Το αίνιγμα της βαρύτητας όπως παρουσιάζεται σήμερα.

0
547

του Βαγγέλη Τάλιου 

Πάντοτε μου άρεσε να ασχολούμαι με τη μελέτη των προβλημάτων της Φυσικής και των Μαθηματι-κών, στα οποία δεν έχει βρεθεί η λύση τους. Ένα από αυτά τα προβλήματα είναι και η έρευνα της αιτίας που δημιουργεί τη βαρύτητα, δηλαδή τη δύναμη έλξης με-ταξύ των μαζών δύο υλικών σωμάτων. Η δύναμη της βαρύτητας είναι η σπουδαιότερη και η πιο διαδεδο-μένη δύναμη, μεταξύ των τεσσάρων θεμελιωδών δυ-νάμεων, (βαρύτητα, ηλεκτρομαγνητική δύναμη, α-σθενής και ισχυρή πυρηνική δύναμη), οι οποίες μαζί με τα σωματίδια, ηλεκτρόνιο, πρωτόνιο και νετρόνιο, δημιούργησαν και διαμόρφωσαν το Σύμπαν. 

Ο Ισαάκ Νεύτων με τη διατύπωση του νόμου της Παγκόσμιας Έλξης μας έδωσε τα ποσοτικά χαρακτη-ριστικά και τα αριθμητικά αποτελέσματα της δύναμης της βαρύτητας. Ο Αϊνστάιν με τη θεωρία της σχετι-κότητας μας έδωσε σχέσεις οι οποίες υπολογίζουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα παραπάνω αποτελέσματα, ελπίζοντας ότι αυτή η ακρίβεια θα τον οδηγούσε και στην ανακάλυψη του αιτίου της βαρύτητας, χωρίς όμως να επιτύχει κάποιο θετικό αποτέλεσμα. Έτσι λοιπόν, μέχρι σήμερα, για τo αίτιο που προκαλεί αυτή τη δύναμη γνωρίζουμε πολύ λίγα πράγματα, ίσως δε ακόμα να βρισκόμαστε στην αρχή της λύσης αυτού του προβλήματος.
Είχα μελετήσει, όλες τις θεωρητικές απόψεις που είχαν διατυπωθεί για τη βαρύτητα, αλλά καμιά από αυτές δεν μπορούσε να μου περιγράψει, έστω και με κάποια στοιχειώδη αξιοπιστία, ποια είναι τα αίτια που προκαλούν αυτή τη δύναμη. Για παράδειγμα, η άποψη ότι η βαρύτητα δημιουργείται από την ανταλλαγή των σωματιδίων βαρυτονίων μεταξύ των υλικών σωμάτων κτλ, που είναι σήμερα και η επiκρατέστερη άποψη της Φυσικής Επιστήμης, δεν οδηγεί πουθενά, έχω δε την αίσθηση, ότι οι θεωρίες οι οποίες στηρίζονται στο σκεπτικό ότι τα βαρυτόνια είναι τα σωματίδια στα οποία οφείλεται η βαρύτητα, εκτός από τη λέξη βαρυτόνιο την οποία και επαναλαμβάνουν συνέχεια, δεν μας δίνουν κανένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο για τη βαρύτητα. Την άποψη αυτή στη συνέχεια της εργασίας θα τη χαρακτηρίζουμε με την ονομασία, «αίτιο των σωματιδίων».
Από την άλλη τώρα πλευρά οι απόψεις της θεω-ρίας της σχετικότητας περί χωροχρόνου, περί καμπύ-λωσης του χώρου κτλ, απόψεις που υποτίθεται ότι μπορούν να μας οδηγήσουν στο αίτιο της βαρύτητας είναι ακόμα αμφισβητούμενες. Πιστεύω δε ότι και στην περίπτωση που αυτές οι απόψεις αποδειχθούν σωστές, ποτέ δεν θα μπορέσουν, να πλησιάσουν στη λύση του προβλήματος, του αιτίου της βαρύτητας. Τέ-λος οι περισσότερες από τις υπόλοιπες θεωρίες, προ-σπαθούν να λύσουν το πρόβλημα με πολύπλοκους και ακατανόητους συλλογισμούς που ξεφεύγουν ακόμα και από τα όριο κάποιας πραγματικότητας, με αποτέ-λεσμα από επιστημονικές απόψεις, να καταλήγουν σε πολύπλοκα αινίγματα και πολλές φορές, σε ιστορίες επιστημονικής φαντασίας.
Με αυτές τις σκέψεις και έχοντας μέσα μου το μικρόβιο να ανακατεύομαι στα άλυτα προβλήματα, προσπάθησα να εκφράσω τις προσωπικές μου απόψεις και να διατυπώσω κάτι δικό μου για το αίτιο τις βα-ρύτητας, κάτι που να συμφωνούσε περισσότερο με την πραγματικότητα και τη συμπεριφορά αυτής της δύνα-μης μέσα στη φύση. Βέβαια, από μια άλλη σκοπιά, κά-νοντας κάποια προσωπική ανάλυση των ικανοτήτων μου σκεπτόμουν ότι το να εκφράσει κάποιος κάτι νέο για τη βαρύτητα, μοιάζει μάλλον σαν κάτι το ακατόρ-θωτο. Εδώ ολόκληρη η επιστημονική κοινότητα και οι μεγαλύτερες διάνοιες, προσπαθούν τόσους αιώνες να λύσουν αυτό το πρόβλημα, χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα και εγώ θα ήμουν αυτός που θα το έλυνε;

Μια νέα άποψη για το αίτιο που προ-καλεί τη βαρύτητα.
Σε αντίθεση όμως με τα παραπάνω και συγχρόνως, μη έχοντας κάποια άλλη καλλίτερη επιλογή, αλλά και με την αίσθηση. ότι μπορούσα και εγώ να προσφέρω κάτι για τη λύση αυτού του προβλήματος, άρχισα να εξετάζω την εξής άποψη.
«Σε γενικές γραμμές, τα άτομα μέσα στη φύση συ-μπεριφέρονται σαν ουδέτερα στοιχεία της ύλης. Τα ουδέτερα αυτά άτομα αποτελούνται από τα πρωτόνια που τα χαρακτηρίζουμε σαν θετικά φορτισμένα σωμα-τίδια, από ίσα σε αριθμό με τα πρωτόνια, ηλεκτρόνια, που είναι αρνητικά φορτισμένα και από τα νετρόνια που είναι ουδέτερα σωματίδια, δηλαδή σωματίδια χω-ρίς φορτίο. Επειδή τώρα τα πρωτόνια και τα ηλεκ-τρόνια σε ένα άτομο, είναι ίσα σε φορτίο, σε αριθμό και σε μέγεθος, το άθροισμα των ελκτικών δυνάμεων μεταξύ των σωματιδίων ηλεκτρονίων-πρωτονίων, σε δύο άτομα είναι ίσο με το άθροισμα των απωθητικών δυνάμεων μεταξύ των πρωτονίων-πρωτονίων και των ηλεκτρονίων-ηλεκτρονίων αυτών των ατόμων, με από-τέλεσμα η διαφορά των ελκτικών και των απωθητικών δυνάμεων που δημιουργείται από τα σωματίδια των δύο αυτών ατόμων να είναι μηδέν και έτσι τα άτομα αυτά, να συμπεριφέρονται σαν ουδέτερα σωματίδια.
Βέβαια η υπόθεση αυτή θα ήταν απόλυτα σωστή εάν τα ηλεκτρόνια και τα πρωτόνια μέσα στο άτομο βρίσκονταν στο ίδιο ακριβώς σημείο και συμπεριφέ-ρονταν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, κάτι όμως που δεν συμβαίνει στη πραγματικότητα καθόσον τα ηλεκτρό-νια και τα πρωτόνια μέσα στο ίδιο το άτομο βρίσκον-ται σε διαφορετικές θέσεις, με τα πρωτόνια να είναι σχεδόν ακίνητα, στο κέντρο του ατόμου, μέσα στον πυρήνα, και τα ηλεκτρόνια να περιστρέφονται γύρω από τον πυρήνα Έτσι λοιπόν μεταξύ δύο ατόμων οι αποστάσεις των ηλεκτρονίων-πρωτονίων, ηλεκτρονί-.ων-ηλεκτρονίων και πρωτονίων-πρωτονίων να είναι, έστω και ελάχιστα, διαφορετικές

Η δύναμη της βαρύτητας σαν «αίτιο των φορτίων»
Μετά από την παραπάνω παρατήρηση, έθεσα στον εαυτό μου το ερώτημα, «μήπως αυτή η διαφοροποίηση των αποστάσεων και της συμπεριφοράς των ηλεκτρο-νίων και των πρωτονίων σε δύο άτομα δημιουργεί και κάποια διαφορά στις ελκτικές και στις απωθητικές δυ-νάμεις και αντί για αντίστοιχη διαφορά ελκτικών και απωθητικών δυνάμεων «μηδέν», να έχουμε σαν υπό-λοιπο κάποια μικρή διαφορά, που είναι η βαρύτητα;»;
Τη νέα αυτή άποψη προς διαχωρισμό από το «αίτιο των σωματιδίων» που ορίσαμε παραπάνω για το αίτιο της βαρύτητας, τη χαρακτηρίζουμε σαν το «αίτιο των φορτίων».
Αν και η σκέψη μου ήταν αρκετά απλή και ξεκά-θαρη, δεν την κοινοποίησα πουθενά καθόσον και εγώ ο ίδιος τη χαρακτήρισα σαν μια νέα και αρκετά αβέ-βαιη άποψη. Φαντασθείτε για παράδειγμα δύο άτομα που το ένα να είναι πάνω στη Γη και το άλλο να είναι πάνω στον Ήλιο. Τότε η απόσταση Γης Ηλίου, που θα είναι και η απόσταση αυτών των δύο ατόμων, είναι τόσο μεγάλη που μια διαφοροποίηση στην απόσταση έλξης και άπωσης των ηλεκτρονίων και των πρωτο-νίων αυτών των ατόμων, που στην ουσία θα είναι μικρότερη από τη διάμετρο ενός ατόμου, είναι μηδέν. Πως λοιπόν θα μπορούσε να προκύψει, κάποια δια-φορά δυνάμεων, που να μας δώσει άθροισμα δια-φορετικό από το μηδέν, τη στιγμή που οι αποστάσεις μεταξύ των ηλεκτρονίων και των πρωτονίων αυτών των ατόμων στην πραγματικότητα θα ήταν ίσες;

Με την πρόοδο της έρευνας η παρα-πάνω νέα άποψη, για το «αίτιο των φορτίων», απεδείχθη ότι ήταν περισ-σότερο αβέβαιη από ότι φαινόταν
Δύο ήταν οι λόγοι που με έπεισαν, να μην απορρί-ψω οριστικά, την παραπάνω νέα σκέψη. Ο πρώτος λό-γος ήταν το ότι δεν είχα κάτι καλύτερο να υιοθετήσω, καθόσον όλες οι απόψεις για το αίτιο της βαρύτητας βρίσκονταν κυριολεκτικά στον κενό. Ο δεύτερος λό-γος ήταν ότι, σαν ένα πρόβλημα των μαθηματικών ο υπολογισμός της παραπάνω διαφοράς των ελκτικών και των απωθητικών δυνάμεων που ίσως μας έδινε τη δύναμη της βαρύτητας ήταν ένα πολύπλοκο, συγ-χρόνως όμως και ένα πολύ ωραίο πρόβλημα, που άξιζε τον κόπο να ασχοληθεί κάποιος με τη λύση του.
Όταν όμως άρχισα να μελετώ τον υπολογισμό της παραπάνω διαφοράς και άρχισα να αναλύω σε βάθος τα στοιχεία που είχα συγκεντρώσει, διαπίστωσα ότι η άποψη του «αιτίου των φορτίων», για τη βαρύτητα ήταν περισσότερο αβέβαιη από ότι είχα υπολογίσει. Συγκεκριμένα ανακάλυψα, ότι σύμφωνα με ένα θεώ-ρημα του Νεύτωνα, η μάζα ενός σφαιρικού κελύφους συμπεριφέρεται σαν να είναι συγκεντρωμένη στο κέν-τρο του κελύφους. Αυτό το συμπέρασμα μεταφερόμε-νο στη συμπεριφορά των ηλεκτρονίων ενός ατόμου, σημαίνει ότι, τα ηλεκτρόνια του ατόμου, από δυναμι-κής άποψης, συμπεριφέρονται και αυτά σαν να βρί-σκονται στο κέντρο του ατόμου. Επομένως δεν υπάρ-χει καμιά διαφοροποίηση αποστάσεων μεταξύ ηλεκ-τρονίων και πρωτονίων σε δύο άτομα άρα ούτε και κάποια διαφορά στις ελκτικές και στις απωθητικές δυ-νάμεις, ώστε να έχουμε ένα υπόλοιπο το οποίο να συγ-κρίνεται με τη βαρύτητα!!!.
Άλλο αρνητικό στοιχείο που προέκυψε ήταν ότι, εάν πράγματι αποδεχθούμε τον παραπάνω μηχανισμό για τη δημιουργία της βαρύτητας τότε τι γίνεται με τα υποατομικά σωματίδια; Πώς εξηγείται η βαρύτητα και η μάζα των υποατομικών σωματιδίων; δηλαδή για να το πούμε πιο απλά, αφού τα ηλεκτρόνια και τα πρω-τόνια δημιουργούν τη βαρύτητα και τη μάζα τότε η μάζα και η βαρύτητα του ηλεκτρονίου, του πρωτονίου και του νετρονίου τις οποίες μετράμε στα διάφορα πει-ράματα πως δημιουργούνται;
Η υπόθεση όμως που οδηγούσε στην οριστική α-πόρριψη της παραπάνω ιδέας ήταν και το ότι οι μάζες του πρωτονίου και του ηλεκτρονίου που θα προέκυ-πταν σαν διαφορά ελκτικών και απωθητικών δυνά-μεων θα έπρεπε να ήταν ακριβώς αντίθετες ποσότητες, με άλλα λόγια, εάν δεχόμασταν για τη βαρύτητα το «αίτιο των φορτίων», θα έπρεπε τα ηλεκτρόνια να είχαν αρνητική μάζα, ακριβώς αντίθετη από τη μάζα των πρωτονίων, κάτι που δε συμβαίνει στην πραγμα-τικότητα !!!.


Βέβαια με την πρόοδο της μελέτης προέκυψαν και πολλά άλλα αρνητικά στοιχεία, όπως το ότι το Υδρο-γόνο και το Δευτέριο έπρεπε σύμφωνα με το «αίτιο των φορτίων», να είχαν τις ίδιες μάζες, όμως τα στοιχεία αυτά έχουν διαφορετικές μάζες και συγκε-κριμένα το Δευτέριο έχει διπλάσια μάζα από το Υδρογόνο, (για το λόγο αυτό ονομάζεται και βαρύ Υδρογόνο) κτλ, που όλα μαζί οδηγούσαν στο συ-μπέρασμα ότι η άποψη του «αιτίου των φορτίων», ήταν περισσότερο νέα και αβέβαιη, απ ότι φαινόταν αρχικά.

Η συνέχιση της έρευνας για το «αίτιο των φορτίων», με μόνο πλέον θετικό στοιχείο, τη διαφορετική συμπεριφορά των ηλεκτρονίων και των πρωτονίων μέσα στο άτομο.
Συνέχισα την έρευνα θεωρώντας απλά όλη την υπόθεση, για το «αίτιο των φορτίων», σαν ένα πρόβλημα των μαθηματικών που αφορούσε στον υπο-λογισμό της διαφοράς των ελκτικών και των απωθη-τικών δυνάμεων των ηλεκτρονίων και των πρωτονίων, λαμβάνοντας όμως υπόψη και την «κίνηση» του η-λεκτρονίου μέσα στο άτομο. Σε αυτή όμως την περί-πτωση ο υπολογισμός αυτής της διαφοράς γινόταν ακόμα πιο πολύπλοκος. Για να γίνει δε αυτό πιο κατανοητό, προτείνω σε όσους ασχολούνται με τη λύση σχετικών προβλημάτων, να προσπαθήσουν να κάνουν αυτόν τον υπολογισμό, καθόσον έτσι θα αντιληφθούν και ποιες είναι οι δυσκολίες του. Πα-ράλληλα η βοήθεια που ζήτησα από ειδικούς επί-στήμονες για τη λύση του προβλήματος δεν μου απέ-φερε τίποτα το ουσιαστικό.
Μέχρι στιγμής λοιπόν όλα τα αποτελέσματα που είχα. μελετήσει για το «αίτιο των φορτίων» ήταν αρνη-τικά. Έθετα λοιπόν στον εαυτό μου το ερώτημα, πώς είναι δυνατόν να θεμελιωθεί μια θεωρία με αρνητικά μόνο αποτελέσματα; Το μόνο, θετικό στοιχείο που είχε απομείνει ήταν η περίπτωση της διαφορετικής συμπε-ριφοράς των ηλεκτρονίων και των πρωτονίων μέσα στο άτομο. Αυτό μου έδινε μια μικρή ελπίδα μήπως αυτή η συμπεριφορά δημιουργεί μια έστω και μικρήδιαφορά στις ελκτικές και στις απωθητικές δυνάμεις. Ο υπολογισμός όμως αυτής της διαφοράς, λαμβάνον-τας υπόψη και την κίνηση του ηλεκτρονίου μέσα στο άτομο, όπως αναφέρουμε και στην προηγουμένη πα-ράγραφο, τουλάχιστον με τα στοιχεία που είχα, ήταν μάλλον αδύνατος.


Παράλληλα όμως με τα παραπάνω, έκανα τη σκέ-ψη ότι, κάποια ανάλογη περίπτωση με την κίνηση των ηλεκτρονίων, ήταν και η περίπτωση της ενοποίησης των ηλεκτρικών και των μαγνητικών δυνάμεων από τον Φαρανταίυ και τον Αμπέρ, μόνο που τα φαινόμενα του ηλεκτρομαγνητισμού ήταν πολύ πιο έντονα από τα φαινόμενα της βαρύτητας και έτσι μπορούσαμε πολύ πιο εύκολα να τα μελετήσουμε θεωρητικά και στη συ-νέχεια να τα επαληθεύσουμε με ανάλογα πειράματα. Επομένως σύμφωνα με το ίδιο σκεπτικό όπως έγινε και με τον ηλεκτρομαγνητισμό, θα μπορούσαμε να δε-χθούμε το «αίτιο των φορτίων», ως το αίτιο της βα-ρύτητας. Επειδή όμως η βαρύτητα σε αντίθεση με την ηλεκτρομαγνητική δύναμη είναι μια πολύ ασθενής δύναμη ίσως σε αυτή την περίπτωση δεν θα αρκούσε μια απλή καθιέρωση του «αιτίου των φορτίων» τη στιγμή που δεν θα ήταν δυνατόν να αποδείξουμε και πειραματικά το ότι ορθά επιλέξαμε αυτό το αίτιο.
Ο Φαρανταίυ, εικάζοντας κάποια ανάλογη περί-πτωση, προσπάθησε να αποδείξει τη σχέση της βαρύ-τητας και του ηλεκτρομαγνητισμού κάνοντας διάφορα πειράματα τα οποία αφορούσαν την κίνηση βαρέων σωμάτων σε ελεύθερη πτώση. Στα πειράματα αυτά προσπαθούσε να ανιχνεύσει μέσω ενός γαλβανομέ-τρου κάποια επίδραση της μάζας, από την κίνηση των βαρέων σωμάτων που χρησιμοποιούσε, επί του γαλβα-νομέτρου, χωρίς όμως να ανιχνεύσει απολύτως τίποτα. Μάλιστα, μετά από κάποιο, από τα τελευταία πειράμα-τα του ο Φαρανταίυ έγραψε στο ημερολόγιο του, «Ε-δώ τελειώνουν προς το παρόν οι προσπάθειες μου. Τα αποτελέσματα είναι αρνητικά. Δεν κλονίζουν όμως την μεγάλη πεποίθηση μου πως υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στη βαρύτητα και τον ηλεκτρισμό, αν και τα πειράματα, δεν δίνουν καμιά απόδειξη αυτής της σχέσης».
Την έλλειψη αναλόγων με τον ηλεκτρομαγνητισμό πειραμάτων για τη βαρύτητα προσπάθησα να την συμπληρώσω με κάποια θεωρητική απόδειξη ή κά-ποιον υπολογισμό Επειδή όμως, ο υπολογισμός της διαφοράς των ελκτικών και των απωθητικών δυνά-μεων, λαμβάνοντας όμως υπόψη και την «κίνηση» των ηλεκτρονίων μέσα στο άτομο, όπως έχουμε αναφέρει, παρουσίαζε αρκετές δυσκολίες, σκέφθηκα, μήπως ή-ταν ευκολότερο, αντί να υπολογίσω την παραπάνω διαφορά, να προσπαθούσα να υπολογίσω, ποια έπρεπε να ήταν η διαφοροποίηση των ελκτικών και των απω-θητικών αποστάσεων των σωματιδίων δύο ατόμων που βρίσκονται σε μια ορισμένη απόσταση, ώστε το η-λεκτρομαγνητικό αποτέλεσμα (εφόσον δεχθούμε ότι υ-πάρχει το «αίτιο των φορτίων») να είναι ίδιο με το αποτέλεσμα της βαρύτητας.
Στο σημείο αυτό υπήρξα πιο τυχερός. Αν και ο υπολογισμός παρουσίαζε αρκετές δυσκολίες, τελικά υπολόγισα ότι: για δύο άτομα που το ένα είναι πάνω στη Γη και το άλλο πάνω στον Ήλιο, σε απόσταση r, όπως είχαμε υποθέσει αρχικά, η διαφοροποίηση Δr των αποστάσεων των ελκτικών και των απωθητικών επιδράσεων των ηλεκτρονίων και των πρωτονίων αυ-τών των ατόμων, για να έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα από τις ηλεκτρομαγνητικές και τις βαρυτικές επιδρά-σεις, (υπολογισμό τον οποίο αναπτύσσω στο βιβλίο μου «η ενοποίηση των θεμελιωδών δυνάμεων και των φυσικών θεωριών»), θα έπρεπε να είναι:

Δr = 1,5.10-23 μέτρα !!!

Εάν λάβουμε υπόψη μας ότι η διάμετρος του ατόμου είναι της τάξεως των 10-10 μέτρα και η διάμε-τρος του πυρήνα, είναι 10-14 μέτρα και κάνουμε μια σύγκριση του παραπάνω αποτελέσματος με αυτές τις διαστάσεις, θα διαπιστώσουμε ότι έχουμε ένα τέλειο!!! αποτέλεσμα, ένα αποτέλεσμα το οποίο συνδέεται πάρα πολύ αρμονικά και μάλλον άριστα, με τον ηλεκτρο-μαγνητισμό, με τη βαρύτητα και με τις διαστάσεις του μικρόκοσμου και ειδικότερα με τις διαστάσεις του ατόμου και του πυρήνα.
Με την ολοκλήρωση του υπολογισμού της διαφο-ροποίησης των αποστάσεων έκανα και την σκέψη. Εάν είχαμε ίσες ακριβώς αποστάσεις, έλξης και απώθησης (ήτοι Δr = 0), τότε θα μπορούσαμε να επιτύχουμε την παραπάνω διαφορά των ελκτικών και των απωθητικών δυνάμεων με την διαφοροποίηση του ηλεκτρομαγνητι-κού συντελεστή Κ. Για τον υπολογισμό αυτό έθεσα την ερώτηση, ποια θα έπρεπε να είναι η διαφοροποίη-ση, του ηλεκτρομαγνητικού συντελεστή Κ, ώστε η διαφορά των ελκτικών και των απωθητικών δυνάμεων που θα προέκυπτε από τα φορτία να είναι ίση με τη δύναμη της βαρύτητας. Και σε αυτή την περίπτωση υπολόγισα ότι για να δημιουργηθεί η παραπάνω δια-φορά πρέπει να υπάρξει μια διαφοροποίηση του συν-τελεστή Κ στο εικοστό έκτο δεκαδικό ψηφίο του!!!, που είναι επίσης ένα πολύ ενθαρρυντικό αποτέλεσμα.

Ο αποχαρακτηρισμός, του «αιτίου των φορτίων», από μια νέα αβέβαιη άποψη και η καθιέρωση του, ως το αίτιο της βαρύτητας.
Τα αποτελέσματα της προηγούμενης ενότητας δι-καιολογούν, γιατί ο Φαρανταίυ δεν μπόρεσε στα πει-ράματα που έκανε να ανιχνεύσει κάποια ένδειξη της βαρύτητας πάνω στο γαλβανόμετρο που χρησιμο-ποιούσε. Στην περίπτωση αυτή οι διαφορές, μεταξύ του ηλεκτρομαγνητισμού και, της βαρύτητας είναι το-σο μεγάλες και οι σχετικές διαφοροποιήσεις που απαι-τούνται είναι τόσο μικρές, που εάν ο Φαρανταίυ, με τα όργανα που χρησιμοποιούσε και τις ταχύτητες των βα-ρέων σωμάτων που πετύχαινε, ανίχνευε κάποια ένδει-ξη, αυτή ασφαλώς, δεν θα έπρεπε να αφορά τη βαρύ-τητα. Πάντως μετά από τα αποτελέσματα των παρα-πάνω διαφοροποιήσεων, μπορούμε να αποχαρακτηρί-σουμε πλέον το «αίτιο των φορτίων», από μια νέα αδόκιμη άποψη και να το καθιερώσουμε, δοκιμαστικά τουλάχιστον, ως το αίτιο της βαρύτητας αρκεί βέβαια στη συνέχεια να δώσουμε θετικές απαντήσεις και στα αρνητικά ερωτήματα που έχουμε διατυπώσει στις προηγούμενες ενότητες, όπως και στα ερωτήματα που τυχόν θα προκύψουν στη συνέχεια, κατά τη περαιτέρω μελέτη του αιτίου.
Όλο αυτό το σκεπτικό, το είχα ολοκληρώσει σαν εργασία προ δεκαπέντε περίπου χρόνια. Μάλιστα δε ορισμένες από αυτές τις σκέψεις, τις είχα συζητήσει, ακόμα πιο παλιά, με τον αείμνηστο καθηγητή μου, Θ. Κουγιουμτζέλλη ο οποίος μου είχε συστήσει να τις ο-λοκληρώσω και να τις δημοσιεύσω. Από τότε, είχα την αίσθηση, ότι το αίνιγμα της βαρύτητας, τουλάχιστον σε προσωπική βάση, είχε πλέον λυθεί. Δεν έκανα όμως καμιά ανακοίνωση επειδή ήθελα να συγκεντρώσω στοιχεία και να απαντήσω στα ερωτήματα που ο ίδιος είχα θέσει. Παράλληλα, διαισθανόμενος την αντίδρα-ση που θα δημιουργούσε η «άποψη των φορτίων», στις ήδη κατεστημένες και γερά ριζωμένες αντιλήψεις για τη βαρύτητα, (άσχετα από το εάν αυτές οι αν-τιλήψεις δεν εξηγούσαν τίποτα για το αίτιο που τη δημιουργεί), προσπαθούσα να συγκεντρώσω όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία ώστε με αυτόν τον τρό-πο να αποδείξω ότι δεν υπάρχουν σοβαρές αντιθέσεις που θα μπορούσαν ανατρέψουν το «αίτιο των φορ-τίων». Κατά τη μελέτη προέκυπταν στη συνέχεια νέα ερωτήματα στα οποία έπρεπε να δοθούν και οι ανά-λογες απαντήσεις. Τα νέα αυτά ερωτήματα, δεν προ-έκυπταν λόγω ορισμένων αδυναμιών της άποψης του «αιτίου των φορτίων», αλλά επειδή η άποψη αυτή, είχε ταράξει για τα καλά, τις μέχρι σήμερα λιμνάζουσες, ή μάλλον τις ανύπαρκτες απόψεις για το αίτιο της βα-ρύτητας.
Η σωστή επιλογή της καθιέρωσης, του «αιτίου των φορτίων», ως το αίτιο της βαρύτητας, άρχισε να φαί-νεται ξεκάθαρα όταν μπόρεσα να απαντήσω σωστά και με απλές σκέψεις σε όλα τα ερωτήματα που είχαν προκύψει. Κύριο χαρακτηριστικό ήταν, ότι για τις α-παντήσεις που έδωσα δεν χρειάστηκε να καθιερώσω κανένα αξίωμα, ή κάποια απαγορευτική αρχή ή να δημιουργήσω ορισμένους πολύπλοκους και ακατανόη-τους συλλογισμούς. Αντίθετα, κάθε απάντηση στις ε-ρωτήσεις που προέκυπταν, ήταν τόσο απλή και ξεκά-θαρη, που είχε σαν αποτέλεσμα να θεμελιώνει περισ-σότερο το «αίτιο των φορτίων».
Μετά λοιπόν από τις «επιτυχείς απαντήσεις» σε όλα τα ερωτήματα που τέθηκαν και ώσπου να προκύ-ψει κάτι το οποίο θα ανατρέψει το αίτιο των φορτίων, ή θα εξηγήσει τη βαρύτητα με κάποιο «καλύτερο σκεπτικό», προτείνω την οριστική καθιέρωση του «αιτίου των φορτίων», ως το αίτιο της βαρύτητας αφού το γενικεύσαμε ως εξής, «Τα φορτία που είναι ελεύθερα μέσα στη φύση αντιδρούν σύμφωνα με τον νόμο του ηλεκτρομαγνητισμού δίνοντάς μας την ηλεκτρομαγνητική δύναμη. Εάν όμως τα φορτία αυτά βρίσκονται σε περιστροφικές τροχιές μέσα στα άτομα αντιδρούν σύμφωνα με τον νόμο της Παγκόσμιας Έλξης, όπως τον γενικεύουμε στη θεωρία της ενο-ποίησης των θεμελιωδών δυνάμεων, δίνοντάς μας τη δύναμη της βαρύτητας,»
Η μεγαλύτερη όμως επιβεβαίωση όλης της προ-σπάθειας είναι το ότι αυτή, δεν περιορίστηκε μόνο στην εξήγηση του αιτίου της βαρύτητας. Οι απαντή-σεις στα σχετικά ερωτήματα που είχα θέσει εκτός από το ότι δημιουργούσαν και μια επιπλέον έμμεση πειρα-ματική επιβεβαίωση του «αιτίου των φορτίων», προ-σέθεταν πάντοτε και κάτι καινούργιο στην όλη προσπάθεια. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η εργασία να διευρυνθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε από ένα σημείο και μετά το «αίνιγμα της βαρύτητας» να περιορισθεί πλέον σε ένα πολύ μικρό τμήμα της όλης εργασίας.
Με αυτή την έννοια και με τα στοιχεία που συγ-κέντρωσα στη συνέχεια, δημιούργησα μια νέα κοσμο-λογική θεωρία, τη θεωρία των «σημειακών φορτίων», την οποία περιγράφω στο βιβλίο μου, «ο Κόσμος το Σύμπαν και το Αντισύμπαν», που ήδη κυκλοφορεί στην Ελληνική Γλώσσα. Έχω δε την αίσθηση ότι η θε-ωρία των «σημειακών φορτίων» εξηγεί πολύ πιο πει-στικά, αλλά και πολύ πιο ξεκάθαρα, από τις υπόλοιπες κοσμολογικές θεωρίες, πως δημιουργήθηκαν τα στοι-χειώδη σωματίδια φορτία, χωρίς μάζα και χωρίς δια-στάσεις, «σημειόνιο» και «αντισημειόνιο» και πως α-πό τα στοιχειώδη αυτά σωματίδια δημιουργήθηκε η έννοια της μάζας, η ύλη, η αντιύλη, ο Κόσμος, το Σύμ-παν και το Αντισύμπαν.
Επίσης στα πλαίσια της εργασίας και προς συμ-πλήρωση της θεωρίας των «σημειακών φορτίων» ολο-κληρώθηκαν και δύο άλλες θεωρίες οι οποίες περι-γράφονται στα δύο βιβλία, που έχουν τίτλους ομώνυ-μους με το περιεχόμενο των εργασιών τους και είναι το βιβλίο που περιγράφει την «ενοποίηση των θε-μελιωδών δυνάμεων και των φυσικών θεωριών», που το έχω ήδη ολοκληρώσει και προβλέπεται να κυκλο-φορήσει πολύ σύντομα και το βιβλίο που περιγράφει τη «δημιουργία της ύλης και της αντιύλης» που έχω τελειώσει την επεξεργασία και τη συλλογή του πε-ριεχομένου και της ύλης του και βρίσκεται στο στάδιο της σύνταξης του. Αν και τα τρία αυτά βιβλία, αποτε-λούν τρεις ξεχωριστές εργασίες, αυτά δένονται μεταξύ τους, σε ένα ενιαίο σύνολο, στο οποίο έδωσα την ονο-μασία «τριλογία των πάντων».
Ίσως, ο τίτλος της εργασίας, «τριλογία των πάν-των», να φαίνεται κάπως υπερβολικός για το θέμα που αναπτύσσω γι αυτό θέλω να διευκρινίσω ότι, ο τίτλος αυτός, δεν αντιστοιχεί και δεν φιλοδοξεί στο να δημι-ουργήσει μια εργασία η οποία θα εξηγεί τα πάντα στη Φυσική Επιστήμη και θα περιλαμβάνει όλες τις θεω-ρητικές και τις πειραματικές γνώσεις που έχει μέχρι σήμερα ο άνθρωπος, αλλά σε μια εργασία που θέτει τα θεμέλια και δημιουργεί τον σκελετό ενός οικοδομήμα-τος στο οποίο μπορούμε να στηρίξουμε, να προσαρμό-σουμε και να ενσωματώσουμε, όλες τις υπάρχουσες μέχρι σήμερα απόψεις, δημιουργώντας έτσι ένα ενιαίο σύνολο, που θα ενοποιεί όλες τις θεωρητικές και τις πειραματικές γνώσεις μας.

Επίλογος και λίγα λόγια για την «τριλο-γία των πάντων».
Πιστεύω ότι ο αναγνώστης, διαβάζοντας αυτό το άρθρο, θα παρατήρησε τον πολύ απλό και κατανοητό τρόπο με το οποίο ολοκληρώσαμε την άποψη μας για το αίτιο της βαρύτητας. Με αυτή την έννοια μπορούμε να ισχυριστούμε ότι, για την συγγραφή αυτού του άρ-θρου, διαλέξαμε ένα νέο τρόπο ανάπτυξης τον τρόπο της απλής και κατανοητής σκέψης και λογικής. Με τον ίδιο τρόπο προσπαθούμε να διατυπώσουμε, όλη την «τριλογία των πάντων». Έτσι ξεκινώντας από τα στοι-χειώδη σωματίδια φορτία, χωρίς μάζα, θα δημιουργή-σουμε τη μάζα, την ύλη και την αντιύλη, θα περάσαμε μέσα από τα Σύμπαντα και τα Αντισύμπαντα και θα φθάσουμε στον Κόσμο του απείρου χωρίς να μας χρει-ασθούν οι έννοιες του χωροχρόνου και της καμπύλω-σής του, όπως και της συστολής του μήκους και της διαστολής του χρόνου. Επίσης δεν θα μας χρειασθεί χώρος διαφορετικός από τον κλασικό χώρο των τριών διαστάσεων, ούτε η απροσδιοριστία της θεωρίας των κβάντα, ούτε η άπειρη ενάργεια και η θερμοκρασία της μεγάλης έκρηξης, ούτε η απαγορευτική αρχή του Πάολι ούτε ο αιθέρας κτλ, έννοιες τις οποίες δεν τις απορρίπτουμε, αλλά απλά αναφέρουμε ότι δεν θα μας χρειαστούν για τη λύση του αινίγματος της βαρύτητας και της σύνταξης της «τριλογίας των πάντων». Το μό-νο που θα μας χρειαστεί στην εργασία μας είναι η απλή σκέψη και η ξεκάθαρη Ευκλείδεια λογική.
Με την ευκαιρία της δημοσίευσης αυτού του άρ-θρου ήθελα να παραθέσω και έναν μικρό κατάλογο ορισμένων θεμάτων που με βοήθησε να ολοκληρώσω η αποδοχή του «αιτίου των φορτίων», ως το «αίτιο της βαρύτητας». Τα θέματα αυτά που ένα μεγάλο μέρος τους τα περιγράφουμε στην «τριλογία των πάντων» είναι:
Η πλήρης ενοποίηση όλων των θεμελιωδών δυνά-μεων, σε μια και μόνη αλληλεπίδραση μεταξύ των στοιχειωδών σωματιδίων «σημειονίου» και «αντιση-μειονίου», τη «σημειονική αλληλεπίδραση»
Η πλήρης ενοποίηση όλων των φυσικών θεωριών.
Η απόδειξη ότι τα κουάρκ είναι διαιρετά σωματί-δια και η καθιέρωση των στοιχειωδών σωματιδίων «σημειονίου» και αντισημειονίου, ως υποδιαιρέσεις των κουάρκ, σαν στοιχειώδη σωματίδια χωρίς μάζα και χωρίς διαστάσεις.
Η καθιέρωση των περιστροφικών τροχιών των στοιχειωδών σωματιδίων, μέσα στον πυρήνα και η διερεύνηση των αιτίων της συνοχής του πυρήνα.
Το πώς από τα στοιχειώδη σωματίδια φορτία, χω-ρίς μάζα και χωρίς διαστάσεις, δημιουργήθηκε η μάζα, η ύλη, η αντιύλη, το Σύμπαν και το Αντισύμπαν:
Η ανακάλυψη της βαρυτικής συνάρτησης
Η διατύπωση του νόμου του «λανθάνοντος φορτί-ου» σε μερική συμπλήρωση και ολοκλήρωση του νό-μου της «Παγκόσμιας έλξης».
Η εξήγηση γιατί ο νόμος της παγκόσμιας έλξης είναι ανακόλουθος στις πολύ μεγάλες και στις πολύ μικρές αποστάσεις.
Η περιγραφή του «κοσμογονικού αερίου» που βρί-σκεται στα όρια του Σύμπαντος και του Αντισύ-μπαντος
Η θεωρητική ανακάλυψη και η περιγραφή των Συμπάντων και των Αντισυμπάντων.
Και πολλά άλλα θέματα, που το σύνολο τους μας βοηθά ώστε να έχουμε μια πιο κατανοητή και πιο πειστική εικόνα της δημιουργίας του Κόσμου
Τελειώνοντας θα ήθελα να τονίσω ότι δεν ξεκίνη-σα να γράφω την «τριλογία των πάντων» έχοντας κά-ποιο ειδικό πρόγραμμα ή αποσκοπώντας σε κάποιο οικονομικό όφελος ή σε κάποια διάκριση ή σε κάποιο βραβείο, αλλά από απλή περιέργεια για ορισμένα ανα-πάντητα ερωτήματα Τα υπόλοιπα προέκυψαν από μό-να τους με την πρόοδο της εργασίας.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ