Νεκταρία Καραντζή
Η Βυζαντινή μουσική, ως η μουσική που διαμορφώθηκε ήδη στους αποστολικούς χρόνους και ήκμασε την εποχή του Βυζαντίου, είναι εύλογο να φυλάσσει μέσα της όλα τα στοιχεία του μουσικού πολιτισμού της κυρίαρχης εθνότητας των βυζαντινών χρόνων που ήταν η Ελληνική, η επιρροή της οποίας στη διαμόρφωση εν γένει του πολιτισμου της βυζαντινής αυτοκρατορίας είναι ιστορικά αδιαμφισβήτητη. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι ήταν τόση η πολιτιστική δύναμη του ελληνικού πνεύματος στην Ανατολική Αυτοκρατορία των Ρωμαίων, ώστε κατέκτησε τελικά ακόμα και το όνομα των Ρωμαίων, σε σημείο ώστε κατά τη βυζαντινή και νεότερη περίοδο ο "Ρωμαίος" ("Ρωμιός") να ταυτίζεται με το "Έλλην".
Η μουσική του Βυζαντίου είναι διάχυτη από αυτήν την ελληνικότητα. Άλλωστε όλη η δομή της, ως Τέχνη, το αποδεικνύει. Η παρασημαντική της βασίστηκε, στα πρώτα χρόνια, εξ ολοκλήρου στην αρχαία μουσική σημειογραφία, την αλφαβητική. Η οκτάηχος επίσης της βυζαντινής μουσικής συστηματοποιήθηκε από τον Άγ. Ιωάννη τον Δαμασκηνό, ο οποίος αναμόρφωσε τους αρχαίους ήχους (Δώριο, Φρύγιο κ.ο.κ.). Οι πρώτοι χριστιανικοί ύμνοι, που γράφηκαν την εποχή της κατακόμβης, εμπνέονταν από τους τύπους των ύμνων της αρχαίας ελληνικής μουσικής. Έτσι, εμπνευσμένοι από τις λεγόμενες «ελληνικές ωδές», αλλά και προς αντικατάστασή τους, οι πρώτοι χριστιανοί έψαλλαν τις λεγόμενες «πνευματικές ωδές», ενώ τα προσόμοια της βυζαντινής υμνογραφίας εμπνέονται ως τύπος από τα στροφάρια των αρχαίων. Η αρχή επίσης της αρχαίας ελληνικής μουσικής περί της αδιάσπαστης ενότητας ποιητή και μουσικού -ιδιότητες που θα πρέπει να συγκεντρώνονται δηλαδή σε ένα πρόσωπο- εμφορούσε, τουλάχιστον έως τον 8ο αι. μ.Χ., και τη Βυζαντινή. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι οι σημαντικότεροι Εκκληστιαστικοί Πατέρες που δημιούργησαν, ως μουσικοί και υμνογράφοι, το μεγαλύτερο μέρος των ύμνων της Εκκλησίας που ψάλλουμε έως σήμερα, ήταν Έλληνες ή έστω κατείχαν την ελληνική παιδεία, ενώ πολλοι από αυτούς συνέθεταν με πρότυπο την αρχαία δραματική και λυρική ποίηση. Ακόμα όμως και ο τρόπος οργάνωσης του χορού των ψαλτών, καθώς και το όλο τελετουργικό της θείας λειτουργίας και της χωροθέτησης, θυμίζει αρχαίο ελληνικό θέατρο. Ο "ποδοψόφος" των αρχαίων Ελλήνων, δηλαδή ο μαέστρος, που είχε ένα κρόταλο στο πόδι για να χτυπά τη "θέση" στο ρυθμό, βρήκε τη μετεξέλιξή του στο "χειρονόμο" της Βυζαντινής Μουσικής. Ο χορός των ψαλτών χωρίστηκε (τον 11ο αι. από τον Αγ. Διονύσιο τον Αεροπαγίτη) σε δύο χορούς (τον αριστερό και τον δεξιό) κατά μίμηση των ημιχορίων των αρχαίων. Αλλά και ως προς τη χωροθέτηση: το τέμπλο της εκκλησίας αντιστοιχεί στο Προσκήνιο, ο Σολέας στην Ορχήστρα, οι χοροί των ψαλτών στο Χορό και ο Άμβωνας στη Θυμέλη. Γι' αυτό ο Oscar Wilde, με ποιητική ευαισθησία και ακρίβεια, γράφει στο "De profundis": "Με γεμίζει αγαλλίαση και δέος η σκέψη ότι η ύστατη επιβίωση του ελληνικού τραγικού χορού, χαμένου από κάθε άλλη τέχνη, συναντάται στη θεία λειτουργία, όταν ο ψάλτης απαντά στον ιερέα".
Μὲ τὸ συμπάθιο, εἶστε πλήρως ἀνιστόριτη καὶ ἀδιάβαστη. Ἕνα μεταξύ ἄλλων παράδειγμα: ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀεροπαγίτης ἔζησε τὸν 11ο αἰῶνα!!!
Ὅλη ἡ προσέγγιση τοῦ θέματος εἶναι συναισθηματική.
(Σχόλιο, κυρίως λόγω αρχών)
α. Η αρχαία ελληνική μουσική ήταν πνευματική (τονική) όχι αλφαβητική.
β. Ο Κλήμης τον 2ο αιώνα υποστήριζε πως η μουσική της Εκκλησίας δεν ήταν μίμηση του αρχαίου ελληνικού ασματικού τρόπου, αλλά ένα πλήρως “καινό” άσμα τόσο σε επίπεδο μορφής όσο και περιεχομένου, ακριβώς γιατι εξέφραζε την καινότητα του χριστιανισμού (Προτρεπτικός, 1.2.3). Αντιθέτως οι Γνωστικοί ήταν εκείνοι που εισήγαγαν κομψές ελληνικές ποιητικές και μουσικές φόρμες για μία σειρά λόγων. Όταν συμβάνει αυτό στην Εκκλησία, όταν η μορφή διανθίζεται, οι χριστιανοί το θεωρούν μία σκανδαλώδη νεωτερικότητα, ασχέτως αν τελικά υπήρξε η μήτρα της δημιουργίας των Κοντακίων. Σε επίπεδο περιεχομένου και μορφής η ποιητική της αρχαίας Εκκλησίας δεν έχει καμία σχέση με τις αντίστοιχες ελληνικές φόρμες. (Οι πρώτοι ύμνοι είναι πχ Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, Ωδή της Ελισάβετ 1.42, Ωδή της Θεοτόκου 1.46-55, Ωδή του Ζαχαρίου 1.68-79, Ωδή του Συμεών 2.29-32 ή ο γνωστός στίχος των Αποστολικών Διαταγών 8.14 «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν»).
γ. Ήταν Ρωμαίοι κι όχι Έλληνες. Δεν μπορείς να αποδίδεις σε κάποιον έναν καταγωγικό όρο που δεν αποδεχόταν έστω κι αν μιλάς με όρους ράτσας. Κι ο όρος Ρωμαίος δε σήμαινε καταρχήν ράτσα.
δ. Τι σχέση έχει ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης με τον 11ο αιώνα; Εισήγαγε ο Αρεοπαγίτης τον 11ο αιώνα το αντιφωνικό μέλος; Το αντιφωνικό μέλος αναφέρεται ως χορικός τρόπος ήδη στον Πλίνιο (Επιστολή προς Τραϊανό, 10.96 : «Ante lucem convenire carmenque Christo quasi Deo dicere secum invicem»), εισηγητής του υπήρξε ο Ιγνάτιος Αντιοχείας στις αρχές 2ου αιώνα (cf. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 67, 688C) και ο μέγας Βασίλειος το μαρτυρά ως δεσπόζοντα τρόπο στα μέρη του ήδη τον 4ο αιώνα (Επιστολή 207, Προς τους κατά Νεοκαισάρειαν Κληρικούς. Cf. ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία, 8.6).
ε. Μερικές μόνο ερωτήσεις: οι Εβραίοι τίποτα; Δεν πήραμε τίποτα σε αυτήν την διαμόρφωση από τον Εβραικό πολιτισμό; Ο μείζων χώρος της Αυτοκρατορίας είναι ο χώρος της Ελλάδας; Η βυζαντινή μουσική είναι ελληνική μουσική ή εκκλησιαστική; Τα ανατολικά συστήματα είναι απλά σύνολα δανείων από το δικό μας κυρίαρχο;
Ε.Στ.