Στην δεκαετία του 1970, με την ολοκλήρωση της τροχιάς του νεωτερικού πολιτισμού, άρχισε να καταστρέφεται μαζικά ο ανθρωπολογικός του φορέας, το άτομο. Από την μοντέρνα ατομικότητα, την ελεγχόμενη από ένα αυτόνομο και σθεναρό λογικό εγώ, περνάμε στον μεταμοντέρνο εαυτό, ένα είδος νέφους επιθυμιών, που χειραγωγείται από την εμπορική διαφήμιση και το πολιτικό μάρκετινγκ. Η προσωπικότητα καθίσταται πλέον μια ρευστή πραγματικότητα, μια κινούμενη άμμος.
Την ίδια περίοδο που σημειώνεται η αποσάθρωση του ατόμου παρατηρείται και ένας σαφής περιορισμός της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Το Σύστημα αντιδρά με τον νεοφιλελευθερισμό, μια εναγώνια προσπάθεια ανασυγκρότησης του ατόμου και αύξησης των κερδών.
Η μέθοδος που εφαρμόζεται είναι η εκ των άνω δημιουργία συνθηκών κοινωνικού δαρβινισμού. Όχι μόνο μέσω της συρρίκνωσης του κράτους πρόνοιας που «κακοσυνήθιζε» τις μάζες στην κοινωνική αμεριμνησία, αλλά και με την αποβιομηχάνιση στα κέντρα του καπιταλισμού και την μετανάστευση της παραγωγής στην περιφέρεια του, και κυρίως στην Κίνα.
Με την μετανάστευση της παραγωγής η διαπραγματευτική δύναμη της εργατικής τάξης στα κέντρα του συστήματος μειώθηκε δραματικά, τα φτηνά μεροκάματα στην περιφέρεια αποκατέστησαν την κερδοφορία του κεφαλαίου και οι χαμηλές τιμές των εισαγομένων από την περιφέρεια προϊόντων συμπίεσαν το κόστος ζωής στα κέντρα του συστήματος.
Τι δεν πήγε καλά; Η ανασυγκρότηση της ατομικότητας δεν επιτεύχθηκε ενώ η Κίνα αρνούμενη να ενσωματωθεί πλήρως στην παγκόσμια αγορά και να τεθεί υπό τον έλεγχο του δυτικού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου (Γουώλ Στρητ, Σίτυ του Λονδίνου κ.λ.π) απέκτησε σταδιακά τεχνολογική ισοτιμία με τις ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης και από ένα σημείο και πέρα έπαψε να στηρίζεται στο χαμηλό εργατικό κόστος. Συνολικά το κέντρο της παγκόσμιας οικονομίας μετατοπίσθηκε εκτός Δύσης, για πρώτη φορά στα τελευταία 500 χρόνια.
Δεν είναι παράξενο, λοιπόν, που εδώ και κάποια χρόνια έχει αρχίσει η συζήτηση στην Δύση για αποσύνδεση των δυτικών οικονομιών από την κινεζική οικονομία, σε μια αμφίβολης έκβασης προσπάθεια να περιορισθεί ο κινεζικός δυναμισμός και να ανακτηθεί η δυτική ηγεμονία. Η στρατηγική της αποσύνδεσης προωθείται από αμερικανικά κέντρα, με τους ευρωπαίους να είναι μάλλον απρόθυμοι. Οι Αμερικανοί προσπαθούν να σκιαγραφήσουν την Κίνα ως αντίπαλο της Δύσης στο σύνολό της και αποβλέπουν στην δημιουργία ενός σχετικά κλειστού δυτικού οικονομικού μπλοκ στο οποίο να κυριαρχούν οι ίδιοι.
Στα παραπάνω πλαίσια ο Τζο Μπάιντεν πρόσφατα, κλιμακώνοντας τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ και Κίνας, επέβαλε σημαντικούς περιορισμούς στην εξαγωγή μικροτσίπ και άλλων προϊόντων υψηλής τεχνολογίας προς την Κίνα. Οι ΗΠΑ θεωρούν ότι ναι μεν η Ρωσία συνιστά την «άμεση» απειλή στα συμφέροντα τους, αλλά η Κίνα είναι η μόνη χώρα που σκοπεύει να ανατρέψει την διεθνή τάξη και διαθέτει ταυτόχρονα την απαιτούμενη ισχύ για να το επιτύχει.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι ΗΠΑ και οι εταίροι τους θα κόψουν μεν αρκετούς δεσμούς με την Κίνα, εστιάζοντας κυρίως στην παρεμπόδιση της μεταφοράς υψηλής τεχνολογίας που σχετίζεται με θέματα εθνικής ασφάλειας, θα χρειαστούν όμως πολλά χρόνια συντονισμένης προσπάθειας και οικονομικού πόνου για να διαρραγούν όλοι οι οικονομικοί δεσμοί με την Κίνα.
Ποια είναι όμως ακριβώς τα προαπαιτούμενα για την προώθηση της αποσύνδεσης, όποια έκταση και αν πάρει το εγχείρημα αυτό; Επί Τραμπ η προσέγγιση αυτού του ζητήματος συνίστατο στην επιβολή δασμών και κυρώσεων στην Κίνα που αποδείχθηκαν εν τέλει αναποτελεσματικές. Σήμερα γίνεται λόγος για μια ευρύτερη αλλά ασαφή προσπάθεια επανεκβιομηχάνισης των ΗΠΑ. Η Αμερική όμως δεν μπορεί να εξαναγκάσει τις αμερικανικές βιομηχανικές αλυσίδες να εγκαταλείψουν την Κίνα, ενώ πρέπει να ανατάξει τις πολύ ελλειπώς συντηρημένες υποδομές της και να αναζωογονήσει το παρακμάζον εκπαιδευτικό της σύστημα, αν θέλει να αποκτήσει εκ νέου σημαντική βιομηχανική βάση.
Η Κίνα τώρα απεύχεται σθεναρά την αποσύνδεση, χωρίς όμως να πάψει να προετοιμάζεται και για αυτήν. Η Κίνα διαθέτει καταρχήν ως εφεδρεία μια τεράστια εσωτερική αγορά. Σε περίπτωση αποσύνδεσης των οικονομιών, η Κίνα θα μπορέσει επίσης να συνεργασθεί με αρκετές από τις ασιατικές οικονομίες, με τις χώρες της Αφρικής και με ορισμένες της Λατινικής Αμερικής.
Η θέση της Κίνας στην καρδιά των πυκνά διασυνδεδεμένων ασιατικών εφοδιαστικών αλυσίδων είναι εξασφαλισμένη. Ο δανεισμός, εξάλλου, πολλών χωρών της Αφρικής από την Κίνα για την ανάπτυξη των υποδομών τους (δανεισμός ο οποίος ανέρχεται στο 12% του συνόλου των δανειακών τους κεφαλαίων) έχει θέσει τις βάσεις για την εκβιομηχάνιση τους. Προς το παρόν, βέβαια, οι χώρες αυτές αντιμετωπίζουν έντονα επισιτιστικά προβλήματα καθώς και πρόβλημα εξυπηρέτησης των χρεών τους. Η Κίνα χάρισε μεγάλο μέρος των δανείων που έδωσε, σε 17 από αυτές. Θα χρειαστεί όμως χρόνος και επίμονη προσπάθεια για να απεξαρτηθεί η Αφρική από την Δύση.
Συνολικά η αποσύνδεση των οικονομιών θα είναι μια σταδιακή και τμηματική διαδικασία, ενώ παραμένει αρκετά αμφίβολο αν μια βασική της προϋπόθεση, η δημιουργία δηλαδή μιας κρίσιμης μάζας καλά καταρτισμένων και συγκροτημένων βιομηχανικών εργατών στα κέντρα του συστήματος (και ιδίως στις ΗΠΑ ), μπορεί να εκπληρωθεί. Τα ανθρωπολογικά «καύσιμα» προς αυτήν την κατεύθυνση έχουν μάλλον καταναλωθεί προ πολλού.
Πηγές
Δεν έχουν τον Θεό τους. Ο πόλεμος των φύλων και η ελληνική παράδοση, Σώζεται η Δύση; Του Θεόδωρου Ι. Ζιάκα. Εκδόσεις Αρμός, Μάρτιος 2022.
Συνέδριο-παράσταση για έναν αυτοκρατορικό ρόλο. Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου. Καθημερινή 16/10/2022.
Γιατί οι ΗΠΑ χρειάζονται άμεσα «τσάρο ανθεκτικότητας»; Της Rana Foroohar. Από F.T στο Euro2day. 24/9/2022
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα ("Changing-West", 1931) είναι έργο του, αμερικανού, Thomas Hart Benton.