Χρήστος Ριτζούλης*
Αφορμή για το παρόν απετέλεσε η έντονη συζήτηση περί της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην Ελληνική επικράτεια και τις προϋποθέσεις που οφείλει να πληροί μία τέτοια δράση. Όλα τα επιχειρήματα μπορούν να τοποθετηθούν σε έναν άξονα με τα δύο άκρα να ορίζονται στη μία μεν άκρη από την άνευ όρων αποδοχή στην ελληνική επικράτεια δυστυχών (και δυστυχισμένων) μεταναστών, στην άλλη δε άκρη από την άνευ όρων άρνηση της αποδοχής τέτοιων ατόμων εντός του ελληνικού εδάφους. Η τεχνοκρατική λύση στο θέμα συνήθως σχετίζεται με την τοποθέτηση σε κάποιο πολιτικώς αποδεκτό και εν τέλει πολιτικώς ορθό σημείο στα μέσα αυτού του ευθύγραμμου τμήματος: Αποδοχή της εγκατάστασης στην Ελλάδα με όρους, για άλλους δύσκολους, για άλλους εύκολους.
Το πρόβλημα είναι ότι μία τέτοια αντιμετώπιση είναι κυριολεκτικά μονοδιάστατη, αφού ορίζεται από έναν μόνον άξονα, αυτόν που αναφέρθηκε προηγουμένως. Το πραγματικό ερώτημα που θα έπρεπε να είχε διατυπωθεί, το «Υπό ποιούς όρους πρέπει να δεχθούμε μετανάστες στη χώρα μας;» ανάγεται υποβαθμιζόμενο στο «Υπό ποιούς όρους πρέπει να δεχθούμε μετανάστες στο χώρο μας;» και με τη λέξη «χώρο» εννοούμε φυσικά την εδαφική έκταση εντός των συνόρων της Ελληνικής επικράτειας. Η διαφορά των δύο ταυτίζεται με τη διαφορά μεταξύ «χώρου» και «χώρας». Και εδώ έρχεται το πρόβλημα: Ως ποιό βαθμό καταννοούμε ότι η χώρα, αυτή η έννοια της οποίας έχουμε αναλάβει τη διαχείριση για το μικρό διάστημα της ζωής μας, δεν ταυτίζεται με τον υλικό χώρο των οικοπέδων, των χωραφιών, των παραλίων και των ανθρώπων, αλλά περιλαμβάνει και μία δεύτερη διάσταση, τη σχέση μεταξύ των ανθρώπων που ζούνε μέσα σε αυτήν, αλλά και τη σχέση μεταξύ ανθρώπων, αντικειμένων και παρελθόντος;
Η δεύτερη διάσταση, ο άξονας ο κάθετος στον προηγούμενο, δεν έχει αγγιχθεί παρά μόνον επιπόλαια. Ορίζεται από το βασικό ερώτημα: «Ποιός πρέπει να είναι ο τρόπος της σχέσης της χώρας με τους μετανάστες;». Αν μπορούσαμε να ορίσουμε τα δύο άκρα του, θα τά ονοματίζαμε με δύο προτάσεις, αφενός «Οι μετανάστες να έρθουν στο χώρο μας χωρίς εμείς να έχουμε την παραμικρή αξίωση στη συμπεριφορά, στην ηθική, στη θρησκεία και στην καθημερινότητά τους, γιατί αυτά δε μάς αφορούν, αρκεί να είναι νομοταγείς», αφετέρου αντιδιαμετρικά στην άλλη αρχή του άξονα «Αυτός που θα έρθει οφείλει να εγκαταλείψει κάθε ανάμνηση της πατρίδας, της κουλτούρας και των εθίμων του, να υιοθετήσει τη θρησκεία και τη γλώσσα μας, ώστε τα παιδιά του να γίνουν ομογενοποιημένοι Έλληνες».
Σήμερα, χωρίς κάποια διαδικασία διαλόγου, στην εποχή του copy/paste ετοιματζίδικων μοντέλων τρίτων χωρών (τα περισσότερα κράτη των οποίων δεν έχουν την παραμικρή πολιτισμική συνάφεια με την Ελλάδα), το κράτος και το μικρό ποσοστό των πολιτών που καθορίζει τη φιλοσοφία του αποφάσισε απροβλημάτιστα την «πολυ-πολιτισμική» προσέγγιση, δηλαδή κάτι κοντά στο πρώτο άκρο του άξονα. Αυτό έγινε χωρίς ιδιαίτερο προβληματισμό, κυρίως γιατί είναι η κύρια τάση σε επιλεγμένες δυτικές και βόρειες χώρες, αγνοώντας άλλες δυτικές χώρες που απελαύνουν στοιχεία που διαταράσσουν τον κοινωνικό ιστό, όχι επειδή οι εκλεγμένοι άρχοντες είναι κακοί, αλλά ίσως επειδή θέλουνε να προλάβουν τα χειρότερα.
Η λύση που προωθεί η πολιτική ηγεσία και η πνευματική ελίτ στο θέμα αυτό είναι η συνταγή του σεβασμού: Σεβασμός προς τη διαφορετικότητα του ξένου, και αντίστροφα σεβασμός του ξένου προς τον ιθαγενή. Το μείζον ηθικό πρόβλημα με αυτήν την ατυχή λογική είναι η έλλειψη ευθύνης για τον πλησίον. Η δυτικότροπη λύση του σεβασμού στο θέμα των διαπροσωπικών σχέσεων είναι βαθιά ριζωμένη στην Αυγουστίνεια individuo (αποφεύγω να χρησιμοποιήσω τους παραπλανητικούς όρους «άτομο» και «ατομικότητα»), κατά την οποία ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος μόνο για τον εαυτό του και τη δική του σωτηρία, ενώ είναι τελείως ανεύθυνος για τον πλησίον.
Ο σεβασμός απαιτεί διακριτικότητα και παθητικότητα (με την έννοια του αντίθετου της ενεργητικότητας) απέναντι στον πλησίον. Αν κάτι συμβεί με το γείτονα, είμαστε υποχρεωμένοι να δείξουμε τη συμπάθειά μας, αλλά είναι ευθύνη του γείτονα να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με τις δικές του δυνάμεις. Αν αποτύχει σε κάτι, προφανώς ήταν ανεπαρκής γι αυτό και η αποτυχία του είναι δική του, όχι δική μας ευθύνη. Η κοινωνία συντηρείται τελικά με τα προσωπεία της διακριτικότητας και της ευγένειας. Υπό αυτόν το τρόπο, ένας ετερόγλωσσος και ετερόθρησκος άνθρωπος μπορεί εύκολα να ενσωματωθεί στην κοινωνία (όπως κατόρθωσαν οι δυτικές χώρες να πράξουν εδώ και αιώνες με τους μετανάστες τους), απλά ο καθένας έπρεπε να είναι διακριτικά αδιάφορος για τον πλησίον, αφού πρακτικά απαγορεύεται να νοιάζεται γι αυτόν. Αλλά αλήθεια, αυτή η κοινότητα των προσωπείων είναι κοινωνία ή απλή συνύπαρξη; Το κοινωνικό αδιέξοδο των Προτεσταντικών κοινοτήτων, τα προπερυσινά γεγονότα στους δρόμους του Παρισιού και τα μελλοντικά στους δρόμους άλλων μεγαλουπόλεων καταδεικνύουν συνύπαρξη και όχι κοινωνία. Πού είναι το πρόβλημα σε αυτές τις κοινότητες; Στην αδυναμία (και τελικά μη-επιθυμία) ταύτισης με τον πλησίον, συνεπώς στην άρνηση της κοινωνίας.
Σε αντιδιαμετρική θέση ως προς το Καθολικό/Προτεσταντικό individuo βρίσκεται το Ορθόδοξο πρόσωπο. Το πρόσωπο (όχι το εμπρός μέρος της κεφαλής!) είναι για την Ορθοδοξία η έκφανση του (υπερβατικού) μας είναι προς τον υλικό κόσμο. Το πρόσωπο είναι το μέρος μας που, αντλώντας από την υπερβατική μας οντότητα, εκτίθεται ως υλικό σώμα στην κοινωνία και ενεργά επηρεάζει τη ροή της ιστορίας και της υλικής πραγματικότητας. Το πρόσωπο του κάθε ανθρώπου αντλεί δύναμη από τον υπερβατικό Λόγο του Θεού διαμέσου του προσώπου του Θεανθρώπου, του οποίου είναι αναπόσπαστο μέρος δια της Θείας Κοινωνίας. Καθώς στο Θεάνθρωπο βρίσκουν κοινό τόπο όλα τα πρόσωπα, αυτόματα κάθε κοινωνός του Χριστού γίνεται υπεύθυνος και υπόλογος για τον πλησίον, τόσο όσο είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τον ίδιο του τον εαυτό. Τα παραπάνω έχουν βάση στην Αριστοτελική ιδέα περί αντίληψης του εαυτού μας μόνο διαμέσου της αλληλεπίδρασης με τον πλησίον, και αποτελούν θεμέλιο για την Ορθόδοξη κοσμοθεωρία και ηθική. Όπως αυτονόητα το πρόσωπο του Θεανθρώπου βρίσκεται στα μάτια του ζητιάνου που μάς ζητά βοήθεια, βρίσκεται όμοια και στα μάτια του μετανάστη που ζητά άσυλο. Αν δεν τόν βοηθήσουμε (πληθυντικός), προσβάλλουμε τον εαυτό μας, απαρνούμενοι το πρόσωπο του Θεανθρώπου. Είμαστε ελεύθεροι να μη βοηθήσουμε, αλλά αυτό αυτόματα σημαίνει απάρνηση του Θεανθρώπου, δηλαδή απάρνηση της εν Χριστώ Κοινωνίας.
Από τη στιγμή που ένας ξένος γίνεται δεκτός στην κοινότητά μας, γινόμαστε, ως μάρτυρες της μύησής του στην κοινωνία μας, συνυπεύθυνοι για τη συμπεριφορά του στην κοινωνία αυτή. Ο Ελληνικός κόσμος είχε πάντοτε τεράστια αφομοιωτική ικανότητα επειδή απαιτούσε από τους κοινωνούς του την αποδοχή των παραπάνω αρχών, ακόμη και πριν ο Χριστιανισμός τίς συνδέσει σε ένα συνεπές πλαίσιο. Ο Ελληνικός κόσμος ήταν, και είναι, πιο δύσκολος (αλλά όχι αρνητικός) στην αποδοχή των ξένων γιατί, σε αντίθεση με τη δύση, απαιτούσε από τους μετανάστες να αποδεχθούν και αυτοί να αλλάξουν τρόπους συμπεριφοράς που θα υπονόμευαν τον κοινωνικό ιστό. Αυτό σημαίνει ότι οι νεοφερμένοι πρέπει να αποδεχθούν αντίστροφα ότι η κινητήρια δύναμη αυτού του τόπου για τόσους αιώνες είναι η δημιουργική αφομοίωση ανθρώπων σαν κι αυτούς, είτε ήταν εισβολείς, είτε μετανάστες. Αυτό από μόνο του πρέπει να γίνει πηγή περηφάνειας για μία γενιά ξένων που θα έχει την ευκαιρία να επαναδιαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό την Ελληνική κουλτούρα. Όχι να δημιουργήσει αποκομμένες κοινότητες, αλλά να καταστεί η νέα κινητήρια δύναμη αυτού του αρχαίου έθνους των ελληνοποιημένων εισβολέων. Η αφομοίωση προαπαιτεί επικοινωνία, αποδοχή της τοπικής γλώσσας, αλλά και εμβολιασμό της γλώσσας μας με λέξεις και εκφράσεις των νέων Ελλήνων, όπως γινόταν τόσους αιώνες. Επίσης προαπαιτεί εναρμόνιση των συστημάτων ηθικής και αξιών των νεοαφιχθέντων με αυτά των γηγενών. Παραδοσιακά αυτό γίνεται με ενσωμάτωση των νέων μελών στην Εκκλησία, αλλά αυτό ίσως μπορεί να περιμένει. Η αφομοίωση είναι διαδικασία αμοιβαίων υποχωρήσεων, προκειμένου στο τέλος να προκύψει μία ανανεωμένη κοινότητα με το κέντρο βάρους της κοντά στο παλιό, αλλά ελαφρά μετατοπισμένο προς τις αξίες και τα ήθη των νεοφερμένων συμπατριωτών μας: Μία κοινωνία, μία γλώσσα, ένα σύστημα ηθικής. Το να διατεθεί χώρος στις πόλεις μας για να μείνουν ισόβια ξένοι προς εμάς γραφικοί τύποι με σαρίκια, όπως προβλέπει η πολυ-πολιτισμική προσέγγιση, είναι προσβλητικό για το πρόσωπο του ξένου που θέλει μία πατρίδα και όχι μία ομόγλωσσή του συνοικία σε μία αλλόφωνη και αλλοήθη κοινότητα, και προσβλητικό για το πρόσωπο του ιθαγενή που θα νοιώθει φιλοξενούμενος στη δική του χώρα.
*O κ. Χρήστος Ριτζούλης είναι Επίκουρος Καθηγητής Χημείας Τροφίμων στο ΤΕΙ Θεσσαλονίκης
πηγή: Aντίφωνο
Ισορροπημένη και νηφάλια τοποθέτηση για ένα φλέγον θέμα, που δείχνει τη σωστή κατεύθυνση προς την Πολιτεία.
Υπάρχει όμως κι ένα θέμα προσωπικό (που το αναφέρει ακροθιγώς ο αρθρογράφος) : η αντιμετώπιση των ξένων μεταναστών από το κάθε ένα από μας που καυχάται πως είναι ορθόδοξος χριστιανός. Κι εδώ βλέπω πολλούς να σκληραίνουμε την καρδιά μας απέναντι στον συνάνθρωπο που έχει ανάγκη από ψωμί, στέγη και προστασία. Αδιαφορούμε, φορτώνοντάς τα όλα στο κράτος κι έχουμε ήσυχη τη συνείδησή μας, επικαλούμενοι εθνικούς κινδύνους, αλλοίωση της κοινωνίας, κλπ., για να μη γράψω για το μίσος που κύκλοι σαν τη “Χρυσή Αυγή” διασπείρουν ενώ αρκετοί κληρικοί και λαϊκοί φαίνεται να επικροτούν τις τελείως αντιχριστιανικές μεθόδους και την προπαγάνδα τους εναντίον των μεταναστών.
Όμως η μη χριστιανική στάση της αδιαφορίας και της καταφρόνησης, αφενός επισύρει την οργή του Θεού στον καθένα που την υιοθετεί και στη χώρα μας και αφετέρου τοποθετεί τους μεταανάστες απέναντί μας, ακυρώνοντας έτσι κάθε ελπίδα αφομοίωσής τους την οποία προτείνει ο αρθρογράφος.
Έργο της Εκκλησίας και του κάθε χριστιανού προσωπικά δεν είναι να εξετάζει πώς βρέθηκαν εδώ οι μετανάστες. Εκτός από το να προσπαθούμε, ως κοινωνία, να βρούμε μια λύση, από τη στιγμή που είναι εδώ, οφείλουμε, ως χριστιανοί, να τους αντιμετωπίζουμε ως τους ελαχίστους αδελφούς του Χριστού, όπως Αυτός μας εντέλει στο Ευαγγέλιο της Κρίσεως.
Όπως είπε πριν από καιρό ο αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος: “[i]Τους μετανάστες δεν τους έφερε η Εκκλησία αλλά ούτε είναι αρμόδια να τους διώξει. Έργο της Εκκλησίας είναι να σταθεί πλάι σε όποιον χτυπάει την πόρτα της και θέλει ένα πιάτο φαΐ[/i]”.
Μερικές σκέψεις μου στο θέμα, μια που είμαι Ελληνίδα μετανάστρια στη δύση:
Η έννοια του χώρου χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ από τον Χίτλερ που κάθε αναφορά σε αυτήν αυτόματα μου δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα.
Εγώ μεγάλωσα στην Ελλάδα, για μένα οι ρίζες μου, η κουλτούρα μου και η νοοτροπία μου παραμένουν ελληνικές. Αλλά θέλω να σας πω κάτι εντυπωσιακό που είπε μια Τουρκάλα που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γερμανία από φιλελεύθερους γονείς, δεν ξέρω αν είναι γνωστό, αλλά όλο και περισσότεροι νεαροί Τούρκοι με καλά επαγγέλματα εγκαταλείπουν τη Γερμανία για να επιστρέψουν στην Τουρκία, όπου και τους απορροφά αμέσως η αγορά με υψηλούς μισθούς, αυτή λοιπόν θα επέστρεφε στην πατρίδα της -όπως και πολλοί άλλοι επίσης-και όταν ρωτήθηκε για τον λόγο, απάντησε πως στη Γερμανία και κωλοτούμπες να κάνει δεν πρόκειται να ενσωματωθεί ποτέ, θα μείνει πάντα ένα ξένο σώμα.
Για την ενσωμάτηση των μεταναστών και γενικότερα των αλλοδαπών υπάρχουν πάντα ΔΥΟ πλευρές, οι αλλοδαποί που θα πρέπει να θέλουν να ενσωματωθούν και οι ιθαγενείς που θα πρέπει να θέλουν να τους ενσωματώσουν. Εγώ εδώ στη Γερμανία δεν βλέπω και μεγάλη διάθεση να βάλουν οι Γερμανοί πολίτες σοβαρά στη ζωή τους τους αλλοδαπούς.
Δεν ξέρω αν γι αυτό φταίει η πολτική που δεκαετίες ολόκληρες έκλεινε τα μάτια της στο πρόβλημα, πιστεύοντας πως οι ξένοι εργάτες θα έφευγαν μια μέρα στις χώρες τους, ή αν άσχετα με την πολιτική οι απλοί άνθρωποι και αναγνώστες της Bild παραείναι ξενοφοβικοί και γεμάτοι προκαταλήψεις για να κάνουνε την παραμικρή προσπάθεια ενσωμάτησης. Πάντως γενικότερα πριν την ένωση της Γερμανίας οι άνθρωποι ήτανε σαφώς πιο ανοιχτοί απέναντι στους αλλοδαπούς.
Αλλά ξέρω και παραδείγματα αλλοδαπών, όπως ένας Γάλλος καθηγητής Πανεπιστημίου π.χ που σε καθημερινές στιγμές στον φούρνο τον αντιμετώπισαν με μεγάλη υπεροψία.
Για μας τους Έλληνες υπάρχει μια σκάλα αξιολόγησης των αλλοδαπών, αρχικά σε σχέση με την χώρα καταγωγής του -σε άλλη υπόληψη έχουμε έναν Άγγλο και σε άλλη έναν Πακιστανό- και μετά σε σχέση με την εργασία του!
Ο Γερμανός αντίθετα συνηθίζει να θεωρεί τον εαυτό του στην κορυφή σχεδόν της σκάλας, αν έχει κάποιον σεβασμό ίσως στον Αμερικάνο πιο πολύ, τον λευκό εννοείται. Αλλά ο Γερμανός -και φυσικά δεν εννοώ ο κάθε Γερμανός, αλλά ο μέσος Γερμανός- είναι ίσως αρκετά ιδιόμορφος, πολύπλοκος, δύσκολος και σχεδόν ανθρωποφοβικός και έτσι ποτέ κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος πότε είναι ξενοφοβία το πρόβλημά του και πότε …ανθρωποφοβία!
Ανθή
Μερικές σκέψεις, συμπληρωματικές, πιστεύω καί ὂχι ἀντιθετικές, ἀλλά ἀποσπασματικές, σχετικά με τό ὡραῖο ἂρθρο τοῦ κ Ριτζούλη, γιά τήν χριστιανική στάση στό θέμα τῆς μετανάστευσης.
1. Τό ὃτι ὁ μετανάστης μπαίνει παράνομα σέ μιά χώρα, διότια ὐτό πιστεύει ὃτι εἶναι τό σωστό γιά τόν ἲδιο, δέν σημαίνει ὃτι εἶναι καί τό σωστό. Ἀλήθεια θά πεῖ κανείς στό μετανάστη ὃτι αὐτό πού σκέφθηκε, δλδ νά πληρώσει 2000-5000 στόν τοῦρκο λαθρέμπορο ψυχῶν γιά νά μπει στήν ΕΕ μπορεῖ νά μήν εἶναι καί τόσο καλή ἰδέα; Ἃρα ὁ μετανάστης ἐκβιάζει τήν ΈΕ ἀπαιτώντας νά πάρει αὐτά πού μέ τη φαντασία του ἒπλασε ὃτι θά πάρει. Τί θά κάναμε ἂν ἓνας θρασύς ἐπαίτης παραβίαζε τήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ μας καί μαζί μέ τήν παρέα του ἀπαιτοῦσε φαϊ καί ὓπνο ἐπ’ ἀόριστον;
2. Ἒχουμε ἀντιληφθεῖ ὃτι ἡ μετανάστευση καί ὁ πολυ-πολιτισμός (δηλαδή ἡ διάλυση τῆς ὃποιας συνοχῆς τῶν χριστιανικῶν εὐρωπαϊκῶν κοινωνιῶν), εἶναι ὁ τρόπος τῆς ὀργάνωσης τοῦ κόσμου, ὃπως τόν ἐπιθυμεῖ τό μεγάλο κεφάλαιο καί ὁ ἀκραῖος καπιταλισμός; (Παγκόσμια Τράπεζα, Λέσχη Μπιλτενμπεργκ – ὁ ἐθνικισμός εἶναι ὁ χειρότερος ἐχθρός- καί ὁ πολύς ΟΗΕ-προσφατη δήλωση τοῦ ὑπεῦθυνου τοῦ τομέα τῆς μετανάστευσης). Πιστεύουν ὃτι εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος καταπολέμησης τῆς παγκόσμιας φτώχειας. Βλέπουν τόν ἀνθρωπο ὡς μονάδα παραγωγῆς ΑΕΠ, ἐνῶ οἱ κοινωνίες ὁρίζονται ὡς σύνολα ἠλεκτρονικῶν καταναλωτῶν. Καμμία ἐνσυναίσθηση γιά μεταφυσική ἀνάγκη, καμμία συναίσθηση τοῦ ἀνθρώπου ὡς ὂντος κοινωνικου, πού συνέχεται μέ τόν κοντινό του.
3. Στήν Ἑλλάδα ἡ οἰκ. Παπανδρέου καί ὃλος ὁ νεοταξικός δορυφόρος συρφετός κινοῦνται σέ 2 ἂξονες: 1. Διάλυση τῆς Ἑλληνικῆς συνείδησης (παιδεία, κοινωνία, ΜΜΕ) 2. Ἀπόλυτη καί μανιακή λαθρολαγνία, ἐρήμην καί ἐναντίον τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Πρόσφατα, τήν προηγούμενη ἑβδομάδα, ὁ ἀδίστακτος αὐτός μετέωρος ἂνθρωπος καί παγκόσμιος κίνδυνος, βραβεύτηκε γιά τήν συνεισφορά του στή διεθνοποίηση τῆς ἑλληνικῆς Παιδείας!! Φεῦ!!!
4. Ἡ συζήτηση γιά τήν ἐνσωμάτωση πραγματικά εἶναι ἐνδιαφέρουσα. Ρωτήσαμε τόν μετανάστη ἂν θέλει νά ἐνσωματωθεῖ; Τόν ρωτήσαμε ἂν θέλει νά πάρει τήν ἑλληνική ὑπηκοότητα (ἂν ἐξαιρέσουμε τά προνόμια πού ἀποκτᾶ) ; Ὁ μετανάστης θέλει δουλειά. Αὐτό τοῦ λείπει. Ἒχει καί ἐθνικότητα καί προσδιορισμό. Ποιός μᾶς εἶπε ὃτι δέν προσβάλλεται ὃταν τοῦ λέμε να ἐνσωματωθεῖ; Καί ὃταν οἱ μετανᾶστες εἶναι τώρα σχεδόν τό 1/4 τῶν Ἑλλήνων, ποιός θά ἐνσωματώσει ποιόν στήν Ἑλλάδα καί στήν Εὐρώπη στά ἑπόμενα 30 χρόνια; στό μεταξύ οἰ μουσουλμανικές χῶρες μένουν ἀνέγγισχτες ἀπό τήν παγκοσμιοποίηση καί τόν πολυ-πολιτισμό, καί δημιουργοῦν ὀργισμένες σεχτες 3ης γενιᾶς μεταναστῶν μέσα στίς δυτικές κοινωνίες. Πραγματικά γιατί εἲμαστε τόσο τυφλοί; Μήπως γιατί φροντίσαμε νά μᾶς ἀναπαύει τό ΜΕΓΚΑ;
5. Ἂς μή Ὑποτιμοῦμε μέ ἐκνευριστική ἀφέλεια τούς ἀριθμούς. Οἱ ἑκατοντᾶδες χιλιᾶδες εἰσβολεῖς σέ μιά μικρή χώρα σέ ἐλάχιστο χρονικό διάστημα ἒρχονατι γιά νά φέρουν προβλήματα ΚΑΙ μόνο. Δέν ἒρχονται νά ἐνσωματωθοῦν σέ ἓναν πολιτισμό τόν ὁποῖο οἱ ἲδιοι οἱ ἓλληνες ἒχουν ὡς καθημερινή κατόρθωμα νά τόν γελοιποιήσουν καί τόν ἐνταφιάσουν, ἀφοῦ ὁ νέος πολιτισμός τους εἶναι αὐτός τοῦ ἂθεουν ναρκισιστικοῦ μετανεωτερικοῦ ἀνθρώπου.
6. Ἂν πραγματικά ἀγαπούμε τήν Ἑλλάδα καί τήν Πίστη μας στόν Χριστό, ἂς βροῦμε τό θάρρος νά ποῦμε στόν μετανάστη ὃτι δέν τό σκέφτηκε σωστά. ὃτι θά τόν βοηθήσουμε νά κάνει προκοπή στό δικό του σπίτι.Ὃπως τόσους αἰῶνες τώρα. Ἡ ἲδια βοήθεια πού τοῦ παρέχουμε ἐδῶ, ἒχει ἐκατονταπλάσια ἀξία στήν χώρα του.
7. Ὃσον ἀφορᾶ τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί τή δήλωση τοῦ κκ Ἱερώνυμου. Ναί βέβαια δέ μποροῦμε νά κλείσουμε τά μάτια μας μπροστά στή δυστυχία. Ἀλλά δέν θά κάνουμε καί τά πάντα γιά νά μείνουν οἱ μετανᾶστες στήν Ἑλλάδα. Ναί δέν εἶναι ἡἘκκλησία ὑπεύθυνη πού ἦρθαν. Μήπως ὃμως εἶναι ὑπεύθυνη πού δέ φεύγουν; Μήπως ρίχνει νερό στό μῦλο τῆς Νέας Τάξης συμμετέχοντας στό δόλιο κάλεσμα τοῦ νεοταξικοῦ ΣΚΑΙ;
Φοβᾶμαι ὁτι , ποτισμένοι μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δίνουμε (ἀφελῶς;) στούς ἐχθρούς του τό σκοινί γιά νά Τόν κρεμάσουν…
Μερικές απαντήσεις:
1. Αν ρωτάτε τι θα έκανε ένας χριστιανός σ᾿ αυτή την περίπτωση, η απάντηση, βάσει του Ευαγγελίου (βλ. Επί του Όρους Ομιλία και ευαγγελική περικοπή της Μελλούσης Κρίσεως), είναι ότι θα του δίναμε ό,τι ζητούσε, εφόσον το είχαμε κι όσο μπορούσαμε.
Αν αυτό μας φαίνεται εξωφρενικό, απλώς μας δείχνει πόσο μακριά είμαστε από το Ευαγγελικό ήθος.
2. και 3. Ανεξάρτητα από τις θεωρίες συνωμοσίας, ο χριστιανός οφείλει να σκέφτεται πρώτα τον συγκεκριμένο άνθρωπο που έχει μπροστά του και μετά οτιδήποτε άλλο.
Με παρόμοιες θεωρίες περί εχθρών και συνωμοσιών κατά της αρίας φυλής και του γερμανικού έθνους ο Χίτλερ κατέληξε να εξοντώσει Εβραίους, Ρομά, αριστερούς, νοητικά καθυστερημένους ανάπηρους, χριστιανούς που εναντιώνονταν στις θεωρίες του, κλπ. και να αιματοκυλίσει όλη σχεδόν την ανθρωπότητα, με τελικό απολογισμό 60.000.000-70.000.000 νεκρών.
4. Ο πληθυσμός της χώρας, σύμφωνα με την περυσινή απογραφή (προωρινά στοιχεία της ΕΣΥΕ) είναι 10.787.690 άνθρωποι. Αν οι μετανάστες ήταν το 1/4 όπως ισχυρίζεστε, θα έφταναν τους 2.700.000. Όμως όλοι οι σοβαροί μελετητές (πλην “Χρυσής Αυγής” και άλλων φωνασκούντων) τους υπολογίζουν σε 1.000.000 έως 1.500.000, το πολύ.
Από την πείρα των μεταναστών της δεκαετίας του ’90 (Αλβανών στη συντριπτική τους πλειονότητα) φαίνεται ότι πολλοί απ᾿ αυτούς και σχεδόν όλα τα παιδιά τους που γεννήθηκαν ή ήρθαν σε μικρή ηλικία κι έλαβαν ελληνική παιδεία νιώθουν Έλληνες (κι ανάμεσά τους πολλοί μαύροι). Δεν ξέρουμε τι θα γίνει με τους μετανάστες της τελευταίας δεκαετίας, κυρίως τους Ασιάτες. Αν όμως τους αντιμετωπίζουμε εχθρικά, μάλλον δεν τους οδηγούμε προς την αφομοίωση.
5. Το “εισβολείς” από πού προκύπτει, και μάλιστα όταν αφορά ανθρώπους ταλαιπωρημένους και διωγμένους από τη χώρα τους υπό την απειλή σφαγών η λιμοκτονίας;
Το ότι εμείς οι ίδιοι γελοιοποιούμε τον πολιτισμό μας (αριστεροί και δεξιοί -βλ. και τα άθλια ελληνικά των χρυσαυγιτών) δεν είναι επιχείρημα κατά της αποδοχής του αριθμού των μεταναστών που μπορούμε να ενσωματώσουμε και που θα εργαστούν σε δουλειές που απεχθάνονται πολλοί γηγενείς. Αντίθετα, είναι ένας ακόμα λόγος να αντιμετωπίσουμε με μεγαλύτερο σεβασμό την χριστιανική μας παράδοση και τον πολιτισμό μας και να προσπαθήσουμε να ζήσουμε όπως επιτάσσουν.
6. Συμφωνώ.
7. Υπονοείς ότι η Εκκλησία θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει χρυσαυγίτικες μεθόδους για να φύγουν οι μετανάστες; Μα, τότε, απειθώντας στις εντολές Του, δε θα ‘ταν το σώμα του Χριστού, που οδηγεί τον άνθρωπο στην κοινωνία με τον Θεό, αλλά ένας ανθρώπινος οργανισμός ολοκληρωτικού τύπου.
Φοβᾶμαι ὁτι, ποτισμένοι μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δίνουμε (ἀφελῶς;) στούς ἐχθρούς του τό σκοινί γιά νά Τόν κρεμάσουν…
Ο χριστιανισμός άνθισε μέσα στη θυσία του Θεανθρώπου και δεκάδων εκατομμυρίων μαρτύρων που Τον μιμήθηκαν. Οι μάρτυρες είναι η δόξα της Εκκλησίας. Η Εκκλησία προτιμά ατην αγχόνη από την κοσμική δύναμη και νικά δια της σταυρώσεως, του απαγχονισμού, της φτώχειας και της αδυναμίας. Όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος: “[i]Βλέπετε γὰρ τὴν κλῆσιν ὑμῶν, ἀδελφοί, ὅτι οὐ πολλοὶ σοφοὶ κατὰ σάρκα, οὐ πολλοὶ δυνατοί, οὐ πολλοὶ εὐγενεῖς• ἀλλὰ τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τοὺς σοφούς, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά, καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήσῃ, ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.[/i]”