Γιώργος Καστρινάκης
Έχει προσφυώς επισημανθεί ότι αν οι Έλληνες είχαμε σταματήσει να φιλοσοφούμε θα είχαμε πάψει να είμαστε Έλληνες.
Αρκεί, πράγματι, να αναλογισθούμε την Ιστορία του 20ου αιώνα για να διαπιστώσουμε ότι κατευθυντήρια γραμμή της δεν ήταν παρά η Διαπάλη των Ερμηνειών.
Εξ ης η λατρεία της ελευθερίας. Εξ ης το ανάχωμα στην προέλαση του Άξονα. Εξ ης το έπος της Εθνικής Αντιστασης. Μα εξ ης και το πάθος του εμφυλίου.
Εκ της αγάπης στη φιλοσοφία περαιτέρω (στη διασταύρωσή της, ασφαλώς, με την ορθόδοξη εκκλησιαστική ευαισθησία για τη χρεία του διπλανού) η στράτευση στην ιδεολογία της κοινωνικής δικαιοσύνης. Εξ αυτής και η κυοφορία του πλέον αριστερού σοσιαλιστικού κόμματος στη δυτικοευρωπαϊκή τοπιογραφία. Εξ αυτής, εν τέλει, η δεσποτεία των «προοδευτικών» παραγγελμάτων στην όλη εξέλιξη της μεταπολιτευτικής περιόδου.
Εξ αυτής, με μια λέξη, η τόση γοήτευση από τις κανοναρχήσεις των φιλοσόφων μας!
Στον βαθμό που ευστοχεί ετούτη η αφήγηση, η ιστορία της πατρίδας μας είναι, πρωτίστως, η ιστορία των διανοουμένων της…
Έχει σημασία να το υποψιαζόμαστε αυτό, σε μια εποχή στην οποία οι ίδιοι οι διανοούμενοι κάνουν ό,τι μπορούν για να το αποσιωπήσουν: Πριν απ’ όλα, βεβαίως, δακτυλοδείχνοντας ως – καθολικώς και παντιοτρόπως – υπεύθυνους τούς πολιτικούς εκπροσώπους μας. Ευθύς περαιτέρω ωστόσο (αποτεινόμενοι, πλέον, σε όσους ακροατές τους δείχνουν να μην αρκούνται σε μια τόσο δημοσιογραφική διεκπεραίωση των μακροϊστορικών απορουμένων) ξανατεντώνουν το δάκτυλο για να καταδείξουν το… παρελθόν ως υπόλογο της απουσίας εκείνου του μέλλοντος το οποίο, οι ίδιοι, είχαν διαπρυσίως προ-αγγείλει.
Ο λ ο κ λ η ρ ο το παρελθόν; Όχι ασφαλώς! Η προτίμισή τους εξειδικεύεται, αποκλειστικά, στην δ η μ ι ο υ ρ γ ι κ ώ τ ε ρ η μόνο πλευρά του: Γίνεται η Πνευματική μας Παράδοση, οπότε, αυτή που ανακαλύπτουν πως τους ζημιώνει…
Είναι τότε που ο κυρίαρχος λόγος επαληθεύει την κυριαρχία του: «Όποιος ελέγχει το παρόν ελέγχει το παρελθόν. Όποιος ελέγχει το παρελθόν ελέγχει το μέλλον.» Ο Τζωρτζ Όργουελ, βλέπουμε, είχε προλάβει να μας κοινοποιήσει το μυστικό.
Στον βαθμό, έκτοτε, που παραμένουμε ανυποψίαστοι, αφήνουμε – μεν – την αντίληψή μας να διαπλάθεται υπό τις οδηγίες της καθεστηκυΐας ηγούμενης συνείδησης, επ’ ουδενί διανοούμαστε – δε – ότι η συνείδηση αυτή ενδεχομένως και να «ενέχεται» για ό,τι οι υπαγορεύσεις της δρομολογούν…
Μπορεί, λοιπόν, σε διάρκεια πέντε συναπτών δεκαετιών να δοξολογείται ένα συγκεκριμένο «χάσμα γενεών» (δηλαδή η αντιστροφή των μέχρι τότε αυτονοήτων), μπορεί κατά τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες ένα αποδομητικό μοντέλο έκφρασης να κατακυρίευσε σταδιακά ακόμα και τις μορφές διασκέδασής μας, μπορεί ειδικά κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες η διαπαιδαγώγηση στον Μηδενισμό των Σημασιών να εδραιώνεται μέσα ακόμη και στις σχολικές αίθουσες, μπορεί ιδιαίτερα κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες κάθε μας βήμα να καθοδηγείται από τα κελεύσματα της εμπορικής τηλεόρασης σε αρμονικώτατο συντονισμό με τα λάιφ-στάυλ αρχέτυπα, όλα αυτά ωστόσο… δεν είχαν καμμιά συνδρομή στην αποδεδειγμένη σήμερα (και αριθμητικώς) προϊούσα κατάρρευση!
Τι είναι το μόνο που απομένει να φταίει; Μα, οι «ψυχικές εγγραφές» της απώτερης Ιστορίας μας, οι οποίες – σε πείσμα κάθε ενεστώσας συνειδησης – κατόρθωναν να… ορίζουν τη βούληση ακόμα και των… συνειδητών πολεμίων τους.
«Μονά», δηλαδή; εσύ χάνεις. «Ζυγά»; κερδίζω εγώ: Αλλιώς, πόσο κυρίαρχος θάταν ο κυρίαρχος λόγος μας/τους;…
Η θεωρία περί «εγγαφών» δεν είναι βέβαια άτοπη. Το κατ’ αρχήν άτοπο είναι να ανάγεται, αίφνης, σε μοναδικό εργαλείο μας. Και το απόλυτο άτοπο είναι να κηρύσσονται οι προπατορικές εγγραφές, αδιαπραγματεύτως, ενεργώτερες από τις ζώσες – για τον καθένα μας.
Ενώ ένα εξ ίσου σημαίνον άτοπο είναι, τη στιγμή ακριβώς που μιλάμε για αριθμούς, να εθελοτυφλούμε στην απτή μαρτυρία τους: Αυτό που καλείται να «ξελασπώσει» την Ελλάδα του σήμερα είναι η ε κ π ο ι η σ η εκείνου του εθνικού πλούτου τον οποίο συσσώρευσε η Ελλάδα του χθες! Είναι η «παλαιά», λοιπόν, Ελλάδα εκείνη που σώζει (και σήμερα, ακόμα) τη «νέα». Με πρακτικώτερους / υλικώτερους όρους: Είναι – μονάχη – η παραδοσιακή μας συνείδηση εκείνη που διαπιστώνεται παραγωγική.
Ή, είναι ο ψευδής και όχι ο γνήσιος χρόνος μας αυτός που πιστοποιείται «ασάλευτος».
Από τη μία, λοιπόν όχθη του δημοσίου διαλόγου, η διήγηση των Αριθμών. (Προσιτή στον καθένα μας.) Κι από την άλλη, η αφήγηση των Λέξεων. (Προσιτή κυρίως στους χαρισματικούς.): Εννοείται ότι – σε πείσμα κάθε τετραγωνισμένης ερμηνείας της Ιστορίας – τη μάχη θα την κερδίσουν οι λέξεις.
Οι «εκλεκτοί» θα χειραγωγήσουν το «πλήθος».
Με άλλη διατύπωση: Η ανάγκη μας για νόημα θα κατισχύσει της βιοτικής: Της ανάγκης για πράγματα! Ισως, κάποτε, και της ανάγκης μας για είδη πρώτης ανάγκης…
Τουλάχιστον, έ τ σ ι δ ε ί χ ν ε ι ώ ς τ ώ ρ α η έ κ β α σ η: Σύσσωμος ο Δήμος θεωρεί ότι τον παρέσυραν οι Πολιτικοί. Δηλαδή, σύσσωμος ο Δήμος εξακολουθεί να μη διανοείται ότι τον κατηύθυναν οι Διανοούμενοι. Πολύ περισσότερο: Ότι τον παρέσυραν εκείνοι, εκείνος (ο ίδιος!) να παρασύρει τους πολιτικούς…
Στιγμές σαν αυτή, την καθημερινότητα στην πατρίδα μας εξακολουθεί να την διαφεντεύει το δελτίο ειδήσεων του Mega. Ενώ στις εκπομπές λόγου της ΝΕΤ, μία στις δύο φορές, καλεσμένος βρίσκεται ο Στέλιος ο Ράμφος.
«Λαός» και «Κολωνάκι» τότε, ομοθυμαδόν, συναινούν να τον προσφωνούν ως «φιλόσοφο».
Συνεχίζουν στην ίδια προοπτική, μάλιστα, ακόμα κι όταν ο ίδιος μάς το… εξομολογείται: Το πολιτικό κόμμα των ονείρων του έχει επικεφαλής τον… Στέφανο Μάνο.
Κανείς πρώην «αγανακτισμένος» – ούτε καν τότε – δεν αρχίζει να ξετυλίγει το νήμα των ερμηνειών του ανάστροφα.
πηγή: Αντίφωνο, πρωτοδημοσιεύθηκε στο τχ. 34 (Φεβρουάριος 2012) του περιοδικού “Μανιφέστο”
αξιζει κανεις να μελετησει το εργο και τις ομιλιες του Θεοδωρου Ζιακα εδω στο Αντιφωνο για να αντιληφθει την δεσποτικη μεταλλαξη της ελλαδικης φιλοσοφιας με κυριαρχο τον ακραιφνως συγκρουσιακο νεωτερικο Στελιο Ραμφο,αλλα και το δυσκολο εργο μιας καθαρα αυτονομης ελληνικης επιστημης να καρποφορησει εν Ελλαδι.
εννοειται και φιλοσοφιας
Alas!!
«ὅποιος ἐλέγχει τὸ [b]παρόν [/b]ἐλέγχει τὸ [b]παρελθόν[/b].
ὅποιος ἐλέγχει τὸ [b]παρελθὸν [/b]ἐλέγχει τὸ [b]μέλλον[/b].»
Γεώργιος Ὄργουελ
“ὁ Δῆμος ἐξακολουθεῖ νὰ μὴ διανοεῖται ὅτι τὸν κατηύθυναν οἱ Διανοούμενοι.”
τελικά, “τὴν μάχη θὰ τὴν κερδίσουν οἱ λέξεις.”!
ἐξαιρετικοὶ στοχασμοί!
Ποιά ψυχολογική ανάγκη του συγγραφέα ικανοποιείται, όταν προκειμένου να εκφράσει απλές ιδέες, όπως αυτές που εκφράζονται στο παραπάνω κείμενο, χρησιμοποιεί τόσο κουραστική γραφή;
να το θεσω διαφορετικα:
ο Θ.Ι. Ζιακας ειναι μειζονος του Ραμφου,που μοιαζει με τους πολιτικους τα μαλα,στην συμπεριφορα και σκεψη.προσφατα τον ειδα στο ΣΥμβαινει Τωρα της Ποπης Τσαπανιδου…ολες τις εκπομπες σβαρνα θα τις παρει αυτο το παιδι.
οι φιλοσοφουντες εχουν δικαιωμα να εκφραστουν οπως θελουν,αρκει να γινονται κατανοητοι.κι εμενα με ενοχλει ο δυσπροσιτος λογος.αλλα ανεχομαι την θεληση του συγγραφεα και τον κατανοω οπως ο ιδιος εκφραζεται και σκεφτεται.αλλο τα κενα στην σκεψη.προσωπικα σε ελαχιστους εδω στο Αντιφωνο διακρινω την ταπεινοφροσυνη του Ζιακα αλλα και την εμβριθεια.
κυριε Καστρινακη πολυ καλη δουλεια.
Το προαπαιτούμενο, εκ μέρους κάθε ανθρώπου που πιάνει το μολύβι (ή το πληκτρολόγιο), οφείλει να είναι η κατάκτηση μιας τέτοιας οικείωσης με το θέμα του, ώστε να μπορεί να το αρθρώσει σε γραμμές απλές. Με σκοπό, ασφαλώς, την όσο το δυνατόν αμεσώτερη επικοινωνία με τον αναγνώστη.
Το ανώνυμο αυτό σχόλιο, τώρα, προβαίνει σε μια [i]παραδοχή[/i] και σε μια [i]καταγγελία[/i] οι οποίες ωστόσο βρίσκονται σε προφανή αντίφαση μεταξύ τους.
Θα ήθελα να πω την γνώμη μου. Όντως η φράση που «ξεκλειδώνει» την λογική αλληλουχία συλλογισμών (ή στοχασμών) του κειμένου είναι διατυπωμένη δια στόματος Τζ. Όργουελ (ακόμη και το όνομα έχει τη σημαντική του πλέον). Επιτρέψτε μου να εξετάσω την επαλήθευσή της μέσω ενός παραδείγματος που αφορά στη ζώσα λαϊκή παράδοση. Ένας σημερινός (δεν έχει σημασία ο επιθετικός προσδιορισμός, έτσι γινόταν πάντοτε) λυράρης θρακιώτικής (κι εδώ δεν έχει σημασία ο τόπος, θα μπορούσε να είναι κρητικής) λύρας, εκκινεί με το ταξίμι (η καντέντσα, ανάλογα με την παράδοση που ακολουθείται), συνεχίζει με το κυρίως τραγούδι και τελειώνει με ρυθμική επανάληψη της μελωδίας, αυτοσχεδιάζοντας ταυτοχρόνως, όπου είναι δυνατό). Ας πούμε ότι ξεκινά από το παρόν, προσπαθώντας να το οριοθετήσει πολλαπλώς, συνεχίζει με εκτέλεση του παραδοσιακού τραγουδιού, θέτωντας ξεκάθαρα την παρουσία του παρελθόντος –στο σημείο αυτό η στάση του δεν διαφέρει σε τίποτα με αυτή του μουσικού που εκτελεί Γ.Σ. Μπάχ, ας πούμε- και τελειώνει «εκσφενδονίζοντας» το παρελθόν στο μέλλον, ενώνοντας παρελθόν και μέλλον! Ένας διαχρονικός κύκλος έχει συντελεστεί ως σπείρα (χωρο-χρονική). Μέγα μυστικό, και δεν είναι μόνον του Όργουελ (ο.ε.δ.), είναι γνωστό και επαληθεύσιμο ακόμα και στην πρακτική ενός λυριτζή.
Συνεπώς, μπορώ να καταλάβω τον τίτλο του κειμένου μόνο ως ειρωνεία (σε διαφορετική περίπτωση, νομίζω είναι υπερβολικά φιλόδοξος σε σχέση με την κατάληξη του). Συνεπώς είτε αδικείται παράφορα το θέμα και η δυναμική του ή δίνετε μια νότα χρονογραφήματος. Να το πω με την καθημερινή –φιλοσοφική- γλώσσα: «δεν λέει» (έστω και όσα θα όφειλε) αγαπητέ κ. Καστρινάκη.
Πώς μπορούμε άραγε να «ξετυλίξουμε το νήμα των ερμηνειών ανάστροφα» -αν γίνεται κάτι παρόμοιο; Να πιάσουμε, ας πούμε, το νήμα από το 1,8 % διείσδυσης του πρωθυπουργού των ονείρων του κ. Ράμφου στο εκλογικό σώμα για να φτάσουμε πού, στο γεγονός ότι ο εν λόγω φιλόσοφος –μετά ή άνευ εισαγωγικών- αποτελεί «κυρίαρχο λόγο» επηροής πολιτικών που ψηφίζουμε όπως κανοναρχεί, ο οποίος ελέγχει το παρόν, την καθημερινότητα, και συνεκδοχικά παρελθόν και μέλλον; Ποια η ισχύς αυτής της «καθεστικυΐας» και «ηγουμενικής» και «συνείδησης» η οποία διαπλάθει την αντίληψή μας και στοχοποιεί τις «ψυχικές εγγραφές» μας και η οποία προτείνει ως νάνος –κατά το σχήμα- την εκποίηση του σωρευμένου εθνικού πλούτου των γιγάντων στις πλάτες των οποίων κάθεται (μηδ’ ημών εξαιρουμένων); Η διήγηση των ποσοστών κερδίζει την αφήγηση των λέξεων, όπως δείχνουν τα πράγματα (στο τέλος, όπως το θέλετε, οι λέξεις κερδίζουν, και στο φινάλε τρώμε και πέτρες, είναι και γραμμένο και εγγεγραμμένο). Προσωπικά δεν θα με χαλούσε ακόμα και διαφορετικά αν ήταν (τα πράγματα) –δεν είναι η περίπτωσή μου όμως το θέμα.
Από την άλλη «την καθημερινότητα στην πατρίδα μας εξακολουθεί να την διαφεντεύει το δελτίο ειδήσεων» όχι μόνο Μega και ΝΕΤ αλλά και το ραδιόφωνο, όπως και το μέσο με το οποίο «μιλάμε» και αν η μία φόρα ανήκει στον Σ.Ράμφο, υπάρχει και η άλλη (φορά). Μας έχει άραγες υποδείξει το πρωθυπουργό των ονείρων της -αυτή η άλλη φορά; (αν όχι τι την κρατάει προς τούτο; Θα μπορούσαμε άραγε τότε να ξετυλίξουμε το αντίστοιχο κουβάρι ανάστροφα, αγανακτισμένοι ή μη;)
(Και για να μιλησω και με μια άλλη γλώσσα την οποία δεν αγνοείτε, ο Διδάχος λέγει : «οι καλαμαράδες θα φέρουν το κακό». Τουλάχιστον ας μην της δίνουμε, της προφητείας τόσο εμβριθή τόπο να σταθεί μέσα μας και εν πάσει περιπτώση μαζί με την ευγνωμοσύνη έναντι της συγκεκριμένης πολεμικής (;), αν αξίζει και το μπορούμε, ας σταθούμε πιο ταπεινοί (με αυτογνωσία, τουτέστιν) στην απολογητική μας και ας προσφέρουμε δώρο ένα πιο συστηματικό ή κεχαριτωμένο αντί-λογο (τι μας κρατά προς τούτο; πάλι) Και το κρασί είναι δοκιμασμένα καλό και παλιό και νέους ασκούς διαθέτουμε, αλλά και ιδού πεδίον δόξης… Η παρουσία του διανοουμένου Ράμφου, με έμφαση μετά το «Πελεκάνοι ερημικοί», είναι αδιαμφισβήτητα ένα κεφάλαιο ιστορίας της σκέψης στον τοπο μας)
Αγαπητέ κ. Αβραμίδη, αμφισβητείτε ότι ο Στ. Ράμφος εκπροσωπεί τον κατ’ εξοχήν [i]κυρίαρχο[/i] – σήμερα – [i]λόγο[/i] στον τόπο μας, επικαλούμενος το μόλις 1.8% που αποκόμισε (από τις κάλπες της 6ης Μαϊου) το πολιτικό κόμμα που εκείνος μας είχε προτείνει.
Το επιχείρημά σας ωστόσο παραβλέπει ότι, αν είναι αλήθεια πως ο Πολιτισμός της Νεωτερικότητας τείνει προς ολοένα εξτρεμιστικώτερες εκδοχές του εαυτού του, αυτό συμβαίνει επειδή ακριβώς οι διανοούμενοί του ορίζουν ως αενάως_ α ν τ α γ ω ν ι σ τ ι κ ή_ τη σχέση τους με τη λοιπή κοινωνία.
Αυτός καθαυτόν, ο τρόπος με τον οποίο αναγνωρίζουν τον εαυτό τους, είναι ως «ελίτ» εν αντιστίξει προς το «πλήθος».
Κι ο τρόπος με τον οποίο επιτυγχάνουν να ανανεώνουν διαρκώς την ναρκισσιστική ετούτη ματιά τους, είναι να αυτοτοποθετούνται ανά πάσα στιγμή σε θέση «πρωτοπορίας» – που θα πει, ασφαλώς, προσωρινής μειονότητας.
[b]Αν δεν συνέβαινε έτσι, θα κινδύνευαν – πολύ απλά – να απωλέσουν την_ α υ τ ο σ υ ν ε ι δ η σ ί α_ της_ υ π ε ρ ο χ ή ς_ τους: Θα ένοιωθαν, τότε, ότι παύουν να υπάρχουν![/b]
Αγαπητέ κ. Καστρινάκη, πάνω που ετοιμαζόμουν να σας γράψω για την παράβλεψή μου, έπεσα στο σημερινό άρθρο του κ. Παπαχελά στην Καθημερινή με θέμα την ελληνική ελίτ. Νομίζω θα βοηθούσε στον προβληματισμό σας η ανάγνωσή του.
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_23/05/2012_443438
(το θέμα της Avant-Garde, καλλιτεχνικής, πολιτικής, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, θα προτιμούσα όμως κάποια άλλη αφορμή ως αφετηρία για να το συζητήσουμε, μιας και θεωρώ το παρόν έδαφος βαλτώδες)