Άλκης Γαλδαδάς
Υπάρχουν άνθρωποι που ακούνε μόνο τη φωνή τους... Αλλά και όλοι οι υπόλοιποι φαίνεται ότι είναι απαραίτητο να ακούν τη φωνή τους για να μπορούν να εκφραστούν μέσω ενός συστήματος του εγκεφάλου που ενεργοποιεί τα κύτταρά του για τη συγκεκριμένη λειτουργία
«Μ' αρέσει ν' ακούω τον εαυτό μου όταν μιλάει. Οχι μόνο μου αρέσει, αλλά με βοηθάει και πολύ για να διορθώνω την ομιλία μου». Ενα άρθρο που δημοσιεύθηκε σε μεγάλου κύρους επιστημονικό περιοδικό («Nature», 19.6.2008, σελ. 1102) επιβεβαιώνει ότι ο εγκέφαλός μας κρατάει κάποια κύτταρα σε εγρήγορση μόνο για τους ήχους της δικής μας ομιλίας, που επανατροφοδοτούνται στον ίδιο τον ομιλητή. Οταν οι έρευνες προχωρήσουν, ίσως βοηθήσουν στο να θεραπεύσουμε κάποια προβλήματα ομιλίας ανίατα ως σήμερα.
Το πείραμα και η έκπληξη
Πριν από χρόνια σε ένα εργαστήριο της παγκοσμίως γνωστής ιατρικής σχολής στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Johns Hopkins οι ενδείξεις των οργάνων ήταν πολύ περίεργες. Γινόταν ένα πείραμα σχετικό με τον μηχανισμό της ακοής με πειραματόζωα πιθήκους και, όπως έχει και πολλές άλλες φορές συμβεί στην επιστημονική έρευνα, κάτι σημαντικό προέκυψε εντελώς απρόβλεπτα. Αρκεί βέβαια να έχεις την ετοιμότητα να το προσέξεις και τελικά να επιμείνεις να το εξηγήσεις.
Με πολύ κόπο είναι η αλήθεια (και αντίστοιχη οδύνη από την πλευρά των ζώων προφανώς) οι άνθρωποι του εργαστηρίου είχαν καταφέρει να συνδέσουν ένα ηλεκτρόδιο σε ορισμένα σημεία του εγκεφάλου των μικρών πιθήκων. Και αφού τους κατάφεραν να μην παίζουν με τα καλώδια, να μην τα τραβούν και να μην τα μασούν, άρχισαν να καταγράφουν αντιδράσεις των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου τη στιγμή που έστελναν με τη βοήθεια της φωνής τους διάφορα ηχητικά σήματα. Αυτό λοιπόν που τράβηξε την προσοχή των δύο βασικών παραγόντων του πειράματος ήταν ότι κάνοντας κάποιον λαρυγγισμό, έναν σύντομο ήχο δηλαδή με κάποια λίγα «φωνήεντα», όπως θα λέγαμε αν επρόκειτο για ανθρώπινη φωνή, το αντίστοιχο νευρικό κύτταρο, ενώ σταματούσε τη δράση του, ενώ φυσιολογικά είναι σαν να «σβήνει» στη διάρκεια παραγωγής της φωνής, παρουσίαζε υπερευαισθησία στην επιστροφή της φωνής του. Για να καταλάβουν καλύτερα τι συνέβαινε άρχισαν να αλλάζουν αυτό που έφθανε να ακούει το πειραματόζωο από την ίδια τη φωνή του. Η προσεκτική παρατήρηση έδειξε ότι αυτά τα νευρικά κύτταρα που ενεργοποιούνται λιγότερο όταν κάποιος εκπέμπει ήχους με τη φωνή του ευαισθητοποιούνται πολύ περισσότερο όταν αυτός ο ήχος, ο δικός του, επιστρέφει στα αφτιά του. Λειτουργούν δηλαδή κάπως σαν εκείνο το ηχείο που είναι επάνω στη σκηνή και οι μουσικοί αποκαλούν μόνιτορ. Καθώς αυτό είναι στραμμένο αποκλειστικά προς το μέρος τους, είναι εκείνο που φέρνει πίσω τη δική τους φωνή και, όπως λένε, δεν μπορούν χωρίς αυτό.
Θέλω... να με ακούω να λέω
Από 240 ξεχωριστά νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου στο τμήμα που ευαισθητοποιείται για την καλή ακουστική λειτουργία κατάφεραν οι δύο ερευνητές να παίρνουν σήματα και φορώντας στους πιθήκους συνηθισμένα ακουστικά τούς διαβίβαζαν τους ήχους που οι ίδιοι παρήγαν αλλαγμένους όμως λίγο. Και τότε παρατηρούσαν ότι τα νευρικά κύτταρα δεν αντιδρούσαν το ίδιο. Είναι μεγάλης σημασίας το να μπορούμε να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στους ήχους που έχουν παραχθεί από άλλους και σε όποιους παράγουμε εμείς οι ίδιοι με το στόμα μας όταν φθάνουν ταυτόχρονα στα αφτιά μας, γιατί από εκεί, διακρίνοντας τους ήχους που παράγουμε και τους διαμορφώνουμε στη συνέχεια σε λόγια, μπορούμε συλλαμβάνοντας ένα μέρος αυτών των ήχων ξανά (κάνοντας δηλαδή αυτό που οι μηχανικοί ονομάζουν «ανατροφοδότηση») να διορθώνουμε τα λάθη στην ομιλία μας.
Προηγούμενες εργασίες σε ανθρώπους και πειραματόζωα είχαν κάνει τους ερευνητές να πιστεύουν ότι τα αντίστοιχα στην ομιλία εγκεφαλικά νεύρα όταν μιλούμε, ή παράγουμε κάποιους ήχους έστω, είναι σε ένα είδος αδράνειας ή, πιο σωστά, σε ένα είδος καταστολής. Τώρα όμως συνάγεται ότι ευαισθητοποιούνται στο άκουσμα της δικής μας ομιλίας. Γι' αυτό όταν διαφοροποιούσαν τον ήχο από τους «φθογγισμούς» των πιθήκων, δηλαδή τις άναρθρες κραυγές τους, και τους επέστρεφαν μέσα από τα ακουστικά διαπίστωναν ότι τότε τα νευρικά τους κύτταρα, μη αναγνωρίζοντας τη φωνή τους, δεν έδειχναν την ίδια ευαισθητοποίηση.
Κάθε άνθρωπος ένα μουσικό όργανο
Οι φωνητικές μας χορδές είναι σε θέση να παράγουν έναν τεράστιο αριθμό από πρωτογενείς ήχους αυξάνοντας ή ελαττώνοντας την πίεση στον αέρα που περνάει μέσα από τον λάρυγγα. Η κλειστή όμως διαδρομή που ακολουθούν οι διακυμάνσεις στην πυκνότητα του αέρα από τις φωνητικές χορδές έως και τα χείλη μας επιβάλλει μόνο ένα συγκεκριμένο φάσμα ήχων να βγαίνει. Γιατί με τα μάτια ενός φυσικού ο λάρυγγας είναι στην ουσία ένας σωλήνας κλειστός στο κάτω άκρο του και ανοικτός στην περιοχή του στόματος με μήκος περίπου 17,5 εκατοστά και σχεδόν ίδια διάμετρο παντού. Αυτό επιβάλλει και μιαν ιδιαίτερη συμπεριφορά στο είδος και στην πορεία των ηχητικών κυμάτων που παράγονται από τις φωνητικές χορδές και κυκλοφορούν εκεί μέσα. Δημιουργούνται δηλαδή τα λεγόμενα στάσιμα κύματα, ένα είδος κυματισμού όπου κάθε σημείο του παλλόμενου αέρα μέσα στον χώρο του σωλήνα ταλαντώνεται με την ίδια συχνότητα αλλά με διαφορετικό πλάτος. Ετσι υπάρχουν συγκεκριμένα σημεία όπου ο αέρας δεν πάλλεται καθόλου (αυτά ονομάζονται δεσμοί, nodes), άλλα όπου πάλλεται με το μεγαλύτερο πλάτος (αυτά ονομάζονται κοιλίες, antinodes), ενώ στα υπόλοιπα πάλλεται με ενδιάμεσα πλάτη.
Με δεδομένα το μήκος και τη μορφή του ημίκλειστου σωλήνα που συνιστά ο λάρυγγας κάθε ανθρώπου μπορούν να εμφανίζονται κάθε φορά και διαφορετικοί αριθμοί δεσμών και κοιλιών, στην πράξη όμως όχι άπειροι (κυρίως σε τρεις συχνότητες: των 500 Hz, 1.500 Hz και 2.500 Hz). Τι σημαίνει αυτό; Οτι καθώς ένας άνθρωπος μιλάει και τραγουδάει, θέτοντας σε κίνηση τη γλώσσα ή τα χείλη του, ανεβάζει ή κατεβάζει αυτόν τον αριθμό των δεσμών και των κοιλιών αλλά και το μήκος του σωλήνα αν σπρώξει τη γλώσσα του προς τα πίσω. Ετσι οι ήχοι που μπορεί να παράγει κάθε άνθρωπος είναι ορισμένοι αφού, στον κλειστό από τη μια και ανοικτό από την άλλη σωλήνα, μόνο ορισμένα στάσιμα κύματα μπορούν να παραχθούν, άρα ορισμένες μόνο νότες - χωρίς να ξεχνούμε ότι το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα διαμορφώνεται και από τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά κάθε ανθρώπου στο σημείο αυτό του σώματός του.
Πιθανές θεραπείες για ασθένειες
«Εκεί που μιλούν πολλοί, δεν ακούει κανένας». Αυτό έλεγε μια παλιά παροιμία και ίσως τώρα φωτίζεται λίγο περισσότερο το περιεχόμενό της αφού πρέπει ο καθένας να ακούει τουλάχιστον τον εαυτό του. Τα αποτελέσματα της δουλειάς που έκαναν ο Στίβεν Ηλιάδης και ο επιβλέπων την εργασία του Ξιαοκίν Γουάνγκ στο Johns Hopkins είναι πολύ νωπά. Φαίνεται όμως ότι ανοίγουν ένα ακόμη παράθυρο που επιτρέπει να δούμε στο εσωτερικό του ανθρώπινου οργανισμού. Και να ανακαλύψουμε τον μηχανισμό ανατροφοδότησης και διόρθωσης που για χρόνια λειτουργεί στον οργανισμό μας χωρίς ίσως να το συνειδητοποιούμε. Η φωνή και μαζί της η ακοή μας λειτουργούν επιδρώντας η μια στην άλλη διορθωτικά, ώστε να διατυπώνουμε με ευκρίνεια τις φράσεις μας. Και όταν δεν συμβαίνει αυτή η καλή συνεργασία υπάρχουν προβλήματα που ως σήμερα δεν είχαμε συσχετίσει με αυτόν τον μηχανισμό. Την ίδια στιγμή που οι άλλοι μάς ακούν να τους μιλάμε, ακούμε και εμείς τον εαυτό μας και χάρη στην αντίδραση κάποιων νεύρων στον εγκέφαλό μας αυτό δρα ευεργετικά και διορθωτικά, «σταθεροποιώντας» την επικοινωνία μας μαζί τους και την κατανόηση από μέρους τους των όσων θέλουμε να πούμε. Ετσι τώρα φθάνουμε να υποψιαζόμαστε ότι κάποιες μορφές τραυλισμού οφείλονται στο ότι η ακοή δεν λειτουργεί με τον ολοκληρωμένο τρόπο που περιγράψαμε, αφού δεν ακούμε καλά τη φωνή μας, ενώ κάποιοι που πάσχουν από τη νόσο του Πάρκινσον μιλώντας χαμηλόφωνα ίσως έτσι δημιουργούν επιπλέον πρόβλημα στον εαυτό τους αφού δεν μπορούν να ακούσουν καλά τι λένε.
Τα μυστήρια της φωνής φαίνεται ότι είναι περισσότερα από όσα νομίζαμε ότι ξέρουμε και έχουμε λύσει, αλλά ευτυχώς κάποιοι παρατηρητικοί και παθιασμένοι ερευνητές συνεχώς φέρνουν στην επιφάνεια νέα στοιχεία.
πηγή: Το ΒΗΜΑ, 07/09/2008