Ἄγγελος Καλογερόπουλος
Σ’ ἕνα καφενεῖο τῆς Ἀθήνας -ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰ.- οἱ πελάτες εἶναι ἀποκλεισμένοι ἀπὸ τὴν ἀσταμάτητη βροχή. Ὡστόσο στὸ καφενεῖο κάποιοι συνεχίζουν νὰ παίζουν τάβλι, ἄλλοι πρέφα, δυὸ γέροντες παίζουν τὸ «μεγάλο μπεζίκι μὲ 256 φύλλα», κι ἀπὸ δίπλα ἕνας ἄλλος γέρος κρατάει συνεχῶς μιὰν ἐφημερίδα καὶ τὸν παίρνει κάθε λίγο ὁ ὕπνος. Ἡ βροχὴ δυναμώνει. Τὸ νερὸ μπαίνει ἀπὸ παντοῦ. Ἀλλὰ οἱ παῖκτες συνεχίζουν ἀπτόητοι κι ὁ γέρος μὲ τὴν ἐφημερίδα του συνεχίζει τὸν ὕπνο του. Δὲν ἄργησαν βέβαια νὰ ἐμφανιστοῦν καὶ ὅσοι «ἔκαμναν κουμάντο», καθὼς τὸ συνηθίζουν οἱ Νεοέλληνες, νὰ δίνουν δηλαδὴ ὁδηγίες γιὰ τὸ πῶς θὰ φύγουν τὰ νερὰ ἐνῶ τὸ μόνο ποὺ κατάφερναν ἦταν νὰ ἐμποδίζουν τὸ ἔργο τῶν ὑπαλλήλων. Καὶ φυσικὰ δὲν ἔλειψαν καὶ οἱ αὐτόκλητοι πραγματογνώμονες ποὺ ἀποφαίνονταν γιὰ τὴν αἰτία τῆς πλημμύρας. Τέλος, ἡ βροχὴ σταμάτησε, οἱ ὑπάλληλοι τοῦ καφενείου ἔριχναν πριονίδι, οἱ παῖκτες ἔμεναν τώρα σιωπηλοὶ κι ὁ γέρος –κρατώντας πάντα ἀνοιχτὴ ταὴν ἐφημερίδα του, διψοῦσε γιὰ πληροφόρηση φαίνεται- ξύπνησε μὲ τὴν ἀπορία:
«Μὰ πότε μπῆκε τὸ νερὸ μέσα;»
Αὐτὸ εἶναι ἕνα μικρὸ διήγημα τοῦ Παπαδιαμάντη -ὁ Θεὸς νὰ τὸ κάνει διήγημα, πρόκειται μᾶλλον γιὰ μιὰ ἐκτενὴ γελοιογραφία- ποὺ δημοσιεύτηκε τὸ 1906 μὲ τὸν τίτλο «Τὸ θαλάσσωμα». Τὸ διαβάζει κανεὶς σήμερα καὶ τὸ βρίσκει ἐξόχως προφητικό. Ὁ Παπαδιαμάντης συμβολικὰ περιγράφει τὸ ἦθος τῆς νεοελληνικῆς κοινωνίας. Ἀλλοῦ (πχ στοὺς «Χαλασοχώρηδες») ἀναλύει διεισδυτικά τὸ πολιτικό καὶ κοινωνικό μας πρόβλημα, ἐνῶ στὴ «Φόνισσα» ἀναδεικνύει τὸν δαιμονισμὸ τοῦ κοσμοδιορθωτισμοῦ. Ἀλλὰ ὁ Παπαδιαμάντης εἶναι ἕνας λογοτέχνης, ἀκόμα κι ἄν εἶδε τη λογοτεχνία ὡς μέσον. Ἀναδεικνύει τὴν ἑλληνικὴ παθογένεια, δὲν εἶναι κοινωνικὸς ἀναμορφωτὴς. Ἀντλεῖ ὅμως ἀπὸ τὴν πνευματικὴ παράδοση τοῦ τόπου καὶ σ’αὐτὴ μᾶς προτρέπει νὰ σταθοῦμε καθὼς οἱ μεγάλες πνευματικὲς παραδόσεις νοηματοδοτοῦν κοινωνίες καὶ πολιτισμούς. Καὶ δίνουν τὸ στήριγμα σὲ περιόδους κρίσης.
Πολὺ θὰ εἶχε ὀφεληθεῖ ἡ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ τόπου μας ἄν δὲν περιόριζε τὸν Παπαδιαμάντη στὰ γραφικά του ναΰδρια κι ἄν εἶχε συνειδητοποιήσει αὐτὸ ποὺ μερικὲς δεκαετίες ἀργότερα διατύπωσε ρητὰ ὁ Γιῶργος Σαραντάρης: ὅτι τὰ κοινωνικὰ καὶ πολιτικὰ προβλήματα ἔχουν τὴ ρίζα τους σ’ ἕνα ζήτημα θεολογικό. Ἴσως τότε καὶ ὁ πιὸ ὀξυδερκὴς ἀναλυτὴς τῆς νεοελληνικῆς παθογένειας, ὁ Π.Κονδύλης, θὰ εἶχε ἐπισημάνει τὴν ἐξαίρεση τοῦ Παπαδιαμάντη ὅταν ἀναζητοῦσε τοὺς λογοτέχνες ἐκείνους ποὺ θὰ ἀπέδιδαν τοὺς σπαρταριστοὺς τύπους τῆς νεοελληνικῆς πινακοθήκης.
Ὅτι στὸ βάθος τοῦ αἰτήματος τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ ἐνυπάρχει ἕνα ζήτημα θεολογικὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι κάθε ἀπόπειρα ἐκσυγχρονισμοῦ ἀποβλέπει ἀπαραιτήτως στὴν ἀλλοίωση τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης ὡς κατ’ἐξοχὴν ὐπευθύνου τῶν κακοδαιμονιῶν τῆς νεοελληνικῆς ζωῆς. Ἡ πρώτη αἰτία τῆς σημερινῆς κρίσης καὶ τῆς νεοελληνικῆς ἀδράνειας ἀνάγεται στὸν …Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ καὶ στὴν φιλοκαλικὴ παράδοση!
Ἀλλὰ ἡ πραγματικότητα δὲν ὑποτάσσεται σὲ γενικὲς ἰδέες καὶ θεωρίες.Τὸ μάθημα ποὺ μᾶς διδάσκει ὁ Παπαδιαμάντης καὶ γιὰ τὰ πολιτικὰ πράγματα εἶναι ἡ ἀνάγκη τῆς βαθειᾶς μελέτης τῶν πραγμάτων. Ἀλλιῶς «ὅπου γενικότης, ἐκεῖ καὶ ἐπιπολαιότης».
Τί θέλουμε κι ἐμεῖς, κατὰ βάθος, σήμερα χωρὶς νὰ τὸ ὁμολογοῦμε φανερά; Ἐνῶ τὸ καφενεῖο πλημμυρίζει ἐμεῖς θέλουμε νὰ συνεχίζουμε νὰ ἀπολαμβάνουμε τὸ τάβλι μας. Ἐνῶ τὸ πλοῖο βυθίζεται ἐμεῖς «νὰ τὴ βγάλουμε καθαρή». Πρόκειται γιὰ μιὰ μικροαστικὴ οὐτοπία, ἡ ὁποία -ὅπως καὶ κάθε οὐτοπία-ἐν τέλει κινεῖται ἐκτὸς πραγματικότητος. Ὅταν βουλιάζει τὸ πλοῖο, δὲ γίνεται ἐσὺ νὰ σωθεῖς. Κατὰ κανόνα. Μὰ κι ἄν σωθεῖς, τὸ ναυάγιο θὰ σ’ἔχει σημαδέψει γιὰ πάντα.
Ντρεπόμαστε νὰ τὸ ὁμολογήσουμε, ἐπίσης, ἀλλὰ χαιρόμαστε κρυφὰ γιατί ἡ μικρὴ Ἑλλάδα ποὺ κάποτε σπανίως ἀπασχολοῦσε τὰ διεθνῆ ΜΜΕ τώρα προσελκύει τὸ παγκόσμιο ἐνδιαφέρον καὶ ἡ δική της κρίση εἶναι πιθανὸν νὰ προκαλέσει ἕνα ντόμινο ποὺ θὰ ὁδηγήσει σὲ μιὰ εὐρύτερη κατάρρευση. Ἐπὶ τέλους ἀποκτήσαμε ρόλο. Ἀρνητικὸ βεβαίως, ἀλλὰ πάντως ρόλο. Μπορεῖ νὰ σύρουμε πολλοὺς στὸ δικό μας χορὸ τοῦ Ζαλόγγου.
Φυσικὰ αὐτὴ ἡ νεοελληνικὴ ἀντιμετώπιση τῶν πραγμάτων –τῶν ταβλιστῶν καὶ τῶν μπεζικιστῶν τοῦ Παπαδιαμάντη, ἀλλὰ καὶ τοῦ χαιρέκακου ἀτομισμοῦ τῶν σημερινῶν- δὲν ἔχει καμιὰ σχέση οὔτε μὲ τὴν παλαμικὴ θεολογία, οὔτε μὲ τὴν φιλοκαλική παράδοση. Ἀπεναντίας εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς κοινωνίας ποὺ ἔχασε τὸ ἕρμα της ἐξ αἰτίας ἑνὸς κακοχωνευμένου νεωτερισμοῦ ποὺ ἀλλοίωσε καὶ ἀλλοιώνει ἤθη, θεσμούς καὶ συνειδήσεις.
Στὴν πραγματικότητα, ἡ Εὐρώπη καλεῖται νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ ἀποτελέσματα ἑνὸς ἐν πολλοῖς δικοῦ της ὑβριδικοῦ κατασκευάσματος. Τὸ «Πρότυπο Βασίλειο τῆς Ἀνατολῆς» (βλ. Ἔλλη Σκοπετέα) τῆς στάθηκε χρήσιμο στὸν διαμελισμὸ τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ἀργότερα στὴν ἀναχαίτιση τῆς κομμουνιστικῆς ἐπιρροῆς στὸ σύνολο τῆς Βαλκανικῆς Χερσονήσου, ὥστε νὰ γίνει τελικὰ ἰσότιμος ἑταῖρος στὴν ΕΕ, χωρὶς φυσικὰ νὰ πληροῖ τὶς προϋποθέσεις, ἀποτελώντας πάντως ἕνα παράδειγμα μετοχῆς στὸν εὐρωπαϊκὸ παράδεισο γιὰ τὶς ἄλλες χειμαζόμενες ὑπὸ τὸ κομμουνιστικὸ καθεστὼς βαλκανικὲς χῶρες. Ἐν ὀλίγοις, ἡ Εὐρώπη μέσω τοῦ δικοῦ της ὑβριδικοῦ κατασκευάσματος ἀπέτρεψε μιὰ ρωσικὴ ἔξοδο στὴ Μεσόγειο. Ἐξ ἄλλου μιὰ σημαντικὴ αἰτία τῆς σημερινῆς ἑλληνικῆς κρίσης θὰ πρέπει νὰ ἀναζητηθεῖ καὶ στὸ ἄνοιγμα τῆς προηγούμενης κυβέρνησης πρὸς τὴ Ρωσία.
Ἐν πάση περιπτώσει, ὅμως, μιὰ τέτοια ἀνάλυση δὲν πρέπει ἐπ’ οὐδενὶ νὰ μειώσει τὶς εὐθῦνες τῆς ἑλληνικῆς πολιτικῆς ἡγεσίας, ἀλλὰ καὶ συνολικὰ τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας γιὰ τὴν κακοδιαχείριση καὶ γιὰ τὴν δημιουργία ἑνὸς κράτους τοῦ παραλόγου. Ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι τὸ ἑλληνικὸ πρόβλημα.
Οἱ οἰκονομικὲς κρίσεις, οἱ πόλεμοι, οἱ ἀναταραχὲς ἀποτελοῦν ἱστορικὴ ἀναγκαιότητα, καθὼς ἐπανέρχονται σχεδὸν μὲ μιὰ νομοτελειακὴ κανονικότητα. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι καταδικασμένος νὰ γευτεῖ τὸ μερίδιο τῆς λύπης ποὺ τοῦ ἀναλογεῖ. Κατὰ κάποιο τρόπο τὸ ἐπιδιώκει, γι’αὐτὸ ἀποτυγχάνουν οἱ οὐτοπίες. Σὲ συνθῆκες τέλειας εὐτυχίας ὁ ἄνθρωπος μοιάζει νὰ χάνει τὴν ἀνθρωπιά του. «Ὁ ἄνθρωπος, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν εὐτυχία, ἔχει στὸν ἴδιο βαθμὸ ἀνάγκη, τοῦ εἶναι τὸ ἴδιο ἀπαραίτητη καὶ ἡ δυστυχία», γράφει ὁ Φ. Ντοστογιέφσκι στοὺς Δαιμονισμένους. Ποιὲς εἶναι ὅμως οἱ πνευματικὲς προϋποθέσεις τοῦ σημερινοῦ πολιτισμοῦ ποὺ μποροῦν νὰ πείσουν τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο νὰ ὑπομείνει τὴν ἀναγκαία δυστυχία ποὺ ἐπέρχεται, νὰ ἀντέξει τὴ θλίψη καὶ τὴ φτώχια ποὺ ἀπειλοῦν τὴν ὅποια εὐμάρεια εἶχε κατακτήσει; Τὴν κρίση, δηλαδή, τῆς καταναλωτικῆς ἤ τεχνοκρατικῆς οὐτοπίας, ὁ γυαλιστερὸς κόσμος τῆς ὁποίας δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἀφορᾶ μόνο τοὺς λίγους.
Ζοῦμε τὴν πιὸ βαθιὰ κρίση τοῦ καπιταλισμοῦ ὄχι μόνο σὲ οἰκονομικὸ ἐπίπεδο, ἀλλὰ κυρίως σὲ ἠθικὸ καὶ πνευματικό. Μαζὶ μὲ τὸν Ἕλληνα κατεργάρη ποὺ κλέβει στὰ χαρτιά –τὰ greek statistics- καταρρέει καὶ ὁ εἰκονικὸς κόσμος τῶν ἀγορῶν. Ἀλλὰ μαζὶ καταρρέει καὶ ἡ πνευματικὴ παράδοση τοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τῶν Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθὼς σὰν ἕνας χριστιανισμὸς χωρὶς Χριστὸ ὁδηγεῖται στὰ ὅριά της καὶ ἀποδεικνύεται γράμμα κενό. Ὅταν ὁ Μπερντιάγεφ προφητικὰ μιλοῦσε γιὰ τὸν ἐρχομὸ ἑνὸς νέου μεσαίωνα, ἁπλῶς συνειδητοποιοῦσε τὸ πνευματικὸ ἀδιέξοδο τοῦ 20ου αἰ. ποὺ τὸ εἶχαν προετοιμάσει οἱ ἰδεολογίες τοῦ 19ου. Χρειάστηκε μιὰ μακρόχρονη καὶ αἱματηρὴ ἱστορικὴ πορεία γιὰ νὰ ἀποδειχθεῖ ὁ ὀλέθριος χαρακτήρας τῶν ἀνθρωποκεντρικῶν οὐτοπιῶν, ποὺ μᾶς ἔχουν φέρει ἤδη ἀντιμέτωπους μὲ τὸ ζοφερό μας μέλλον.
Σημασία δὲν ἔχει ἑπομένως τὸ μέγεθος ἤ ἡ ἔνταση τῆς κρίσης τὴν ὁποία ζοῦμε ἤ θὰ ζήσουμε στὸ μέλλον, ἀλλὰ ἄν θὰ παραδοθοῦμε ἀμαχητὶ στὴ βία καὶ τὴν ἀνθρωποφαγία ποὺ αὐτὴ μᾶς ἐπιφυλάσσει. Καὶ τὸ κυριότερο, ἄν θὰ συνειδητοποιήσουμε πὼς ἡ κρίση δὲν εἶναι μιὰ ἀφηρημένη ἔννοια μὲ οἰκονομικὸ ἤ κοινωνικοπολιτικὸ περιεχόμενο, ἀλλὰ μιὰ κατάσταση ὑπαρξιακή. Ποὺ σημαίνει ὅτι οἱ πράξεις μας, οἱ παραλείψεις μας, ἡ ὀλιγωρία μας, ἡ πλεονεξία μας κρίνονται. Κάποτε λογοδοτοῦμε καὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ οἱ κοινωνίες.
Ὑπάρχουν μερικὰ προβλήματα –στὰ μαθηματικά, στὴ φιλοσοφία, στὴ θεολογία, στὴ ζωή- ποὺ παραμένουν ἄλυτα. Ἕνα τέτοιο πρόβλημα εἶναι ἡ ἀναγκαιότητα τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ πόνου. Τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι μόνο ἡ ἑλληνικὴ κρίση ἤ ἡ διεθνὴς κρίση ποὺ κάνει τοὺς «ἀγανακτισμένους» νὰ διαδηλώνουν σ’ὅλο τὸν κόσμο. Τὸ πρόβλημα εἶναι ἡ νομοτέλεια τῆς κρίσης: ὅτι πάντοτε μέσα στὴν ἱστορία μιὰ περίοδο εὐμάρειας θὰ τὴν διαδέχεται μιὰ ζοφερὴ κρίση. Γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀνάγκη οἱ γρηγοροῦσες συνειδήσεις νὰ ἀναζητοῦν τὸ μονοπάτι ἐκεῖνο ποὺ μᾶς πηγαίνει στὴν πηγή. Γιατὶ ὅ,τι καταρρέει εἶναι ἕνας ὁρισμένος κάθε φορὰ πολιτισμὸς ποὺ πνίγεται ἀπὸ τὶς ἀντιφάσεις του ἐνῶ μέσα στὸν κόσμο καὶ στὸν ἄνθρωπο ὐπάρχει κάτι ποὺ δὲν καταρρέει καὶ δὲν πεθαίνει. Κι αὐτὸ ποὺ δὲν πεθαίνει εἶναι ἡ ἀπαραίτητη ζύμη γιὰ νὰ γεννιοῦνται πολιτισμοὶ ποὺ εἶναι προορισμένοι κάποτε νὰ χαθοῦν κι αὐτοὶ μὲ τὴ σειρά τους. Ὅσο ὅμως αὐτὴ ἡ πίστη μένει ζωντανή, χωρὶς νὰ κάνει λιγότερο ὀδυνηρὸ τὸν θάνατο, μᾶς ἐπιτρέπει νὰ συνεχίζουμε τὴ ζωὴ καὶ νὰ ἐλπίζουμε. Μὲ ἄλλους τρόπους καὶ μὲ ἄλλα μέσα. Ἀλλὰ προσηλωμένοι στὴ βαθύτερη σοφία αὐτῆς τῆς ζωτικῆς πίστης.
Ἀλλιῶς θὰ ξυπνᾶμε θαλασσωμένοι -ἔχοντας τὴν ἐφημερίδα ἀνοιχτὴ ἤ τὴν ὀθόνη τῆς τηλεόρασης ἤ τοῦ ὑπολογιστῆ κι ὅμως τραγικὰ ἀπληροφόρητοι- καὶ θὰ ἀναρωτιόμαστε μὲ ἀσυγχώρητη ἀφέλεια :
«Μὰ πότε μπῆκε τὸ νερὸ μέσα;»
πηγή: Aντίφωνο, πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πλανόδιον τχ 51, Δεκέμβριος 2011
“Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να γευτεί το μερίδιο της λύπης που του αναλογεί. Κατά κάποιο τρόπο το επιδιώκει, γι’ αυτό αποτυγχάνουν οι ουτοπίες”.
Αυτή η καταδίκη δεν έχει να κάνει με την επιβολή σχετικής απόφασης από κάποια ανώτερη δύναμη, αλλά αποτελεί ασυνείδητη ή ενσυνείδητη “επιλογή” του ίδιου του καταδικασμένου. Η εναλλαγή των καταστάσεων και φαινομένων, που διέπουν τις ανθρώπινες κοινωνίες, όπως π.χ. οι περίοδοι ευμάρειας ή ανέχειας, δεν οφείλονται στη νομοτέλεια κάποιων φυσικών φαινομένων, αλλά είναι το αποτέλεσμα πράξεων και αποφάσεων του ίδιου του ανθρώπου.
Έτσι λοιπόν, η νοηματοδότηση της μετανεωτερικής εποχής, που ήδη έχει αρχίσει, θα εξαρτηθεί από την απόφαση της αποδοχής και υλοποίησης της σύνθεσης και των συμπερασμάτων που προέκυψαν από την διαλεκτική αντιπαράθεση των συστημάτων που εφαρμόστηκαν.
Τα θαλασσώσαμε, αλλά γιατί;
Γιατί σαν τα μικρά παιδιά αρνούμαστε πεισματικά να δεχθούμε την πραγματικότητα. Γιατί αφού χάσαμε τα κλειδιά μας, πάμε να ψάξουμε κάτω από το φως του στύλου και όχι εκεί που μας έπεσαν. Γιατί εκεί είναι σκοτεινά και είναι δύσκολο!
Ζούσαμε με παρωπίδες και αγκυλώσεις και σαν τους γέρους δε θέλουμε να αλλάξουμε τίποτα!
Παράδειγμα η Παιδεία. Χιλιάδες παιδιά ετοιμάζονται για σπουδές. Χιλιάδες θα σπουδάσουν στο εξωτερικό. Διαβάζουν ετοιμάζονται και θα πάνε σε κάποιο ξένο Πανεπιστήμιο με 1000 – 1500 Ευρώ το μήνα και θα σπουδάσουν στη σχολή που θέλουν. Κάθε χρόνο γίνεται αυτό! Ολα τα Πανεπιστήμια ζητούν επιδόσεις. Οι πρώτο,ι οι άριστοι, σπουδάζουν δωρεάν, οι υπόλοιποι αν θέλουν και μπορούν να περνούν τα μαθήματα πληρώνουν και σπουδάζουν. Και χιλιάδες επαγγελματίες εργάζονται γι΄αυτό.
Εδώ έχουμε 1 εκατ. ανέργους και δεν δεχόμαστε αυτά τα παιδιά. Και δε μιλώ μόνο για τα Ελληνόπουλα. Πόσες άλλες χιλιάδες παιδιά δε θα θέλαν να σπουδάσουν κάτω από τον Ελληνικό ήλιο. Χωρίς κατάθλιψη. Με τα μπάνια τους το καλοκαίρι. Δηλαδή στη Σλοβακία είναι καλύτερα;
Και οι χιλιάδες επιστήμονες με τα διδακτορικά που θα μπορούσαν να διδάξουν είναι άνεργοι. Οι Σλοβάκοι που διδάσκουν είναι καλύτεροι; Η μήπως οι δικοί μας δε μιλούν καλά Αγγλικά;
Λέμε δεν έρχονται επενδύσεις.
Στον αιώνα τον άπαντα σε χώρα χωρίς Πανεπιστήμια της προκοπής δεν πρόκειται να δημιουργηθούνε σοβαρές Εταιρίες. Οι μισθοί στον Τουρισμό είναι στα 1000 ευρώ. Τόσο είναι παντού.
Φοβόμαστε να διώξουμε από τα Πανεπιστήμια αυτούς που δεκαετίες τώρα τα λυμαίνονται και όλα τα άλλα τα αυτονόητα, που τώρα πια όλοι ξέρουμε και μιλάμε για κρίση του καπιταλισμού.
Πια κρίση με το Dow στις 12.000 με την Κίνα με 3,3 τρις μετρητά (!), ακόμη και η Ινδονησία έχει περίσσευμα 240 δις !
Στη Βραζιλία μέσα σε 10 χρόνια 80 εκατ. κάτοικοι απέκτησαν ένα αξιοπρεπές εισόδημα και ευημερούν.
Μας αρέσει να γκρινιάζουμε και να οργιζόμαστε, αλλά δε μας αρέσει να αλλάξουμε!
Γι’ αυτό τα θαλασσώνουμε!
Αγαπητέ Σπύρο, πολύ ωραία επισημαίνεις κάποιες λεπτομέρειες της παθογένειας που διέπει βασικές δομές της ελληνικής κοινωνικής πραγματικότητας. Όμως, αν θέλεις να μιλήσουμε με κάποια αντικειμενική (όρα επιστημονική) προσέγγιση των πραγμάτων, πρέπει να παραδεχτούμε ότι το όλο πρόβλημα δεν έχει να κάνει μόνο μ’ αυτή τη παθογένεια (η οποία βέβαια το μεγιστοποιεί), αλλά εδράζεται περισσότερο στη “κουλτούρα” ενός άκρατου και ασύδοτου καπιταλισμού, που έχει επικρατήσει ως το πρώτο ζητούμενο στις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των παραγόντων της παγκόσμιας οικονομίας. Σαν διαπίστωση, μπορώ να πω ότι η στροφή προς την ασυδοσία άρχισε με τη πτώση του αποτυχημένου υπαρκτού σοσιαλισμού, και την εξάλειψη του όποιου δέους μπορούσε να δημιουργεί η ύπαρξη ενός αντίθετου συστήματος. Από τότε ξεκίνησε και η εφαρμογή της παγκοσμιοποίησης, που απ’ ότι γίνεται φανερό έχει σαν σκοπό την προώθηση και την επικράτηση της “κουλτούρας που προανέφερα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Για να εξηγήσω τους χαρακτηρισμούς “άκρατος” και “ασύδοτος” που αποδίδω στον τωρινό εφαρμοσμένο καπιταλισμό, θα αναφερθώ, πέραν των άλλων, στο ότι σήμερα, επί το πλείστον και επί της ουσίας, δεν ισχύει ο βασικός νόμος της προσφοράς και της ζήτησης, αλλά η παγκόσμια οικονομική ισορροπία εδράζεται σ’ ένα φαντασιακό πλαίσιο που αναδεικνύεται μέσα από τον τρόπο που λειτουργεί η χρηματιστηριακή αγορά! Τεράστια ποσά που διακινούνται και προσδιορίζουν αξιολογήσεις οικονομικών μεγεθών, δεν ανταποκρίνονται στην αξιολόγηση συντελεστών της πραγματικής οικονομίας, δηλαδή δεν έχουν να κάνουν με την παραγωγική πραγματικότητα των τομέων της οικονομίας, αλλά στηρίζονται περισσότερο σε “φήμες” και “προσδοκίες” απόδοσης μεγάλων κερδών.
Τρανό παράδειγμα γι’ αυτό είναι οι “φούσκες” που δημιούργησαν το 2008 το ξεκίνημα της σημερινής κρίσης του εφαρμοσμένου καπιταλισμού! Έτσι λοιπόν, αν μιλήσουμε με κανόνες της οικονομικής θεωρίας, θα πρέπει να πούμε πως η θεωρούμενη μητρόπολη του καπιταλισμού, είναι σήμερα μια χρεωκοπημένη χώρα. Όμως, αυτό το αναμφισβήτητο γεγονός δεν μπορεί να “ομολογηθεί” τώρα, γιατί δεν υπάρχει κανένας που να τον συμφέρει να το “ομολογήσει”! Μήπως με βάση αυτό το σκεπτικό, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι για παράδειγμα και η Ιαπωνία (οικονομικό θαύμα) βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεωκοπίας, όπως και κάποιες άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Όσον αφορά τις ισχυρές οικονομίες της Κίνας και της Ινδονησίας (θα πρόσθετα και την Ινδία), αν λάβουμε υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες εφαρμογής του ασύδοτου καπιταλισμού, δεν νομίζω πως μπορεί να γίνει μια μακροοικονομική πρόβλεψη για την παραπέρα πορεία τους!
Κοντολογίς, έχω την άποψη ότι το ζητούμενο της μετανεωτερικής εποχής, ως το αποτέλεσμα μιας συνθετικής πρότασης από την διαλεκτική αντιπαράθεση μεταξύ των δυο συστημάτων, είναι η δόμηση ενός συστήματος “κοινωνικού καπιταλισμού”, που θα εγγυάται μια πραγματικά ανθρώπινη κοινωνία! Αυτό μοιάζει ουτοπικό, αλλά μήπως πρέπει να τεθεί πλέον το ερώτημα αν πράγματι είναι έτσι;
Φίλε Γιώργη καλησπέρα. Όση μπορεί να είναι σήμερα με την αυτοχειρία του συμπολίτη μας.
Η τραγωδία για κάποιες ψυχές, που έχουν την ευαισθησία να θέτουν την αξιοπρέπεια πάνω και από την ύπαρξή τους, τέτοιες μέρες γίνεται αβάσταχτη !
Καλησπέρα Σπύρο. Πράγματι, η απώλεια του συνανθρώπου μας και ο τρόπος που έγινε αυτό, μεγιστοποιεί κάποια συναισθήματα οργής και μελαγχολίας που δημιουργούνται σε κάθε άνθρωπο που συναισθάνεται την κατάσταση! Δυστυχώς, κι αυτός ο θάνατος – όπως και τόσοι άλλοι που οφείλονται σ΄αυτή τη κατάσταση, αλλά παραμένουν άγνωστοι γιατί δεν προήλθαν από σφαίρα – δεν είναι τίποτε άλλο από παράπλευρες απώλειες για τους “ταγούς” και τους “κυβερνήτες” του τόπου μας, μια κι όπως δήλωσαν “η χώρα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση”!
Όλα αυτά όμως δείχνουν ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα διάλυσης του “βασικού ιστού” που είναι απαραίτητος για την αποδοχή της αμοιβαίας συμφωνίας κοινωνικής συνύπαρξης. Έχει αρχίσει ήδη η ισχυρή δοκιμασία των κοινωνικών θεσμών, και η ενδεχόμενη κατάρρευσή τους μπορεί να δημιουργήσει απρόβλεπτες καταστάσεις.
Κατά τη γνώμη μου, το ζητούμενο είναι η πρόληψη της σύνθεσης μιας “κρίσιμης μάζας”, η οποία θα έχει την δυναμική δημιουργίας εκρηκτικών κι ανεξέλεγκτων καταστάσεων.
Ας το ελπίζουμε!