O Ντοστογιέφσκυ και η ηθική

20
1853

«Δεν μπορώ να πω πως ο Ντοστογιέφσκυ ήταν καλός η ευτυχισμένος άνθρωπος… Ήταν κακός, διεφθαρμένος και γεμάτος ζήλεια. Όλη του τη ζωή ήταν θύμα του πάθους, που θα τον είχε κάνει γελοίο και δυστυχισμένο, αν ήταν λιγότερο έξυπνος και λιγότερο κακός. Στην Ελβετία, μπροστά στα μάτια μου, φέρθηκε τόσο άσχημα στον υπηρέτη του, που ο άνθρωπος επαναστάτησε και του είπε: «μα κι εγώ είμαι άνθρωπος». Θυμάμαι πόση εντύπωση μου έκαναν αυτά τα λόγια… Ειπωμένα σε κάποιον που πάντα δίδασκε το αίσθημα της ανθρωπιάς στην υπόλοιπη ανθρωπότητα».

Τα λόγια αυτά ανήκουν στον Στράχοβ, έναν άνθρωπο που γνώριζε καλά τον Ντοστογιέφσκυ (βλέπε Gerarld Abraham, Dostoyevski) στηρίζονται όμως σε μια παρεξήγηση: ο Ντοστογιέφσκυ ποτέ δεν θέλησε να διδάξει στην ανθρωπότητα την καλοσύνη και την ανθρωπιά. Ο Ντοστογιέφσκυ δεν υπήρξε ποτέ ηθικολόγος, αντίθετα, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι συνειδητά και συστηματικά σε όλο του το έργο δεν έκανε τίποτε άλλο από το να μάχεται την Ηθική σε βαθμό προκλητικό. Αλλά ας μη σπεύσουμε να συμπεράνουμε από αυτό ότι ο Ντοστογιέφσκυ ήταν κήρυκας του αμοραλισμού. Ο Ντοστογιέφσκυ είχε το πάθος της αλήθειας. Είχε τη δύναμη να διεισδύσει στην ανθρώπινη συμπεριφορά και να μας αποκαλύψει με τον πιο δραματικό και συγχρόνως πειστικό τρόπο ότι αυτό που η Ηθική μας παρουσιάζει σαν «ηθικό» δεν είναι ποτέ αμιγώς «καλό», και ότι ο άνθρωπος ποτέ δεν μπορεί να εξαλείψει το κακό με την Ηθική, αφού κανένας απολύτως δεν μπορεί να είναι αμιγώς καλός. Επιπλέον, σε όλο του το έργο δεν έπαυσε να διακηρύττει ότι στο που μετράει στην ανθρώπινη ύπαρξη και συμπεριφορά δεν είναι η ηθική, αλλά η ελευθερία, και πως μόνον ό,τι είναι ελεύθερο είναι αληθινά καλό. Αυτό που θέλει να πει στους ανθρώπους ο Ντοστογιέφσκυ είναι ότι η διάκριση των ανθρώπων σε «καλούς» και «κακούς» είναι βασισμένη σε ένα ψέμα και ότι ο μόνος τρόπος να νικηθεί το κακό είναι να το πάρει κανείς ελεύθερα επάνω του. Ο Ντοστογιέφσκυ δεν είναι αμοραλιστής, αφού δεν παύει να περιγράφει το κακό ως τραγικότητα και συμφορά για τον άνθρωπο. Είναι όμως αντιμοραλιστής, διότι πιστεύει βαθιά ότι η Ηθική δεν μπορεί να οδηγήσει ποτέ στη λύτρωση του ανθρώπου από το κακό.

Στην ομιλία αυτή θα προσπαθήσω, στον λίγο χρόνο που έχω στη διάθεσή μου, να αναλύσω τη θέση αυτή επικεντρώνοντας την προσοχή μας σε δύο κυρίως σημεία: α) στο πρόβλημα του καλού και του κακού και β) στο θέμα της ελευθερίας. Θα προσπαθήσω στο τέλος να κάνω μια θεολογική αποτίμηση της θέσεως του Ντοστογιέφσκυ έναντι του προβλήματος της ηθικής.

Το πρόβλημα του καλού και του κακού

Η έννοια της Ηθικής στηρίζεται στη διάκριση μεταξύ καλού και κακού ήδη από την εποχή του Σωκράτη, που θεωρείται ιδρυτής της. «Όπως ορίζεται σε όλα τα σύγχρονα λεξικά, «η γενική μελέτη του καλού και η γενική μελέτη της ορθής πράξεως αποτελούν το κύριο έργο της ηθικής» (The Cambridge Dictionary of Philosophy, 1955, σ. 244). Χωρίς τη διάκριση καλού και κακού η έννοια της ηθικής καταρρέει.

Η διάκριση αυτή παίρνει συνήθως δύο μορφές. Η μία είναι ο χαρακτηρισμός των πράξεων ή τών αισθημάτων, κινήτρων, διαθέσεων κ.λπ. Ως καλών ή κακών. Εάν κάποιος αγαπά, έμπρακτα ή στις διαθέσεις ή προθέσεις του, πρόκειται για κάτι «καλό» -σύμφωνα με την κρατούσα ηθική πάντοτε- ενώ εάν μισεί πρόκειται για κάτι «κακό». Έτσι προκύπτουν οι γενικές αρχές της ηθικής, ανάλογα πάντοτε με τις πολιτισμικές, θρησκευτικές, φιλοσοφικές κ,λπ. Προϋποθέσεις κάθε εποχής και κάθε κοινωνίας.

Η άλλη μορφή, που παίρνει η διάκριση καλού και κακού, είναι ο χαρακτηρισμός των προσώπων ως καλών ή κακών. Στην αγγλοσαξονική ηθική των νεωτέρων χρόνων, η οποία επέδρασε και στη νοοτροπία και τον πολιτισμό και των δικών μας κοινωνιών, αυτή η μορφή διακρίσεως μεταξύ καλών και κακών ανθρώπων οδήγησε στην εμφάνιση της έννοιας του χαρακτήρος. Ο «χαρακτήρας» (character) είναι το υποκείμενο επάνω στο οποίο είναι «χαραγμένες» ορισμένες ηθικές ιδιότητες, καλές ή κακές, δηλαδή το υποκείμενο της ηθικής. Η έννοια του χαρακτήρος εφαρμόζεται ιδιαίτερα στην τέχνη, και μάλιστα στη λογοτεχνία, το μυθιστόρημα, το θέατρο κ.λπ. (λέμε, π. χ. , «οι χαρακτήρες» για τους ήρωες ενός λογοτεχνικού έργου).

Τόσο στο επίπεδο των γενικών αρχών της ηθικής όσο και σε εκείνο των χαρακτήρων, ο Ντοστογιέφσκυ αρνείται επίμονα τη διάκριση μεταξύ «καλού» και «κακού», δηλαδή αρνείται την ίδια τη βάση της ηθικής.

Στο επίπεδο των γενικών αρχών ο Ντοστογιέφσκυ θεωρεί την αγάπη ως την ύψιστη ηθική αξία: «Το κυριότερο πράγμα είναι να αγαπάς τους άλλους σαν τον εαυτό σου, αυτό είναι το παν, τίποτε άλλο δεν χρειάζεται», έγραφε κάποτε. Κι όμως είναι αδύνατο να τη διαχωρίσει από το μίσος. Γράφει χαρακτηριστικά στο Υπόγειο, ένα από τα πρώιμα και συγκλονιστικά του έργα: «Επήγα τόσο μακριά ώστε να φθάσω στο βέβαιο συμπέρασμα πως κυριολεκτικά η αγάπη συνίσταται στο παράξενο δικαίωμα να τυραννάς εκείνον που αγαπάς. Στα ονειροπολήματά μου κάτω στο υπόγειο φανταζόμουν τον έρωτα σαν μια πάλη που αρχίζει από το μίσος και καταλήγει στην ηθική υποταγή». Γι’ αυτό, το παράξενο συμπέρασμα είναι για τον Ντοστογιέφσκυ η καταπληκτική αλήθεια που την διατυπώνει με το παράπονο: «Στο μίσος μου για τους ανθρώπους της γης μας υπάρχει πάντοτε μια νοσταλγική αγωνία: γιατί να μην μπορώ να τους μισώ χωρίς να τους αγαπώ;… Και στην αγάπη μου γι’ αυτούς μέσα ήταν μια νοσταλγική θλίψη: γιατί να μην μπορώ να τους αγαπώ χωρίς να τους μισώ;».

Τα λόγια αυτά έρχονται σαν οδοστρωτήρας να γκρεμίσουν κάθε σαφή διάκριση μεταξύ καλού και κακού, ακόμη και στο επίπεδο της πιο μεγάλης ηθικής αξίας, που είναι και για τον ίδιο τον Ντοστογιέφσκυ η αγάπη. Τι να πει κανείς πλέον για τις άλλες ηθικές άξιες, που είναι σχετικές και μεταβάλλονται από εποχή σε εποχή; Το καλό και το κακό δεν αποσυνδέονται, δεν χωρίζουν, με τίποτε.

Αυτό ισχύει για τον Ντοστογιέφσκυ όχι μόνο στο επίπεδο των ηθικών αξιών, αλλά και των προσώπων. Όλοι οι ήρωες του Ντοστογιέφσκυ είναι συγχρόνως καλοί και κακοί. Η έννοια του ηθικού «χαρακτήρος» είναι στον Ντοστογιέφσκυ ανύπαρκτη. Δεν έχομε παρά να σταθούμε στο πιο σημαντικό και εκτενές έργο του, τους Αδελφούς Καραμάζοβ, που περικλείει μια μεγάλη ποικιλία χαρακτήρων από όλα τα κοινωνικά στρώματα και τους ψυχολογικούς τύπους: από το γέρο παραλυμένο πατέρα Καραμάζοβ ως τον ασκητικό γιο του Αλιόσα, τον άλλο γιο Ιβάν τον εγκεφαλικό άθεο ως τον μοναχό Ζωσιμά, τη μαζοχίστρια Λιζαβέτα ως την σαρκική Γκρούσενκα. Αφορμή για να ξετυλιχθεί το έργο είναι οι παράξενες συνθήκες της δολοφονίας του γερο-Καραμάζοβ, που αποδεικνύει ότι ηθικά ένοχοι είναι σχεδόν όλοι οι γιοι του, όχι μόνο ο πραγματικός δολοφόνος, αλλά και εκείνοι, που, ενώ είναι de facto αθώοι, έχουν αφήσει την καρδιά τους να αναπτύξει εγκληματικές προθέσεις. Στο έργο αυτό σχεδόν κάθε κύριο πρόσωπο διαπράττει κάποιο έγκλημα, αν όχι στην πράξη, πάντως στη σκέψη. Ακόμα και ο Αλιόσα δεν είναι άμοιρος ενοχής, αφού δεν κατάφερε να αποτρέψει ή να προλάβει το έγκλημα. Για τον Ντοστογιέφσκυ το πρόβλημα δεν είναι ηθικό, αλλά βαθύτατα υπαρξιακό. Ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος, είναι ένα μείγμα πανουργίας και απλότητας, αγνότητας και φιληδονίας, καλοσύνης και κακότητας. Ο Ντιμίτρι λέει: «Ήμουν ένας παλιάνθρωπος, κι όμως αγαπούσα τον Θεό… Το καλό και το κακό βρίσκονται σε μια τερατώδη συνύπαρξη μέσα στον άνθρωπο». Ο Μέγας Ιεροεξεταστής εντυπωσιάζεται από αυτή την αντιφατικότητα των ανθρώπων: διεφθαρμένοι άνθρωποι είναι συχνά καλοσυνάτοι, εγκληματίες είναι τρυφεροί και αισθηματικοί, πουριτανοί και ηθικιστές είναι σκληροί και άσπλαχνοι, όλοι είναι εξίσου ικανοί για το κακό και για το καλό.

Η διαπίστωση αυτή, ότι δηλαδή κάθε άνθρωπος είναι κακός συγχρόνως και καλός, καταργεί την Ηθική και εμφανίζει τον Ντοστογιέφσκυ ως μηδενιστή: αυτή είναι η ανθρώπινη φύση, δεν θεραπεύεται με τίποτε, το κακό διαποτίζει το καλό, το μη είναι διατρέχει την ύπαρξη. Έτσι ο Νίτσε θα βρει στο πρόσωπο του Ντοστογιέφσκυ τον μεγάλο του δάσκαλο, τον Προφήτη του μηδενισμού του.

Αλλά εδώ πρέπει να σταθούμε με προσοχή. Είναι ο Ντοστογιέφσκυ πράγματι μηδενιστής; Ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της αντί-ηθικιστής ανθρωπολογίας του;

Η πρώτη σημαντική παρατήρηση είναι ότι ο Ντοστογιέφσκυ καταρρίπτοντας την ηθική, που διακρίνει τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς, κλονίζει την υπεροψία του ουμανισμού, ο οποίος πιστεύει ότι με την ηθική μπορεί να εξαλείψει το κακό από τον κόσμο. Με τον τρόπο αυτόν ο Ντοστογιέφσκυ θεολογεί πατερικά: η σωτηρία του ανθρώπου δεν μπορεί να προέλθει από τον ίδιο τον άνθρωπο, αλλά μόνον από τον Θεό.

Δεύτερον, αναγνωρίζοντας σε κάθε άνθρωπο τη συνύπαρξη του καλού με το κακό, ο Ντοστογιέφσκυ καλεί όλους να αποφεύγουν την κατάκριση των άλλων ανθρώπων και να επικεντρώνουν το ενδιαφέρον και τη φροντίδα τους στις δικές τους αμαρτίες. Έτσι αποκτούν συγχρόνως τη μετάνοια και την αγάπη. Ο Ντοστογιέφσκυ κινείται έτσι στο πνεύμα του ευαγγελίου αλλά και των νηπτικών πατέρων («δος μοι, Κύριε, το οράν τα εμού πταίσματα και μη κατακρίνει τον αδελφών μου» ευχή Αγίου Εφραίμ).

Τρίτον, και σπουδαιότερο, το μείγμα καλού και κακού, που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη φύση, δεν οδηγεί απαραίτητα στον μηδενισμό. Είναι αποκαλυπτικά όσα περιγράφει ο Ντοστογιέφσκυ για τον ήρωα του έργου του Το όνειρο ενός Γελοίου ανθρώπου. Εκεί ο ήρωας του έργου, διαπιστώνοντας ότι όλα στη ζωή του ανθρώπου είναι μείγμα αντιθέσεων (καλού κακού, λογικού παραλόγου κ.λπ. ), πληγώνεται βαθιά και κλονίζεται η πίστη του στην ίδια την ύπαρξη: «Έξαφνα νιώθω», λέει, «πως μου ήταν αδιάφορο αν ο κόσμος υπήρχε, ή αν ποτέ δεν υπήρξε τίποτε, άρχισα να αισθάνομαι με όλο μου το είναι πως δεν υπήρχε τίποτε. Στην αρχή νόμισα πως πολλά πράγματα είχαν υπάρξει στο παρελθόν, αλλά μετά κατάλαβα πως ούτε και στο παρελθόν δεν υπήρξε ποτέ τίποτα, μα πως μόνο μου είχε φανεί πως υπήρχε, για κάποιο λόγο. Σιγά – σιγά κατάλαβα πως ούτε και στο μέλλον θα υπάρχει τίποτα».

Αυτός ο μηδενισμός δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην αυτοκτονία. Ο ήρωας του έργου αποφασίζει πράγματι να σκοτωθεί. Αλλά, εκεί που πήγαινε να πραγματοποιήσει το σχέδιο του, ένα κοριτσάκι τρεμάμενο και τρομαγμένο, που για κάποια αιτία βρισκόταν σε απόγνωση, του ζήτησε βοήθεια, και ο «γελοίος άνθρωπος» αλλάζει σχέδιο. Αυτό που τον κάνει να βρει νόημα στην παράλογη, κατά τα άλλα, ύπαρξη είναι η συνάντηση του Άλλου. Ο Άλλος είναι αυτός που δίνει την υπέρβαση του μηδενισμού. Ο Ντοστογιέφσκυ μας φέρνει στο χείλος του γκρεμού, αλλά δεν μας αφήνει στο κενό. Αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η ύπαρξη του Άλλου.

Αυτή η ύπαρξη του Άλλου, που δίνει νόημα στην ύπαρξη, δεν είναι ούτε οι αρετές ούτε οι κακίες του Άλλου, δηλαδή η ηθική -είναι αυτή και μόνο η ύπαρξή του. Ηθικά, ο Άλλος είναι ένα παράλογο, ένα μείγμα αντιθέσεων καλού και κακού. Θα ήταν γελοίο να τον προσεγγίσουμε ως ηθική υπόσταση. Μόνον η ύπαρξή του, γυμνή από κάθε ηθική ιδιότητα, δίνει νόημα και στη δική μας ύπαρξη. Αν αξίζει να υπάρχουμε, να μην αυτοκτονήσουμε, να μη γελοιοποιηθούμε, είναι γιατί υπάρχει ο Άλλος.

Αλλά για τον Ντοστογιέφσκυ ο Άλλος, όπως εμφανίζεται στο Όνειρο ενός Γελοίου, δεν είναι απλώς μια υπόσταση, ένα ον. Είναι μια ύπαρξη που υποφέρει. Αυτό είναι το ιδιάζον χαρακτηριστικό του ντοστογιεφσκικού υπαρξισμού. Η υπέρβαση του μηδενισμού, αυτό που δίνει νόημα στην ύπαρξή μας, είναι για τον Ντοστογιέφσκυ η αποδοχή της οδύνης. Για τον Ντοστογιέφσκυ υπάρχει μία και μόνη επιλογή αντί της αυτοκτονίας για τον άνθρωπο. Την εκφράζει ο Ιβάν Καραμάζοβ με το δίλημμα: ή τον σταυρό ή την αγχόνη. «Αύριο», λέει, «το σταυρό μα όχι το ικρίωμα. Όχι, δεν θα κρεμαστώ. Δεν θα μπορούσα ποτέ να αυτοκτονήσω». Και όπως λέει ο διάβολος στον Ιβάν, «οι άνθρωποι υποφέρουν, αλλά ζουν, ζουν μια ζωή πραγματική, όχι φανταστική, γιατί το να υποφέρεις είναι ζωή».

Για τον Ντοστογιέφσκυ η οδύνη και το πάθος έχουν μεταφυσικό περιεχόμενο, υπάρχει μια «μεταφυσική της οδύνης». Ο Ρασκόλνικοβ στο Έγκλημα και Τιμωρία γονατίζει μπροστά στη Σόνια και της φιλάει τα πόδια λέγοντας: «Γονάτισα όχι μπροστά σου, αλλά μπροστά σε όλη την ανθρωπότητα που υποφέρει». Και ο Ζωσιμάς εξηγεί το ότι γονάτισε μπροστά στον Ντιμίτρι Καραμάζοβ με τα λόγια: «γονάτισα χθες μπροστά στα όσα πρόκειται να υποφέρει (ο Ντιμίτρι)».

Αυτή η «μεταφυσική της οδύνης» δημιουργεί ένα ερώτημα: μήπως τελικά για τον Ντοστογιέφσκυ ο Σταυρός είναι το έσχατο, το ύψιστο αγαθό; Μήπως έχομε μια «ηθική του Σταυρού», στην οποία η οδύνη εσχατολογοποιείται, γίνεται η ίδια μέρος της Βασιλείας του Θεού η ακόμα και της ίδιας της ζωής της Αγίας Τριάδος, κάτι σαν τον «Πάσχοντα Θεό» του Moltmann; Μια τέτοια τάση φαίνεται να υπάρχει στη ρωσική παράδοση και να είναι ίσως μέρος της ίδιας της ρωσικής ψυχής. Το βλέπομε αυτό στη θεολογική σκέψη του Μπουλγκάκοβ ή ακόμα και του μακαριστού Γέροντα Σωφρονίου του Essex. Είναι άραγε αυτό αληθινό και για τον Ντοστογιέφσκυ;

Άλλοι, βαθύτεροι γνώστες του Ντοστογιέφσκυ, θα πρέπει να απαντήσουν στο ερώτημα αυτό. Προσωπικά, έχω τη γνώμη ότι, ενώ ο Σταυρός και η οδύνη είναι για τον Ντοστογιέφσκυ η μόνη, αληθινή και αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη, το μόνο αντίδοτο στη γελοιότητα της ηθικής που αγνοεί το παράλογο της συνύπαρξης μέσα στον ίδιο άνθρωπο του καλού και του κακού, εντούτοις δεν είναι για τον Ρώσο συγγραφέα το έσχατο μεταφυσικό αγαθό. Το έσχατο μεταφυσικό αγαθό είναι γι’ αυτόν η υπέρβαση της οδύνης, όχι η οδύνη καθαυτή. Ο Σταυρός είναι η μόνη αληθινή πραγματικότητα στην ύπαρξη, αλλά όχι και η έσχατη.

Στο τέλος του τμήματος που επιγράφεται: «Οι δοκιμασίες μιας ψυχής» στους αδελφούς Καραμάζοβ, ο Ντιμίτρι βλέπει ένα τρομερό όνειρο. Στα κατάλοιπα ενός καμένου χωριού μια χωρική γυναίκα προσπαθεί να ξεφύγει και να σωθεί, και δίπλα της ένα βρέφος που υποφέρει από την πείνα προσπαθεί να θηλάσει από το ξερό στήθος της μητέρας του. Τότε ο Ντιμίτρι, γράφει ο Ντοστογιέφσκυ, «αισθάνθηκε ένα αίσθημα οίκτου, που ποτέ άλλοτε δεν το είχε νιώσει, να ανεβαίνει στην καρδιά του, να θέλει να κλάψει, να κάνει κάτι για όλους αυτούς, έτσι ώστε το βρέφος να μην κλαίει πια, η μαύρη και κάτισχνη μάνα του να μη δακρύζει, να μην υπάρχουν πια απ’ εδώ και πέρα δάκρυα».

Έτσι ο Ντοστογιέφσκυ οραματίζεται το έσχατο αγαθό πέρα από την οδύνη. Ο Σταυρός πρέπει να ξεπεραστεί από την ανάσταση. Δεν έχει θέση στη Βασιλεία τού Θεού ο πόνος. Η αγάπη αγκαλιάζει την οδύνη, όχι για να της δώσει μεταφυσικό περιεχόμενο, αλλά για να τη μετατρέψει σε χαρά. Ο Ντοστογιέφσκυ δεν το λέγει, αλλά το υπονοεί: η Θεία ευχαριστία είναι πρόγευση της χαράς, όχι της λύπης -ούτε καν της χαρμολύπης.

Είπαμε ότι οι ήρωες τού Ντοστογιέφσκυ είναι μείγμα καλού και κακού και ότι μάταια θα αναζητούσαμε ανάμεσά τους τον ηθικά τέλειο. Η οδύνη είναι η μόνη αλήθεια που με την αποδοχή της, ιδιαίτερα στο πρόσωπο τού Άλλου, υπερβαίνομε το μηδενισμό και καταλαβαίνομε ότι αξίζει να υπάρχομε. Άλλα πέρα από όλα αυτά, εκείνο που δίνει νόημα στην ύπαρξη είναι η ανάσταση.

«Ώστε στ’ αλήθεια λέει η θρησκεία πως όλοι μας θα σηκωθούμε από τους νεκρούς και θα ξαναζήσουμε και θα ξαναδούμε πάλι ο ένας τον άλλο;

»Το δίχως άλλο θ’ αναστηθούμε… Και χαρούμενα, εύθυμα θα διηγηθούμε ο ένας στον άλλο όσα γίνανε… Απάντησε ο Αλιόσα.

— Αχ πόσο όμορφα θα είναι τότε, ξέφυγε του Κόλια.

— Και τώρα λοιπόν ας τελειώσουμε τους λόγους κι ας πάμε στο τραπέζι της παρηγοριάς… Να μας τώρα που πηγαίνουμε χέρι με χέρι».

Η ανάσταση, το τραπέζι της ευχαριστίας, η κοινωνία της αγάπης -να το ύψιστο αγαθό για τον Ντοστογιέφσκυ. Αυτό είναι το αποκορύφωμα τού τελευταίου, τού πιο μεγάλου έργου του. Ίσως αν ζούσε περισσότερο, να μας περιέγραφε τη Βασιλεία με την ίδια γλαφυρότητα που μας περιέγραψε το Σταυρό στην ανθρώπινη ύπαρξη.

Το πρόβλημα της ελευθερίας

Αν το καλό και το κακό αποτελούν ένα μείγμα στην ανθρώπινη ύπαρξη, αυτό οφείλεται σε έναν και μόνο λόγο, κατά τον Ντοστογιέφσκυ: στο ότι η πιο μεγάλη δύναμη που κυβερνά και κατευθύνει την ανθρώπινη ύπαρξη είναι η ελευθερία. «Πώς, λοιπόν, φαντάστηκαν», ρωτάει ο ήρωας του Υπογείου, «όλοι αυτοί οι σοφοί ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη από μια λογική και τίμια θέληση; Και πώς τους κάπνισε να βρουν ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη να ποθεί κατά τρόπο λογικό και ωφέλιμο; Ο άνθρωπος μόνο ένα πράγμα έχει ανάγκη: να είναι η θέλησή του εντελώς ανεξάρτητη, όσο κι αν του στοιχίζει αυτή του η ανεξαρτησία, όσες κι αν είναι οι κακές συνέπειες που συνεπάγεται αυτό».

Ο Ντοστογιέφσκυ συνδέει αυτή τη δίψα του ανθρώπου για την ελευθερία άμεσα με το πρόβλημα της ηθικής. Λέγει και πάλι ο ήρωας του Υπογείου: «Νομίζω ότι ο καλύτερος ορισμός του ανθρώπου είναι ο ακόλουθος: ον δίποδο και αχάριστο. Μα αυτό δεν είναι όλο. Δεν είναι αυτό το μεγαλύτερό του ελάττωμα. Το μεγαλύτερο του ελάττωμα είναι η επίμονη ανηθικότητά του. Επίμονη από τότε που έγινε ο κατακλυσμός ως την εποχή μας. Η ανηθικότητα, και επομένως ο παραλογισμός: γιατί ξέρουμε χρόνια και χρόνια τώρα ότι ο παραλογισμός γεννιέται μονάχα από την ανηθικότητα. Ρίξτε μια ματιά στην ιστορία… Ένα μόνο πράγμα δεν μπορείτε να πείτε: ότι κυβερνά τον άνθρωπο η λογική… Και να τι συναντά κανείς κάθε φορά: παρουσιάζονται στον κόσμο άνθρωποι πολύ ηθικοί, φρόνιμοι, σοφοί και φιλάνθρωποι, που θέτουν σαν σκοπό της ζωής τους να γίνουν, αν μπορούν, φρόνιμοι και ηθικοί. Θα ‘λεγες πως θέλουν να χρησιμέψουν σαν παράδειγμα στο γείτονά τους και να του αποδείξουν ότι μπορεί πραγματικά να ζήσουμε σαν άνθρωποι ηθικοί και φρόνιμοι. Μα τι γίνεται κατόπιν; Είναι γεγονός αποδεδειγμένο ότι, αργά η γρήγορα, πολλοί από τους φιλάνθρωπους αυτούς στο τέλος της ζωής τους διαψεύδουν τους εαυτούς τους και αφήνουν πίσω τους υλικό για ανέκδοτα, πολύ επιλήψιμα καμιά φορά». Για τον Ντοστογιέφσκυ λογική και ηθική είναι αλληλένδετα, και τα δυο μαζί συγκρούονται με την ελευθερία: «Αχ, κύριοι», ρωτάει ο ήρωας του Υπογείου, «ποια θέληση, λοιπόν, θα έχω, όταν τα πάντα θα είναι ένας πίνακας μονάχα, αριθμητική και δύο και δύο κάνουν τέσσερα; Είτε, λοιπόν, το θέλω είτε όχι, «δύο και δύο κάνουν τέσσερα» Είναι θέληση αυτό;».

Για τον Ντοστογιέφσκυ η υποταγή της ελευθερίας στη λογική και την ηθική, όχι μόνο είναι αδύνατη αλλά και ανωφελής και επιζήμια για τον άνθρωπο. «Το δύο και δύο κάνουν τέσσερα, αυτό δεν είναι πια η ζωή, είναι η αρχή του θανάτου», λέει ο ήρωας του Υπογείου. Η ελευθερία είναι για τον Ντοστογιέφσκυ αυτό που διακρίνει τον άνθρωπο από τα ζώα. «Τα μυρμήγκια έχουν ένα οικοδόμημα καταπληκτικό στο είδος του: τη μυρμηγκοφωλιά. Τα αξιοσέβαστα μυρμήγκια άρχισαν από τη μυρμηγκοφωλιά και θα τελειώσουν ασφαλώς εκεί, πράγμα που τους περιποιεί μεγάλη τιμή για την επιμονή τους και το θετικό τους πνεύμα. Ο άνθρωπος όμως… Όπως ο παίκτης του σκακιού αγαπά μόνο το παίξιμο και όχι το σκοπό του παιχνιδιού… Ενδιαφέρεται μόνο για την ίδια τη ζωή και όχι για το σκοπό της».

Εδώ αξίζει να σταθούμε λίγο, γιατί τα παραπάνω λόγια μας αποκαλύπτουν κάτι σημαντικό: τη διαφορά μεταξύ οντολογίας και ηθικής Αν τη λέξη ζωή την αντικαταστήσουμε με εκείνη του είναι, της ύπαρξης, τότε το να ενδιαφέρεται κανείς για το είναι, και όχι για το σκοπό του είναι, ισοδυναμεί με το να θεωρεί το είναι ως το ύψιστο και έσχατο αγαθό, και όχι ως μέσο για κάποιον ηθικό σκοπό. Αν τοποθετήσουμε το θέμα αυτό στα πλαίσια της θεολογίας, το καίριο ερώτημα του σκοπού της θείας ενανθρωπήσεως είναι αν ο Χριστός ήλθε για να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, ηθικούς κ,τ. λ. ή για να μας κάνει να υπάρχουμε. Όλη η δυτική παράδοση βλέπει την Ενανθρώπηση ως τρόπο ηθικής τελειώσεως του ανθρώπου, ενώ οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας εστιάζουν τον σκοπό της ενανθρωπήσεως στην υπέρβαση του θανάτου ως απειλής για το είναι του ανθρώπου (Αθανάσιος). Η ελευθερία για τον Ντοστογιέφσκυ είναι οντολογικό και όχι ηθικό ζήτημα: ο άνθρωπος δεν ενδιαφέρεται για το πώς θα χρησιμοποιήσει την ύπαρξή του ή πώς θα τη βελτιώσει, αλλά γι’ αυτή την ίδια την ύπαρξή του. Γι’ αυτό, όπως στην περίπτωση του Κυρίλοβ στους Δαιμονισμένους, αλλά και σε άλλες περιπτώσεις, ο Ντοστογιέφσκυ ωθεί το θέμα της ελευθερίας στα υπαρξιακά του άκρα: ελευθερία σημαίνει ή να αποδεχθείς την ύπαρξη ως δώρο Κάποιου (του Θεού) ή να αρνηθείς την ίδια σου την ύπαρξη (να αυτοκτονήσεις), αν θέλεις να μην αποδεχτείς τον Θεό (δηλαδή να κάνεις τον εαυτό σου Θεό).

Όλα στον Ντοστογιέφσκυ παίζονται στο οντολογικό και όχι στο ηθικό επίπεδο. Ο άνθρωπος δεν θέλει να θυσιάσει το είναι για το εύ είναι. Και ο Χριστός δίνοντάς του ελευθερία, και όχι ψωμί ή δύναμη ή καλοπέραση, σκανδαλίζοντας έτσι τον Μέγα Ιεροεξεταστή στη γνωστή σκηνή των Αδελφών Καραμάζοβ, σέβεται την θεόσδοτη αυτή επιθυμία του ανθρώπου. Αλλά και στους Πατέρες της Εκκλησίας, (όπως π. χ. ο άγιος Μάξιμος), σκοπός της υπάρξεως δεν είναι απλώς το είναι, αλλά το εύ είναι. Η ελευθερία συνίσταται στην απόρριψη ή την αποδοχή του είναι της ύπαρξης.

Αλλά αν τελικά ο άνθρωπος ασκώντας την ελευθερία του επιλέξει το είναι αντί του μη είναι, δηλαδή της αυτοκτονίας ή του μηδενός, αυτό που επιλέγει για τον Ντοστογιέφσκυ δεν είναι παρά το είναι του έσχατου παραλογισμού, δηλαδή την οδύνη και το πάθος. Γράφει πάλι στο Υπόγειο: «και γιατί είστε πεπεισμένοι πως ο άνθρωπος έχει ανάγκη μόνο από εκείνο που είναι κανονικό και θετικό, και πως μόνη η ευτυχία είναι χρήσιμη για τον άνθρωπο; Λέτε ο άνθρωπος αγαπά μόνο την ευτυχία; Μα ίσως να αγαπά άλλο τόσο τον πόνο. Και μπορεί ο πόνος να του είναι τόσο χρήσιμος όσο και η ευτυχία… Ο πόνος; Μα είναι και η μόνη αιτία της συνείδησης… Η συνείδηση βρίσκεται πολύ πιο πάνω από το δύο και δύο κάνουν τέσσερα… Όσο οπισθοδρομικό και αν φαίνεται, σίγουρα (ο πόνος) αξίζει περισσότερο από το τίποτε».

Για ν’ αποφύγει, λοιπόν, κανείς το «τίποτε», το μηδέν, το μη είναι, την αυτοκτονία, πρέπει να επιλέξει το είναι ως πόνο. Ο Ντοστογιέφσκυ δίνει την εντύπωση ότι είναι μαζοχιστής. Είναι, λοιπόν, καλό πράγμα ο πόνος; Οι έννοιες του καλού και του κακού δεν έχουν θέση. Αυτό που ενδιαφέρει τον Ντοστογιέφσκυ είναι το αληθινό, όχι το ηθικό. Η αλήθεια είναι ότι όλη η ύπαρξη είναι διαποτισμένη από τον πόνο. Αυτό που προβληματίζει έντονα τον Ντοστογιέφσκυ είναι η ύπαρξη του πόνου, και μάλιστα του άδικου πόνου, όπως τον βλέπομε στα μικρά παιδιά που κλαίνε και βασανίζονται χωρίς να φταίνε σε τίποτε. Αυτόν τον πόνο καλείται ο άνθρωπος να αγκαλιάσει και να κάνει δικό του, αν δεν θέλει να επιλέξει το μη είναι, το μηδέν.

Αλλά, όταν ο άνθρωπος επιλέξει το είναι ως πόνο, δεν κάνει μια αναγκαστική επιλογή. Τότε, και μόνον τότε, ασκεί αληθινά την ελευθερία του. Και τότε, και μόνον τότε, η ελευθερία ταυτίζεται όχι με το μηδέν, αλλά με την αγάπη. Ο Ντοστογιέφσκυ γίνεται έτσι ο θεολόγος της αγάπης. Σύμφωνα με τα λόγια του Γέροντα Ζωσιμά, αληθινή αγάπη είναι το «να κάνεις τον εαυτό σου υπεύθυνο για όλα τα ανθρώπινα όντα και για τον κόσμο ολόκληρο».

Δεν χρειάζεται πολλή προσπάθεια για να ανακαλύψει κανείς στις ιδέες αυτές του Ντοστογιέφσκυ τη μορφή του Χριστού. Ο Ντοστογιέφσκυ θεολογεί χωρίς να το λέγει. Και θεολογεί Ορθοδόξως, σύμφωνα με την παράδοση των μαρτύρων και των οσίων. Ας συνοψίσομε τη σκέψη του υπό το φως της θεολογίας.

Θεολογική αποτίμηση τού Ντοστογιέφσκυ

Ο Ντοστογιέφσκυ μάχεται την ηθική για ένα και μόνο λόγο: διότι, όπως και η λογική, στερεί τον άνθρωπο από το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του, χάρη στο οποίο διαφέρει από τα ζώα, δηλαδή την ελευθερία. Αυτή είναι η «εικόνα του Θεού» στον άνθρωπο και η εικόνα αυτή με τίποτε δεν εξαλείφεται. Ο άνθρωπος πάντοτε θα επιζητεί την ελευθερία, όσες ευεργεσίες και αν του προσφέρει η λογική και η ηθική.

Η ελευθερία δεν είναι για τον Ντοστογιέφσκυ αυτό που στη δυτική φιλοσοφία επικράτησε να λέγεται επιλογή μεταξύ του καλού και του κακού. Μια τέτοια επιλογή είναι για τον Ντοστογιέφσκυ γελοία, διότι το καλό και το κακό είναι ανάμεικτα στην ανθρώπινη ύπαρξη. Η ελευθερία είναι κάτι οντολογικό, είναι η απόρριψη ή αποδοχή της ίδιας της ύπαρξης μας.

Εάν ο άνθρωπος, ασκώντας την ελευθερία του, απορρίψει την ύπαρξη, δεν έχει άλλη επιλογή από την αυτοκτονία. Αν, αντιθέτως, αποδεχτεί την ύπαρξη, τότε δεν έχει άλλη επιλογή από το να την αποδεχτεί όπως αληθινά είναι, δηλαδή ως (παράλογη) οδύνη, ως Σταυρό. Αυτό ακριβώς συνέβη στην Ενανθρώπηση του Κυρίου.

Η αποδοχή του Σταυρού σημαίνει ταύτιση με όλους τους πάσχοντας, ανάληψη ευθύνης για όλο τον πόνο της κτίσεως, ταύτιση μέχρι θανάτου. Μόνον έτσι επέρχεται η λύτρωση από το κακό, όχι με την ηθική και τη λογική, αλλά με την αγάπη που αυτοθυσιάζεται. Δεν πρόκειται περί μαζοχισμού, διότι δεν πρόκειται για αυτοϊκανοποίηση του θυσιασμένου. Πρόκειται για την διαπίστωση ότι ο μόνος δρόμος για να νικηθεί το κακό και ο ίδιος ο θάνατος είναι να τα υποστεί κανείς εκούσια, και τούτο προς χάρη των άλλων.

Έτσι ο Ντοστογιέφσκυ, ασφαλώς όχι τυχαία, επιλέγει ως προμετωπίδα του μεγάλου έργου του το ευαγγελικό ρητό: «εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένε εάν δε αποθάνη, καρπόν πολύν φέρει». Ο Σταυρός δεν είναι αυτοσκοπός. Τελικός σκοπός είναι η ανάσταση. Αλλά δεν φθάνει κανείς εκεί παρά περνώντας από το Σταυρό.

Ο Ντοστογιέφσκυ ασκεί με τον τρόπο αυτό την πιο βαθιά και πειστική κριτική στη δυτική παράδοση, που πίστεψε ότι με τον ορθό λόγο, την ορθή πράξη (ηθική) και την αποτελεσματική οργάνωση του κόσμου θα εξαλείψει το κακό. Ολόκληρος ο 20ος αιώνας με τους πολέμους και τη φρίκη της απανθρωπιάς του απέδειξε πόσο δίκαιο είχε ο Ντοστογιέφσκυ στην κριτική αυτή.

Το μήνυμά του υπήρξε προφητικό και εξακολουθεί να είναι τέτοιο.

Ο Ντοστογιέφσκυ είναι, πάνω από όλα, θεολόγος. Αντλεί από τη μοναστική, κυρίως, παράδοση της Εκκλησίας μας αλλά και αποπνέει το άρωμα της ευχαριστιακής κοινωνίας. Αλλά, ας το ομολογήσουμε με λύπη, η σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία μας και η θεολογία της δείχνουν να προτιμούν συχνά τη λογική και ηθική του Μεγάλου Ιεροεξεταστή.

πηγή: antifono.gr , Πρωτοδημοσιεύθηκε στη “Νέα Ευθύνη”, τ.3

20 Σχόλια

  1. Εξαιρετική ανάλυση της ντοστογιεφσκικής κοσμοθεωρίας, που δεν είναι άλλη από αυτήν της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως ορθά επισημαίνει ο άγιος Περγάμου.
    (Τελευταία κυκλοφορούν μελέτες που δείχνουν πόσο πολύ και πόσο βαθιά γνώριζε ο Ντοστογιέφσκι την Ορθόδοξη ασκητική γραμματεία, και ιδιαίτερα τον αββά Ισαάκ τον Σύρο.)

  2. Αυτό το κείμενο πρέπει να το διαβάζει όποιος θέλει να μάθει τι πιστεύουν οι ορθόδοξοι και πρώτοι απ’ όλους εμείς οι ορθόδοξοι που έχουμε μεσάνυχτα.

  3. Πολύ ωραίο κείμενο. Αν και τα θέματα που θίγει είναι πολύ λεπτά και δυσνόητα, η δομή και η επιχειρηματολογία του είναι ξεκάθαρες.

    Ωστόσο όσο προχώραγα προς το τέλος είχα την αίσθηση ότι γινόταν προσεταιρισμός του Ντοστογιέφσκι σε συγκεκριμένες θέσεις της Εκκλησιάς.

    Έχοντας διαβάσει μόνο τους Αδερφούς Καραμάζοφ και με επίγνωση του ότι ο καθένας καταλαβαίνει και κάτι διαφορετικό από τον τρόπο γραφής του Ντοστογιέφσκι, δεν συμφωνώ με την παραπάνω θεολογική αποτίμηση.

    Ο Ντοστογιέφσκι είναι πολυεπίπεδος και συχνά αντιφατικός. Οι πολλές οπτικές γωνίες που περιγράφει δεν προσφέρουν μια θεολογία ή μια φιλοσοφία αλλά ένα ισχυρό υπαρξιακό βίωμα που αγγίζει εξίσου ορθόδοξους, μουσουλμάνους, καθολικούς, άθεους κλπ.

    Ο καθένας βλέπει κάπου τον εαυτό του, τους γύρω του, όσους τον εξουσιάζουν και όσους εξουσιάζει, το παρελθόν αλλά και το μέλλον του ανάλογα με τις Ιδεολογικές και Ηθικές επιλογές που κάνει.

    Εγώ π.χ. είδα (με πολλά παραδείγματα) ότι Υπάρχει Καλό και Κακό, Υπέρτατο Καλό είναι η Αγάπη, ο Θεός είναι αγάπη και χαρά, ο Θεός δεν θέλει να μας εξουσιάσει αλλά εντελώς ελεύθεροι να οδηγηθούμε σε αυτόν, μπορούμε να αποφεύγουμε τον πόνο αν είναι άδικος ή υπερβολικός, τα παιδιά είναι αθώα και μπορούν να αναγνωρίσουν το σωστό παράδειγμα, και πολλά άλλα.

  4. Συμφωνώ με τον pppetros σε πολλά σημεία.
    Η μεγάλη προσφορά του Ντοστογιέφσκι έγκειται στο ότι έφερε την ορθόδοξη πνευματική παράδοση κοντά στη Δύση με ένα υπέροχο, αληθινό και ουσιαστικό τρόπο. Δεν θεωρώ ότι ήταν θεολόγος, μα πιο πολύ ένας ησυχαστής διανοούμενος που γνώριζε τα προβλήματα της Δύσης και την ανάγκη της για λύσεις. Έδειξε έμπρακτα, ξεδιπλώνοντας τις ζωές των ηρώων του, ποια είναι η πραγματική ελευθερία, ουσιαστική ευτυχία και η μόνη αλήθεια, χωρίς να είναι δογματικός και επιβλητικός.

  5. Μου άρεσε πολύ η ανάλυση του Μητροπολίτη κ με βοήθησε αρκετά στο θέμα της έννοιας της ελέυθερίας. Είναι μια έννοια που πολύ με απασχολεί εδώ κ πολύ καιρό, οπότε η παραπάνω ανάλυση μου άνοιξε έναν δρόμο κ σας ευχαριστώ! Εχω διαβάσει το Εγκλημα κ τιμωρία κ τον Ηλίθιο. Τώρα διαβάζω τους Αδελφούς Καραμάζωφ κ με συντάραξε το κομμάτι του Ιεροεξεταστή!Ανυπομονώ να δω την εξέλιξη όλων των χαρακτήρων

  6. Ο καημός του μηδενός και η ευχαριστιακή φαντασίωση ή επί το θεολογικότερον, παρτούζα προσώπων. Αυτά τα “ωραία” λένε οι περσοναλιστές, ληστές του μέλλοντος της ανθρωπότητας και των αφελών “χριστιανών” που τσιμπάνε. “Μετανοείτε” ούρλιαζε ο Πρόδρομος στην έρημο, Μετάνοια κήρυξε και ο Ιησούς από την Ναζαρέτ. Μετάνοια είναι ο θάνατος του εαυτού, του προσώπου, αυτού που στην πραγματικότητα είναι ένα ολοστρόγγυλο ΜΗΔΕΝ. Ο “Σταυρός είναι το έσχατο, το ύψιστο αγαθό” για το “σκατό” που λέγεται ΕΑΥΤΟΣ. Το ύψιστο σημείο που δύναται να φτάσει ο εαυτός είναι ο σταυρός, ο θάνατος, ο άδης. “Η ανάσταση, το τραπέζι της ευχαριστίας, η κοινωνία της αγάπης” δεν είναι το ύψιστο αγαθό … το ΥΨΙΣΤΟ ΑΓΑΘΟ είναι ο ΟΝ, ο Πατέρας ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, το ύψιστο αγαθό για τον θνητό είναι ο “οντολογικός” ΕΡΩΤΑΣ-ΕΝΩΣΗ με αυτό το ΟΝ, με ΤΟΝ ΟΝΤΑ που προϋποθέτει τον θάνατο του δήθεν τάχα προσώπου. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ δεν είναι μια σαπουνόπερα “ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ”, είναι η ερωτική παστάδα, η γκιλοτίνα του ΕΑΥΤΟΥ η καρατόμηση του οποίου επιτρέπει στον θνητό να συνουσιαστεί ΜΙΑ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ με τον ΑΚΤΙΣΤΟ, με το μόνο ΟΝ, με τον μόνο και μοναδικό ΟΝΤΑ, σε σημείο που να γίνεται ακόμη και ΑΝΑΡΧΟ το κτιστό σκουληκάκι που είναι ο άνθρωπος.
    Όσο για την ΗΘΙΚΗ το είπε μια για πάντα ο Wittgenstein, δεν υπάρχει καλό ή κακό, αν υπήρχε Θεός τότε καλό θα ήταν το θέλημα του Θεού. Το είχε πει και πριν αρκετούς αιώνες και ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος, “Κάθε αρετή χωρίς τη Χάρη, λογαριάζεται από τον Θεό κατώτερη από κάθε κακία, διότι εκείνη η αρετή είναι δαιμονική” το ξαναείπε και κάποιος σύγχρονος: «Δεν βλέπεις και τί παγίδα μεγάλη η ηθικολογία! Αφήνει τις ψυχές ας πούμε ευνουχισμένες, να μην μπορούν να ερωτευθούν βρε παιδί μου, μεσ’ στην Εκκλησία. Μα πώς θα γίνει; Πότε όλη αυτή η μήτρα της ψυχής θα είναι έτοιμη να σαρκώσει τον Λόγο μέσα της; Πότε θα γίνουν όλα αυτά τα πράγματα; Ερωτικά ο Κύριος φίλησε τον Σταυρό Του, τον ανέβηκε με μεγαλύτερο έρωτα, γιατί ήξερε …»
    Γιατί ήξερε ότι αυτό θα έσωζε τον άνθρωπο, γιατί ήξερε ότι εκεί πραγματώνεται ο άνθρωπος, αυτό είναι η μεγαλύτερη ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ, η υπακοή στο θέλημα του ΠΑΤΕΡΑ. Αυτό είναι Η ΕΥΤΥΧΙΑ, το “ΓΕΝΝΗΘΗΤΩ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΣΟΥ” και τότε ο θάνατος δεν είναι μαυρίλα αλλά πανηγύρι. Πανηγύρι υπαρκτό ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ, ΕΡΩΤΑΣ-ΕΝΩΣΗ με τον ΠΑΤΕΡΑ, είσοδος στην ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΑΠΟ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ. Αυτά όμως δεν τα ζούσε ο καημένος ο μέγας Ντοστογιέφσκι και χαράμιζε την ώρα -την συγγραφική για την άλλη δεν μας πέφτει λόγος- γράφοντας για το … και περιγράφοντας γλαφυρότατα το … ανθρώπινο σκατομεγαλείο (τον πάσχοντα θνητό) και σαν να μην έφτανε αυτό έρχεται ο παραπάνω επίσκοπος να μας πει ότι ο Μέγας Ντοστογιέφσκι “Ίσως αν ζούσε περισσότερο, να μας περιέγραφε τη Βασιλεία με την ίδια γλαφυρότητα που μας περιέγραψε το Σταυρό στην ανθρώπινη ύπαρξη” μια και δεν είναι μολυσμένος από αυτό που υπάρχει στην ρωσική παράδοση (όντως εκεί υπάρχει) το ότι δηλαδή “η οδύνη γίνεται η ίδια μέρος της Βασιλείας του Θεού η ακόμα και της ίδιας της ζωής της Αγίας Τριάδος”.
    Ο λόγος για τον οποίο ο Ντοστογιέφσκι δεν μας περιέγραψε τη Βασιλεία με την ίδια γλαφυρότητα που μας περιέγραψε τον Σταυρό, (τον κατ’ αυτόν σταυρό, τον κατά τον “εαυτό” σταυρό) δεν είναι το ότι δεν έζησε αρκετά αλλά το ότι ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕ ΑΡΚΕΤΑ!!!! Αν είχε πεθάνει ως εαυτός τότε θα είχε βιώσει αυτό που ποθούσε ο Wittgenstein: “Ο Wittgenstein δεν επιθυμεί να δει τον Θεό ή να βρει τους λόγους της ύπαρξής Του. [u][b]Πίστευε πως, αν μπορούσε να υπερβεί τον εαυτό του –αν ερχόταν μια μέρα που «θα υποκλινόταν σε ένδειξη υποταγής μέχρι το χώμα», τότε ο Θεός, τρόπον τινά, θα ερχόταν σ’ αυτόν[/b][/u]· και τότε θα λυτρωνόταν”. Και αν είχε ζήσει αυτή την ΕΝΩΣΗ-ΕΡΩΤΑ με τον Θεό, γι’ αυτή θα μιλούσε, ΣΤΟ ΦΩΣ ΘΑ ΚΟΛΥΜΠΟΥΣΕ κι όχι στα βαλτοτόπια του ανθρώπινου σκατομεγαλείου. Αν είχε ζήσει τον ΘΕΙΟ ΕΡΩΤΑ θα μιλούσε σαν τον μέγα ΕΡΑΣΤΗ της εποχής τον Σωφρόνιο του Essex ο οποίος όχι μόνο δεν διαπραγματεύεται μια “«ηθική του Σταυρού», στην οποία η οδύνη εσχατολογοποιείται, γίνεται η ίδια μέρος της Βασιλείας του Θεού η ακόμα και της ίδιας της ζωής της Αγίας Τριάδος” αλλά του οποίου Σωφρόνιου Σαχάρωφ του Essex τα κείμενα, τα γραπτά είναι ΓΕΜΑΤΑ ΦΩΣ, είναι ΕΜΠΛΕΑ ΦΩΤΟΣ ΑΝΕΣΠΕΡΟΥ και όποιος δεν το βλέπει αυτό είναι ΚΑΚΟΜΟΙΡΗΣ και τυφλός ΕΓΩ-ΕΑΥΤΟ-ΠΡΟΣΩΠΕΙΟ-ΚΥΡΙΑΡΧΟΥΜΕΝΟΣ. Μπορεί να είμαι ότι είμαι και ότι τούρθει του καθένα να μου προσάψει … αλλά αυτά έτσι έχουν …. Ξυπνήστε χαζοκουλτουριάρηδες, ξυπνήστε χαζοπούλια και πάρτε το απόφαση να πεθάνετε …. “Χριστιανικά δεν μπορεί κανείς να ζει, χριστιανικά μπορεί μόνο να αποθνήσκει” (Σωφρόνιος) ….
    [i]”Στις 28 Ιουλίου 1914 η Αυστρία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Σερβίας. Ο Wittgenstein κατετάγη εθελοντής στον αυστριακό στρατό, μια και η κήλη που είχε πάθει τον προηγούμενο χρόνο τον είχε απαλλάξει από την υποχρεωτική θητεία. Πίστεψε ότι η εμπειρία της αντιμετώπισης του θανάτου θα μπορούσε, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να τον βελτιώσει (σελ. 114). «Τώρα έχω την ευκαιρία να γίνω ένα αξιοπρεπές ανθρώπινο πλάσμα γιατί στέκομαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο». «Ίσως η εγγύτητα του θανάτου να ρίξει φως στη ζωή μου. Ας με φωτίσει ο Θεός». Τον Νοέμβριο έλεγε στον εαυτό του: «Σταμάτα να εξαρτάσαι απ’ τον εξωτερικό κόσμο και θα πάψεις να φοβάσαι όλα όσα συμβαίνουν σ’ αυτόν … Είναι x φορές ευκολότερο να είσαι ανεξάρτητος απ’ τα πράγματα παρά απ’ τους ανθρώπους. Αλλά θα πρέπει να είσαι ικανός και γι’ αυτό». (σελ. 119). «Υπήρχαν στιγμές όπου φοβόμουν. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας λαθεμένης αντίληψης για τη ζωή». Κάθε νύχτα σχεδόν περίμενε να πεθάνει στο πόστο του και παρακαλούσε τον Θεό να μην τον εγκαταλείψει, να του δώσει κουράγιο να κοιτάζει κατάματα τον θάνατο, χωρίς φόβο. Μόνο τότε θα ήταν σίγουρος ότι ζούσε με αξιοπρέπεια: «Ο θάνατος είναι που δίνει στη ζωή το νόημά της». Όπως και στο Goplana, ο Wittgenstein προτιμούσε να είναι σε μια μοναχική και επικίνδυνη θέση, απ’ το να είναι παρέα με τους συναδέλφους του. (σελ. 142). Στις 8 Ιουλίου γράφει: «Ο φόβος μπρος στον θάνατο είναι το καλύτερο σημάδι μιας λαθεμένης, δηλαδή μιας κακής ζωής». (σελ. 145). «Με πυροβολούσαν, και σε κάθε πυροβολισμό τιναζόταν όλο μου το είναι. Θέλω τόσο πολύ να συνεχίσω να ζω». (σελ. 149). «Χθες με έβαλαν στο σημάδι. Δείλιασα! Φοβήθηκα τον θάνατο. Έχω τέτοια επιθυμία για ζωή. Και είναι δύσκολο να παραιτηθείς απ’ τη ζωή σου όταν τη χαίρεσαι. Παρακαλούσε το Θεό να του δώσει δύναμη στον αγώνα με την ίδια την αδύναμη φύση του.[/i] (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ “ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΙΤΤΓΚΕΝΣΤΑΪΝ, ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΟΦΥΙΑΣ” [url]http://www.dip88.blogspot.com/2012/02/blog-post_06.html[/url])
    [u][b]POYR LA VIE DU MONDE[/b][/u]!!!!!
    Κατά τα άλλα κι εμένα μου άρεσε η ανάλυση του Περγάμου ….. αλλά άλλο τι μου αρέσει κι άλλο τι με “πεθαίνει” …. kills me ….

  7. [b]”H σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία μας και η θεολογία της δείχνουν να προτιμούν συχνά τη λογική και ηθική του Μεγάλου Ιεροεξεταστή”.[/b]
    Αυτό είναι το πιο σωστό από όλα όσα έγραψε σε αυτό του το άρθρο ο Περγάμου αλλά η τραγική ειρωνία είναι ότι αυτό ακριβώς κάνει κι ο ίδιος του!!!!
    Επίσης “Η ελευθερία είναι κάτι οντολογικό, είναι η απόρριψη ή αποδοχή της ίδιας της ύπαρξης μας” κι αυτό έτσι είναι αλλά η αποδοχή της Ύπαρξης, [b]η αποδοχή της ένωσης με την Ύπαρξη, με τον ΟΝΤΑ, γίνεται δια της αποδοχής της μη ύπαρξης, δια του “κράτα τον νου σου στον άδη και μην απελπίζεσαι”[/b]. “Η αποδοχή του Σταυρού” ΔΕΝ “σημαίνει ταύτιση με όλους τους πάσχοντας, ανάληψη ευθύνης για όλο τον πόνο της κτίσεως, ταύτιση μέχρι θανάτου”! [u]Η αποδοχή του Σταυρού σημαίνει αποδοχή της άρνησης του δικού μου θελήματος, της ελευθερίας μου, και αποδοχή του “γεννηθήτω το θέλημά Σου”, το θέλημα του Ουράνιου Πατέρα[/u]. Καμιά ανάληψη ευθύνης για τον πόνο της κτίσεως, καμιά ταύτιση με όλους τους πάσχοντας. Εγώ πάσχω επειδή με εγκατέλειψε η γκόμενα, εγώ πάσχω επειδή τράκαρα την τζιπούρα μου, εγώ πάσχω επειδή με είπαν γάιδαρο … αυτά είναι πάθη, βάσανα, οδύνη, του ΕΑΥΤΟΥ και σιγά μην ήρθε ο Χριστός για να συμπάσχει μαζί μου … Αυτό είναι πόνος και οδύνη του “κώλου” μου, του εαυτού μου και ο μόνος που ευθύνεται γι’ αυτό το πόνο είναι η κεφάλα μου που επιλέγει να τα αναγορεύει σε αγαθά, αποκαθιλώνοντας από την πρωτοκαθεδρία το θέλημα του Πατέρα. Πρωτοπαθές εν ημίν το θέλημα. [b][u]Η λύτρωση από το κακό έρχεται μόνο όταν το κτίσμα αναφερθεί στον Κτίστη και πέσει στην αγκαλίτσα του ουράνιου Μπαμπάκα του, κι όχι όταν σαν “μαλάκας” κουκουές θυσιάζεται και πηγαίνει εξορία στη Μακρόνησο[/u][/b]. Ναι, ο μόνος δρόμος για να νικηθεί το κακό και ο ίδιος ο θάνατος είναι να τα υποστεί κανείς εκούσια αλλά όχι προς χάρη των άλλων, αυτό έκαμναν, είπαμε και οι κουκουέδες και απλώς βασανίζονταν οι ίδιοι, κανένα κακό και κανένας θάνατος δεν νικήθηκε από την θυσία του Μπελογιάννη … [b][u]Η θυσία του Χριστού νίκησε τον θάνατο επειδή έγινε από υπακοή στο θέλημα του Πατέρα[/u][/b] και η θυσία του κάθε θνητού πιάνει τόπο μόνο τότε, μόνο όταν γίνεται από υπακοή στο θέλημα του ουράνιου Πατέρα. Αυτό που έχει σημασία είναι η υπακοή στο θέλημα του Πατέρα και όχι η θυσία ή η καλοπέραση. Αν ο Πατέρας με θέλει, Αυτοκράτορα σε πολυθρόνες και παλάτια, υπακούοντας συμβάλλω στο να διαδοθεί επί της γης το ότι νικήθηκε ο θάνατος. [b]Ο θάνατος και το κακό νικήθηκαν με τη θυσία του Χριστού δεν χρειάζεται να ξανανικηθούν. Αυτό που λείπει είναι η Δεύτερη Παρουσία του Χριστού, ο ερχομός της Βασιλείας του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος στη γη, στο σύμπαν, σε όλη τη κτίση[/b]. Σε αυτό του το έργο ο Πατέρας χρειάζεται τη συνέργειά μου. Ο κόκκος όντως πρέπει να θαφτεί για να φέρει καρπόν πολύ αλλά αυτό έχει να κάνει με την εκούσια αποδοχή εκ μέρους μου του θανάτου του ΕΑΥΤΟΥ μου, της αποδόμισης της ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ μου, της απέκδυσης του ΠΡΟΣΩΠΕΙΟΥ μου που ΠΡΟΣΩΠΟ το λέμε την σήμερον ημέρα θεολόγοι και μη. [u]Η “ευχαριστιακή κοινωνία” αν μπορούμε να μιλάμε για τέτοια δεν είναι κοινωνία προσώπων αλλά οργανική ενότητα μελών ενός οργανισμού με την Κεφαλή τους, είναι η συνειδητοποίηση, η βίωση της πραγματικότητας του ΟΛΟΥ ΑΔΑΜ που μόνο εν Χριστώ γίνεται[/u]. Δεν είναι άλλο πράγμα η “μοναστική παράδοση της Εκκλησίας μας” και άλλο “η ευχαριστιακή κοινωνία”!!! Και [b]τα δύο αυτά είναι ΕΝΑ, είναι η ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΖΩΗ, η ένωση-έρωτας με τον Χριστό, η κατάσταση που εκφράζει η διατύπωση του Παύλου “δεν ζω εγώ αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός”, είναι το να έχει αποκτίσει κανείς ΝΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΥ στην κυριολεξία ΝΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΥ, τον Νου του Υιού και Λόγου του Θεού, τον Νου, το Πρόσωπο του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος[/b].
    [i]”Οι άνθρωποι αναζητούν την αλήθειαν. Πολλοί αγαπούν τον Χριστόν, αλλά συχνάκις επιχειρούν να υποβιβάσουν το Ευαγγέλιον εις το επίπεδον της ηθικής διδασκαλίας. … Ούτε η ανάγνωσις πλήθους βιβλίων, ούτε η εξοικείωσις μετά της ιστορίας του Χριστιανισμού και των άλλων θρησκειών, ούτε η μελέτη των διαφόρων θεολογικών συστημάτων και τα όμοια, θα οδηγήσουν ημάς εις τον επιδιωκόμενον σκοπόν: την σωτηρίαν δια της επιγνώσεως «του μόνου αληθινού Θεού», και του αποσταλέντος υπ’ Αυτού Ιησού Χριστού. Η μακραίων πείρα της ακαδημαϊκής θεολογίας απέδειξε μετά πειστικότητος ότι είναι δυνατόν να έχη τις ευρείαν πολυμάθειαν επί του πεδίου της επιστημονικής θεολογίας και μη έχων ζώσαν πίστιν, τουτέστιν αγνοών πλήρως τον Θεόν. Εν τοιαύταις περιπτώσεσιν η θεολογία αποβαίνει διανοητική ενασχόλησις, ως και η νομική επιστήμη”.[/i] (Αρχ. Σωφρονίου, ΟΨΟΜΕΘΑ ΤΟΝ ΘΕΟΝ ΚΑΘΩΣ ΕΣΤΙ, σελ. 310)
    [i]”Ενδέχεται η αποστασία να λάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις. Δεν αποκλείεται ο καθένας από μας, για να σταθεί στην πίστη, να πρέπει να είναι έτοιμος να αντισταθεί σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Ας είναι αυτοί δισεκατομμύρια· ας μας θεωρούν μωρούς όλοι οι διανοούμενοι και οι αμαθείς. Η απάντηση μας θα είναι μία: «Όσο μικρός και ασήμαντος και αν είμαι, ωστόσο, εν Χριστώ, εγώ είμαι σωστός και όχι εσείς που είστε μακριά από τον Χριστό». Μου φαίνεται τελείως σαφές ότι η «μη δογματική πίστη» αναπόφευκτα θα περιορισθεί στο επίπεδο της ηθικής διδασκαλίας και ακόμη περισσότερο του μετριοπαθούς μοραλισμού που δεν εκφοβίζει κανέναν. Δυστυχώς, στην ιστορική ζωή των χριστιανικών εκκλησιών κατά τις τελευταίες εκατονταετίες, χάθηκε η έμπνευση των πρώτων χριστιανών και όλα περιορίσθηκαν σε συμβατικές κοινωνικές μορφές. Μετά την εμπειρία των τραγικών χρόνων των δύο Παγκοσμίων Πολέμων και των επαναστάσεων, οι εκκλησίες του είδους αυτού έγιναν περιττές για την πλειονότητα. Δεν ικανοποιούν τις γνήσιες πνευματικές αναζητήσεις. Οι οικουμενικές κινήσεις δεν θα σώσουν την κατάσταση των πραγμάτων, εφόσον η ένωση των χριστιανών επιδιώκεται σε κατώτερο επίπεδο και απορρίπτεται η αναζήτηση του πληρώματος, που χαρακτηρίζεται ως «μαξιμαλισμός»”.[/i] (Αρχ. Σωφρονίου, ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ, σελ. 237)

  8. Αδικώ τον εαυτό μου. Αν με ενδιέφερε να μην τον αδικώ δεν θα καθόμουν να “κλάνω” στο antifono.gr αλλά θα φρόντιζα να εξασφαλίσω ΕΔΡΑ ώστε να “χέζω” εξ καθέδρας όπως τόσοι και τόσοι …. εδροφόροι …. Όμως ίσως δεν πρόσεξες ότι αυτό ακριβώς προπαγανδίζω, την ανάγκη δηλαδή αδικίας και όχι μόνο αδικίας αλλά θανάτου του εαυτού …
    Και τέλος πάντων δεν με ενδιαφέρει να καταλάβει τις τι … απλώς “ξεφορτώνω” … άντε ας το πω έτσι για να μην επαναλάβω ξανά τις προκλητικές λέξεις που μου αρέσει να χρησιμοποιώ. Τί να κάνω; Με εκφράζουν!!!

  9. Οκ, Διονύση. Το εκλαμβάνω κι αυτό ως μια αδυναμία σου.
    Όπως την αδυναμία σου, ας πούμε, προς τον Βιτγκενστάιν, που χαστούκιζε τους μαθητές του(ενίοτε έως λιποθυμίας), έτσι γιατί … ‘ξεφόρτωνε’ (σοκαριστικός ο Λούντβιχ!!!)
    Εύχομαι να τις ξεπεράσεις κάποια στιγμή, τον νυν αιώνα!!
    Προσπάθησέ το, σε παρακαλώ! Όχι για την πάρτη σου.. αλλά για μένα!
    Χάρη στο ζητώ…

  10. Η πίστη δεν έχει ανάγκη την απόδειξη, μάλιστα η μη απόδειξη είναι το βασικό χαρακτηριστοκό της πίστης… Όμως ο,τι δεν αποδεικνύεται ως σωστό μπορεί να είναι λάθος! Μπορεί να πιστεύουμε ένα λάθος! Και αυτό δεν είναι ελευθερία…! Η προσπάθεια δαιμονοποίησης της ηθικής και της λογικής και ταυτόχρονα η έμμεση εξιδανίκευση της πίστης είναι κατά τη γνώμη μου άστοχη και αναχρονιστική…

  11. [quote name=”Χρύσα”] Η πίστη δεν έχει ανάγκη την απόδειξη, μάλιστα η μη απόδειξη είναι το βασικό χαρακτηριστοκό της πίστης… Όμως ο,τι δεν αποδεικνύεται ως σωστό μπορεί να είναι λάθος! [/quote]

    Κι όμως, η πίστη έχει ανάγκη από μιαν [b]άλλη[/b] απόδειξη, τη βιωματική.
    Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής γράφει: “Πίστις ἐστὶν ἄλογος γνώσις. Ἐπεἰ ἄλογος, οὐκ ἐκ μαθημάτων. Ἐπεὶ δὲ γνῶσις, ἄρα σχέσις”.
    Τον Θεό δεν τον προσεγγίζουμε με τη λογική αλλά με την καρδιά. Δεν τον προσεγγίζουμε με τις αισθήσεις αλλά με τον νου, το οπτικό της ψυχής, μια έκτη αίσθηση. Κι όταν έτσι τον προεγγίσουμε, Αυτός απαντά, κι έτσι έχουμε γνώση και σχέση μαζί Του.

  12. Ούτε ο Θεός αποδεικνύεται, αυτή ακριβώς είναι η ένστασή μου.
    Όμως το ζήτημα δεν είναι αυτό. Αυτό που με προβληματίζει είναι πως επίσημοι εκπρόσωποι της εκκλησίας ”δια στόματος” ή μάλλον ”δια της γραφής ” του Ντοστογιέφσκι καταδικάζουν- έμμεσα-το σπουδαιότερο προσόν του ανθρώπου, τη λογική. Θεωρώ πως το σχήμα ”κακή λογική” – ”καλή πίστη” είναι άκρως παραπλανητικό. Και αυτό το σχόλιο γίνεται με όλο το σεβασμό προς το πρόσωπο του γράφοντα. Στη εποχή της προόδου ,την οποία διανύουμε, η λογική θα έπρεπε να θεωρείται ο μόνος δρόμος που οδηγεί ασφαλώς στην ελευθερία.

  13. Ο Θεός δεν αποδεικνύεται αλλἀ αποκαλύπτεται.
    Και υπάρχουν δὐο εἰδη γνώσης: Η κτιστή, που προσεγγίζεται με τη λογική· και η άκτιστη, κατά την οποία ο Θεός αποκαλύπτεται στην καρδιά των καθαρών (αυτή είναι η προϋπόθεση για τον άνθρωπο να Τον γνωρίσει και χωρίς αυτήν η λογική δεν προσφέρει τίποτα σ᾿ αυτή τη γνώση) και φωτίζει τον νου τους και τη λογική, που είναι απλώς μια λειτουργία του νου.
    Δεν είναι θέμα “καλής” ή “κακής” λογικής ούτε “καλής” ή “κακής” πίστης. Είναι θέμα διάκρισης μεταξύ κτιστής και άκτιστης γνώσης, μεταξύ θείας Αποκάλυψης και λογικής διεργασίας. Αυτό το έχει καταλάβει ο Ντοστογιέφσκι που έγραψε: “Αν μου αποδείκνυαν πως άλλο είναι ο Χριστός κι άλλο η αλήθεια, θα προτιμούσα τον Χριστό κι όχι την αλήθεια”. Αν κανείς δεν το καταλαβαίνει. τότε καταντάμε σε παράληλλους μονόλογους, όχι διάλογο.

  14. Για να είμαι απολύτως ειλικρινής και σωστή, είναι η πρώτη φορά που διαβάζω Ντοστογιέφσκι, διαβάζω το ”Έγκλημα και Τιμωρία”. Οπότε ,ως άπειρη αναγνώστρια του συγγραφέα κρατώ επιφυλάξεις για ό,τι εγώ πιστεύω πως εννοεί. Ελπίζω σε κάποια χρόνια να έχω μια δική μου, σαφή εικόνα. Ωστόσο, έχοντας διαβάσει κείμενα γι αυτόν , έχω τη γνώμη πως η συνύπαρξη καλού και κακού στους ήρωές του, που εθίγη στο κείμενο, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια επιτυχημένη προσπάθεια να διαμορφώσει ρεαλιστικούς χαρακτήρες, να αποδώσει πιστά τον άνρωπο της εποχής του αλλά και γενικότερα τον μέσο, ατελή άνθρωπο.
    Αυτός ο ατελής άνρωπος είμαστε όλοι εμείς. Εντυπωσιάστηκα αρνητικά όμως όταν διάβασα το απόσπασμα :
    ”Η πρώτη σημαντική παρατήρηση είναι ότι ο Ντοστογιέφσκι καταρρίπτοντας την ηθική, που διακρίνει τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς, κλονίζει την υπεροψία του ουμανισμού, ο οποίος πιστεύει ότι με την ηθική μπορεί να εξαλείψει το κακό από τον κόσμο. Με τον τρόπο αυτόν ο Ντοστογιέφσκι θεολογεί πατερικά: η σωτηρία του ανθρώπου δεν μπορεί να προέλθει από τον ίδιο τον άνθρωπο, αλλά μόνον από τον Θεό.”
    To απόσπασμα αυτό, σε συνδυασμό με το απόσπασμα:
    ”Ο Ντοστογιέφσκι μάχεται την ηθική για ένα και μόνο λόγο: διότι, όπως και η λογική, στερεί τον άνθρωπο από το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του, χάρη στο οποίο διαφέρει από τα ζώα, δηλαδή την ελευθερία. Αυτή είναι η «εικόνα του Θεού» στον άνθρωπο και η εικόνα αυτή με τίποτε δεν εξαλείφεται. Ο άνθρωπος πάντοτε θα επιζητεί την ελευθερία, όσες ευεργεσίες και αν του προσφέρει η λογική και η ηθική” μου έδωσαν την εντύπωση θρησκευτικού δογματισμού, άρνησης της ανθρώπινης ελεύθερίας και υποτίμησης του ανθρώπου. Η εξάρτηση απο το Θεό ώστε να σωθούμε, ωστε να βελτιωθούμε φαίνεται να απέχει πολύ απο την ελευθερία την οποία ο άνρωπος πάντα αναζητεί.
    Σχετικά με τη διάκριση μεταξύ κτιστής και άκτιστης γνώσης ,κατά την ταπεινή μου γνωμη αυτή δεν ισχύει. Για εμένα η μόνη διάκριση που υφίσταται, είναι η διάκριση γνώσης και πίστης.
    Επίσης αδυνατώ να κατανοήσω την ”προσέγγιση με την καρδιά”, αφού στην πραγματικότητα ακόμη και η πίστη είναι ζήτημα εγκεφαλικό. Όλα τα έμβια όντα έχουν καρδιά αλλά μόνο ο άνθρωπος αναφέρεται στην ύπαρξη Θεού. Γιατί είναι το μόνο ον που διαθέτει εγκέφαλο. Επομένως, ακόμη και η πίστη στηρίζεται εν μέρει στη λογική, σε μια εγκεφαλική διεργασία που όμως τελικά δεν προχωρά παραπέρα είτε απο επιθυμία είτε απο αδυναμία.
    Τέλος, η προτίμηση του Ντοστογιεφσκι του Χριστού έναντι της αλήθειας νομίζω πως έχει συμβολικό χαρκτήρα και αποδίδει τον ανθρώπινο φόβο ενώπιον της αλήθειας αλλά και την ανακούφιση που προσφέρει η πίστη. Ακριβώς γι αυτό γεννήθηκε η πίστη. Για το λόγο οτι η αλήθεια είναι πολλές φορές δυσβάσταχτη.
    Κλείνοντας, απολογούμαι για τα σημεία που ο τόνος μου υπήρξε εριστικός και δηλώνω ειλικρινά πως η άποψη του κάθε ανθρώπου είναι για εμένα απολύτως σεβαστή. Άλλωστε όλοι μπορεί να αναθεωρήσουμε!!

  15. Αγαπητή Χρύσα, δεν θέλω να σε πείσω για κάτι. Είσαι ελεύθερη να πιστεύεις ό,τι θέλεις.
    Όμως ο Ντοστογιέφσκι πίστευε όσα διδάσκει η Ορθόδοξη Εκκλησία δια των Πατέρων της: και στη διάκριση κτιστής και άσκτιστης γνώσης και στο ότι τον Θεό τον προσεγγίζουμε με την καρδιά και το ότι ο Αυτός είναι πρόσωπο, ο σαρκωμένος Χριστός, όχι κάτι αφηρημένο. Αρκετά απ᾿ αυτά φαίνονται στη μελέτη της Ιταλίδας σλαβολόγου Simonetta Salvestroni που δημοσιεύθηκε στο “Αντίφωνο” τον περασμένο Φεβρουάριο, με τίτλο “Ο Ισαάκ της Νινευή και το έργο του Ντοστογιέφσκι”. Όταν μελετά κανείς τον Ντοστογιέφσκι οφείλει να έχει υπ᾿ όψιν του τα παραπάνω.

  16. Οπωσδήποτε ο Ντοστογιέφσκι είναι πρώτιστα συγγραφέας κι οπωσδήποτε παρουσιάζεται διαφορετικός από έργο σε έργο του. Ούτε τα έργα του είναι θεολογικές διατριβές ούτε όλα εμπνέονται από την Ορθόδοξη διδασκαλία.
    Όμως, κυρίως τα τελευταία έργα του διαπνέονται αρκετά από το πνεύμα των Πατέρων της Εκκλησίας, κάτι που δείχνει μια πρόοδο, από τη στιγμή που γνώρισε τον Χριστό στο κάτεργο της Σιβηρίας μέχρι που απέκτησε γνώση της πατερικής θεολογίας εις βάθος κι ακράδαντη πίστη στον Χριστό, ώστε να γράψει: “Αν μου έλεγαν πως άλλο είναι ο Χριστός κι άλλο η αλήθεια, θα προτιμούσα τον Χριστό κι όχι την αλήθεια”.
    Δηλαδή η πορεία του προς την επίγνωση του Χριστού, όπως φαίνεται από τα έργα του, είναι διαρκής και ανοδική και για να κατανοήσει κανείς τα τελευταία έργα του, οφείλει να έχει υπ᾿ όψιν την πατερική θεολογία.
    Μια και αναφέρετε τον μητροπολίτη Ναυπάκτου, κι αυτός μνημονεύει συχνά τον Ντοστογιέφσκι, κυρίως τα τελευταία έργα του, παρουσιάζοντάς τα από Ορθόδοξη σκοπιά (βλ. ομιλία του για τους “Αδελφούς Καραμάζωφ” http://vardavas.blogspot.gr/2011/05/4-5-2011_30.html)

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ