Το θεολογικό σχίσμα

8
1265

Με αφορμή το ζήτημα της Ουκρανίας και τη διένεξη Φαναρίου-Μόσχας βγαίνει στην επιφάνεια όλο το αδιέξοδο της τρέχουσας ελληνικής θεολογίας, που τις δύο τελευταίες δεκαετίες βυθίζεται όλο και πιο βαθειά σε μια αμήχανη πόλωση ανάμεσα σε δυο θεολογικές εκτροπές: σε μια εκτός τόπου και χρόνου υπερθεολογούσα φονταμενταλιστική παραδοσιοκρατία από τη μια και σ' έναν αθεολόγητο εκσυγχρονιστικό ηθικολογισμό από την άλλη.

Κατά τη γνώμη μου και οι δύο αυτές θεολογικές τάσεις ζουν με το άγχος της ιστορίας. Με την κληρονομημένη από τη θεολογία του 60 αδυναμία να δουν και να κατανοήσουν την ιστορία θεολογικά. Διότι η τραγική ειρωνία είναι πως και οι δύο πλευρές, τόσο η συντηρητική-αντιδραστική όσο και η προοδευτική-εκσυγχρονιστική, είναι μεταλλαγμένα παράγωγα της θεολογίας του 60, όσο και αν την απορρίπτουν μετά βδελυγμίας και οι δύο.

Και εδώ νομίζω πως εκδηλώνεται με τον πιο τραυματικό τρόπο η αχίλειος πτέρνα της θεολογίας του 60: η αδυναμία της να δει θεολογικά την ιστορία. Ή πράγμα που είναι το ίδιο, η αδυναμία της να δει την ιστορία ως πράξη –ως κοινή δημιουργική πράξη– του Θεού από τη μια και του Ανθρώπου από την άλλη. Και άρα να δει με ιστορικούς όρους τη σχέση Θεού και Ανθρώπου, και κατ’ επέκταση τη θεολογική διαλεκτική εκκλησίας και πολιτικής, εσχάτων και παρόντος, προσώπου και κοινωνίας κλπ κλπ.

Όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, η θεολογική αυτή αμηχανία έναντι της ιστορίας οδήγησε και τους δύο σημερινούς θεολογικούς αντιπάλους σ’ έναν αρτηριοσκληρωτικό ιστορικισμό: Με τους μεν να αγκιστρώνονται στο «παρελθόν» (σε μια πολιτισμικού χαρακτήρα «ελληνορθοδοξία» κλπ), τους δε στο «παρόν» (σε έναν νερουλό ηθικο-κοινωνιολογίζοντα πανχριστιανισμό). Και όπου, οι πρώτοι εμφανίζονται σαν ακραιφνείς υποστηρικτές του δόγματος, το οποίο όμως το αντιλαμβάνονται όπως οι Φαρισαίοι τις Εντολές: σαν ένα σώμα ανιστορικών πεποιθήσεων, «άνωθεν» επιβελημένων. Ενώ οι δεύτεροι τείνουν να αδιαφορούν πλήρως για το δόγμα, θεωρώντας το σαν μια ιστορική εκκρεμότητα δευτερεύουσας σημασίας, ή τέλος πάντων, σαν μια υπερβολική τούτη την ώρα πολυτέλεια.

Αδυνατώντας να διεκδικήσουν έναν εκκλησιαστικό «τόπο» θέασης της ιστορίας και «έξωθεν» επέμβασης σ’ αυτήν, γίνονται και οι μεν και οι δε –και όχι πάντα άθελά τους– όργανα στην υπηρεσία της μιας ή της άλλης κοσμικής δύναμης. Εδικά τώρα, στην περίπτωση της διένεξης Φαναρίου-Μόσχας, το θεολογικό αδιέξοδο εκφράζεται με μια «οπαδική» (αν μου επιτρέπεται ο όρος) εκκλησιολογία, βάσει της οποίας όλοι αισθάνονται την ανάγκη να υποστηρίξουν άκριτα τη μια πλευρά και να πολεμήσουν την άλλη. Και καταφεύγουν σε νομοκανονικά και εκκλησιολογικά δήθεν επιχειρήματα που θυμίζουν φοιτητικό αμφιθέατρο.

Το λιγότερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε –εν είδει μετανοίας– θα ήταν να συνειδητοποιήσουμε το θεολογικό και εκκλησιολογικό αδιέξοδο και των δύο πλευρών, να πάψουμε να λειτουργούμε ποδοσφαιρικά και οι μεν και οι δε, και να στοχαστούμε πάνω στο πρόβλημα, είτε από κοινού, είτε, έστω, η κάθε πλευρά κατά μόνας.

πηγή: Aντίφωνο

8 Σχόλια

  1. Κάποιοι μού επεσήμαναν ότι είναι υπερβολικά πυκνά αυτά που γράφω σ’ αυτό το σημείωμα, ή πως χρησιμοποιώ εξεζητημένους όρους. Και πως δυσκολεύονται, επομένως, να καταλάβουν. Ορισμένες εξηγήσεις έδωσα στον τοίχο μου ([url]”https://www.facebook.com/vassilis.xydias/posts/10215017080932387″[/url]) στο fb. Τις μεταφέρω εδώ χάριν του κοινού του Αντιφώνου (με τις αναγκαίες προσαρμογές).

    Μου έγινε, για παράδειγμα, η ακόλουθη παρατήρηση: ” Γιατι χρησημοποιειτε παραξενες λεξεις, ηχηρες αλλα ακαταλαβιστικες; Ετσι πολλοι λιγοι μπορουν να παρακολουθησουν. [ …] Εκτος αν αυτο ειναι ενα γλωσικο ιδιωμα για τους ειδικους.”

    Απάντησα ως εξής: Έχεις δίκιο αγαπητή φίλη […]. Είναι αλήθεια πως στο μικρό αυτό σημείωμά μου υπάρχουν όροι που μπορούν να γίνουν κατανοητοί μόνο από ένα ειδικό κοινό που ασχολείται συστηματικά με τα πράγματα της εκκλησίας και της θεολογίας, και που έχει υπ’ όψη του τις τάσεις και τις διαφωνίες που υπάρχουν σήμερα στην ελληνική ορθόδοξη εκκλησία. Σ’ αυτό το κοινό ήθελα να απευθυνθώ για να του πω κάτι που θεωρώ πως έχει νόημα να ειπωθεί. Και το έκανα με όσο γίνεται λιγότερα λόγια, άρα με κάποια πυκνότητα, χωρίς πολλές επεξηγήσεις και χωρίς τεκμηρίωση. Αν έπρεπε να γράψω τα ίδια πράγματα για ένα ευρυτερο κοινό ή αν ήθελα να τεκμηριώσω τους ισχυρισμούς μου θα χρειαζόταν ίσως ένα ολόκληρο βιβλίο.

    […] Πάντως, τώρα που το ξανασκέφτομαι, μερικά πράγματα μπορούν ίσως να εξηγηθούν πιο εύκολα απ’ ό,τι νόμιζα στην αρχή. Θα σταθώ σε τρία σημεία.

    α) Χρησιμοποιώ στο κειμενάκι μου τον όρο «θεολογία του 60». Αυτός λέει κάτι μόνο σε κάποιον που έχει μελετήσει την εξέλιξη της θεολογικής σκέψης στη σύγχρονη Ελλάδα, και έχει επίγνωση της ανατρεπτικής επίδρασης που είχε στην ορθόδοξη θεολογία η εμφάνιση τότε ενός αριθμού νέων στην ηλικία θεολόγων. Και που επίσης γνωρίζει τις διαμάχες που ξεσήκωσαν στον χώρο της εκκλησίας και της θεολογίας από τότε μέχρι σήμερα οι θεολογικές τους απόψεις. Αν ήταν να πω τα ίδια πράγματα σε ένα ευρύτερο κοινό, χωρίς θεολογική κατάρτιση, θα έπρεπε να εξηγήσω αναλυτικά τι ήταν αυτό το θεολογικό ρεύμα και πώς αυτό μεταλλάχθηκε σήμερα σε άλλες θεολογικές τάσεις με φαινομενικά αντίθετες απόψεις (όπως λέω στο σημείωμά μου).

    β) Λέω ότι η μία από τις δύο θεολογικές τάσεις στις οποίες αναφέρομαι είναι “βαθειά χωμένη μέσα σε έναν ανορθόδοξο υπερθεολογισμό”. Λέγοντας “υπερθεολογισμό” εννοώ ότι οι άνθρωποι αυτοί συνεχώς “θεολογούν”, δηλαδή νομίζουν ότι θεολογούν, παραπέμποντας στο σε αποσπάσματα Πατέρων της Εκκλησίας ή μιλώντας για τον έναν ή τον άλλον άγιο. Όμως ο λόγος τους είναι ξένος προς την Αγάπη, ξένος προς το Άγιο Πνεύμα. Αυτή τουλάχιστον είναι η δική μου εντύπωση.

    γ) Λέω επίσης ότι η άλλη τάση είναι χωμένη σε έναν εξίσου αθεολόγητο “ηθικο-κοινωνιολογίζοντα πανχριστιανισμό”. Εννοώ ότι η τάση αυτή παρακάμπτει το δόγμα, τις δογματικές διαφορές κλπ σαν κάτι που δεν έχει και τόσο σημασία. Ουσιαστικά ταυτίζουν τον χριστιανισμό με την τρέχουσα ηθική (να βοηθάμε, να μην κάνουμε κακό) ή ακόμα πιο ειδικά με την πολιτική ορθότητα (να μην είμαστε ρατσιστές, εθνικά και κοινωνικά υπερόπτες και μισαλλόδοξοι, να αποδεχόμαστε τον διαφορετικό από μας κλπ), πράγματα πολύ λογικά βέβαια, που λείπουν από τον κόσμο μας, αλλά που είναι πολύ πιο “χαμηλών” προσδοκιών από το χριστιανικο ευαγγέλιο και το εκκλησιαστικό ήθος (σταυροαναστάσιμο, θυσιαστικό, πέρα από τα προφανή του κόσμου τούτου). Μένοντας σ’ αυτού του τύπου τη “χαμηλή” κατανόηση του Ευαγγελίου, παρακάμπτουν όπως είπα και παραπάνω τις δογματικές διαφορές, σαν επουσιώδεις ή τουλάχιστον σαν να μην έχουν τώρα τόση προτεραιτότητα, και γι’ αυτό βλεπουν κάπως σαν ανεπίκαιρη και τη διάκριση μεταξύ της Ορθόδοξης Εκκλησίας και των άλλων χριστιανικών ομολογιών (καθολικοί, προτεστάντες). Γι’ αυτό μιλάω στην περίπτωση αυτή για “πανχριστιανισμό”.

    Βασίλης Ξυδιάς

  2. M’ ὅλο τὸ σεβασμό, ἡ μετριοπαθὴς αὐτὴ στάση ποὺ προτείνεται ἀπὸ τὸ παρὸν κείμενο σὲ τί βοηθᾶ τὴν Ὀρθοδοξία; Προσωπικά, φοβᾶμαι ὅτι αὐτὴ ἡ τακτικὴ τῆς μέσης λύσης τὸ μόνο ποὺ ἐπιτυγχάνει εἶναι νὰ πριμοδοτεῖ τοὺς ἐκσυγχρονιστὲς-οἰκουμενιστὲς καὶ νὰ χαλαρώνει τοὺς σφιχτοὺς δεσμοὺς τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Σὲ μιὰ ἐποχὴ πονηρή, ὅπου οἱ προκλήσεις εἶναι τόσες πολλές, φρονῶ ὅτι ἡ ἐσωστρέφεια καὶ ὁ ἐπαναπροσδιορισμὸς εἶναι τὰ πλέον ἐπιτακτικὰ desiderata.

  3. Αμβρόσιε, σε ευχαριστώ για το κριτικό σου σχόλιο. Αν και σ’ αυτό το μικρό σημείωμα ήθελα απλώς να περιγράψω το αδιέξοδο, όπως το βλέπω, και όχι να προτείνω θετικά μια συγκεκριμένη άλλη προσέγγιση, είναι αλήθεια πως μέσα από την κριτική των δύο τάσεων διαφαίνεται έμμεσα κάποια άλλη στάση. Ξαφνιάζομαι όμως που την αντιλαμβάνεσαι ως «μετριοπαθή» και ως «μέση λύση», διότι προσωπικά, δεν θεωρώ ότι στέκομαι ανάμεσα στις δύο, αλλά απέναντί τους. Τις αντιλαμβάνομαι σαν δυο διαφορετικές εκδοχές εκκοσμίκευσης, ομοίως ανορθόδοξες μέσα στη διαφωνία τους. Και δεν θα επεδίωκα με κανέναν τρόπο τον συμβιβασμό μεταξύ τους, αλλά την απόρριψη και των δύο. (Εννοώντας βέβαια την απόρριψη των τρόπων σκέψης και πράξης, και όχι των ανθρώπων.)

    Κατά τα άλλα, για να απαντήσω ευθέως στο ζήτημα που θέτεις, συμφωνώ προφανώς με την ανάγκη του επαναπροσδιορισμού, αλλά σε καμμία περίπτωση με την εσωστρέφεια. Για να είμαι ειλικρινής δεν μπορώ καν να συλλάβω τι θα σήμαινε ορθόδοξη εσωστρέφεια. Δεν υπάρχει πνευματική γυάλα για να κλειστεί κανείς σ’ αυτή και να φυλλάξει την πνευματική του καθαρότητα, ούτε σε συλλογικό επίπεδο, ούτε σε προσωπικό. Ιδίως σήμερα, σε εποχές πονηρές, όπως τις λες, και γεμάτες προκλήσεις.

    Αν λέγοντας εσωστρέφεια εννοείς τη hard-core «ορθόδοξη» τάση, αυτή, όπως είπα και στο σημείωμά μου, παρά τη διαρκή επίκληση των Πατέρων και την οχύρωση πίσω από παραδοσιακά (ή δήθεν παραδοσιακά) μοτίβα, θεσμούς, λατρευτικά τυπικά κλπ, τη θεωρώ άσχετη προς την πραγματική Ορθοδοξία. Είναι προσκολλημένη σε μια εκκοσμικευμένη πολιτισμική ελληνορθοδοξία, πράγμα πολύ διαφορετικό από την αγιοπνευματική εκκλησιαστική Παράδοση (με μεγάλο και όχι με μικρό «π») που διαρκώς ενχριστώνει ανακαινιστικά την ιστορία και τον πολιτισμό.

    Αυτά για την ώρα.
    Και αν κάτι δεν έχω καταλάβει καλά, θα σε παρακαλούσα να με διορθώσεις.
    Βασίλης Ξυδιάς

  4. Κύριε Ξυδιά, Δεν έχω γνώση γιά ότι έχει σχέση με τη θεολογία του 60 και το άρθρο σας που παρακίνησε το ενδιαφέρον και τη περιέργεια. Έχετε μήπως να μου προτείνετε σχετική βιβλιογραφία (αν υπάρχει) και αρθρογραφία να μελετήσω;

    Ευχαριστώ

  5. Αγαπητε Βασιλη
    Το σημειωμα σου γινεται ακομη πιο ενδιαφερον μετα τις προσφατες δυσαρεστες εξελιξεις…
    Παρ’ολο που ειμαστε συναδελφοι κατα το ήμυσι (ειμαι μηχανολογος ενω εσυ εισαι και θεολογος) και δεν κατεχω πολλα περι θεολογιας, θα μου επιτρεψεις να ρωτησω σχετικα με τις δεκαετιες του 70, 80, 90 που μενουν ορφανες στις αναφορες σου περι θεολογιας των δυο τελευταιων δεκαετιων και του 60.
    Απο τα λιγα που εχω διαβασει, εχω την αίσθηση οτι αυτη την περιοδο υπηρετησαν σημαντικοι Θεολογοι, οπως ο Νικος Ματσουκα, ο Νικος Νησιώτης, και ο Παναγιωτης Νελλας που στηριχθηκαν στην μελετη των Πατερων και στις συγχρονες τους επιστημες ολων των πεδιων.
    Θεωρεις και αυτους τους θεολογους οτι ανηκουν σε καποια απο τις δυο κατηγοριες που ανεφερες?
    Ευχαριστω

  6. Φίλε Βασίλη, το εμβόλιμο σχόλιό μου δεν είναι η απάντηση που περιμένεις από τον κ. Ξυδιά. Είναι διευκρίνιση στην ερώτησή σου προς τον κ. Ξυδιά για να δοθεί μια ολοκληρωμένη απάντηση από τον ίδιο.
    Όπως άλλο πράγμα η Ιστορία της Φιλοσοφίας κι άλλο η Φιλοσοφία της Ιστορίας, έτσι άλλο η Θρησκειολογία κι άλλο η Θεολογία.
    Ο σεβάσμιος Ν.Α. Ματσούκας, γνώστης της Ιστορίας της Ορθοδόξου Χριστιανικής Γραμματείας, κατά την γνώμη μου, δεν θεολόγησε. Δεν προσέφερε δηλαδή τι το καινό στην ουσία της Πίστης μας. Παρουσίασε πιστά την πνευματική προσφορά των Πατέρων, δίχως όμως να προσθέσει κάτι δικό του.
    Για τον αείμνηστο Ν. Νησιώτη δεν μπορώ να εκφράσω γνώμη διότι δεν έχω μελετήσει αρκούντως την βιβλιογραφία και αρθρογραφία του.
    Ο Παναγιώτης Νέλλας ! Α, τώρα μιλάμε για ΘΕΟΛΟΓΟ ! Θέλω να πω, δεν αρκέστηκε να μας παρουσιάσει τι είπαν και τι έγραψαν οι Άγιοι Πατέρες. Έγινε ο ίδιος, με τα προσφερόμενα γραπτά του, Πατέρας στην Πατερική Γραμματεία. Η πρωτογενής παρουσίαση της σημασίας του Προσώπου στην Πίστη μας άνοιξε καινούρια παράθυρα στα έως τότε ανεξιχνίαστα διαμερίσματά της ρίχνοντας άπλετο δικό του φως. Αναζωογόνησε την οντολογική ουσία του “Πιστεύω” συνεχίζοντας την προσφορά σπουδαίων στοχαστών Πατέρων, όπως ο Ψευδο-Διονύσιος, ο Μάξιμος και ο Παλαμάς, όχι μόνον στην Δογματική αλλά και στην ουσία, στην πραγμάτωση, της Πίστης μας, όπως οι νηπτικοί ασκητικοί αναχωρητές Ισαάκ ο Σύρος, Συμεών ο Νέος Θεολόγος.
    Άλλαις λέξεσι, ο Παναγιώτης Νέλλας ήταν και είναι ένας και μοναδικός. Δεν κατηγοριοποιείται ούτε αξιολογικά, ούτε χρονικά.
    Οι απόφοιτοι της Θεολογικής Σχολής μπορεί να είναι κληρονόμοι του Ματσούκα. Οι σύγχρονοι Θεολόγοι, όμως, είναι κληρονόμοι της θεολογικής σκέψης του Παναγιώτη Νέλλα.

    Ζητώ συγγνώμη για την παρέμβαση, αλλά έχω υποχρέωση να διευκρινίσω την μοναδική σύγχρονη συμβολή του αείμνηστου Θεολόγου. Αιώνια η μνήμη του.
    Ευχαριστώ.

  7. Αγαπητοί, [i][b]Νεόφυτε Μιχαήλ[/b][/i] και [i][b]Βασίλη Γαλανομάτη[/b][/i], χαίρομαι που μπήκατε στον κόπο να διατυπώσετε εδώ τις ερωτήσεις σας και σας ευχαριστώ. Και χαίρομαι και για την παρέμβαση του [i][b]Άρη Νούλη[/b][/i], τον οποίο επίσης ευχαριστώ που προχωρά τη συζήτηση παραπέρα, εμπλουτίζοντάς τη με τις απόψεις του. Μακάρι μ’αυτή την αφορμή να υπάρξουν και άλλες ανάλογες παρεμβάσεις. Από την πλευρά μου θα περιοριστώ για την ώρα σε μια εγκυκλοπαιδική-βιβλιογραφική απάντηση στις ερωτήσεις του [i][b]Ν. Μιχαήλ[/b][/i] και του [i][b]Β. Γαλανομάτη[/b][/i].

    Ρωτάει ο φίλος [i][b]Βασίλης Γαλανομάτης[/b][/i] γιατί αυτή η επιμονή στο 60 και τι γίνεται με τις επόμενες δεκαετίες. Είναι ορφανές από θεολογική σκέψη αυτές; Θα προσπαθήσω κατ’ αρχάς να απαντήσω μεθοδολογικά, χωρίς να μπω στην ουσία των θεολογικών απόψεων (γι’αυτήν θα πω δυο λόγια λίγο παρακάτω). Ας διευκρινήσω όμως, πριν οτιδήποτε άλλο, πως ο όρος «Θεολογία του 60» δεν είναι δικής μου εμπνεύσεως. Είναι γενικά αποδεκτός και απ’αυτούς που την αντιμετωπίζουν θετικά, αλλά και απ’ αυτούς που την αντιμετωπίζουν αρνητικά. Και δεν εννοούνται μ’ αυτόν απλώς όσοι είπαν ή έγραψαν κάτι αυτή τη δεκαετία, αλλά αυτοί που υπό μία έννοια καινοτόμησαν σε σχέση με τους κοινούς τόπους εκείνης της περιόδου. Προφανώς οι ίδιοι, όπως και άλλοι άνθρωποι, συνέχισαν να μιλάνε και να γράφουν θεολογικά και τις επόμενες δεκαετίες, προσθέτοντας και εμπλουτίζοντας τις θεολογικές μας γνώσεις και τη θεολογική μας αίσθηση. Και προφανώς είπαν ενδιαφέροντα και σωστά πράγματα, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις ήταν και αυτά καινοτομικά. Εντούτοις δεν επέφεραν κάποια τομή στο θεολογικό τοπίο ανάλογη αυτής που είχαν φέρει οι πρωταρχικές εκείνες παρεμβάσεις της δεκαετίας του 60. Όλη η θεολογική συζήτηση στις δεκαετίες του 70 και του 80 περιστράφηκε γύρω από την οπτική και την κεντρική θεματολογία που είχε διατυπωθεί τη δεκαετία του 60, είτε για να την υποστηρίξει και να την εμπλουτίσει είτε για να την αναιρέσει. Και ας βάλουμε σε αυτό που λέω εδώ ένα χρονικό όριο έως τα τέλη της δεκαετίας του 80 για να μην υπεισέλθουμε σε πιο εξειδικευμένα ζητήματα, διότι από τις αρχές του 90 εμφανίζονται κάποιες νέες θεολογικές φωνές, και είναι ένα ερώτημα τι σχέση έχουν αυτές με τη θεολογία του 60 (αν την ανατρέπουν, αν την υπερβαίνουν, αν πάνε πίσω κλπ). Θα βοηθούσε ίσως αν κάναμε εδώ τη σύγκριση με την έννοια της «γεννιάς του 30», που προσδιορίζει συγκεκριμένους ποιητές και λογοτέχνες, καθώς και μια συγκεκριμένη προβληματική περί «ελληνικότητας» κλπ, και η οποία καλύπτει και ονόματα νεωτέρων, που εμφανίστηκαν μετά τη δεκαετία του 30.

    Υπό την έννοια αυτή –και χωρίς να μπω στις καθ’ όλα νόμιμες αξιολογήσεις που επεχείρησε παραπάνω ο [i][b]Άρης Νούλης[/b][/i]– και οι τρεις αυτοί που ανέφερε ο φίλος [i][b]Βασίλης Γ.[/b][/i] (δηλαδή οι [i]Ν. Νησιώτης[/i], [i]Ν. Ματσούκας[/i] και [i]Π. Νέλλας[/i]) περιλαμβάνονται χωρίς καμία αμφιβολία στην έννοια της Θεολογίας του 60. Και σ’αυτούς θα μπορούσαν να προστεθούν ο [i]Χρ. Γιανναράς[/i], ο νυν Μητροπολίτης Περγάμου [i]Ι. Ζηζιούλας[/i], ο π. [i]Ι Ρωμανίδης[/i], ο π. [i]Β. Γοντικάκης[/i] και αρκετοί άλλοι, καθώς και το Περιοδικό «Σύνορο» (1964-67), ενώ για πολλούς η πνευματική μορφή που βρίσκεται πίσω από όλα αυτά είναι ο [i]Δημήτρης Κουτρουμπής[/i], που από πολλές απόψεις υπήρξε ο δάσκαλος όλων των προηγούμενων. Όμως οφείλω να πω ότι αυτό είναι ένα ανοικτό ζήτημα. Το ποιος από τους γνωστούς και σημαντικούς μας θεολόγους περιλαμβάνεται και ποιος δεν περιλαμβάνεται στους εισηγητές της Θεολογίας του 60 ήταν ένα από τα βασικά ερωτήματα που απασχόλησαν το συνέδριο που έγινε τον Μάιο του 2005 στον Βόλο από την εκεί Ορθόδοξη Ακαδημία και το περιοδικό Σύναξη με αυτό ακριβώς το θέμα, τη Θεολογία του 60. (Εκδόθηκε και σχετικός τόμος, βλ. παρακάτω).

    Ας πούμε τώρα δυο σύντομα λόγια για αυτό που εκπροσωπεί αυτή η θεολογική γενιά του 60. Κατ’ αρχάς πρέπει να πούμε ότι η Θεολογία του 60 εκτός από τις θετικές της διαστάσεις είχε μια «πολεμική» πλευρά. Εμφανίστηκε σαν απόρριψη του ηθικισμού της «Ζωής» και των μετέπειτα διασπάσεων, μεταμορφώσεων και μεταλλάξεών της («Σωτήρ» κ.ά.), αλλά και σαν υπέρβαση της ριχής και άνευρης τυπολατρίας που χαρακτήριζε την υπόλοιπη Εκκλησία. Βασική πηγή έμπνευσης ήταν οι Ρώσοι θεολόγοι της διασποράς (π. [i]Γ. Φλωρόφσκυ[/i], [i]Σ. Μπουλγκάκοφ[/i] κ.ά.), οι οποίοι, μεσούντος του 20ου αιώνα της τεχνολογίας και της εκκοσμίκευσης, είχαν ξαναφέρει στην επικαιρότητα τη θεολογία των Πατέρων της Εκκλησίας και είχαν κατορθώσει να δείξουν την αξία της ορθόδοξης πνευματικής παράδοσης, εναλλακτικά ή και σε αντίθεση προς τον καθολικισμό και τον προτεσταντισμό. Ήταν η έξοδος από μια μακρά περίοδο που η ορθόδοξη εκκλησία δεν έδινε και τόση σημασία στη θεολογία, και την οποία ο π. Γ. Φλορόφσκυ είχε χαρακτηριστικά αποκαλέσει «Βαβυλώνειο αιχμαλωσία» της ορθόδοξης θεολογίας.

    Από κει και πέρα πολλά θα μπορούσαν να λεχθούν για τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν θετικά τη θεολογική σκέψη του 60. Δανείζομαι εδώ μια σύνοψη των πιο βασικών εξ αυτών από τον διευθυντή του περιοδικού Φρέαρ, [i]Δημ. Αγγελή[/i] (2015, βλ. βιβλιογραφία παρακάτω): Βασικά, λέει, χαρακτηριστικά της θεολογικής αυτής προσέγγισης ήταν «η αποδέσµευση του ευαγγελικού µηνύµατος από τον ακαδηµαϊκό σχολαστικισµό, η θεολογική επανεκτίµηση της αµαρτίας ως αστοχίας πέρα από νοµικιστικούς ηθικισµούς κι η ανάπτυξη ενός νέου λεξιλογίου γύρω από αυτές τις έννοιες, η ευχαριστιοκεντρική κατανόηση της Εκκλησίας και η αναζωπύρωση του µοναχικού ιδεώδους, η επανεκτίµηση της παράδοσης και της λαϊκής ευσέβειας και ο διάλογος µε την εποχή». Θα μπορούσα σ’ αυτά να προσθέσω τις έννοιες του Προσώπου και της Κοινότητας, που έχουν γίνει κεντρικές στην αυτοκατανόηση ενός σύγχρονου ορθόδοξου χριστιανού, και οι οποίες εισήχθησαν στην εκκλησιαστική μας ορολογία και σκέψη από τη Θεολογία του 60. Βλ. π.χ. την εκκλησία ως κοινότητα και όχι σαν άθροισμα πιστών, την αναβαθμισμένη σημασία της Επισκοπής ή της Ενορίας, με κέντρο τη Θεία Ευχαριστία, ή το ζήτημα του Έρωτα ως κεντρικού για την κατανόηση της σχέσης Ανθρώπου και Θεού, και πολλά άλλα…

    Ένα άλλο θέμα έχει να κάνει με τον αμφιλεγόμενο όρο «νεορθόδοξοι», που εισήχθη σε χρήση τις αρχές της δεκαετίας του 80 από το αριστερό περιοδικό «Σχολιαστής» για να χαρακτηρίσει ειρωνικά και απορριπτικά είτε κάποιους διανοούμενους και καλλιτέχνες, ως επί το πλείστον αριστερής προελεύσεως, που εκείνα τα χρόνια προσέγγισαν την Ορθοδοξία ([i]Στ. Ράμφος[/i], [i]Κ. Ζουράρις[/i], [i]Κ. Μοσκώφ[/i], [i]Δ. Σαββόπουλος[/i] κ.ά.) είτε κάποιους θεολόγους που είχαν ανοικτό διάλογο μ’ αυτούς τους διανοοούμενους και είχαν φέρει στο δημόσιο προσκήνιο τη Θεολογία του 60 (π.χ. π. [i]Β. Γοντικάκης[/i], [i]Χρ. Γιανναράς[/i], [i]Π. Νέλλας[/i], [i]Δημ. Μαυρόπουλος[/i], π. [i]Γ. Μεταλληνός[/i] κ.ά.). Πολλά και αντίθετα μεταξύ τους έχουν λεχθεί για τη «νεορθοδοξία» και τους «νεορθόδοξους» και θα πρέπει να τονιστεί πως κανείς από τους θεολόγους που θα μπορούσαν να περιληφθούν σ’ αυτό το ρεύμα δεν θα δεχόταν για τον εαυτό του κάτι τέτοιο (εκτός ίσως από τον [i]Χρ. Γιανναρά[/i], που σε κάποιες περιπτώσεις φαίνεται να αποδέχεται τον όρο κατά συγκατάβαση).

    Αλλά νομίζω ότι είπα ήδη πάρα πολλά, και γι’ αυτό σταματώ εδώ, παραπέμποντας για περισσότερα σε λίγους τίτλους, όπου μπορεί κανείς να βρει ακόμα πιο εκτεταμένη βιβλιογραφία:

    Βασικότερος όλων είναι ίσως ο τόμος με τα πρακτικά του συνεδρίου που διοργανώθηκε τον Μάιο 2005 στον Βόλο: [i]ΑΝΑΤΑΡΑΞΕΙΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ – Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ 60[/i], εκδ. Ίνδικτος, 2009, σσ. 768.
    Βλ. συνοπτική παρουσίαση εδώ: https://www.indiktos.gr/θεολογια/494-anataraxeis-sti-metapolemiki-theologia-theologia-tou-60.html ([url]”https://www.indiktos.gr/θεολογια/494-anataraxeis-sti-metapolemiki-theologia-theologia-tou-60.html”[/url])

    Βλ. επίσης τις ομιλίες από την παρουσίαση του τόμου στο βιβλιοπωλείο Ιανός στην Αθήνα (20 Φεβρ. 2009):
    https://antifono.gr/portal/κατηγορίες/θεολογία-θρησκειολογία/βιντεοθήκη/972–60.html ([url]”https://antifono.gr/portal/κατηγορίες/θεολογία-θρησκειολογία/βιντεοθήκη/972–60.html”[/url])

    Βλ. και την αναλυτική-κριτική παρουσίαση του τόμου στην ομιλία του καθηγητή ΑΠΘ, Ι. Κουρεμπελέ που έγινε στον Ιανό της Θεσσαλονίκης (11 Μαΐου 2010): http://users.auth.gr/kourebe/2_12_2010.pdf ([url]”http://users.auth.gr/kourebe/2_12_2010.pdf”[/url])

    Βλ. επίσης τις κριτικές…
    Του Παντ. Καλαϊτζίδη: http://www.academia.edu/6393794/Αναταράξεις_στη_Μεταπολεμική_Θεολογία_η_Θεολογία_του_60_ ([url]”http://www.academia.edu/6393794/Αναταράξεις_στη_Μεταπολεμική_Θεολογία_η_Θεολογία_του_60_”[/url])
    Του Χαράλαμου Βέντη (από τη Σύναξη, τ.113):
    http://www.academia.edu/5924258/Η_Θεολογία_του_60_και_οι_Θεολογικές_Αναταράξεις_Σύναξη_τ._113_ ([url]”http://www.academia.edu/5924258/Η_Θεολογία_του_60_και_οι_Θεολογικές_Αναταράξεις_Σύναξη_τ._113_”[/url])

    Ένα κείμενο που περιλαμβάνεται στον τόμο, από τα πιο επικριτικά προς τη Θεολογία του 60 είναι αυτό του Στ. Ζουμπουλάκη. Βλ. εδώ: https://alopsis.gr/η-θεολογική-πρόταση-της-αποηθικοποίη/ ([url]”https://alopsis.gr/η-θεολογική-πρόταση-της-αποηθικοποίη/”[/url])

    Και ένα ακόμα κριτικό κείμενο, του Μητρ. Ναυπάκτου, Ιερόθεου Βλάχου:
    http://www.oodegr.com/oode/orthod/ell_ekkl_60_1.htm ([url]”http://www.oodegr.com/oode/orthod/ell_ekkl_60_1.htm”[/url])

    Για το περιοδικό «Σύνορο»…
    α) Ηχογραφημένη μια εκπομπή του Ρ/Σ της Εκκλησίας της Ελλάδος: ««Το περιοδικό Σύνορο ως τομή στη νεοελληνική θεολογική σκέψη» (Νοε. 2010):
    https://antifono.gr/portal/Κατηγορίες/Θεολογία-Θρησκειολογία/Συνεντεύξεις/2482-Το-περιοδικό-Σύνορο-ως-τομή-στη-νεοελληνική-θεολογική-σκέψηc.html ([url]”https://antifono.gr/portal/Κατηγορίες/Θεολογία-Θρησκειολογία/Συνεντεύξεις/2482-Το-περιοδικό-Σύνορο-ως-τομή-στη-νεοελληνική-θεολογική-σκέψηc.html”[/url])
    β) Όλα τα τεύχη του περιοδικού στην ηλεκτρονική βιβλιοθήκη της Ι. Μητρ. Δημητριάδος:
    http://www.imdlibrary.gr/index.php/el/2013-01-14-09-09-13/periodika/sinoro ([url]”http://www.imdlibrary.gr/index.php/el/2013-01-14-09-09-13/periodika/sinoro”[/url])

    Για τον Δημ. Κουτρουμπή… Ένα κείμενο από τον Δημ. Μαυρόπουλο:
    https://antifono.gr/portal/κατηγορίες/θεολογία-θρησκειολογία/γραπτός-λόγος/5269-ιερο-μνημοσυνο-και-ημεριδα-προσ-τιμην-του-δημητριου-κουτρουμπη.html ([url]”https://antifono.gr/portal/κατηγορίες/θεολογία-θρησκειολογία/γραπτός-λόγος/5269-ιερο-μνημοσυνο-και-ημεριδα-προσ-τιμην-του-δημητριου-κουτρουμπη.html”[/url])

    Και τέλος, το άρθρο του Δημ. Αγγελή, «Η πρόσληψη των νεοορθοδόξων από τα περιοδικά λόγου και στοχασµού» [από τον Τόμο «Συνέχειες, ασυνέχειες, ρήξεις στον ελληνικό κόσμο (1204-2014): οικονομία, κοινωνία, ιστορία, λογοτεχνία», Πρακτικά του Ε΄ Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Νεοελληνικών Σπουδών της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών (Θεσσαλονίκη, 2-5 Οκτωβρίου 2014), 2015, τ. 1ος, σ. 197-208]. Βλ. εδώ: http://www.eens.org/EENS_congresses/2014/angelis_dimitris.pdf ([url]”http://www.eens.org/EENS_congresses/2014/angelis_dimitris.pdf”[/url])

  8. Πλήρης και ουσιώδης παρουσίαση της Θεολογικής γενιάς του ’60, αντάξια ενός Βασίλη Ξυδιά. Χάρη του χρωστούμε. Χάρη χρωστούμε και στον Κ. Βεργή που φιλοξενεί τέτοιες συζητήσεις.
    Να προσθέσω μόνον ότι η Ελληνίδα Παιδεία είναι γεμάτη από τέτοιες πνευματικές, χρονικά συμπτωματικές, κινήσεις. Αρχίζει με τους Προσωκρατικούς που συμπλήρωνε ο ένας τον άλλον για να αναπτυχθεί η ελληνική οντολογική σκέψη, συνεχίστηκε με τους Τραγικούς που μετουσίωσαν το τραγικό σε ιερό, προχώρησε στους Πλάτωνα και Αριστοτέλη αλλά και τους κληρονόμους τους Πλατωνιστές – με κορωνίδες τον Πλωτίνο και Πρόκλο – και Αριστοτελικούς. Πέρασε στους Πατέρες της Πίστης μας και συνεχίζεται με τους π. Γοντικάκη-Κ. Μοσκώφ-Κ. Ζουράρι στα ουζάδικα της Στοάς Μοδιάνου που έθεσαν τον προβληματισμό του πραγματικού νεωτερισμού στην ελληνορθόδοξη θεολογία ως νοηματοδοτημένο βίωμα κι όχι ως σχολαστική θεωρία. Αδόκιμος, βέβαια ο χαρακτηρισμός “Νέο-Ορθόδοξοι”, καθώς αυτοί είναι οι πραγματικοί Ορθόδοξοι κι όχι οι τυπολάτρες της “Ζωής” και του “Σωτήρος”. Αυτοί ανέστησαν τα άπνοα έως τότε κείμενα των Πατέρων δίδοντάς τους την δική τους πνοή. Όπως η γενιά του ’30 ανέστησε την Ελληνίδα Ποίηση.
    Έτσι αποδεικνύεται ότι ο Έλληνας – σε όποιο στάδιο της ιστορικής του εξέλιξης – δημιουργεί λόγο μόνον μέσα από τον γόνιμο διάλογο. Κι αυτός ο λόγος είναι η οντολογική δημοκρατία του αντίλογου. Η δυτικότροπη “εξίσωση”, θέση+αντίθεση = σύνθεση, πολύ μονοσήμαντη για τον Έλληνα Τρόπο. Και η γνώμη σου, και η γνώμη μου, και η γνώμη του, κάνουν την Γνώμη ΜΑΣ. Όταν, όμως, διδαχθούμε τα δικαιώματα του ‘Αλλου. Και όλως Άλλος μόνον ο Θεός. Τότε παύουν να είναι μόνον δικά Του και γίνονται ΔΙΚΑ ΜΑΣ, ΌΛΩΝ. Αυτή η εντολή του Κυρίου μας. Ίνα εν εσμέν.
    Ευχαριστώ.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ