Οι ταλανισμοί κατά των Φαρισαίων (Κατά Ματθαίον 23, 2-32)

11
3169

Αλέξανδρος Κοσματόπουλος

Ο Ιησούς ουδέποτε καταδικάζει τους τελώνες, τις πόρνες και τους αμαρτωλούς, με τους οποίους συντρώγει, αλλά κατά των Φαρισαίων και Γραμματέων είναι αμείλικτος. Κατακρίνει στο πρόσωπό τους την υποκρισία, την αρπαγή, την απληστία, το φθόνο, όλα εκείνα που εμποδίζουν τον άνθρωπο να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού και να ανοιχτεί στο πλήρωμα  της ζωής. Θα ήταν σφάλμα ωστόσο να νομίσουμε ότι οι λόγοι του απευθύνονται μόνο κατά των συγκεκριμένων ακροατών του. Ο Χριστός καταφέρεται και κατά όλων εκείνων που στο διάβα των αιώνων δεν θα επιτρέψουν με τους τρόπους τους στους ανθρώπους να αποκτήσουν επίγνωση  του Θεού, συμβάλλοντας στην παραγνώριση του Ευαγγελίου του. Ο φαρισαϊσμός αποτελεί κοινό γνώρισμα των ανθρώπων που οχυρωμένοι πίσω από κάποια στάση, ακόμη και όταν δεν πιστεύουν σε τίποτα, εχθρεύονται μόνο ή λοιδορούν.

Οι Φαρισαίοι και οι Γραμματείς είναι οι τοποτηρητές του Νόμου. Οποιαδήποτε παρέκκλιση ή παράβαση μπαίνει στο στόχαστρο της μομφής και της κατάκρισής τους. Θωρακισμένοι πίσω από το γράμμα του Νόμου, πίσω από αυτό που κατέχουν και τους κατέχει, είναι αυτάρκεις, πλούσιοι και ισχυροί. Η ισχύς τούς παρέχει την απόλυτη βεβαιότητα για τον εαυτό τους, γι’  αυτό που είναι και εκπροσωπούν. Πόσο διαφορετική είναι η κατάσταση και η θέση εκείνου που θέλει να ακολουθήσει τα βήματα του Χριστού. Τι θα μπορούσε να αντιτάξει αντίκρυ στους κάθε λογής φαρισαίους, παρά τούτο τον λόγο: «Είμαι φτωχός, ενδεής, και απογυμνωμένος από αυταπάτες και όνειρα».

«Επί της Μωυσέως καθέδρας εκάθισαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι……Δεσμεύουσι γαρ φορτία βαρέα και δυσβάστακτα και επιτιθέασιν επί τους ώμους των ανθρώπων, τω δε δακτύλω αυτών ου θέλουσι κινήσαι αυτά…. Πάντα δε τα έργα αυτών ποιούσι προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις…

»Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισσαίοι υποκριταί, ότι κλείετε την βασιλείαν  των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων˙ υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν…

»Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι περιάγετε την θάλασσαν και την ξηράν ποιήσαι ένα προσήλυτον, και όταν γένηται, ποιείτε αυτόν υιόν γεένης διπλότερον υμών…Οδηγοί τυφλοί, οι διυλίζοντες τον κώνωπα την δε κάμηλον καταπίνοντες…

»Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι παρομοιάζετε τάφοις  κεκονιαμένοις, οίτινες έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι, έσωθεν δε γέμουσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας. Ούτω και υμείς έξωθεν μεν φαίνεσθε τοις ανθρώποις δίκαιοι, έσωθεν δε μεστοί εστε υποκρίσεως και ανομίας… » (Ματθ.23, 2-28).  (Στην καθέδρα του Μωυσή κάθισαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι….Φτιάχνουν φορτία βαριά και δυσβάστακτα και τα φορτώνουν στους ώμους των ανθρώπων, αλλά οι ίδιοι δεν τα ακουμπούν ούτε με το δάχτυλό τους…. ΄Όλα τους δε τα έργα τα κάνουν για να τους βλέπουν οι άνθρωποι… Αλίμονο σε σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι κλείνετε στους ανθρώπους την βασιλεία των ουρανών. Ούτε εσείς μπαίνετε, αλλά ούτε αφήνετε κι εκείνους που θέλουν να μπουν…. Αλίμονο σε σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί τριγυρνάτε σε στεριά και θάλασσα για να κάνετε ένα προσήλυτο, και όταν γίνει τον κάνετε παιδί της γέεννας, δυο φορές περισσότερο από σας…. Οδηγοί τυφλοί που διυλίζετε το κουνούπι και καταπίνετε την καμήλα… Αλίμονο σε σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί μοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους που εξωτερικά φαίνονται ωραίοι, και μέσα είναι γεμάτοι με οστά νεκρών και από κάθε ακαθαρσία….).

Η εμμονή των Φαρισαίων στο «θεαθήναι», προκειμένου να αποκρύψουν αυτό που πραγματικά είναι, η προσήλωση στην εφαρμογή του τύπου και η παραγνώριση του Πνεύματος που διέπει το Νόμο, κάνει τον Ιησού να μιλά με τρόπο τόσο απερίφραστο εναντίον τους. Μοιάζουν με τάφους ασβεστωμένους που φαίνονται ωραίοι, αλλά είναι γεμάτοι με νεκρά οστά και ακαθαρσίες. Στον Λουκά μάλιστα (11, 44) παρομοιάζονται με τάφους υπόγειους που δεν φαίνονται, ώστε να μη μπορεί κανείς να τους εντοπίσει.

Οδηγοί τυφλοί, που γυρίζουν στεριά και θάλασσα για να κάνουν έναν προσήλυτο, για να τον καταδικάσουν κι εκείνον στη γέεννα, έξω από την κοινωνία του Θεού. Ικανοποιημένοι από την επιτυχία προσηλυτίζοντας κάποιον, από την επίδραση που ασκούν, όχι μόνο δεν βλέπουν το ουσιώδες, αλλά τυφλώνουν κι εκείνους που υποτίθεται πως καθοδηγούν.

Διατυμπανίζουν τη ρήξη και την ανωτερότητά τους απέναντι στους πατέρες τους, λέγοντας ότι αν ζούσαν τον καιρό εκείνων δεν θα έβαφαν τα χέρια τους στο αίμα των δικαίων. Η αποποίηση κάθε ευθύνης είναι εκείνη που θα τους οπλίσει εναντίον του Ιησού, αλλά και οποιουδήποτε άλλου τολμήσει να προσβάλει την περίκλειστη επικράτειά τους.

Ο Ιησούς θεωρεί τη στάση των Φαρισαίων ως πηγή σκανδάλων, μνημείο υποκρισίας, αλαζονείας, και ψεύδους. Το σκάνδαλο στα Ευαγγέλια δεν είναι ένα υλικό αντικείμενο αλλά πάντα κάποιος άλλος, ή εμείς οι ίδιοι, στο βαθμό που διαβρωνόμαστε από τους άλλους. Εξ ου και «ο αγαπών τον αδελφόν αυτού εν τω φωτί μένει και σκάνδαλον αυτώ ουκ έστιν» (Α΄ Ιω. 2,10).  Συμπληρωματικά της ρήσης αυτής του Ιωάννη από την Α΄ Επιστολή του, και σε αντιπαράθεση με την φαρισαϊκή στάση και συμπεριφορά, θεωρώ τα λεγόμενα από τον αββά Ισαάκ τον Σύρο, περί του ταπεινόφρονος ανθρώπου:

«Ο ταπεινόφρων εν παντί καιρώ εν αναπαύσει εστίν, ότι ουκ έστι τί κινούν ή θροούν την διάνοιαν αυτού….Ακολουθεί δε τη ταπεινώσει η επιείκεια και το συνάξαι εαυτόν, όπερ εστιν η σωφροσύνη των αισθήσεων, φωνή σύμμετρος, σμικρολογία, καταφρόνησις εαυτού, εσθής ευτελής, βάδισμα μη σεσοβημένον, το προσέχειν κάτω, το υπερέχειν εν ελεημοσύνη, ταχύτης δακρύων, ψυχή μεμονωμένη, ακινησία θυμού, καρδία συντετριμμένη, ασκόρπιστοι αισθήσεις, σμικρότης πραγμάτων, σμικρότης εν πάσι χρεία, το βαστάξαι, η υπομονή, το μη πτοείσθαι, η ισχυρότης της καρδίας η τικτομένη εκ του μίσους της χρονικής ζωής, η υπομονή των πειρασμών, έννοιαι βαρείαι και ουκ ελαφραί, σβέσις λογισμών, φυλακή των μυστηρίων της σωφροσύνης, η αιδώς, η ευλάβεια, και υπέρ πάντα ταύτα το ησυχάσαι πάντοτε, το την αγνωσίαν αεί προσκαλείσθαι». Η κατά παράταξη παράθεση των ιδιωμάτων της ταπεινοφροσύνης στο παραπάνω απόσπασμα, η εναλλαγή απαρεμφάτων και ουσιαστικών,  όπως και η χρήση ή μη των άρθρων, υποδηλώνουν τον τραχύ εσωτερικό αγώνα που αναλαμβάνει ο άνθρωπος που αυτο-εγκαταλείπεται επιθυμώντας μόνο τον Χριστό. Η αποφασιστικότητα του αφιέναι τα πάντα, είναι που οδηγεί στο κατώφλι μεταξύ χρόνου και αιωνιότητας.

Ο Ιησούς με τους λόγους του αντιτίθεται σε κάθε ιεραρχία. Δεν καταδικάζει μόνο τους ομιλούντες από την καθέδρα του Μωυσή, αλλά  από οποιαδήποτε καθέδρα, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αντικατέστησαν την καθέδρα του Μωυσή με την καθέδρα του Χριστού, ομιλώντας σαν να είναι γνώστες της αλήθειας και σωσμένοι, λησμονώντας ότι καθέδρα του Χριστού είναι ο Σταυρός, που επάνω του θραύονται όλα τα ψεύδη του κόσμου. Φαρισαϊσμός σημαίνει εμμονή στο ψεύδος και στην φρεναπάτη. Όταν ντυνόμαστε το ψεύδος και το περιφέρουμε ως υπερούσια στολή, ιδεολογική ή άλλη.

Μέσα από τους ταλανισμούς διαφαίνεται, πιστεύω, το μυστήριο της Εκκλησίας. Στην Εκκλησία δεν υπάρχουν άρχοντες και αρχόμενοι, εξουσιαστές και εξουσιαζόμενοι. Όλοι μετρώνται κατά το μέτρο της ταπεινοφροσύνης και της αγάπης του Χριστού. «Εις γαρ εστιν υμών ο διδάσκαλος, ο Χριστός· πάντες δε υμείς αδελφοί εστέ…Ο δε μείζων υμών έστε υμών διάκονος» (Ματθ. 23, 8,10). Ο τόπος και ο τύπος Χριστού δεν είναι αξίωμα. Είναι η θέση του αθώου θύματος που διώκεται αναίτια και τίποτα δεν διεκδικεί. Μόνο μια «πτώση» μπορεί ίσως στις μέρες μας – και όχι μόνο στις μέρες μας – να εισαγάγει τον άνθρωπο στο πραγματικό νόημα της εν Χριστώ αγάπης. ΄Ένα καταβύθισμα στα εσώτερα της καρδιάς, μια παραίτηση από τα πράγματα του κόσμου.

Η παρουσία του Ιησού δεν επιφέρει ομοψυχία στο ακροατήριό του, όπως θα μπορούσε να επιβάλλει κάποια ιεροπρεπής εμφάνιση. Τον λόγο Του ακολουθούν διαφωνίες, αμφισβητήσεις, λοιδορίες. Οι μαθητές ερίζουν μπροστά του για πρωτοκαθεδρίες. Ο υπηρέτης του Καϊάφα τον ραπίζει, επειδή θεωρεί ότι δεν έδειξε τον προσήκοντα σεβασμό, προσβάλλοντας με την απάντησή του το «ιερό πρόσωπο» του αρχιερέα. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες τον μαστιγώνουν και τον εμπαίζουν. Και όλα τούτα για να αναφανεί η άφατη κένωση του Πατρός, η άπειρη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. «Σε μας εμφανίστηκε με τόση ταπεινότητα που οι άνθρωποι μπόρεσαν, λόγω της συνηθισμένης του εμφάνισης, να τον συλλάβουν και να τον κρεμάσουν στο ξύλο του Σταυρού».

Η ταπεινοφροσύνη δεν αποτελεί ανθρώπινη ιδιότητα. Είναι εκ Θεού. Γι’ αυτό και ο ταπεινόφρων δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. 

Οι εκφράσεις που χρησιμοποιεί ο Ιησούς κατά των Γραμματέων και Φαρισαίων, μιας θρησκευτικής κάστας με ιδιαίτερο κύρος, είναι συντριπτικές. Η τόλμη και το ανενδοίαστο των λεγομένων του εκπλήσσουν. Τους ονομάζει όφεις και γεννήματα εχιδνών. Γι’ αυτό κι εκείνοι ζητούν ν’ αρπάξουν κάτι από το στόμα του για να τον κατηγορήσουν. Και στο μαρτύριο του Στεφάνου, τα τελευταία λόγια του μάρτυρα στο Συνέδριο αποτελούν μια επανάληψη των ταλανισμών κατά των Φαρισαίων, δείχνοντας προς τα μελλοντικά θύματα στα οποία αναφέρονται οι ταλανισμοί, με τις διώξεις και τους φόνους που θα ακολουθήσουν: «Δια τούτο και η σοφία του Θεού είπεν· αποστελώ εις αυτούς προφήτας και αποστόλους, και εξ αυτών αποκτενούσιν και διώξουσιν…» (Λουκ. 11, 49).

Τα λόγια του Στεφάνου είναι τόσο ανυπόφορα για τους  ακροατές του, που μέσα στη φονική τους μανία κλείνουν τ’ αυτιά για να μην τον ακούν: «Σκληροτράχηλοι και απερίτμητοι καιρδίαις και τοις ωσίν, υμείς αεί τω πνεύματι τω αγίω αντιπίπτετε, ως οι πατέρες υμών και υμείς. Τίνα των προφητών ουκ εδίωξαν οι πατέρες υμών; Και απέκτειναν τους προκαταγγείλαντας περί της ελεύσεως του δικαίου, ου νυν υμείς προδόται και φονείς εγένεσθε, οίτινες ελάβετε τον νόμον εις διαταγάς αγγέλων και ουκ εφυλάξατε» (Πραξ. 7, 51-58). (Σκληροτράχηλοι και απερίτμητοι στην καρδιά και στ’ αυτιά, αντιστέκεστε πάντα στο Πνεύμα το ΄Αγιο, όπως οι πατέρες σας κι εσείς. Ποιον από τους προφήτες δεν καταδίωξαν οι πατέρες σας; Και φόνευσαν όσους προανήγγειλαν τον ερχομό του Δικαίου, που τώρα εσείς γίνατε προδότες και φονιάδες του,  εσείς που λάβατε το νόμο με διαταγή των αγγέλων και δεν τον τηρήσατε).

Οι ταλανισμοί κατά των Φαρισαίων παραπέμπουν στον δεύτερο πειρασμό του Ιησού στην έρημο, όπου ο σατανάς τού υπόσχεται την κυριαρχία του κόσμου, υπό τον όρο να τον προσκυνήσει. Η απόρριψη κάθε μορφής επίγειας εξουσίας εκ μέρους του Ιησού είναι απερίφραστη.

Η οικουμενικότητα των λόγων του καταφαίνεται ακόμη περισσότερο στο τέλος των ταλανισμών: «Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι οικοδομείτε τους τάφους  των προφητών και κοσμείτε τα μνημεία των δικαίων και λέγετε˙ ει ήμεν εν ταις ημέραις των πατέρων ημών, ουκ αν ήμεν κοινωνοί αυτών εν τω αίματι των προφητών˙ ώστε μαρτυρείτε εαυτοίς ότι υιοί εστέ των φονευσάντων τους προφήτας….». (Αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί κτίζετε  τους τάφους των προφητών και στολίζετε τα μνημεία των δικαίων και λέτε, «αν ζούσαμε στις ημέρες των πατέρων μας δεν θα παίρναμε μέρος στο φόνο των προφητών». ΄Ώστε ομολογείτε ότι είστε παιδιά εκείνων που σκότωσαν τους προφήτες). Και ακολουθεί ο τρομερός λόγος: «Αμήν λέγω υμίν, ήξει ταύτα πάντα επί την γενεάν ταύτην» (Ματθ. 23,29-37). Και στον Λουκά (11, 50-51): «΄Ινα εκζητηθή το αίμα πάντων των προφητών το εκχυνόμενον από καταβολής κόσμου από της γενεάς ταύτης…». ΄Όπως η «καταβολή του κόσμου» δεν έχει να κάνει με την εβραϊκή κοινότητα και θρησκεία, έτσι και η έκφραση «γενεά ταύτη» δεν αναφέρεται μόνο στη γενεά που ζούσε κατά την περίοδο της εμφάνισης του Χριστού επί της γης, αλλά σε όλη την περίοδο της διάδοσης του αγγέλματος του Ευαγγελίου, στην απόρριψή του, και στα τρομερά δεινά που θα ακολουθήσουν αυτή την απόρριψη. ΄Οχι ως «εκδίκηση» εκ μέρους του Θεού ή εκδήλωση της «οργής» του, αλλά ως συνέπεια της όλης συμπεριφοράς της ανθρωπότητας.

Η εκδίκηση και ο όλεθρος δεν ανήκουν στον Θεό της αγάπης και της  ταπεινοφροσύνης, αλλά στις πλέον τερατώδεις και αιμοδιψείς αρχαϊκές θεότητες που, παραδόξως, παρά την οργιώδη τεχνολογική πρόοδο και εξέλιξη, όπου όλα θεωρούνται επιτρεπτά, αναβιώνουν στο πνεύμα του κόσμου μας.

πηγή: Aντίφωνο

11 Σχόλια

  1. Αγαπητέ Αλέξανδρε νομίζω πως είναι εξίσου σημαντικό, αν όχι σημαντικότερο μιας και τοποθετείται στην αρχή, το:
    «Επί της Μωσέως καθέδρας εκάθισαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι.
    [b]πάντα ουν όσα εάν είπωσιν υμίν τηρείν, τηρείτε και ποιείτε, κατά δε τα έργα αυτών μη ποιείτε·[/b]
    λέγουσι γαρ, και ου ποιούσι.».
    Ελπίζω να μη το προσπεράσατε ελαφρά τη καρδία.
    Όλα όσα μας λένε οι ‘φαρισαίοι’ πρέπει να τα κάνουμε. Εν ολίγοις να γίνουμε ποιηταί του Νόμου κι όχι ακροαταί ή διδάσκαλοι Αυτού!
    Διότι: ” ου γαρ οι ακροαταί του νόμου δίκαιοι παρά τω θεώ αλλ’ οι ποιηταί του νόμου”

    Και κάτι ακόμη. Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια παραπάνω για την ‘κένωση του Πατρός’; Τι ακριβώς έχετε στο μυαλό σας;

  2. Αγαπητέ “Ωκεανέ”,
    δεν θα ήθελα να έχω την τύχη του Οδυσσέα, τον οποίο ο Δάντης τοποθετεί στην Κόλαση. Σύμφωνα με την “Θεία Κωμωδία”, ο Οδυσσέας μετά την επιστροφή του στην Ιθάκη αποφασίζει με τους συντρόφους του, οι οποίοι δεν είχαν χαθεί στο ταξίδι της επιστροφής, όπως μας λέει ο ΄Ομηρος, να διασχίσει τον Ωκεανό, τον μυθικό ποταμό που έζωνε τη γη, ενθαρρύνοντάς τους με τα εξής λόγια:
    “Αδέρφια, που διασχίζοντας μύριους κινδύνους φτάσατε στη δύση
    μην αρνηθείτε την εμπειρία του κόσμου που βρίσκεται
    πίσω από τον ήλιο και δεν έχει σχήμα ανθρώπου. Τη φύτρα σας
    αναλογιστείτε. Δεν γεννηθήκατε να ζήσετε σαν κτήνη
    μα αρετή και γνώση ν’ ακολουθείτε”.
    Βγαίνοντας με το πλοίο τους από την καταχνιά του Ωκεανού αντικρύζουν το βουνό του Καθαρτηρίου, αλλά τότε ένα πελώριο κύμα τους καταπίνει.
    Αυτό που ρωτάτε για την “κένωση του Πατρός” είναι ένα ανάλογο κύμα.
    Όλα αυτά τα κείμενα που γράφω για τα Ευαγγέλια, και ίσως κάποτε πάρουν σχήμα βιβλίου, πιστεύω πως θα αλληλοσυμπληρώνονται ώστε να απαντούν και σε παραθέματα όπως αυτό που αναφέρετε για τα λόγια των Φαρισαίων σε σχέση με τα έργα τους. Πάντως κάνατε πολύ καλά που το επισημάνατε, ώστε να μη μου διαφύγει. Διότι άλλο το “ελαφρά τη καρδία” και άλλο το “βεβαρυμένον της καρδίας”.

  3. Αγαπητέ Αλέξανδρε, συγγνώμη αν ο τρόπος της γραφής μου σας κάνει να μην καταλαβαίνετε τι θέλω να τονίσω. Δεν αναφέρθηκα στα λόγια των Φαρισαίων σε σχέση με τα έργα τους αλλά στα λόγια του Κυρίου σχετικά με το τι πρέπει να κάνουμε όλοι μας.
    Επαναλαμβάνω: [b]«πάντα ουν όσα εάν είπωσιν υμίν τηρείν, τηρείτε και ποιείτε, κατά δε τα έργα αυτών μη ποιείτε». [/b]
    Αν εγώ κολλήσω στα έργα των «Φαρισαίων» ποια η διαφορά μου από αυτούς , αν θυμηθούμε την περικοπή του Τελώνου/Φαρισαίου; Δεν κολλάω στο τι κάνει ο «Φαρισαίος» αλλά σ’αυτό που με καλεί ο Κύριος: [b]Να κάνω ό,τι οι ‘Φαρισαίοι’ μου λένε να κάνω χωρίς να κρίνω αυτούς που άλλα λένε κι άλλα κάνουν.[/b]
    Σημειωτέον ότι ό,τι μας λέγανε οι ‘Φαρισαίοι’ αιώνες τώρα μας το λένε και τώρα. Αυτό θα ήθελα να το τονίσω διότι υπάρχουν στις μέρες μας ορισμένοι που, αδικαιολόγητα κατά τη γνώμη και ελαφρά τη καρδία αλλά και τη διανοία, μας λένε ότι τα πράγματα άλλαξαν και ‘απαιτούνται’ αλλαγές σε πολλά από αυτά που μας λένε να τηρούμε.

    «Κένωση» και «πελώριο κύμα που καταπίνει»; Δεν μου ταιριάζουν. Όπως φυσικά και το «Κένωση»/«Πατήρ». Αυτά τα ολίγα διότι αυτά είναι υψηλά θέματα και πρέπει να τα προσεγγίζουμε …περιτρόμω διανοία.

  4. Όπως το “μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν” δεν σημαίνει ότι ο Θεός μας βάζει σε πειρασμούς, όπως σωστά, νομίζω, το επανερμήνευσαν οι Πατέρες, έτσι και η φράση από το κατά Λουκάν (11, 50-51): «΄Ινα εκζητηθή το αίμα πάντων των προφητών το εκχυνόμενον από καταβολής κόσμου από της γενεάς ταύτης…», δεν δέχομαι ότι αποδίδει κυριολεκτικά αυτό που η Ορθόδοξη πίστη πρεσβεύει. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι ο Θεός τιμωρεί τα παιδιά για τα λάθη των γονιών. Στο κείμενό σας όμως αυτό δεν γίνεται σαφές. Μήπως θα μπορούσατε να ερμηνεύσετε γιά λίγο αυτό το σημείο; Το κείμενό σας έχει μία αντίφαση που αναιρεί την ερμηνεία που περιέχεται στην πρόταση :
    “΄Οχι ως «εκδίκηση» εκ μέρους του Θεού ή εκδήλωση της «οργής» του, αλλά ως συνέπεια της όλης συμπεριφοράς της ανθρωπότητας.”
    Πριν λίγο είχατε αποδώσει “… τα τρομερά δεινά …” στην απόρριψη του “…αγγέλματος του Ευαγγελίου…” , και φαντάζομαι ότι υπονοείτε την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον Τίτο το 70 μ.Χ. και όχι κάποια σφαγή που έγινε στην Κίνα αυτή την εποχή.
    Πώς είναι δυνατόν να θεωρούμε ότι τιμωρήθηκαν τα επόμενα χρόνια αυτοί που απέρριψαν το Ευαγγέλιο. Ποια ιστορικά γεγονότα επικαλείστε. Αν θυμάμαι καλά αυτή την περίοδο συνέβηκε και ο πρώτος διωγμός των Χριστιανών από τον Νέρωνα, και μάλιστα με φρικτούς τρόπους που δεν θέλω ούτε να αναλογιστώ ούτε να αναφέρω. Κάποιοι θα μπορούσαν να αποδώσουν και το μαρτύριο του Αποστόλου Πέτρου σε τιμωρία των αθώων της γενεάς αυτής που έπρεπε πλέον να “πληρώσει” για τον φόνο των προφητών από τις προηγούμενες.
    Πολύ περισσότερο παρακαλώ να μου υποδείξετε, αν διαθέτετε, κείμενα ή σχόλια που να εξηγούν πειστικά το δικαίωμα που έχουμε να ερμηνεύουμε φράσεις όπως “το μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν” τόσο ριζικά αντίθετα από το προφανές του περιεχόμενο, όσο επιχειρεί ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος στην επιστολή του :
    “… 13 Μηδεὶς πειραζόμενος λεγέτω ὅτι ἀπὸ Θεοῦ πειράζομαι· ὁ γὰρ Θεὸς ἀπείραστός ἐστι κακῶν, πειράζει δὲ αὐτὸς οὐδένα. 14 ἕκαστος δὲ πειράζεται ὑπὸ τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας ἐξελκόμενος καὶ δελεαζόμενος· 15 εἶτα ἡ ἐπιθυμία συλλαβοῦσα τίκτει ἁμαρτίαν, ἡ δὲ ἁμαρτία ἀποτελεσθεῖσα ἀποκύει θάνατον….”
    Ευχαριστώ για το έργο σας

  5. Αγαπητέ κύριε Δεληνικόλα,
    το απόσπασμα του αδελφόθεου Ιακώβου που αναφέρετε περιλαμβάνεται στο κείμενό μου “Η επί του όρους ομιλία” που υπάρχει στο Αντίφωνο. Εκεί λέγονται μερικά πράγματα που πιθανόν απαντούν στα ερωτήματά σας. Αν χρειαστεί θα ξαναμιλήσουμε.

  6. Αγαπητέ, όντως καί όχι τυπικά, αφού τα κείμενα και οι μεταφράσεις σας σάς έχουν κάνει αγαπητό, κύριε Κοσματόπουλε,
    μολονότι το κείμενό σας “Η επί του όρους ομιλία” περιέχει ακόμη και την φράση που προκάλεσε την ερώτησή μου:
    “Η βία τελικά θα στραφεί σε εκείνους στους οποίους ανήκει: «Αμήν λέγω υμίν, ήξει ταύτα πάντα επί την γενεάν ταύτην» (Ματθ. 23,36).”,
    καθώς και τους στίχους του Ιακώβου του αδελφόθεου, δεν υπάρχει απάντηση στο ερώτημά μου, σαφής και όχι υπονοούμενη. Το επαναλάμβάνω:

    Πολύ περισσότερο παρακαλώ να μου υποδείξετε, αν διαθέτετε, κείμενα ή σχόλια που να εξηγούν πειστικά το δικαίωμα που έχουμε να ερμηνεύουμε φράσεις όπως “το μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν” τόσο ριζικά αντίθετα από το προφανές του περιεχόμενο, όσο επιχειρεί ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος στην επιστολή του : 
“… 13 Μηδεὶς πειραζόμενος λεγέτω ὅτι ἀπὸ Θεοῦ πειράζομαι·…”
    Δεν ρωτώ για την ίδια την αλήθεια γιατί όλοι την ξέρουμε. Είναι προσωπική μας ευθύνη του καθενός η ερμηνεία και η εξήγηση, η κριτική κατανόηση, οιουδήποτε λόγου από όπου κι αν προέρχεται, πρωταρχικά δε του Ευαγγελίου. Η προσωπική ερμηνεία είτε των Πατέρων είτε του τελευταίου αγράμματου ανθρώπου είναι ένα βοήθημα, αλλά η κατανόηση και η ευθύνη της ερμηνείας είναι δική μας και της πηγής της συνειδητότητας μέσα στον καθένα μας. Πως αλλιώς θα ήμασταν υπεύθυνοι. Αυτή είναι η απάντηση στην ερώτηση του πώς επιτρέπεται να αναιρούνται και ερμηνεύονται οι αντιφατικές διατυπώσεις της Γραφής, μολονότι ιερείς και θεολόγοι φοβούνται να μιλήσουν ανοιχτά για να μην σκανδαλίσουν τους αφελείς που ακολουθούν αυθεντίες, φορτώνοντας έτσι τον λόγο τους με υπαινιγμούς και ασάφειες, μειώνοντας την δύναμή του με αισθηματικές και “παθιάρες” αλλά όχι σταράτες διατυπώσεις. Επιλέγουν την ίδια κακώς εννοούμενη ανοχή με την οποία δεν διώχνουν κακόφωνους ή ματαιόδοξους πολτόφωνους ψάλτες που κάνουν αδύνατη την προσευχή στους ναούς.
    Παρακάλεσα απλώς, επειδή έχετε πολύ περισσότερο μελετήσει Πατερικά κείμενα και την Αγία Γραφή απ’ ότι εγώ, να μου δώσετε παραπομπές. Δεν είναι ανάγκη να γίνει σύντομα. Αν μάλιστα προκαλέσει το αίτημά μου ένα κείμενο εστιασμένο στο θέμα αυτό, ακόμη καλύτερα, αλλά εξαρτάται πάντα από την υποκειμενική σας ανάγκη και πορεία έρευνας.

  7. [quote name=”Νίκος Δεληνικόλας”]Είναι προσωπική μας ευθύνη του καθενός η ερμηνεία και η εξήγηση, η κριτική κατανόηση, οιουδήποτε λόγου από όπου κι αν προέρχεται, πρωταρχικά δε του Ευαγγελίου. Η προσωπική ερμηνεία είτε των Πατέρων είτε του τελευταίου αγράμματου ανθρώπου είναι ένα βοήθημα, αλλά η κατανόηση και η ευθύνη της ερμηνείας είναι δική μας και της πηγής της συνειδητότητας μέσα στον καθένα μας. Πως αλλιώς θα ήμασταν υπεύθυνοι.
    [/quote]

    Το Ευαγγέλιο είναι βιβλίο της Εκκλησίας, και μόνο μέσα σ᾿ αυτήν κατανοείται κι ερμηνεύται αυθεντικά. Υπεύθυνη για την ερμηνεία του είναι η Εκκλησία. (βλ. και το αναρτημένο στο “Αντίφωνο” άρθρο “Πνευματικοίς πνευματικά συγκρίνοντες”.)
    Αυτό φυσικἀ δεν αποκλείει και τον κάθε πιστό να μετέχει σ’ αυτήν την ερμηνεία και την κατανόηση προσωπικά. Ο π. Παΐσιος μου έλεγε: “Διάβαζε το Ευαγγέλιο με προσοχή και ευλάβεια. Κι όταν κάτι δεν καταλαβαίνεις, μην προσπαθείς να το κατανοήσεις διανοητικά, αλλά προσευχήσου στον Θεό λέγοντας: “Εδώ υπάρχει κάτι πολύ άγιο και μεγάλο, κι εγώ είμαι πολύ μικρός κι αμαρτωλός για να το καταλάβω. Φώτισε με, σε παρακαλώ”. Κι ο Θεός κάποια στιγμή θα σε φωτίσει και θα το καταλάβεις”.

  8. Αγαπητέ κ. Δεληνικόλα,
    ευχαριστώ την αγάπη σας για όσα λέτε για μένα. Μη μου ζητάτε να σας αναφέρω κείμενα και παραπομπές για τα λεγόμενά μου. Δεν είμαι ούτε ειδικός ούτε θεολόγος. Ψωμί να φάω ζητώ, νερό να πιω, και αέρα να αναπνεύσω. Πιστεύοντας ότι η Εκκλησία είναι ένας ζωντανός οργανισμός και όχι ένα κιβούρι.
    ΥΓ. Μου λέτε ότι έχω κατά νου την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον Τίτο και όχι κάποια σφαγή στα χρόνια μας στην Κίνα. Δεν είχα κατά νου καμιά συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Αλλά και η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και η υποτιθέμενη σφαγή στην Κίνα έχουν ένα κοινό παρονομαστή: τη βία και την καταστροφή. Και από πού βγάλατε το συμπέρασμα ότι η φράση”ίνα εκζητηθή κλπ.” υπονοεί ότι ο Θεός τιμωρεί τα παιδιά του; Θα ήταν έτσι ο κόσμος μας αν είχε γίνει αποδεκτό το μήνυμα του Ευαγγελίου; Νομίζω ότι αυτό που λέω είναι απολύτως σαφές. ΄Ολα τούτα αποτελούν συνέπειες της όλης στάσης και συμπεριφοράς της ανθρωπότητας, και μόνον αυτής.

  9. Και κάτι ακόμη:
    Ιεζεκιήλ (33, 1-11):
    Και συ, υιέ ανθρώπου, ειπόν τω οίκω Ισραήλ. Ούτως ελαλήσατε λέγοντες, Αι πλάναι ημών και αι ανομίαι ημών εφ’ ημίν εισίν, και εν αυταίς ημείς τηκόμεθα· και πώς ζησόμεθα; Είπον αυτοίς, Ζω εγώ, τάδε λέγει κύριος, Ου βούλομαι τον θάνατον του ασεβούς ως το αποστρέψαι τον ασεβή από της οδού αυτού και ζην αυτόν.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ