσεις στις οποίες ο ίδιος θα επιχειρήσει ν’ απαντήσει. Το επίμαχο βιβλίο είναι ο Αντίχριστος του Νίτσε και ο Αντιχριστιανισμός του: Κριτική σε μια... κριτική, που δημοσιεύθηκε πέρυσι από τον εκδοτικό οίκο Φυλάτου. Εκεί ο συγγραφέας επιχειρεί ν’ αναμετρηθεί με τον γνωστό Γερμανό φιλόσοφο, με απώτερο σκοπό να καταδείξει πως οι απόψεις του περί Χριστιανισμού είναι, σε τελευταία ανάλυση, λογικά αυθαίρετες και πραγματολογικά εσφαλμένες.
Κύριε Τσινικόπουλε, πώς αποφασίσατε ν’ αναμετρηθείτε με τη νιτσεϊκή σκέψη, ύστερα από τα όσα έχουν γραφθεί κατά καιρούς για εκείνη; Ποιο είναι το πρωτότυπο στοιχείο που κομίζει στη σχετική συζήτηση το δικό σας, παρόν πόνημα;
Είναι γεγονός ότι, ο Nietzsche θεωρείται ένας από τους μεγάλους φιλοσόφους η στοχαστές που επέδρασαν στον εικοστό αιώνα, αλλά και στην εποχή μας. Οι λόγοι είναι διάφοροι, αλλά κυρίως διότι οι θεωρίες και οι απόψεις του Nietzsche αναφέρονται σε θέματα υπαρξιακά και στη δυνατότητα της πλήρους ελευθερίας του ανθρώπου από τις καταπιεστικές κοινωνικές δομές και, κυρίως από την εξουσία κ την «καταπίεση» της Εκκλησίας. Εγώ ασχολήθηκα κυρίως με το τελευταίο βιβλίο του , που ο ίδιος το θεωρούσε πολύ σπουδαίο και ότι θα ανέτρεπε τον χριστιανισμό, χωρίς όμως να κάνει κάποια διάκριση μεταξύ των διδασκαλιών του πρωτο-Χριστιανισμού, της Καθολικής Εκκλησίας και του Προτεσταντισμού. Ο ίδιος υπήρξε γιος ιερέα και μεγάλωσε σε ένα ασφυκτικό καταπιεστικό περιβάλλον. Μεγαλώνοντας, έσπασε τον κλοιό και, εντρυφώντας στην αρχαιοελληνική φιλοσοφία, βρήκε εκεί απαντήσεις στα προσωπικά του υπαρξιακά και μεταφυσικά ερωτήματα. Μάλιστα, έγινε καθηγητής της ελληνικής φιλοσοφίας, σε ηλικία είκοσι πέντε ετών. Μελετώντας το βιβλίο του Ο Αντίχριστος, διαπίστωσα ότι εκεί ισχυριζόταν πολλά αυθαίρετα, υποκειμενικά και αναπόδεικτα πράγματα όσον αφορά τη Βίβλο, που θεωρούσε πλαστογραφημένη, τα Ευαγγέλια, που τα θεωρούσε «βρώμικα», το πρόσωπο του Χριστού και, ιδιαίτερα, τον Απόστολο Παύλο, τον οποίο θεωρούσε «τσαρλατάνο» και «κιβδηλοποιό», που «επινόησε» τη σταυρική θυσία του Χριστού. Και διέδωσε το χριστιανισμό αλλοιωμένο. Διαπίστωσα ότι οι ισχυρισμοί του είχαν τις ρίζες τους και σε άλλους προγενέστερους ισχυρισμούς και αφορισμούς του, αλλά και ότι η σκέψη του ήταν αποσπασματική και ενίοτε αντιφατική. Όπως ο Nietzsche άσκησε κριτική στον Χριστιανισμό έτσι και εγώ τόλμησα ν’ ασκήσω μια κριτική στην δική του κριτική ωθούμενος από μία βιβλική παροιμία που μου άρεσε από τα χρόνια της δικηγορίας μου:«δίκαιος ἑαυτοῦ κατήγορος ἐν πρωτολογίᾳ ὡς δ᾽ ἂν ἐπιβάλῃ ὁ ἀντίδικος ἐλέγχεται» (Παρ. 18:17).
Σε ορισμένα σημεία φαίνεται να θεωρείτε τον Γερμανό φιλόσοφο σαν έναν περίπου άνευ αξίας διανοητή. Ποια η δική σας γνώμη για τη σημασία του φιλοσοφικού έργου του;
Δεν νομίζω ότι τον υποτιμώ, ούτε είναι και αυτή η πρόθεση μου. Απλά, βλέπω ότι πολλοί από τους ισχυρισμούς του είναι αυθαίρετοι και αναπόδειχτοι. Ο Nietzsche λόγω της πάθησης των ματιών του και άλλες ασθένειες που τον επιβάρυναν (όπως π.χ. οι ημικρανίες), στα περισσότερα έργα του γράφει με αφορισμούς. Δεν γράφει κάποιο συστηματικό φιλοσοφικό έργο (όπως π.χ. ο Kant). Επειδή υπήρχε η περίπτωση να βγάλω εσφαλμένα συμπεράσματα και να τον παρερμηνεύσω- όπως μπορεί να συμβεί με τον καθένα-, φρόντισα να δω τι λένε και άλλοι κορυφαίοι διανοητές για τον ίδιο και το έργο του. Τις δηλώσεις τους τις έχω στο ειδικό κεφάλαιο, που βρίσκεται στο τέλος του βιβλίου μου. Από τη μελέτη τους προκύπτει ότι ο Nietzsche ήταν ένας ιδιόρρυθμος στοχαστής, και, όπως λέει ο Μichael Tanner, ο οποίος είναι ειδικός στον Nietzsche, «το ερώτημα πώς να τα βγάλουμε πέρα με τον Νίτσε δεν έχει απαντηθεί επαρκώς ακόμα.. θέλει να ενσωματώσουμε τους αφορισμούς του στη ζωή μας, αλλά από την άλλη, θέλει να τον προσεγγίσουμε με ανυποχώρητο σκεπτικισμό. Η ευελιξία του προερχόταν από την προθυμία του να αλλάξει γνώμη. Ενώ το αmor fati είναι το σύνθημα του, η μοίρα του ήταν να ασκεί δριμύ κατηγορώ εναντίον της μοίρας ή του τρόπου που είναι τα πράγματα». (Εισαγωγή στον Νίτσε, 2020 σελ. 140 επ). Ο Stefan Zweig τον χαρακτηρίζει «μεγαλοφυΐα των σφοδρών αντιθέσεων» ... Ήταν αδυσώπητος ιεροεξεταστής του εαυτού του, που νιώθει σκοτεινή χαρά επισκοπώντας τις αναρίθμητες πυρές όπου καίει τις ιδέες του, που αναγνώρισε ως αιρετικές». Πάντως, το έργο του Ο Αντίχριστος γράφτηκε λίγο πριν από το βύθισμά του στην άνοια, το 1898. Αυτό κατά πολλούς εξηγεί και την σφοδρή επιθετικότητα του σε πρόσωπα που ήταν φιλικά διακείμενος πριν, όπως ο Wagnerε και άλλοι.
Σε μερικά σημεία φαίνεται να επιδίδεστε σε ad hominem επιθέσεις, όπως για παράδειγμα όταν κάνετε λόγο για ην «τρέλα» ή τη «μαζοχιστική κρυφο-ομοφυλοφιλία» του. Πώς θ’ απαντούσατε σε κάποιον που σας καταμαρτυρεί ότι με την πραγμάτευσή σας αδικείτε τον Nietzsche;
Δεν νομίζω ότι τον υποτιμώ, ούτε και είναι αυτή η πρόθεση μου. Απλά βλέπω ότι πολλοί από τους ισχυρισμούς του είναι αυθαίρετοι και αναπόδειχτοι.. Ο Νίτσε λόγω και της πάθησης των ματιών του και άλλες ασθένειες όπως ημικρανίες , στα περισσότερα έργα του γράφει με αφορισμούς ..δεν γράφει κάποιο συστηματικό φιλοσοφικό έργο όπως π.χ. ο Καντ. Επειδή υπήρχε η περίπτωση να βγάλω εσφαλμένα συμπεράσματα και να τον παρερμηνεύσω, φρόντισα να δω τι λένε και άλλοι κορυφαίοι διανοητές για τον ίδιο και το έργο του. Δηλώσεις τους έχω σε ειδικό κεφάλαιο στο τέλος. Από τη μελέτη τους προκύπτει ότι ο Νίτσε ήταν ένας ιδιόρρυθμος στοχαστής, και όπως λέει ο Μιchael Tanner ειδικός στον Nietzsche. Όσο για την ψυχική του ασθένεια, αυτή είναι δεδομένη, διότι οι βιογράφοι του επισημαίνουν ότι προσεβλήθη νωρίς από σύφιλη και αυτό είχε ιδιαίτερη συνέπεια στην ψυχοσωματική του υγεία. Όταν φτάνει σε σημείο να υπογράφει «Διόνυσος ή Εσταυρωμένος» και «Nietzsche – Kaiser», ή να λέει «δεν είναι άνθρωπος αλλά δυναμίτης», και να μην επιτρέπει σε κανέναν να του απευθύνει τον λόγο, φθάνοντας να υβρίζει τον Σωκράτη και άλλους ανεγνωρισμένους φιλοσόφους, καταλαβαίνει κανείς ότι είναι μια διαταραγμένη προσωπικότητα που πάσχει και από μεγαλομανία ..Ακόμα και η σφοδρότητα της επίθεσης του εναντίον του χριστιανισμού, δεν μπορεί να εξηγηθεί παρά μόνο μέσα σε αυτά τα πλαίσια. Συνεπώς σε κάποια σημεία ήμουν υποχρεωμένος να αναφερθώ στην προσωπική του ζωή για να γίνει κατανοητή η επιθετική στάση του. Φροντίζω πάντα να τεκμηριώνω τις απόψεις μου. Εκτός από την εκτενή βιβλιογραφία, υπάρχουν πολλές παραπομπές και σημειώσεις. Η άποψη ότι ήταν κρυφά ομοφυλόφιλος δεν είναι δική μου, αλλά του βιογράφου του Joachim Kohler, (Ζarathustra Secret 2002), ο οποίος υποστηρίζει ότι τα έργα του και η ζωή του ερμηνεύονται καλύτερα από τη «μαζοχιστική ομοφυλοφιλία» του. Ο Ε. Brehier, (Οι μεγάλοι φιλόσοφοι, σελ 287 επ.) παρατήρησε ότι όλη η φιλοσοφία του Nietzsche, και ιδιαίτερα η θέληση του για δύναμη, αντικαθρεφτίζεται στην πορεία της ασθενείας του, που υπήρχε από τα νεανικά του χρόνια. Η γενική παράλυση ασθένεια από την οποία πέθανε, είναι μια ύπουλη αρρώστια. Συνήθως όσοι υποφέρουν από αυτή καταλήγουν στη μεγαληγορία ή στις προσβολές. Εν πάση περιπτώσει, και μόνο που έγραψε «άλλο είμαι εγώ και άλλο τα συγγράμματα μου» και ότι «αυτό που στρέφεται αποφασιστικά εναντίον του χριστιανισμού δεν είναι πια τα επιχειρήματα μας αλλά τα γούστα μας», «Είχα καλό ταξίδι, ναυάγησα» Και «τα βιβλία μου μιλούν για νίκες που πέτυχα ενάντια στον εαυτό μου», θα πρέπει να βάλουν τον καθένα σε σοβαρές σκέψεις και μάλλον θα πρέπει να συμφωνήσουμε με τον Freud, που είπε ότι ήταν «ένας ηθικολόγος που δεν μπόρεσε να αποβάλει τον θεολόγο», και ότι «ήταν ένας βαθιά θρησκευόμενος άπιστος που εξερευνούσε τη διχασμένη φύση του» (Ronald Hayman).
Το βιβλίο σας χρησιμοποιεί πλήθος παραθεμάτων από διαφορετικούς συγγραφείς (Libingstone, Jared Diamond, Kant, Horkheimer, Καζαντζάκης και Χρήστος Γιανναράς είναι μόνο λίγοι από αυτούς που παρατίθενται), οι οποίοι όμως δεν συμφωνούν αναγκαστικά σε όλα με εσάς ή ακόμη και μεταξύ τους. Αυτό δεν απειλεί να υπονομεύσει τις θέσεις σας;
Δεν νομίζω. Ο καθένας έχει τις απόψεις του. Άλλωστε και ο Γιανναράς στο τέλος επισημαίνει το πρόβλημα της παράνοιας που είχε όταν έγραφε τον Αντίχριστο, ο δε Kant αναφέρεται σε σχέση με τα συμφραζόμενα. Πάντως, μέχρι τώρα στην Ελλάδα, εκτός από δύο θεολόγους, δεν είδα κανέναν άλλον να καταπιάνεται με το συγκεκριμένο βιβλίο και να επισημαίνει σχεδόν παράγραφο προς παράγραφο τις θέσεις του, ή μάλλον τις αρνήσεις του, αφού το Ευαγγέλιο το χαρακτηρίζει «δυσ-αγγέλιο» και λέει ότι το μόνο ντόμπρο πρόσωπο στα Ευαγγέλια είναι ο Πιλάτος. Και ότι εκεί πρέπει να εισέρχεται κάνεις με γάντια, γιατί υπάρχουν βρωμιές. Εγώ επισημαίνω και απαντώ σε τέτοιου είδους αιτιάσεις, αλλά και τις αντιφάσεις του σε σχέση με προηγούμενα έργα. Ο Nietzsche παραμένει αινιγματικός και δυσερμήνευτος όπως επεσήμαναν άλλοι, πιο ειδικοί. Έχει την ποιητική ματιά αλλά και την ειρωνεία και το πολεμικό ύφος κ.λπ.
Αναπτύξτε μας λίγο το ζήτημα της λεγόμενης «ηθικής των δούλων» που, κατά Nietzsche, προώθησε ο Χριστιανισμός.
Διερευνώντας το ζήτημα του αντιχριστιανισμού στον Nietzsche, έφτασα αναγκαστικά σ’ ένα κρίσιμο σημείο μιας θεωρίας του: της «ηθικής των σκλάβων», όπως ο ίδιος χαρακτήριζε την ηθική του Χριστιανισμού. Περιφρονούσε τον Χριστιανισμό, με τις διδαχές του περί αγάπης και ταπεινοφροσύνης, γιατί τον θεωρούσε αδύναμο, μια ηθική που αρμόζει μόνο σε δούλους. Στόχος του ήταν στην υπέρβαση της ηθικής με την διατήρηση του ενστίκτου της ζωής, αφού η ουσία της ζωής είναι η πάση θυσία επιβίωση και η θέληση για δύναμη. Τις ίδιες του αυτές τις αναπτύσσει κυρίως στα βιβλία του Πέραν του αγαθού και του κακού και Γενεαλογία της ηθικής. Στηριζόμενος στους αρχαίους Καλλικλή και Θέογνη, αλλά και στον Δαρβίνο, κατέληξε ότι οι ηθικές αξίες των λίγων ισχυρών είναι άξιες σεβασμού. Επεκτείνοντας τις σκέψεις του, κατέληξε ότι την αντιστροφή των αξιών, με τις γνωστές αναγνωρισμένες αρετές του, την επέφεραν οι επί αιώνες δούλοι Εβραίοι και ο χριστιανισμός που λειτούργησε ως δούρειος ίππος για να εκδικηθούν τους Ρωμαίους οι οποίοι, στην εποχή του Χριστού, τους κρατούσαν υπόδουλους. «Το ίδιο το Ισραήλ χρειάστηκε να σταυρώσει αυτόν που υπήρξε το εργαλείο της εκδίκησης του, για να δαγκώσει όλος ο κόσμος το δόλωμα». «Ο άγιος αναρχικός Ιησούς πέθανε για τις δικές του αμαρτίες», γράφει και στην παράγραφο 27 του Αντιχρίστου. Πρόκειται βέβαια για μια περίεργη «θεωρία συνομωσίας» του Nietzsche, αφού έτσι αμφισβητεί το γεγονός ότι και στον αρχαίο κόσμο υπήρχαν οι αποδεκτές αρετές της φιλίας, της γενναιοδωρίας της αγαθότητας, του σεβασμού στους γονείς, του «καλοῦ κἀγαθοῦ ἀνδρός» κ.λπ. Δηλαδή οι έννοιες του καλού και του κακού ήταν σχεδόν κοινό απόκτημα όλης της ανθρωπότητας, αφού την κλοπή, το φόνο και τις άλλες όμοιες πράξεις τις καταδίκαζαν όλες οι κοινωνίες. Ο Nietzsche αοριστολογώντας, και χωρίς ιστορική τεκμηρίωση, δεν μας λέει που, πότε από ποιους συγκεκριμένα έγινε αυτή η φοβερή «συνομωσία» και η αντιστροφή των αξιών. Αλλά ο Nietzsche δεν έδινε βάση στην ιστορία αλλά στην ψυχολογία και στη διαίσθηση. «Πρόκειται για διανοητικά παιχνίδια του Nietzsche επάνω στο πρόβλημα της ηθικής που έχουν μεγάλη γοητεία αλλά είναι φοβερά επικίνδυνο και για τον ίδιο αφού, ως τραγικός αρνητής του εαυτού του, ήθελε να παραστήσει τον αφέντη και τον «Αντίχριστο». Γι’ αυτό τρελάθηκε ο Νίτσε», γράφει ο Π. Κανελλόπουλος, (Ο Χριστιανισμός και η εποχή μας 1953, σελ119.)
Καταλογίζετε αλλεπάλληλες αντιφάσεις στις ρήσεις του Nietzsche. Ενδεικτικά, επισημαίνετε ότι αντιφάσκει όταν αποκαλεί τον εβραϊκό λαό «προικισμένο», αφενός, αλλά και «καταστροφικό» από την άλλη. Θα μπορούσε όμως κανείς να επισημάνει εδώ ότι ο Nietzsche δεν αντιφάσκει, μιας και μπορεί θεωρητικά κανείς να είναι συγχρόνως καταστροφικός και προικισμένος. Πώς είστε σίγουρος ότι δεν έχετε παρανοήσει τις, σκόπιμα ίσως προκλητικές, αποφθεγματικές ρήσεις του Nietzsche;
Με τον Nietzsche, και με τα όσα έγραψε κατά καιρούς, ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για το τι εννοούσε ακριβώς. Γιατί, όπως έγραψε και ο βιογράφος του Ronald Hayman (στο βιβλίο του Nietzsche, οι φωνές του Νίτσε σελ 17 επ) «έγραφε πρόχειρα φράσεις, χωρίς να αναρωτιέται προς στιγμήν τι σημαίνουν και αν στην ουσία συμφωνεί με αυτές. Τόσο ο τρόπος σκέψης όσο και οι μέθοδοι εργασίας του επηρεάστηκαν βαθιά από την ασθένεια του». Τόσο ο ανωτέρω, όσο και άλλοι ερευνητές και βιογράφοι, έχουν επισημάνει ποιο είναι το βασικό πρόβλημα με τον Nietzsche: γράφει σκέψεις και αφορισμούς, προβάλλει ισχυρισμούς, χωρίς να φροντίζει να τεκμηριώνει και να αποδεικνύει ιστορικά η επιστημονικά τα όσα ισχυρίζεται. Δεν μας εξηγεί γιατί θεωρεί τον Εβραϊκό λαό «καταστροφικό», τη στιγμή που οι Εβραίοι, μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ., και τον διασκορπισμό τους, υπέστησαν μύρια όσα δεινά και διωγμούς από τα χριστιανικά κράτη. Εκτός βέβαια αν πάμε στη θεωρία συνομωσίας που προανέφερα, ότι κατέστρεψαν τη Ρώμη και την ελληνική φιλοσοφία μέσω του «Δούρειου ίππου» του Χριστιανισμού.. Ο Nietzsche δεν έχει πρόβλημα να ισχυρίζεται από τη μια ότι η Βίβλος «είναι σχεδόν η μεγαλύτερη προσβολή και αμαρτία για το πνεύμα» (Πέραν του καλού και του κακού) και από την άλλη να γράφει αλλού ότι μέσα στην εβραϊκή παλαιά Διαθήκη, υπάρχουν άνθρωποι, πράγματα και λόγια και τόσο υψηλό ύφος, ώστε οι άλλες φιλολογίες, η ελληνική και η ινδική δεν έχουν να παρουσιάσουν τίποτα το παρόμοιο. Ο τρόπος που διατηρήθηκε είναι ίσως το μεγαλύτερο χαρακτηριστικό πειθαρχίας και ηθικού πολιτισμού που οφείλει η Ευρώπη στον Χριστιανισμό» (Μυστικιστικές Σελίδες παρ. 109) Είναι ο ίδιος ο Nietzsche που έγραψε ότι στον Ιουδαϊκό λαό χρωστάμε τον ευγενέστερο άνθρωπο (ενν. τον Χριστό), τον καθαρότερο σοφό (Spinoza), το δυνατότερο βιβλίο και τον πιο αποτελεσματικό ηθικό κώδικα στον κόσμο». Αν δεν είναι αυτά, και πολλά άλλα που έγραψε, αντιφατικά, τότε τι είναι; Προσωπικά, δεν πιστεύω ότι σκόπιμα έγραψε για να μας μπερδεύει, αλλά ο ίδιος σε διάφορα στάδια της ζωής του ήταν μπερδεμένος και έγραφε ασυστηματοποίητα και χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τι είχε γράψει αλλού.
Το βιβλίο σας κινείται αναπόφευκτα πέραν μιας αμιγώς «φιλοσοφικής» πραγμάτευσης, και προχωρεί σε ζητήματα βιβλικής έρευνας, όταν απαντάτε στις νιτσεϊκές μομφές ενάντια στην αξιοπιστία της Αγίας Γραφής. Σε τι βαθμό η κριτική του Nietzsche υπήρξε εξαρτημένη από βιβλικές έρευνες του 19ου αιώνα; Διατηρούν αυτές οι τελευταίες την εγκυρότητά τους στις μέρες μας ή όχι;
Σαφώς και ο Nietzsche ήταν επηρεασμένος από τις θεωρίες του David Strauss για τον Χριστό και τον Χριστιανισμό, και του Julius Wellhausen, για την Παλαιά Διαθήκη. Οι θεωρίες του τελευταίου περί συγγραφής της Πεντατεύχου και γενικότερα της Παλαιάς Διαθήκης, από διάφορους άγνωστους μεταξύ του 9ου και του 6ου αιώνα προ Χριστού, και για τον ρόλο του ιερατείου, άσκησαν ισχυρή επίδραση στον Nietzsche, ο οποίος αναζητούσε ανάλογα επιχειρήματα για τις θεωρίες του. Τότε, βέβαια, δεν υπήρχε ακόμα ως ξεχωριστός επιστημονικός κλάδος η βιβλική αρχαιολογία, η οποία κατέδειξε ότι μεγάλο μέρος της παραπάνω αρνητικής κριτικής ήταν προϊόν αυθαίρετης ερμηνείας και εσφαλμένων προϋποθέσεων. Σήμερα, ο βιβλικός μινιμαλισμός έχει υποχωρήσει σε μεγάλο βαθμό, αν και διατηρείται και προβάλλεται σε ορισμένους επιστημονικούς κύκλους. Στο βιβλίο μου (συγκεκριμένα, στο 7ο κεφάλαιο με τίτλο «Μια Βίβλος… χαλκευμένη»), απαντώ στις αιτιάσεις της παλαιάς αρνητικής κριτικής με παράθεση των αρχαιολογικών ευρημάτων. Εξηγώ πως ο Nietzsche επηρεάστηκε από αυτές, όσον αφορά το ρόλο του εβραϊκού ιερατείου, στο οποίο καταλογίζει πολλά και, ιδίως, την παραποίηση, τάχα, της Βίβλου, και στη συνέχεια για το ρόλο του χριστιανικού ιερατείου, ιδίως της εποχής του (19ος αιώνας). Ο Nietzsche, πρέπει να το πούμε και αυτό, ήταν σφοδρός αντικληρικαλιστής.
Τέλος, αν η ενασχόληση με τον νιτσεϊκό έργο είναι μια «ματαιοπονία», αυτό δεν «ακυρώνει», κατά κάποιον τρόπο, και το δικό σας βιβλίο;
Η ενασχόληση με το νιτσεϊκό έργο δεν είναι ματαιοπονία, διότι υπάρχουν κάποιοι αφορισμοί του Nietzsche και μάλιστα της πρώιμης εποχής , που προκαλούν ενδιαφέρον και από κάθε άποψη έχουν κάποιο βάθος οδηγώντας σ’ έναν γόνιμο προβληματισμό. Γι’ αυτό και εγώ, εν είδη παραρτήματος, έχω ανθολογήσει μερικούς αφορισμούς του, που μου αρέσουν. Άλλωστε, στο βιβλίο μου συμφωνώ με τον Nietzsche σε κάποια σημεία κριτικής του κατά του ιστορικού χριστιανισμού και των εκτροπών των εκπροσώπων της εκκλησίας (και των τριών ομολογιών). Αυτά είναι γνωστά από την ιστορία ..Αφ’ ετέρου, επειδή η φήμη του Nietzsche, έχει πάρει για διάφορους λόγους τεράστιες και ίσως υπερεκτιμημένες διαστάσεις, η ενασχόληση με κάποιο μέρος του έργου του και η ανάδειξη αδυναμιών, πιστεύω ότι βοηθάει σε ορθότερη κρίση και επανεκτίμηση των αξιών, όπως ίσως θα έλεγε και ο ίδιος. Εγώ απλά ευαισθητοποιήθηκα στη σφοδρή και προκλητική κριτική του, και επειδή ασχολούμαι παιδιόθεν με τη μελέτη της αρχαίας φιλολογίας της Εγγύς Ανατολής (μάλιστα, έγραψα και σχετικά βιβλία, όπως τα Φως εξ Ανατολής, και Ιησούς ο ποιητής των ποιητών, μεταξύ άλλων) και της ίδιας της Βίβλου, με συστηματικό τρόπο , κατέθεσα τις παρατηρήσεις μου και άσκησα κριτική στη νιτσεϊκή κριτική του κατά του Χριστιανισμού. Διότι ο Nietzsche πίστευε ότι το βιβλίο του Ο Αντίχριστος ήταν το καλύτερο του, και ότι θα ανέτρεπε με αυτό άρδην τον Χριστιανισμό , «τη μεγάλη κατάρα, τη μεγάλη διαφθορά της ψυχής», όπως γράφει στην τελευταία παράγραφο του βιβλίου του. Τα γεγονότα διέψευσαν τον Nietzsche, αν και η κριτική του σαφώς έδειξε ότι εν πολλοίς πρέπει να γίνει ένας επανεκχριστιανισμός των καθ’ ομολογίαν Χριστιανών, για να ζήσει ορθά και χριστιανικά ο κόσμος, για να μεταχειριστώ έναν τίτλο βιβλίου του Αlexander Schmemann.


