Το αξιολάτρευτο αποτελεί το ευτελές αχνάρι μιας κόπωσης, της κόπωσης της γλώσσας. Λέξη τη λέξη εξαντλούμαι εκφράζοντας διαφορετικά την ίδια Εικόνα (την Εικόνα μου), γενικολογώντας για την ειδικότητα του πόθου μου. Είναι ένα ταξίδι αυτό. Στό τέρμα του η τελική μου φιλοσοφία δέν μπορεί να είναι άλλη από την παραδοχή – και την εφαρμογή – της ταυτολογίας. Αξιολάτρευτο είναι ό,τι είναι αξιολάτρευτο. Ή ακόμα: σε λατρεύω επειδή είσαι αξιολάτρευτος, σ’ αγαπώ επειδή σ’ αγαπώ.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η ερωτική γλώσσα περιφράσσεται τελικά από το στοιχείο ακριβώς που την εθέσπισε: τη γοητεία. Γιατί η περιγραφή της γοητείας δέν μπορεί ποτέ, σε τελευταία ανάλυση, να υπερβεί τούτο το εκφώνημα: «είμαι γοητευμένος». Έχοντας φτάσει στο άκρο της γλώσσας, στο σημείο όπου αυτή δεν μπορεί παρά να επαναλαμβάνει την τελευταία της λέξη, σάν δίσκος εμποδισμένος, νιώθω μεθυσμένος από την κατάφασή της.
«Αποσπάσματα ερωτικού λόγου», εκδ Κέδρος
Μια ερώτηση: Δηλαδή, στο άκρο της (ερωτικής) γλώσσας μας περιμένει το «εν αρχή αιτείσθαι» (Αριστοτέλης, Όργανον –«petitio principi»), αυτό μας λέει εδώ ο Ρ. Μπάρτ; (π.χ. είμαι ερωτευμένος επειδή είμαι ερωτευμένος). Να το διατυπώσω αλλιώς το ερώτημα, αυτό που μας λέει εδώ ο Ρ. Μπάρτ είναι ότι δεν είναι δυνατή η λογική απόδειξη της ερωτικής εμπειρίας, ότι είναι εμπειρία που δεν υπάρχει λογική δυνατότητα να την αποδείξει κανείς όντας περιφραγμένος από την γοητεία; Ή ότι όταν λέγω κάτι πως είναι «αξιολάτρευτο», απλώς έχω μπει σε φαύλο κύκλο (δεύτερη ερώτηση);
(υποθέτω ότι αυτός που επέλεξε το απόσπασμα δίνει απαντήσεις σε ερωτήσεις, για την κατανόησή του)