Θερμοί καιροί, κρύοι άνθρωποι

0
781

Είναι οξύμωρο να σου ζητούν να αγωνισθείς όταν σου έχουν υποσκάψει το φρόνημα. Ο κόσμος σήμερα φαντάζει ζωσμένος με απειλές που πολλαπλασιάζονται μέρα με τη μέρα. Αστάθεια, μισαλλοδοξία, απληστία, οργή που είναι έτοιμη να ξεσπάσει στα τυφλά. Ακούγονται σήματα κινδύνου: «Να προλάβουμε τα χειρότερα, να  αντιμετωπίσουμε το κακό που φουντώνει!». Η έκκληση στροβιλίζεται στον αέρα, αλλά δεν πέφτει στη γη, δεν αγγίζει παρά μόνο φευγαλέα μερικές καρδιές. Γιατί, οι καρδιές έχουν ψυχρανθεί προ πολλού. Οπου και να κοιτάξει κανείς, στη σφαίρα της πολιτικής, της εργασίας, ακόμη και στην τέχνη και στις επιστήμες, διακρίνει στα λόγια και στις πράξεις των ανθρώπων εκείνη την άχαρη διάθεση που τους βάζει να σπρώχνουν τα πράγματα ελάχιστα πιο πέρα από εκεί που βρίσκονται... και μετά «ποιος ξέρει;».
Αλλά με αυτή τη στάση, πώς να αναχαιτισθεί μια πυρκαγιά κι ακόμα περισσότερο πώς να δημιουργηθεί κάτι που θα είναι υγιές και θα θάλλει στον κόσμο; Χωρίς εξυψωτικά αισθήματα, χωρίς μια δόση ενθουσιασμού τίποτε ουσιώδες δεν μπορεί να οικοδομηθεί. Αυτό μας δείχνει με το παρελθόν της η ίδια η Ευρώπη που σήμερα ανησυχεί. Ηταν η ήπειρος που γνώρισε όσο καμία άλλη την έξαρση σε τόσο διαφορετικές εκδοχές. Την έξαρση, για παράδειγμα, του μεγαλείου κατά την περίοδο της Αναγέννησης. Η ασυγκράτητη φιλοδοξία των ιεραρχών ενώθηκε τότε με την εξίσου ορμητική φιλοδοξία των καλλιτεχνών για να δώσουν ένα μείγμα ισχύος, ευφυΐας και ταλέντου από το οποίο θα γεννιούνταν έργα στο όριο της τελειότητας, στο όριο δηλαδή του θείου. Ακολουθούν και άλλες εξάρσεις αργότερα. Η λουθηρανική σκέψη συνεγείρεται από τα ίδια της τα οράματα, συναρπάζεται από την ιδέα ότι μπορεί να επέλθει ριζική εσωτερική μεταμόρφωση στον άνθρωπο, ότι μπορεί να γεννηθεί και να ζήσει αληθινά μόνο αφού πεθάνει κατά κάποιον τρόπο. Ο προτεσταντικός ενθουσιασμός είναι θυσιαστικός και συνδυάζει τη λύπη γι' αυτό που χάνεται με την άγρια χαρά γι' αυτό που έρχεται.
Το ερχόμενο! Εκεί βρίσκονται όλα - αυτή είναι εξάλλου η πίστη που προκαλεί ένα κύμα διαφορετικής εξάρσεως, αυτή τη φορά με τη Γαλλική Επανάσταση, δύο αιώνες μετά. Ο Σαιν Ζυστ παίρνει τη σκυτάλη από τον Λούθηρο. Θα εξεγερθεί κι αυτός, θα  θελήσει να τιμωρήσει την αλαζονεία των κραταιών, θα πιστέψει ότι «από αγάπη για την ανθρωπότητα επιτρέπεται να γίνουμε ακόμη και απάνθρωποι». Είναι ένα πάθος που καταλήγει στον φόνο. Δεν σημαίνει όμως αυτό ότι υποχρεωτικά ένα τέτοιο πάθος έχει τέτοια κατάληξη.
Εν πάση περιπτώσει, ο ζήλος και ο οίστρος δεν λείπουν από την ευρωπαϊκή ζωή τουλάχιστον ως τα τέλη του 19ου αιώνα. Διαδοχικές τονωτικές ενέσεις από τον χώρο των επιστημών κυρίως, έρχονται κάθε τόσο να διαλύσουν τους ενδοιασμούς και τις  αμφιβολίες. Οσο οι μηχανές βελτιώνονται κι όσο αυξάνονται τα «θαύματα της  επιστήμης» συντηρείται το θάμβος, τα μάτια του ανθρώπου γουρλώνουν, και με την έκπληξη ανοίγει το στόμα του. Κάποτε όμως θα έρθει η ώρα που τα μάτια θα πάψουν να  χορταίνουν το θέαμα και το στόμα θα πάψει να χάσκει.
Αναπόφευκτα ήλθε, πράγματι, η κόπωση. Η Ευρώπη άρχισε ήδη να βαριέται τα τεχνουργήματα με τα οποία κατακλύζονται οι αγορές της. Τα χρησιμοποιεί, παίζει μαζί τους, δεν θαμπώνεται όμως πια, αν και αποφεύγει να το ομολογήσει. Δεν έχει πια τη δύναμη να φαντασθεί τον εαυτό της σαν κατασκευαστή του μέλλοντος. Μη μπορώντας όμως να ζήσει το μέλλον, υποχρεώνεται να περιοριστεί στο παρόν και φυσικά το βρίσκει υποτιμητικό να εγκλωβίζεται εκεί αυτή που προετοίμασε, άλλοτε, όσα σήμερα παράγουν και διακινούν μαζικά οι Αμερικανοί και οι Κινέζοι. Την καταλαβαίνουμε, λοιπόν, που έχει περιπέσει σε τέτοια δυσθυμία, καταλαβαίνουμε το αίσθημα του ξεπεσμού της. Δεν συμμεριζόμαστε όμως καθόλου και την αντίληψη που έχει για το πώς θα συνέλθει. Είναι σαν να έχουν κηρύξει απεργία τα παρακινητικά της αισθήματα. Η ηγεσία της αυτό κάνει, της επαναλαμβάνει πως δεν έχει πια την ικανότητα να συγκινηθεί, ούτε να διαλογισθεί την τύχη της, έχει μόνο την υποχρέωση να συμμαζέψει ό,τι της απέμεινε.
Σ' ένα πρόσφατο κείμενό τους, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Γιούνκερ και ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης Μ. Ρούτε παροτρύνουν τους πρωθυπουργούς των κρατών-μελών να δράσουν επειγόντως ώστε να μειωθεί το κόστος μεταφοράς ενός δέματος από χώρα σε χώρα, να μειωθούν οι λογαριασμοί τηλεφώνου και οι καταναλωτές να παραγγέλλουν απρόσκοπτα προϊόντα μέσω Διαδικτύου. Χρήσιμες οδηγίες, ασφαλώς. Είναι όμως και προτροπή αυτό για την ανασυγκρότηση μιας κοινοπολιτείας; Ποιος μπορεί πραγματικά να σκιρτήσει με την προοπτική ότι θα πληρώνει λιγότερα στα ΕΛΤΑ ή στον ΟΤΕ;  Ποιος μπορεί να ζήσει βάζοντας μόνο σε τάξη τα τεφτέρια του; Δεν αξίζει να λέγεται ενοποίηση η συγκατοίκηση μες στο πεπερασμένο.
Αν γίνει δεκτό πως η εποχή του δημιουργικού δυναμισμού μάλλον πέρασε οριστικά, μένει τουλάχιστον για τους συγχρόνους το καθήκον να διαφυλάξουν ό,τι σημαντικό τους έθρεψε και τους μόρφωσε, να το προστατέψουν και να το συνεχίσουν όσο και όποτε μπορέσουν. Δύο χαρακτικά του Ντύρερ παρουσιάζουν αδρά το αρχέτυπο της σημερινής κατάστασης. Από τη μία «Η  Μελαγχολία» - ο άνθρωπος  που στέκει βουβός και άπραγος ανάμεσα στα  επιστημονικά  του όργανα και εργαλεία. Από την άλλη ο «Ιππότης» - ένας έφιππος άνδρας προχωρεί αψηφώντας τις αλλόκοτες μορφές του Διαβόλου και του Θανάτου που τον πλευρίζουν. Δεν τους επιτίθεται, προχωράει μόνο, και συνεχίζει πάνοπλος την πορεία του. Σταθερότητα, επιφυλακή, το σθένος ενός  ανθρώπου που έχει διαλέξει τον δρόμο του. Ισως για ένα διάστημα να μπορούμε να ζήσουμε με κουράγιο και χωρίς ανάταση. Οχι όμως για πολύ.
Στην εικαστική πλαισίωση, τα δύο χαρακτικά του Άλμπρεχτ Ντύρερ στα οποία αναφέρεται ο Β. Καραποστόλης: "Μελαγχολία" και "Ο ιππότης, ο θάνατος και ο διάβολος". Φιλοτεχνημένα το 1514.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ