Γιάννης Πλεξίδας
Το πρόταγμά μας είναι απλό και έχει ως εφαλτήριο τη λογική αντίφαση που ενυπάρχει στις παρακάτω προτάσεις:
- Ο Θεός είναι πανάγαθος και παντοδύναμος
- Υπάρχει το κακό
- Κάποια δημιουργημένα όντα θα καταδικαστούν σε αιώνια Κόλαση.
Καθίσταται προφανές ότι υπάρχει μια λογική αντίφαση μεταξύ αυτών των τριών προτάσεων, εάν δεχθούμε αξιολογικά: (α) ότι η παντοδυναμία και η παναγαθότητα του Θεού δεν έχουν όρια, και (β) ότι το κακό νοείται πάντοτε σε αντίστιξη με το αγαθό. Αν, λοιπόν, στον Θεό η παναγαθότητα και η παντοδυναμία νοούνται ως αναλλοίωτα και ανέκπτωτα κατηγορήματα της ύπαρξής Του, πώς είναι δυνατόν να υφίσταται χώρος στην —αγαθή— δημιουργία, νοημένος τοπολογικά και οντολογικά, στον οποίο θα εκλείπει το αγαθό, δηλαδή ο Θεός, ο οποίος, εν τέλει, πληροί τα πάντα[1];
Η απάντηση που συνήθως δίνεται για την ύπαρξη της Κόλασης αφορά στο αυτεξούσιο και στη δυνατότητα επιλογής που έχει ο άνθρωπος, ακόμη και να θέσει τον εαυτό του εκτός σωτηρίας πράττοντας το κακό[2]. Το ερώτημα, δηλαδή, για το κακό μετατοπίζεται, όπως σωστά το θέτει ο Ricoeur[3], από την οντολογία (quid est malum?) σε μια ηθική-πραξιολογική προοπτική (unde malum faciamus?).
Στη συνέχεια θα επιχειρήσουμε να δείξουμε ότι ο τρόπος λειτουργίας του αυτεξουσίου είναι ακριβώς αυτός που καθιστά αδύνατη την ύπαρξη της Κόλασης. Θα αναπτύξουμε τη συλλογιστική μας πορεία βασιζόμενοι στα κείμενα του αγίου Γρηγορίου Νύσσης.
Σύνολη η σκέψη του Γρηγορίου διαπνέεται από τον ηθικό οπτιμισμό του Πλάτωνα. Σε ό,τι αφορά στην καταστασιακή συνθήκη της ανθρώπινης ύπαρξης, ο ουσιακός πυρήνας της, για τον Γρηγόριο, είναι αγαθός. Η άποψή του αυτή ενισχύεται, φυσικά, και από τον χριστιανικό οπτιμισμό που εκπηγάζει από τη δημιουργία του ανθρώπου κατ’ εικόνα ενός πανάγαθου Θεού. Ο άνθρωπος, λοιπόν, είναι φύσει αγαθός και, ως λογικό συνεπακόλουθο, παρουσιάζει μία φυσική ροπή προς τη διάπραξη του αγαθού[4]. Το θεωρητικό αυτό οικοδόμημα του Γρηγορίου φαίνεται να βρίσκεται σε ασυμφωνία με ό,τι βιώνουμε καθημερινά, καθώς η διάπραξη του κακού φαίνεται να είναι η μη παρακάμψιμη βεβαιότητα της ανθρώπινης δράσης. Εύλογα προκύπτει το ερώτημα: αν η επιθυμία του φύσει αγαθού ανθρώπου ρέπει προς το αγαθό, τότε πώς είναι δυνατόν να πράττουμε το κακό; Για τον Γρηγόριο, αυτό συμβαίνει για τρεις λόγους:
(α) Ο πρώτος λόγος αφορά στην πλάνη του ανθρώπου και την εξαπάτησή του από τον Διάβολο. Ο άνθρωπος «… τῆς τοῦ καλοῦ κρίσεως ἀπεπλανήθη δι’ ἀπάτης…»[5]. Ο Διάβολος τον εξαπατά στην προσπάθειά του να τον απομακρύνει από τον Θεό, εμφανίζοντας το κακό ως καλό, ή τα ελάσσονα αγαθά ως μείζονα[6]. Έτσι, ο άνθρωπος επιλέγει το κακό στον βαθμό που αυτό εμφανίζεται ως αγαθό. Αν το κακό δεν ήταν σύμμικτο με το αγαθό, θα πει, η κακία θα έμενε «άπρακτος».[7]
(β) Ο δεύτερος λόγος διάπραξης του κακού αναφέρεται στην «αβουλία/ακρισία»[8] του ανθρώπου, στην εσφαλμένη δηλαδή κρίση. Η φυσική έφεση του ανθρώπου προς το αγαθό μένει ακαλλιέργητη, θα σημειώσει ο ιερός συγγραφέας, και επομένως δεν αναπτύσσεται η ικανότητα της διάκρισης του αγαθού από το κακό. Προκειμένου να κατορθωθεί η ενεργοποίηση και ενεστοποίηση της διακριτικής έξης, απαιτείται μια διαδικασία παίδευσης[9], η οποία μάλιστα πρέπει να ξεκινήσει από την παιδική ηλικία[10]. Μόνο έτσι ο άνθρωπος θα μπορέσει να ασκήσει τα αισθητήρια της ψυχής, ώστε να καταστεί ικανός στην αποφυγή των εσφαλμένων επιλογών.
(γ) Ο τρίτος λόγος αφορά στην παρουσία της αίσθησης. Η αίσθηση καταδυναστεύει τον νου, καθώς είναι παρούσα από την πρώτη στιγμή της ζωής του ανθρώπου, ενώ ο νους, το θεϊκό στοιχείο, εμφανίζεται και αναπτύσσεται σταδιακά[11]. Η προτεραιότητα των αισθήσεων και των αισθητικών απολαύσεων θολώνει τη διάνοια καθιστώντας δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στο ψευδώνυμο και στο αληθινό αγαθό.
Ο άνθρωπος, επομένως, αδυνατεί να διατηρήσει ασύγχυτη και απόλυτα διακριτή στην ψυχή του τη διαφορά μεταξύ καλού και κακού. Ο σκοτασμός του νου και της εποπτικής διάκρισης, ως συνέπεια της μετα-πτωτικής υπαρκτικής πραγματικότητας, καθιστούν τη διάπραξη της αμαρτίας μονόδρομο. Το αναπόδραστο της αμαρτίας (οὐδεὶς ἀναμάρτητος), θέτει εν αμφιβόλω την ύπαρξη της Κόλασης. Πώς είναι δυνατό κάποιος να καταδικαστεί σε αιώνια τιμωρία και αιώνια βασανιστήρια όταν το κακό που πράττει δεν είναι δική του επιλογή, αλλά καταστασιακή συνθήκη της ύπαρξής του, όπως δείξαμε παραπάνω[12]; Πώς μπορεί, εξάλλου, η άπειρη αυτοαγαθότητα, η οποία αυτοπροσφέρεται ως αγαπώμενη και ερώμενη, να επιθυμεί, με εκδικητική μανία[13], να προσφέρει μια μοίρα χειρότερη και από τον θάνατο στους ανθρώπους[14];
Η απάντηση είναι απλή και αυτονόητη: δεν μπορεί να υπάρξει καταδίκη σε αιώνιο[15] κολασμό, επειδή ακριβώς ο άνθρωπος δεν ευθύνεται για την επιλογή του κακού ως τέτοιο.
Η αδυνατότητα της Κόλασης. Μια σύγχρονη προσέγγιση.
Προς επίρρωση της άποψης μας για την αδυνατότητα της Kόλασης, θα αναφερθούμε στην περίπτωση των κατά συρροή δολοφόνων, των ανθρώπων εκείνων δηλαδή που διαπράττουν κατ’ ελάχιστο 3 φόνους[16]. Οι άνθρωποι αυτοί χαρακτηρίζονται ψυχοπαθείς ή κοινωνιοπαθείς. Πρόκειται ουσιαστικά για μια αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας ή συμπεριφοράς[17]. Οι ψυχοπαθείς, σε αντιθετική διαστολή με τους ψυχωτικούς, δεν βιώνουν παραισθήσεις ή οράματα, και διαθέτουν την ικανότητα να διακρίνουν το καλό από το κακό. Δρουν λογικά και έχουν συνείδηση των πράξεών τους, γι’ αυτό άλλωστε και ενεργούν βάσει σχεδίου, παρακολουθούν τα θύματά τους και αποφεύγουν τη σύλληψη. Η συμπεριφορά τους είναι αποτέλεσμα «ελεύθερης επιλογής»[18] και καθορίζεται τόσο από γενετικούς όσο και από κοινωνικούς παράγοντες. Σε ό,τι αφορά στους γενετικούς παράγοντες, η κυρίαρχη θεωρία σήμερα υποστηρίζει ότι διάφορες μορφές του γονιδίου της σεροτονίνης ευθύνονται για την ενεργοποίηση της βίαιης συμπεριφοράς. Έρευνες δείχνουν πως η έλλειψη σεροτονίνης συνδέεται με τη «μειωμένη ηθική». Επίσης, η μονοαμινική οξειδάση(ΜΑΟ), η οποία είναι φορέας της ντοπαμίνης, έχει ενοχοποιηθεί για την επιθετική συμπεριφορά. Τέλος, υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης(CSF) και υψηλά επίπεδα πυρρόλης(urine Kryptopyrrole) στα ούρα ή φλοιική υποδιέργεση (cortical underarousal), θεωρούνται παράγοντες που προκαλούν επιθετική και αντικοινωνική συμπεριφορά[19]. Ιδιάζοντα ρόλο στην εκδήλωση της βίαιης συμπεριφοράς έχει και η κληρονομικότητα. Επισημαίνουμε ότι το 53% των κατά συρροή δολοφόνων προέρχεται από οικογένεια με ιστορικό ψυχοπάθειας.
Όχι μόνο γενετικοί αλλά και κοινωνικοί παράγοντες επιδρούν στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του ψυχοπαθούς. Η τραυματική παιδική ηλικία αποτελεί κοινό τόπο για τους κατά συρροή δολοφόνους. Σε επίσημη μελέτη του FBI αναφέρεται ότι το 42% υπέστη σωματική κακοποίηση, το 74% υπέστη ψυχολογική κακοποίηση, το 35% υπήρξε μάρτυρας σεξουαλικής και ενδοοικογενειακής βίας, ενώ το 43% δήλωσε ότι υπήρξε το ίδιο θύμα σεξουαλικής κακοποίησης. Επιπλέον, το 73% δήλωσε ότι βίωσε «ψυχοφθόρα σεξουαλικά συμβάντα». Αν και θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με τους αριθμούς που επιβεβαιώνουν την επίδραση του διαταραγμένου οικογενειακού περιβάλλοντος στην ψυχική υγεία, θα αναφερθούμε μόνο στην απουσία του πατρικού προτύπου (στο 47% των περιπτώσεων ο πατέρας έφυγε από το σπίτι πριν από την ηλικία των 12 ετών) και στην αυταρχική μορφή της μητέρας (66% των περιπτώσεων)[22].
Όλες οι προηγούμενες αναφορές έχουν σκοπό να δείξουν ότι η διάπραξη του κακού δεν αποτελεί μία μονοδιάστατη ενέργεια. Είναι, μάλλον, η συνισταμένη πολλών συνιστωσών, οι οποίες δεν εξαρτώνται, άμεσα ή έμμεσα, από το δρων υποκείμενο. Η διάπραξη του κακού ετεροκαθορίζεται από συμβεβηκότα που βρίσκονται πέρα από τον έλεγχό μας. Οι κατά συρροή δολοφόνοι, δηλαδή, πέρα από θύτες είναι, πρωτίστως, θύματα. Είναι άνθρωποι καθημερινοί, άνθρωποι της διπλανής πόρτας και δεν προέρχονται από κάποιο σκοτεινό μέρος το οποίο για εμάς, τους «φυσιολογικούς», είναι ξένο. Πώς, λοιπόν, μπορείς να καταδικάσεις ένα θύμα σε αιώνιο κολασμό; Πώς μπορείς να αποδώσεις ευθύνες σε κάποιον που δεν ελέγχει, αλλά ελέγχεται απόλυτα από το περιβάλλον και τα γονίδιά του;
Θα επιθυμούσαμε, αντί επιλόγου, να κλείσουμε με μια φράση του Berdyaev: «Μια οντολογία του κακού είναι αδύνατος και ανέφικτος, διά τούτο και η ιδέα περί της αιωνίου κολάσεως είναι ακατανόητος, μοχθηρά και κακόβουλος»[23]
Σημειώσεις
1. Πρβλ. Γρηγόριος Νύσσης, Κατὰ Ἀρείου καὶ Σαβελλίου, G.N.O. III.1, σ. 84.4-27: «… πανταχοῦ εἶναι καὶ μὴ εἶναι τόπος ὅπου οὐκ ἔστι θεὸς…»
2 Βλ. ενδεικτικά, Richard Swinburne, «A Theodicy of Heaven and Hell», στο: Alfred Freddoso (επιμ.), The Existence and Nature of God, Notre Dame, Indiana, University of Notre Dame Press, 1983, σσ. 37-54, ιδ. σ. 52.
3 Paul Ricoeur, The Conflict of Interpretations, Evanston, Illinois, Northwestern University Press, σειρά: Studies in Phenomenology and Existential Philosophy, 1974, μτφρ. Peter McCormick, σσ. 273-275.
4 Γρηγόριος Νύσσης, Εἰς τὸν βίον Μωυσέως, G.N.O. VII.1, σ. 108.15-17, Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστήν, G.N.O. V, σ. 427.15-17: «… ἐκ παρόδου δόγμα ἐμάθομεν, ὅτι πᾶσα τῆς ψυχῆς κίνησης ἐπ’ ἀγαθῳ παρὰ τοῦ δημιουργήσαντος τὴν φύσιν ἡμῶν κατεσκευάσθη».
5 Γρηγόριος Νύσσης, Εἰς τὸ πάτερ ἡμῶν, G.N.O. VII.2, σ. 37.22-23, Κατηχητικὸς Λόγος, P.G. 45, 65.
6 Verna, Harrison, Grace and Human Freedom According to St. Gregory of Nyssa, New York-Ontario, The Edwin Mellen Press, σειρά: Studies in the Bible and Early Christianity, αρ. 30, 1992, σ. 157.
7 Γρηγόριος Νύσσης, Περὶ κατασκευῆς ἀνθρώπου, P.G. 44, 197B, Κατηχητικὸς Λόγος, P.G. 45, 60C, Εἰς τοὺς Μακαρισμούς, G.N.O. VII.2, σ. 125.14-16.
8 Γρηγόριος Νύσσης, Εἰς τοὺς Μακαρισμούς, G.N.O. VII.2, σ. 108.20-23: «Ἐπειδὴ τῆς ἀγαθῆς τοῦ θεοῦ περὶ τὸν ἄνθρωπον ἀπέστησεν ἡμᾶς ἡ ἀβουλία…», πρβλ. Εἰς τὰς ἐπιγραφὰς τῶν Ψαλμῶν, G.N.O. V, σ. 58.25-27.
9 Γρηγόριος Νύσσης, Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, G.N.O. V, σ. 418.6-8: «Καὶ εἴθε τοῦτο πρὸ πάντων ἡ τῶν ἀνθρώπων ἐπαιδεύετο φύσις, τὴν τοῦ καλοῦ λέγω καὶ μὴ τοιούτου διάκρισιν!».
10 Γρηγόριος Νύσσης, Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, G.N.O. V, σ. 307.5-9.
11 Γρηγόριος Νύσσης, Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν, G.N.O. V, σ. 419.16-23: «… η αἴσθησις ἅμα τῃ πρώτῃ γενέσει συμφύεται, ὁ δὲ νοῦς ἀναμένει τὴν εἰς τὸ σύμμετρον τῆς ἡλικίας ἀναδρομήν…».
12 Ο Γρηγόριος θα αρνηθεί την ύπαρξη της Κόλασης βασιζόμενος όχι μόνο στα ηθικά-πραξιολογικά επιχειρήματά του, αλλά και στο οντολογικό επιχείρημα που έχει να κάνει με τον κτιστό, και επομένως περατό, χαρακτήρα του κακού. Ως δημιούργημα, το κακό έχει αρχή και, ως φυσικό επακόλουθο, τέλος (Εἰς τὸ Ἆισμα τῶν Ἀισμάτων, G.N.O. VI, σ. 422.16-18: «Αὐτὴ τε ἡ κακία καὶ πᾶν ἐξ αὐτῆς ὕψωμα τὸ κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ θεοῦ ἐπαιρόμενον εἰς τὸ μὴ ὄν περιστήσεται»). Για το θέμα της «αποκατάστασης των πάντων» στη σκέψη του Γρηγορίου Νύσσης βλ. Morwenna Ludlow, Universal Salvation. Eschatology in the Thought of Gregory of Nyssa and Karl Ranner, Oxford, Oxford University Press, σειρά: Oxford Theological Monographs, 2000, σσ. 21-111.
13 Η έκφραση ανήκει στον Russel, βλ. Russel Bertrand, Κείμενα για τη θρησκεία, Αθήνα, εκδόσεις Scripta, 2006, μτφρ. Μπερλής Άρης, σσ. 128-131.
14 Adams McCord Marilyn, «The Problem of Hell: A Problem of Evil for Christians», στο: William L. Rowe (επιμ.), God and the Problem of Evil, Oxford, Blackwell Publications, 2001, σσ. 282-309, ιδ. σσ. 286-287
15 Για τη χρήση του όρου «αιώνιος» στην Καινή Διαθήκη και στους Πατέρες της Εκκλησίας βλ. John Wesley Hanson, Universalism. The Prevailing Doctrine of the Christian Church During its First Five Hundred Years, Boston and Chicago, Universalist Publishing House, 1899,σσ. 146-150
16 FBI Crime Classification Manual, 1992. Η αναφορά στο βιβλίο του Harold Schechter, The Serial Killers, New York, The Random House Publishing Group, 2003, σ. 7.
17 John Godwin, Murder USA. The Ways We Kill Each Other, New York, Ballantine, 1979, σ. 300.
18 Robert D. Hare, Without Conscience. The Disturbing World of the Psychopaths Among Us, New York, The Guilford Press, 1999, σσ. 22-25. Η «ελεύθερη επιλογή» εδώ σημαίνει ότι πράττουν συνειδητά το έγκλημα και έχουν επίγνωση της πράξης τους. Πρόκειται, δηλαδή, για μια πράξη η οποία δεν είναι αποτέλεσμα κάποιου παραληρήματος (insanity without delirium). Για το θέμα αυτό βλ. Hervey Cleckley, The Mask of Sanity, Whitefish, USA, Literary Licensing, LLC, 201110, (19411).
19 Βλ. Andreas Reif, Michael Rösler, Christine M. Freitag, Marc Schneider, Andrea Eujen, Christian Kissling, Denise Wenzler, Christian P. Jacob, Petra Retz-Junginger, Johannes Thome, Klaus-Peter Lesch, and Wolfgang Retz, «Nature and Nurture Predispose to Violent Behavior: Serotonergic Genes and Adverse Childhood Environment», στο περιοδικό Neuropsychopharmacology, τεύχος 32, 2007, σσ. 2375-2383, και Molly J. Crockett, Luke Clark, Marc D. Hauser, and Trevor W. Robbins, «Serotonin selectively influences moral judgment and behavior through effects on harm aversion», στο www.pnas.org/cgi/doi/10.1073/pnas.1009396107. Θερμές ευχαριστίες οφείλονται στον Γιώργο Βαλλιανάτο, δρ. Μοριακής Βιολογίας, για τη βοήθεια, τις συμβουλές και την καθοδήγησή του στη βιβλιογραφική έρευνα που πραγματοποίησα για τη λειτουργία των βιολογικών μηχανισμών.
20 John E. Douglas, Ann W. Burgess, Robert K. Ressler, Sexual Homicide: Patterns and Motives, New York, 4Free Press, 1995, σσ. 16-19.
21 Βλ. ενδεικτικά τις αναφορές που υπάρχουν στο εξαιρετικό και καινοτόμο βιβλίο του ψυχιάτρου Michael H. Stone, The Anatomy of Evil, New York, Prometheus Books, 2009, σσ. 240-283, ιδ. σσ. 245-261 το κεφάλαιο με τίτλο, Parents from Hell.
22 Vronsky Peter, Serial Killers. The Method and Madness of the Monsters, New York, Berkeley Books, 2004, σσ. 274-275.
23 Nikolai Berdyaev, Θείον και ανθρώπινον, Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Π. Πουρναρά, 20002, (19821), μτφρ. Αντωνιάδου Προδρόμου, σ. 142.
πηγή: Αντίφωνο, πρωτοδημοσιεύθηκε στη "Σύναξη", τχ 121 (Ιαν.- Μαρ. 2012, σελ. 85-89)
Η Εκκλησία δεν θεολογεί φιλοσοφικώς, αλλά “κατὰ τὰς τῶν Ἁγίων θεοπνεύστους θεολογίας” (Συνοδικόν της Ορθοδοξίας). Όπως γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, οι Πατέρες δεν θεολογούν “ἀριστοτελικῶς”, αλλά “ἁλιευτικῶς”, δηλαδή εμπειρικά, όπως οι ψαράδες Απόστολοι. Επομένως, έχει μια άλλη “λογική”, κι όταν κανείς γράφει για θεολογικά ζητήματα αυτή τη “λογική” οφείλει να ασπάζεται.
Με βάση αυτή την εμπειρία της, η Εκκλησία δεν αποδέχεται τις δοξασίες του αγίου Γρηγορίου Νύσσης και, με την 5η Οικουμενική Σύνοδο, καταδίκασε τον Ωριγένη που πρώτος τις διετύπωσε.
Η “καταδίκη” στην αιώνια κόλαση δεν είναι μια τιμωρία του Θεού αλλά η συνέπεια της ελευθερίας του ανθρώπου. Και η Κόλαση δεν είναι τόπος αλλά τρόπος ύπαρξης. Γράφεται στο συναξάριο της Κυριακής των Απόκρεω, μετά από αναφορά στη σχετική ευαγγελική περικοπή: “ἃ δὴ πάντα λαμπρῶς ἡ Εκκλησία τοῦ Θεοῦ δεχομένη, οἴεται τρυφήν μέν, καὶ βασιλείαν οὐρανῶν εἶναι, τὴν μετὰ τοῦ Θεοῦ τῶν Ἁγίων συνδιαγωγήν, καὶ τὴν ἐσομένην ἐκείνοις ἔλλαμψιν διηνεκῆ καὶ ἀνάβασιν, βάσανον δὲ καὶ σκότος, καὶ τὰ τοιαῦτα, τὸν ἀπὸ Θεοῦ μακρυσμόν, καὶ τὴν τῶν ψυχῶν διὰ τοῦ συνειδότος δαπάνην.”
Επομένως, δεν είναι ο Θεός αυτός που καταδικάζει, αλλ᾿ ο άνθρωπος
είναι που αυτοκαταδικάζεται. Ο ίδιος επιλέγει να ζει μακριά από τον
Θεό και γι’ αυτό υποφέρει. Κι ο Θεός δεν “μπορεί” να βιάσει την ελεύθερη βούλησή Του, γιατί αλλιώς, ο άνθρωπος δεν θα ήταν ολοκληρωμένος.
Επίσης, το κακό δεν είναι αυθύπαρκτο, αλλά είναι η απουσία του μόνου Αγαθού που είναι ο Θεός.
Τα παραπάνω διδασκόμαστε σαφώς από το Ευαγγέλιο και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Τα υπόλοιπα, “ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους”, τ᾿ αφήνουμε στο μέγα έλεος και την ευσπλαγχνία του Θεού.
Επαναλαμβάνω … ΈΛΕΟΣ! Σήμερα; Του Αγίου Πνεύματος; Άλλη μέρα δε μπορούσατε;
κ.Βασιλειαδη γιατι εξανιστασθε;
Το συγκεκριμενο αρθρο υπαρχει εδω και μηνες στο τελευταιο τευχος της Συναξης…
Ειναι ευτυχημα που υπαρχουν θεολογοι που ακομη σκεφτονται.
Τώρα για το Αγιο Πνευμα…, μα ισα-ισα αφου ο Θεος δημιουργησε τον ανθρωπο με ελευθερια και λογικη, τοτε (θεολογικα) “νομιμοποιούμαστε” να μην σταματησουμε να προβληματιζομαστε.
Βεβαια “ου του θελοντος, ού του τρεχοντος, αλλα του ελεούντος Θεού…”, αλλα σαν λογικα οντα θα σκεφτομαστε και θα θετουμε ερωτηματα μεχρι τη συντελεια των αιώνων…
Δημητριος
Και εγώ μια ερώτηση έκανα … αν και βλέπετε τρία ερωτηματικά! Και εγώ με ελευθερία και λογική νομιμοποιούμε να προβληματίζομαι και να εκφράζω οποιαδήποτε αισθήματα για προβληματισμούς και σκέψεις διαφόρων που σκέπτονται. Η ελευθερία και η λογική δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο κάποιων. Και οι Φαρισαίοι νομιμοποιούνταν και έκαναν πολλές ερωτήσεις στον Χριστό αλλά χάσαν τον Χριστό και έμειναν με την νομιμοποίηση και τον Νόμο. “Τα πάντα μοι έξεστιν αλλ’ ου τα πάντα συμφέρει”.
[i]”Πώς είναι δυνατό κάποιος να καταδικαστεί σε αιώνια τιμωρία και αιώνια βασανιστήρια όταν το κακό που πράττει δεν είναι δική του επιλογή, αλλά καταστασιακή συνθήκη της ύπαρξής του, όπως δείξαμε παραπάνω; […] Πώς μπορείς να αποδώσεις ευθύνες σε κάποιον που δεν ελέγχει, αλλά ελέγχεται απόλυτα από το περιβάλλον και τα γονίδιά του;”[/i]
Εν ολίγοις, το άρθρο θεμελιώνει την “αδυνατότητα της Κόλασης” στην [b]ανυπαρξία ελευθερίας [/b] του ανθρώπου: επειδή ο άνθρωπος δεν είναι ελεύθερος, λέει εδώ ο κ. Πλεξίδας, για τούτο και είναι λογικώς αδύνατον ο πανάγαθος Θεός να του επιφυλάσσει αιώνια Κόλαση.
Μόνο που το επιχείρημα τούτο αυτοακυρώνεται, διότι αναιρεί αυτομάτως την ίδια την αγαθότητα του Θεού στην οποία θέλει να στηριχτεί! Ιδού γιατί.
Εάν δεν είμαστε ελεύθεροι, τότε είτε (α) ο Θεός δεν μας έπλασε ελεύθερους, είτε (β) μας έπλασε μεν ελεύθερους αλλά σε κάποια μετέπειτα στιγμή – ή σειρά στιγμών – απωλέσαμε πλήρως την ελευθερία μας.
Σε ό,τι αφορά το (α): Εάν ο Θεός δεν μας έπλασε ελεύθερους αλλά παθητικά και ανελεύθερα έρμαια του κακού, του περιβάλλοντος και των γονιδίων μας, τότε είναι σαφές πως δεν μπορεί να είναι πανάγαθος. Διότι, όχι μόνο σε αυτή την περίπτωση δεν θα μας είχε πλάσει κατ’ εικόνα Του, μα και δεν θα σχετιζόταν μαζί μας ως Πατέρας προς τέκνα … αλλά μάλλον σαν μηχανικός προς μηχανήματα η κατασκευαστής προς κατασκευές – και βέβαια, τότε, δεν θα έμπαινε θέμα ούτε να μας αγαπά, ούτε να Τον αγαπούμε. Όμως υπάρχει τόπος για αγαθότητα όταν η αγάπη έχει εξ ορισμού εξοριστεί; Ασφαλώς όχι. Εάν όμως ο Θεός δεν είναι πανάγαθος, τότε μπορεί κάλλιστα να μας καταδικάσει σε αιώνια Κόλαση και βασανιστήρια, και σε ότι άλλο φριχτό κι απαίσιο γουστάρει να κάνει με τα παιχνιδάκια του κάποιος κατασκευαστής που δεν είναι αγαθός. Και έτσι αναιρείται το επιχείρημα του κ. Πλεξίδα, κατά το οποίο είναι αδύνατον να υπάρξει αιώνια Κόλαση επειδή – λέει – δεν είμαστε ελεύθεροι.
Σε ό,τι αφορά το (β): Εάν ο Θεός μάς έπλασε ελεύθερους, τότε την ελευθερία μας την απωλέσαμε κάποια μετέπειτα στιγμή – ή σειρά στιγμών – ελευθέρως, από επιλογή μας, και όχι εξαιτίας του περιβάλλοντος και των γονιδίων μας. Όση σύγχυση, σκοτασμός, ακρισία και πλάνη να βάραιναν εκείνες τις ολέθριες στιγμές μας, ως ελεύθερα όντα σίγουρα θα είχαμε μια βαθύτερη συναίσθηση ότι κάποιο ατόπημα διαπράττουμε, ότι κάπως διαρρηγνύουμε τη σχέση μας με το Θεό. Εάν όμως, από εδώ ξεκινώντας, φτάσαμε στο σημείο να απωλέσουμε [i]πλήρως[/i] την ελευθερία μας και να καταντήσουμε [i]απολύτως [/i]παθητικά έρμαια του κακού, του περιβάλλοντος και των γονιδίων μας – όπως διατείνεται ο κ. Πλεξίδας -, τότε αυτό σημαίνει ότι ο Θεός δεν θέλησε και δεν προσπάθησε σε καμμιά στιγμή να μας προστατέψει, να μας συνδράμει, να μας βοηθήσει με κάποιον τρόπο (π.χ. στέλνοντάς μας τον Υιό του τον μονογενή και το Άγιο Πνεύμα) να συνέλθουμε, να συνειδητοποιήσουμε τον ξεπεσμό μας, να δούμε τελοσπάντων τι κάνουμε. Μας παράτησε στη μοίρα μας. Γι’ αυτό κι εμείς, αβοήθητοι, εγκατελελειμένοι, γίναμε απολύτως έρμαια του κακού. Μα τότε, ένας Θεός που βλέπει τα τέκνα του να ξεπέφτουν και γυρνάει αδιάφορος από την άλλη μεριά, δεν μπορεί να είναι πανάγαθος. Κι όπως είπαμε, εάν δεν είναι ο Θεός πανάγαθος, τότε μπορεί μια χαρά να μας ρίξει στην αιώνια Κόλαση … κι ακόμα παραπέρα.
Δια ταύτα: Είναι λοιπόν ολοφάνερο το αδιέξοδο των συλλογισμών, που μας εξέθεσε εδώ ο κ. Πλεξίδας. Η αυτοακυρούμενη ακροβασία τους.
Θα του πρότεινα, αντ’ αυτής, μια διαφορετική οδό προσπέλασης στο ερώτημα που εδώ τον απασχόλησε. Μια οδό λογική μεν αλλά χωρίς αυτοακυρωτικές ακροασίες. Θα πρότεινα να στοχαστεί κανείς:
1) Το κακό πρωτίστως ως (εθελούσια) αποξένωση από τον πανάγαθο Θεό και εν συνεχεία υπό μια ηθική-πραξεολογική οπτική – στην οποία, πάντως, θα πρέπει απαραιτήτως να θεωρήσουμε ως “κακώς πράττειν” όχι μόνο το να πράττει κανείς το κακό, αλλά ουσιαστικότερα ακόμα το[i] να θέτει σε αργία και να μην πράττει το καλό.[/i]
2) Την Κόλαση ως, κατ’ ουσίαν, την κατάσταση εκείνη στην οποία βυθίζεται κανείς όταν αποξενώνεται από τον πανάγαθο Θεό – και όχι σαν μια τιμωρία που έρχεται κατόπιν … λογιστικού ελέγχου κάποιου χρέους.
3) Την αυτο-θέωση ως το ισχυρότερο “επιχείρημα” και δέλεαρ υπέρ αυτής της αποξένωσης: ποιος από μας αλήθεια, δεν θα ήθελε να είναι θεός και μάλιστα όχι αύριο, όχι κάποτε, αλλά εδώ και τώρα και μ’ ένα κλικ;
4) Την περίπτωση κάποιοι εξ ημών, ίσως κι εμείς οι ίδιοι, να επιλέγουν όχι μόνο συνήθως αλλά και “αιωνίως” αυτό το δέλεαρ, δηλαδή την αποξένωση από το Θεό.
Το άρθρο του κ. Πλεξίδα χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο αναφέρεται στον Γρηγόριο Νύσσης, το δεύτερο στους κατά συρροή δολοφόνους.
Απ’όσο διάβασα, δεν λέει πουθενά ότι ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο ανελεύθερο. Αυτό που λέει ξεκάθαρα -μεταφέροντας τη σκέψη του Νύσσης- είναι ότι ο άνθρωπος πράττει το κακό για τρεις λόγους: α) εσφαλμένη κρίση, β) πλάνη του διαβόλου γ) προτεραιότητα της αίσθησης. Στο δεύτερο μέρος αναφέρει επιπλέον σύγχρονους παράγοντες που γνωρίζουμε ότι επηρεάζουν, διαστρεβλώνουν την κρίση μας, όπως οι κοινωνικοί παράγοντες ή οι βιολογικοί.
Προσωπικά βρήκα το άρθρο επαρκέστατο και τεκμηριωμένο. Είναι μία αμιγώς φιλοσοφική προσέγγιση σε ένα θεολογικό ζήτημα. Έχω δύο σημειώσεις να κάνω:
1. α). Ο Theo αναφέρει: “η Εκκλησία δεν αποδέχεται τις δοξασίες του αγίου Γρηγορίου Νύσσης”. Ο Νύσσης είναι άγιος της Εκκλησίας ολικώς ή μερικώς; Η αγιότητά του περιορίζεται σε συγκεκριμένα θέματα, ενώ στο θέμα της αποκατάστασης των πάντων δεν είναι άγιος;
β). Επίσης, όταν λέει: “όταν κανείς γράφει για θεολογικά ζητήματα αυτή τη “λογική” οφείλει να ασπάζεται.” Προφανώς εννοεί ότι όποιος προτείνει θεολογική λύση σε ένα θεολογικό θέμα, πρέπει να ακολουθεί τη λογική αυτή. Σε άλλη περίπτωση, το να επιβάλλουμε σε κάποιον που γράφει ένα φιλοσοφικό κείμενο, να γράψει όπως θέλει η Εκκλησία, θεωρώ ότι δεν είναι και ο ορισμός της ελευθερίας. Ο Theo, κατά την άποψή μου θα είχε δίκιο αν ο κ. Πλεξίδας, έλεγε ότι αυτή είναι η άποψη της Εκκλησίας ή, με κάποιον τρόπο, επέβαλε σε μία Σύνοδο αυτή την άποψη. Σε κάθε άλλη περίπτωση, είναι ένα φιλοσοφικό δοκίμιο, εξαιρετικού ενδιαφέροντος και δεν οφείλει να γραφτεί με συγκεκριμένο τρόπο.
2. Σε ό,τι αφορά στον κ. Ιωαννίδη και στην πρότασή του για πώς θα πρέπει κανείς να στοχαστεί, θεωρώ ότι κανείς έχει το δικαίωμα να στοχάζεται ελεύθερα και όπως επιθυμεί – όπως ανέφερα και προηγουμένως, διαφορετικά δεν έχουμε να κάνουμε με στοχασμό, αλλά με στρατευμένη σκέψη. Αυτοακυρούμενες ακροβασίες και ατοπήματα στο συγκεκριμένο κείμενο δεν βρήκα, εκτός αν βάλουμε τις προϋποθέσεις που ο κ. Ιωάννίδης θέτει. Προϋποθέσεις όμως, που δεν υπάρχουν στο κείμενο του συντάκτη. Για όσους ενδιαφέρονται, θα παρέπεμπα στο κείμενο του Hans Jonas, η έννοια του Θεού μετά το Άουσβιτς, καθώς και στο φιλοσοφικό “επιχείρημα της παντοδυναμίας” του Θεού του J.L. Mackie, ένα φιλοσοφικό επιχείρημα που προφανώς, αν και δεν το αναφέρει, ο συντάκτης του κειμένου προϋποθέτει.
Πρόκειται για μία φιλοσοφική προσέγγιση πάνω σε ένα θεολογικό ζήτημα, που για εμένα είναι απολύτως θεμιτή. Ο συντάκτης του κειμένου δεν προσφέρει σωτήριες λύσεις, αλλά θέτει φιλοσοφικά ερωτήματα ([b]Aporias[/b], για να θυμηθούμε τον Derrida).
Και αφού κάποιοι κάνουν προτάσεις για το πώς και τι θα έπρεπε να γράψει κάποιος, θα μου επιτρέψετε να κάνω κι εγώ μία ερμηνευτική πρόταση. Όταν διαβάζουμε ένα κείμενο καλό θα ήταν να διαβάζουμε το κείμενο “καθαυτό” και όχι με προϋποθέσεις που έχουμε στο μυαλό μας. Αυτή, σύμφωνα με τον Umberto Eco, είναι μία βασική αρχή της ερμηνευτικής.
Επισημαίνω, κατ’ αρχήν, ότι ο συνονόματός μου σχολιαστής δηλώνει, εδώ, ότι αναζητεί μια μη-θεολογική απάντηση σε ένα θεολογικό ερώτημα (αυτό, περί κολάσεως).
Εισημαίνω, επίσης, ότι υποδεικνύει – μάλιστα, επιτακτικά! – μια μη-εκκλησιολογική απάντηση στο ερώτημα τι είναι και τι δεν είναι αγιότητα.
Επισημαίνω, τέλος, ότι ο ίδιος σχολιαστής εμφανίζεται – σε άλλο σημείο της παρέμβασής του – να κατέχει το κριτήριο δια του οποίου συμπεραίνουμε πότε μια άποψη προβαίνει [i]«επαρκέστατη και τεκμηριωμένη»[/i].
[i]”Σε ό,τι αφορά στον κ. Ιωαννίδη και στην πρότασή του για πώς θα πρέπει κανείς να στοχαστεί, θεωρώ ότι κανείς έχει το δικαίωμα να στοχάζεται ελεύθερα και όπως επιθυμεί – όπως ανέφερα και προηγουμένως, διαφορετικά δεν έχουμε να κάνουμε με στοχασμό, αλλά με στρατευμένη σκέψη”[/i]
Στρατευμένη σκέψη; ! Ελάτε τώρα κ. Γεώργιε! Προς τι τόση υπερβολή; [i]Κάθε [/i]φιλοσοφικό δοκίμιο προτείνει ένα τρόπο προσπέλασης δια της σκέψης του θέματος που θίγει. [i]Ένα τρόπο να το σκεφτούμε [/i]δηλαδή. Το ίδιο το δοκίμιο του κ. Πλεξίδα, αυτό κάνει. Όπως και η πρότασή μου. Λοιπόν;
Λοιπόν, το θέμα είναι εάν ο τρόπος που προτείνει κανείς να σκεφτούμε το θέμα του, αυτοακυρώνει τις προϋποθέσεις που έχει θέσει. Τούτο συμβαίνει με το σκεπτικό του κ. Πλεξίδα, εδώ: ο τρόπος με τον οποίον μας καλεί να σκεφτούμε την ελευθερία του ανθρώπου (και εξ αυτής την αδυνατότητα της Κόλασης), αναιρεί την παναγαθότητα του Θεού. Απλό και ξεκάθαρο.
1) “[i]Ο Νύσσης είναι άγιος της Εκκλησίας ολικώς ή μερικώς; Η αγιότητά του περιορίζεται σε συγκεκριμένα θέματα, ενώ στο θέμα της αποκατάστασης των πάντων δεν είναι άγιος;[/i]”
Αρκετά αφελείς οι ερωτήσεις.
Οι Άγιοι δεν είναι αλάθητοι. Σε κάποια σημεία ενδέχεται να σφάλλουν, όταν γράφουν όχι από “πληροφορία” του Θεού, αλλά, καλή τη πίστει, από εμπιστοσύνη σε κάποιους διδασκάλους της Εκκλησίας. Η Εκκλησία όμως αποφαίνεται συνοδικώς, όπως έχω τονίσει επανειλημμένα σε σχόλιά μου στο “Αντίφωνο”, κι έχει τα δικά της κριτήρια για την αγιότητα. Τον άνθρωπο τον βλέπει καθολικά και δεν τον απορρίπτει για ένα σφάλμα του.
2) Όπως επισημαίνει και ο Γ. Καστρινάκης, ενώ το άρθρο προσπαθεί να απαντήσει σ’ ένα θεολογικό, πνευματικό ερώτημα, το κάνει βάσει φιλοσοφικών “αρχών” που τις εξάγει από θεολογικά δεδομένα. Όμως, “πνευματικοίς πνευματικά συγκρίνονται”, ενώ συνήθως η αυτονομημηένη φιλοσοφική διαπραγμάτευση θεολογικών θεμάτων καταλήγει σε πλάνη και αίρεση.
Αγαπητέ κ. Καστρινάκη,
δεν αναζητώ μία μη θεολογική απάντηση σε ένα θεολογικό ερώτημα. Ίσα ίσα, εκείνο που είπα είναι ότι κατά την άποψή μου, ο συντάκτης του κειμένου θέτει απορίες. (Αν ο συντάκτης ζητάει απάντηση, αυτό δεν τον γνωρίζω. Εγώ, διαβάζοντας το κείμενο, έχω την αίσθηση ότι θέτει ερωτήματα. Αυτή, ωστόσο, είναι η δική μου αίσθηση, μπορεί να κάνω λάθος).
Σχετικά με το τι είναι ή όχι η αγιότητα, επίσης δεν θέτω -και μάλιστα επιτακτικά- τέτοιο θέμα. Απλώς, με κάθε ειλικρίνεια, ρώτησα τι γίνεται στην περίπτωση του Νύσσης, από τη στιγμή που θέτει τέτοιου είδους θέματα. Υπάρχει τέτοιο ζήτημα, έχει απαντήσει Συνοδικά ή με κάποιον άλλον τρόπο η Εκκλησία; Δεν το γνωρίζω.
Και τέλος, δεν κατέχω κανένα κριτήριο. Απλώς έγραψα “Προσωπικά βρήκα το άρθρο επαρκέστατο και τεκμηριωμένο”. Ισχύει κάτι άλλο στη σκέψη του Νύσσης; Υπάρχει κάποιο λάθος στη συλλογιστική του συγγραφέα; Παραποιεί τις απόψεις του Νύσσης; Η κακοποίηση, σε συνδυασμό με γονιδιακούς παράγοντες, αποτελεί αιτία εγκληματικής συμπεριφοράς; Αν ναι, και απ’ όσο γνωρίζω έτσι είναι, τότε ο συντάκτης του κειμένου έχει δίκιο, στον τρόπο που θέτει την προβληματική του.
Και φυσικά, για να απαντήσω και στον κ. Ιωαννίδη, το εκάστοτε κείμενο δεν προτείνει τρόπους ανάγνωσης. Νομίζω ότι ο Derrida -και πριν απ’ αυτόν ο Heidegger- το έδειξε με τον καλύτερο τρόπο. Κάθε κείμενο είναι ανοιχτό σε πολλές, δυνατές και πολλές φορές αντικρουόμενες ερμηνείες. [Άυτό, άλλωστε, συμβαίνει κι εδώ, με το κείμενο του κ. Πλεξίδα, αφού διαφωνούμε για τον τρόπο ανάγνωσης του κειμένου]. Προφανώς, για τον συντάκτη του κειμένου, όπως καταθέτει στις τρεις αρχικές του προτάσεις, η παναγαθότητα του Θεού ακυρώνεται με την ύπαρξη της Κόλασης. Επίσης, θέτει το πρόβλημα της ανελευθερίας όχι σε όλους τους ανθρώπους -όπως κάνετε εσείς στην παρέμβασή σας- αλλά στους ψυχοπαθείς. Όπως καταλαβαίνετε, θέτει άλλες προϋποθέσεις για την ανάγνωση του κειμένου του. Το θέμα κατά κατά την άποψή μου είναι αν με βάση τα κείμενα του Νύσσης υπάρχει κάποιο λάθος ή αν με βάση τα όσα περί γονιδίων ή περιβάλλοντος αναφέρει, δεν ισχύουν.
Ευχαριστώ για τον ειλικρινή διάλογο.
Υ.Γ. Το ερώτημα το οποίο εγώ θα έθετα στον κ. Πλεξίδα, και ελπίζω να απαντήσει, αφορά στα όρια του λογικού. Επαναλαμβάνω ότι η διάκριση που κάνει ανάμεσα σε ψυχωτικούς και ψυχοπαθείς διευκρινίζει τις προϋποθέσεις του επαρκέστατα (εδώ αναφερόταν το “επαρκέστατα” αγαπητέ κ. Καστρινάκη), αλλά θα πρέπει να διευκρινιστεί αν η ψυχοπάθεια αποτελεί έκπτωση από το λογικό. Γιατί αν αποτελεί έκπτωση από το λογικό, αν δηλαδή σε έναν ψυχοπαθή αναγνωρίζουμε το ακαταλόγιστο, τότε το δεύτερο μέρος του άρθρου έχει πρόβλημα, γιατί, τότε, ο ψυχοπαθής ταυτίζεται με τον ψυχωτικό. Φάντάζομαι ότι στα όρια και στους περιορισμούς ενός άρθρου, δεν μπορούν να τεθούν όλα τα προβλήματα. Γι’ αυτό άλλωστε γίνεται κι αυτός ο διάλογος. Πάντως, ανάλογα προβλήματα τίθενται στα κείμενα που ανέφερα στην προηγούμενη παρέμβασή μου. Αξίζει κάποιος να τα δει και να προβληματιστεί. Ελπίζω να μην σας κούρασα.
Νομίζω ότι η «σύγχυση» δημιουργείται και εδώ (όπως και σε πολλές άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις), εξαιτίας του γεγονότος ότι γίνεται μια προσπάθεια προσέγγισης του ακτίστου με όρους του κτιστού (το γράφω πρόχειρα). (Υπό αυτή τη συνθήκη αυτή όλοι έχουν το δίκιο τους, όπως θα ‘λεγε κι ο Νασδραντίν Χότζα.)
Στη συνεννόηση νομίζω θα βοηθούσε η διευκρίνιση της λογικής που βάζει σε εισαγωγικά (ορθώς) ο Theo (αγαπητέ Theo, όταν κι αν βρεις το χρόνο, ειλικρινά θα με ενδιέφερε η παράθεση του αποσπάσματος του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά με τη διάκριση «αριστοτελικώς» και «αλιευτικώς», νομίζω είναι άκρως ενδιαφέρουσα η διάκριση από το σημαντικότερο ίσως «αριστοτελιστή» της εποχής του –αν και τα δύο σημαίνουν την εμπειρία, το δεύτερο προσθέτει άλλης τάξης ποιότητα στο πρώτο).
Ας προσπαθήσω τη διευκρίνιση. Σε μια πρόσφατη ανάρτηση του Αντιφώνου βιντεοσκοπημένων μαθημάτων, ο Κ. Ζουράρις ξεκινά την παρουσίασή του με την αγαπημένη του παράθεση της έννοιας του ορθού λόγου κατά τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη, ο οποίος λέγει (αποδελτιώνω, διορθώστε με): «Δέον ειδέναι κατά τον ορθόν λόγον, ότι λέξεσι, χρώμασι και αριθμούς χρώμεθα δια τας αισθήσεις. Ως ότε η ψυχή ημών ταις νοεραίς ενεργίαις επί τα νοητά κινήται, τότε περιτταί και με των αισθητών και αι αισθήσεις». Αν λοιπόν αντικαταστήσουμε την «λογική» με το ανωτέρω απόσπασμα όλα βρίσκουν την θέση τους νομίζω.
Όσο για την «αδυνατότητα της κόλασης», ποιος μάκαριος ανήρ δεν την έχει νοιώσει ετούτη την κοιλάδα του κλαυθμού από τούτη δω τη ζωή; (δεν θα ήθελα να μπω στην περίπτωση του πλουσίου και του Λαζάρου, ας αρκεστώ στην προσωπική μας μαρτυρία, αλλά και στο παρηγορητικό περίσσευμα της αγάπης του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης ως ελπίδα εν αμφιβόλω…)
Διαβάζουμε στο άρθρο του κ.Πλεξίδα:
“[i]Η απάντηση είναι απλή και αυτονόητη: δεν μπορεί να υπάρξει καταδίκη σε αιώνιο[15] κολασμό, επειδή ακριβώς ο άνθρωπος δεν ευθύνεται για την επιλογή του κακού ως τέτοιο”.
Πιστεύω ότι τόσο το συμπέρασμα του κου Πλεζίδα όσο και οι δικές σας παρεμβάσεις αγαπητοί φίλοι στερούνται στερεούς εδάφους. Δηλαδή θα πρέπει αρχικώς να αναλυθεί η ανθρώπινη φυσιολογία και μετά συζητάμε.Εδώ νομίζω μπλέχτηκαν τα υλικά με τα άυλα και τα ορατά με τα αόρατα. Ας ορίσουμε την ανθρώπινη σύσταση και τη δυναμική του κάθε συστατικού της να δούμε ποιό υπερέχει και με ποιό στοιχείο αξίζει να ασχολούμαστε περισσότερο ή πως αυτά αλληλοσυνδέονται και αλληλοεπηρεάζονται. Ας μελετήσουμε και λίγο Πλάτωνα, δεν είναι κακό. Εξάλλου οι μεγάλοι Πετέρες μελέτησαν φιλοσοφία και βοηθήθηκαν στην διατύπωση των θέσεων της εκκλησίας.
΄Οσο για την ευθύνη μας στην επιλογή του καλού ή του κακού οι πάντες αναγνωρίζουν ότι μέσα μας υπάρχει ο αλάθητος Νόμος (Κάντ) ο εν ημίν ο Λόγος, η συνείδηση klp Εξ΄άλλου από τον Ηρακλή ακόμα θυμόμαστε ότι είχε να επιλέξει το δρόμο της αρετής ή της κακίας μέχρι τον ληστή στο σταυρό που αναγνώρισε τα σφάλματά του και ζήτησε από το Χριστό να μη λησμονηθεί όταν έρθει η βασιλεία Του.
΄Οσο για το θέμα της κόλασης και όλα αυτά τα σχετικά περί τιμωρίας που παίρνουν διαστάσεις στην ανθρώπινη φαντασία, όπως αναφέρει ο Αγιος Σιλουανός, η κόλαση και η τιμωρία δεν είναι τίποτε άλλο από από αυτήν την απόγνωση που νοιώθει η ανθρώπινη ψυχή από την έλλειψη της παρουσίας του Δημιουργού της. Και είναι απόγνωση διότι ενώ είχε την ελευθερία να επιλέξει να είναι με τον Δημιουργό της επέλεξε το αντίθετο. Αρα δεν είναι ούτε τιμωρία, ούτε αυτοτιμωρία αλλά οδύνη για κάτι μοναδικό και πολύτιμο που έχασε ενώ μπορούσε να το κατέχει.
Τίποτε δηλαδή χειρότερο από την κόλαση!
Θα ήθελα να προσθέσω στην συζήτηση πως η Εκκλησία ενώ καταδικάζει τον Ωριγένη για την διδασκαλία του περι αποκαταστάσεως των πάντων…συνεχίζει να προσεύχεται περί της αποκαταστάσεως των πάντων.
Αυτό δεν είναι μια αντίφαση..και το κάνει η Εκκλησία γιατί θέλει (όπως και ο Θεός θέλει σαν πραγματικός άρχοντας που είναι) να μην παραβιάσει την ελευθερία του ανθρώπου!
Απο την υποχρεωτική τιμωρητική κόλαση η την υποχρεωτική μη κόλαση εκπορεύεται μια ανελευθερία που μετετρέπει τον άνθρωπο σε πράμα και μια ερμηνεία του κακού στον κόσμο ώς πραγματικής οντότητας.
Ο Τέο μπορεί άν θέλει να μας φωτίσει περισσότερο αυτή την απλή δική μου παρένθεση.
“[i][b]Άρκετά αφελείς οι ερωτήσεις[/b][/i]”. Ίσως δεν γνωρίζετε, οπότε οφείλω να σας το πω, ότι αφελείς ερωτήσεις δεν υπάρχουν, αλλά αφελείς απαντήσεις. Τελικά, ενώ ο Ωριγένης (καλύτερα, ο Ωριγενισμός) καταδικάστηκε για την αποκατάσταση των πάντων, μπορείτε να μας πείτε γιατί ο Νύσσης δεν καταδικάστηκε; (Και φυσικά, φαντάζομαι ότι ξέρετε ότι η καταδίκη του Ωριγενισμού έγινε αιώνες αργότερα με άλλα θεολογικά κριτήρια, όπως σωστά αναφέρει ο αείμνηστος Ματσούκας στη Δογματική του).
Όπως σας είπα και προηγουμένως, πρόβλημα θα υπήρχε εάν ο συντάκτης του κειμένου έγραφε τα όσα έγραψε σαν θεολογική πρόταση, η οποία μάλιστα θα προτεινόταν σαν ορθή, ορθόδοξη ερμηνεία περί κολάσεως- γιατί πρόταση τέτοια υπάρχει στον Ωριγένη, στον Νύσσης, στον Μάξιμο, στον Δίδυμο τον Τυφλό και σε πολλούς άλλους. Αλλά δεν το κάνει. Προσεγγίζει φιλοσοφικά ένα θεολογούμενο και όχι δόγμα της Εκκλησίας. Οπότε, φυσικά, και θέμα αίρεσης για έναν φιλόσοφο, δεν υπάρχει. Αυτό που μπορεί να συμβεί είναι ένας γόνιμος διάλογος, στον οποίο η Ορθόδοξη θεολογία καλείται να απαντήσει. Αφορισμοί του τύπου “αιρετικός” δεν οδηγούν πουθενά και δεν απασχολούν κανέναν. Εξάλλου, όπως θα γνωρίζεται, από τον Άρειο μέχρι τον Σαβέλλειο και ακόμη πιο πέρα, όλοι οι αιρετικοί προήλθαν από τους κόλπους της Εκκλησίας.
Αν απαντούσε σε ένα θέμα θεολογικού ενδιαφέροντος με θεολογικά κριτήρια, θεωρώ ότι δεν θα είχε καμία σημασία. Γιατί, απλά, η απάντηση θα ήταν δεδομένη. Αυτό που κάνουν οι φιλόσοφοι, είναι να θέτουν ερωτήματα και να προβληματίζονται ακόμη και για τα αυτονόητα. Οπότε, κατ’εμέ, ένας διάλογος αυτού του είδους έχει νόημα.
Αγαπητέ [i][b]Δημοσθένη[/b][/i], το “αλιευτικώς” το είπε, μεταξύ άλλων, ο Αναστάσιος Σιναϊτης στον Οδηγό του (P.G. 91). Το έχει πει και ο Δαμασκηνός και ο Νύσσης, αλλά δεν μπορώ να θυμηθώ το κείμενο για να σε παραπέμψω. Στον Οδηγό του Σιναίτη, θα το βρεις σίγουρα.
Το ερώτημα, για μένα, που αφορά στο συγκεκριμένο κείμενο έχει να κάνει με το εξής: Κάνει λάθος ο συντάκτης του κειμένου σχετικά με τις απόψεις του Νύσσης; Ναι ή όχι; Καθορίζεται η συμπεριφορά μας από παράγοντες βιολογικούς, περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς; Ναι ή όχι;
Αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει να απαντηθούν, κατά την άποψή μου πάντα, για να προχωρήσει ο διάλογος. Το θέμα είναι αν ο Νύσσης λέει αυτά που ισχυρίζεται ο συντάκτης του κειμένου και όχι αν η ενασχόληση φιλοσόφων με θέματα θεολογικά τους κάνει να εκπίπτουν στην κατηγορία της αίρεσης-πράγμα που έτσι κι αλλιώς δεν ισχύει γιατί οι φιλόσοφοι, πολύ απλά, δεν κάνουν θεολογία. (Αν θέλετε, συζητούμε και για την ανάγκη των θεολόγων να ανακαλύπτουν παντού αιρετικούς).
Αν και αφελής, ελπίζω να μην σας κούρασα με τις αφελείς ερωτήσεις και τις αφελείς τοποθετήσεις μου.
Υ.Γ. Δείτε, αν έχετε χρόνο, και το κείμενο του κ. Πλεξίδα που έχει δημοσιευθεί στο Αντίφωνο, Γενετικός προκαθορισμός και ελεύθερη βούληση, όπου εκεί αναλύει την ορθόδοξη άποψη για τον γενετικό προκαθορισμό και ακολουθεί μια διαφορετική λογική – στεκόμενος κριτικά στον γενετικό ντετερμινισμό.
“γιατί οι φιλόσοφοι, πολύ απλά, δεν κάνουν θεολογία”
Αγαπητέ οι φιλόσοφοι κάνουν κυρίως θεολογία καθώς ως φίλοι της Σοφίας μόνο προς τα εκεί ωδεύουν….
λέτε: [i]”Και φυσικά, για να απαντήσω και στον κ. Ιωαννίδη, το εκάστοτε κείμενο δεν προτείνει τρόπους ανάγνωσης. Νομίζω ότι ο Derrida – και πριν απ’ αυτόν ο Heidegger- το έδειξε με τον καλύτερο τρόπο.”[/i]
Μόνο που δεν μίλησα για τρόπους “[i]ανάγνωσης[/i]”, αγαπητέ, αλλά περί [i]σκεπτικού[/i]: [“i]Κάθε[/i] φιλοσοφικό δοκίμιο προτείνει ένα τρόπο προσπέλασης δια της σκέψης του θέματος που θίγει. Ένα τρόπο να το [i]σκεφτούμε[/i] δηλαδή”. Επομένως αφήστε το name dropping. Ειδικά εδώ, δεν κολλάει ούτε με Ούχου!
Όσο για τον ισχυρισμό σας ότι ο κ. Πλεξίδας [i]”θέτει το πρόβλημα της ανελευθερίας όχι σε όλους τους ανθρώπους -όπως κάνετε εσείς στην παρέμβασή σας- αλλά στους ψυχοπαθείς”,[/i] μάλλον και εδώ κ. Γεώργιε δεν προσέξατε τι γράφεται.
Διότι καταρχήν, και απλούστατα, ο κ. Πλεξίδας δεν ισχυρίζεται ότι μόνον οι ψυχοπαθείς (λόγω του ακαταλόγιστου, όπως λέει), είναι αδύνατον να πηγαίνουν στην Κόλαση. Ισχυρίζεται ότι είναι αδύνατον να υπάρχει αιώνια Κόλαση για ΟΛΟΥΣ τους ανθρώπους.
Και διότι, επιπλέον, στο β’ μέρος του κειμένου του ο κ. Πλεξίδας αναφέρθηκε στους ψυχοπαθείς κατά συρροή δολοφόνους – αντιγράφω ακριβώς τα λόγια του: – [i]”[u]προς επίρρωση [/u] της άποψής μας” [/i], ότι [i]”δεν μπορεί να υπάρξει καταδίκη σε αιώνιο[15] κολασμό, επειδή ακριβώς ο άνθρωπος δεν ευθύνεται για την επιλογή του κακού ως τέτοιο”.[/i]
Υποθέτω ότι γνωρίζετε τι σημαίνει “προς επίρρωση”. Επομένως είναι ηλίου φαεινότερον ότι ο κ. Πλεξίδας θέτει θέμα ανελευθερίας ΟΛΩΝ των ανθρώπων και όχι μόνο των ψυχοπαθών – ακυρώνοντας όμως έτσι, όπως κατέδειξα, την παναγαθότητα του Θεού` και επομένως πέφτοντας σε οξύτερη αντίφαση από αυτήν που νόμισε ότι εντόπισε και επιχείρησε να υπερβεί.
Αυτό είναι όλο, ας μείνουμε σε αυτό κι ας μην το κουράζουμε ασκόπως.
Αγαπητέ Γεώργιε, οφείλω εξ αρχής να καταθέσω την εκτίμησή μου για τον ήπιο τόνο με τον οποίο μετέχετε στο διάλογο.
Από κει και πέρα, ωστόσο, οφείλω και να σημειώσω ότι συνηγορείτε την άποψη του κ. Πλεξίδα επί τή βάσει ενός [i]ταυτολογικού[/i], εκ μέρους σας, σκεπτικού.
Συγκεκριμένα: «οι φιλόσοφοι, πολύ απλά, δεν κάνουν θεολογία» μας λέτε, ακόμα και όταν «ασχολούνται με θέματα θεολογικά»! Μα, δεν υπάρχουν “εκ γενετής” φιλόσοφοι, επισημαίνω… Ένας άνθρωπος κάνει ή δεν κάνει θεολογία, όχι αναλόγως με μια “εξ αναθέσεως” αρμοδιότητα αλλά ανάλογα – μόνο – με το [i]αντικείμενο[/i] τής έρευνάς του.
Όταν ασχολούμαι λοιπόν με ένα θεολογικό αμφιλεγόμενο, εξ αντικειμένου τότε θεο-λογώ.
Τοποθετώντας όμως, εσείς, την «φιλοσοφία» – εξ ορισμού – επέκεινα παντός «θεολογικού» αντιλόγου, μας λέτε απλά ότι την αποσύρετε σε ένα πεδίο όπου έ χ ε ι_ π ά ψ ε ι_ ν α_ ι σ χ ύ ε ι_ κ ά θ ε_ κ ρ ι τ ή ρ ι ο. Σε ένα πεδίο, οπότε, [b]εκτός κριτικής[/b].
Μα και σε ένα πεδίο, ταυτόχρονα, απωλείας νοήματος.
[b]Ο συγγραφέας του κειμένου, διατείνεστε, δεν έχει άδικο επειδή… κανένας μας δεν δικαιούται να τού καταλογίσει οποιοδήποτε άδικο. Χωρίς να προσέξετε ότι επ’ ουδενί – κατά τούτη την εκδοχή των πραγμάτων – του έχετε, εν τέλει, συνηγορήσει.[/b]
Αγαπητοί φίλοι/ες,
θα ήθελα να σας ευχαριστήσω που κάνατε τον κόπο να διαβάσετε το κείμενό μου. Χαίρομαι ιδιαίτερα που αυτό το κείμενο αποτέλεσε αφορμή για αντιπαράθεση και, επακόλουθα, για προβληματισμό.
Το κείμενό μου χωρίζεται σε δύο μέρη:
Στο [i]πρώτο μέρος[/i] παρουσιάζονται οι απόψεις του Γρηγορίου Νύσσης για το κακό ως αποτέλεσμα πλάνης και κακής κρίσης του ανθρώπου. Απόψεις που έχουν ως εφαλτήριό τους την οπτιμιστική περί ανθρώπου άποψη του Πλάτωνα (Ουδείς εκών κακώς), από τη σκέψη του οποίου ο Νύσσης έχει επηρεαστεί.
Στο δεύτερο μέρος, το οποίο είναι και το πιο σημαντικό, τίθεται το ερώτημα για την ελεύθερη βούληση. Αυτό που εγώ λέω είναι ότι δεν αρκεί η δυνατότητα που έχουμε για επιλογή ανάμεσα σε ενδεχόμενα, για να χαρακτηριστεί μία πράξη ελεύθερη. Θα πρέπει να κάνουμε ένα νοητικό βήμα πιο πίσω, να αποστασιοποιηθούμε από την ίδια την πράξη, ώστε να δούμε το πώς κάποιος επιλέγει. Υπάρχει, δηλαδή, κάποιος ανεπηρέαστος, αποστειρωμένος εαυτός που επιλέγει ή η επιλογή είναι η συνισταμένη διαφόρων συνιστωσών; Επέλεξα τους κατά συρροή δολοφόνους, επειδή ακριβώς, όλοι νομίζω θα συμφωνήσουμε, οι πράξεις τους είναι αναμφισβήτητα κακές και ειδεχθείς. Είναι πράξεις, όμως, που γίνονται ελεύθερα; Η έρευνα δείχνει ότι δεν είναι ελεύθερες πράξεις. Ένας συνδυασμός παραγόντων επιδρά, ώστε να προκύψει το συγκεκριμένο αποτέλεσμα (Γενετικοί παράγοντες, βιολογικοί παράγοντες, κοινωνικοί, ιδεολογικοί και ψυχολογικοί). Για παράδειγμα, ένας βίαιος άνθρωπος. Σήμερα γνωρίζουμε ότι ένας από τους παράγοντες που γεννούν τη βίαιη συμπεριφορά, είναι τα χαμηλά ποσοστά σεροτονίνης. Όταν αυτό συνδυαστεί με γονική σκληρότητα ή βλάβες στον εγκέφαλο, τότε το βίαιο άτομο οδηγείται στο να δολοφονήσει. (Παραπέμπω σε αυτά τα δύο άρθρα για όποιον θέλει να μελετήσει εκτενέστερα: [i]Βλ. Andreas Reif, Michael Rösler, Christine M. Freitag, Marc Schneider, Andrea Eujen, Christian Kissling, Denise Wenzler, Christian P. Jacob, Petra Retz-Junginger, Johannes Thome, Klaus-Peter Lesch, and Wolfgang Retz, «Nature and Nurture Predispose to Violent Behavior: Serotonergic Genes and Adverse Childhood Environment», στο περιοδικό Neuropsychopharmacology, τεύχος 32, 2007, σσ. 2375-2383, και Molly J. Crockett, Luke Clark, Marc D. Hauser, and Trevor W. Robbins, «Serotonin selectively influences moral judgment and behavior through effects on harm aversion», στο http://www.pnas.org/cgi/doi/10.1073/pnas.1009396107.%5B/i%5D). Φυσικά, δεν υπάρχει ένα κλειδί που ξεκλειδώνει τη βίαιη συμπεριφορά, ένας “κακός σπόρος”, όπως είχε επικρατήσει κάποτε να λέγεται. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που αλληλοπεριχωρούνται και δρουν συνεργατικά. Θα μπορούσα να αναφέρω και άλλους παράγοντες, αλλά νομίζω ότι κατανοείτε, ότι δεν μπορούσαν να γραφούν όλα αυτά σε ένα κείμενο 2.000 λέξεων. Πάντοτε, όμως υπάρχει η καλή διάθεση για συζήτηση και επίλυση των όποιων αποριών. Θα ήταν χαρά μου να βοηθήσω όπου μπορώ.
Ευχαριστώ το αντίφωνο για την ανάρτηση.
@κ. Αβραμίδη
Δυστυχώς, δεν έχω πρόχειρο το χωρίο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Συμφωνώ με το ότι “[i]η «σύγχυση» δημιουργείται και εδώ … εξαιτίας του γεγονότος ότι γίνεται μια προσπάθεια προσέγγισης του ακτίστου με όρους του κτιστού[/i]”, γι’ αυτό κι αφήνω κάποια πράγματα στο μέγα έλεος και την ευσπλαγχνία του Θεού.
@Εύα
Άλλο το ν’ αποδεχθεί κανείς την ορολογία των φιλοσόφων κι άλλο τα φιλοσοφικά τους συμπεράσματα για θεολογικά θέματα. Οι Πατέρες ενώ χρησιμοποίησαν την ορολογία των φιλοσόφων για να εκφράσουν τις εν Χριστώ εμπειρία τους που είναι και οι θέσεις της Εκκλησίας, απέρριψαν αναφανδόν τις θεωρίες τους περί Θεού, ανθρώπου και κόσμου, απλώς γιατί έρχονταν σε αντίθεση μ’ αυτήν την εμπειρία (“[i]Βίῳ παλαίει πᾶς λόγος. Βίῳ δε τις;[/i]” γράφουν.) Επίσης, όταν φτάσει κανείς στον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, “κατανοεί τους “λόγους των όντων”, δηλαδή της αιτίας και του σκοπού της δημιουργίας και της ύπαρξης κάθε όντος. Οπότε, η ανάλυση της κτιστής φυσιολογίας δεν βοηθά σε κάτι τους Αγίους.
@φίλο μου
Συμφωνώ με όσα γράφεις και δεν έχω να προσθέσω κάτι.
@Γεώργιο
Χαρακτήρισα αφελείς τις ερωτήσεις σου (πώς και δεν υπάρχουν αφελείς ερωτήσεις; ), διότι προϋποθέτουν το ότι οι Άγιοι είναι αλάθητοι (ως γνωστόν, μόνο οι Ρωμαιοκαθολικοί ισχυρίζονται κάτι τέτοιο, μόνο για ένα πρόσωπο, κι αυτό “ex cathedra”).
Η Ε΄Οικ. Σύνοδος καταδίκασε τον Ωριγένη, όχι τον ωριγενισμό. (Ο μητροπολίτης Νικοπόλεως έχει μεταφράσει από τα λατινικά και δημοσιεύσει τα Πρακτικά της, όπου αυτό φαίνεται σαφώς. Το με ποια κριτήρια έγινε και τι ισχυρίζεται ο Ματσούκας είναι δευτερεύοντα. Ο όρος της Συνόδου είναι ξεκάθαρος και οφείλει κανείς να διαβάζει πρώτα τις πρωτογενείς πηγές και μετά τις όποιες περί αυτών μελέτες.)
Την απάντηση στο ερώτημα γιατί ο Νύσσης δεν καταδικάστηκε για την αποκατάσταση των πάντων, τη δίνει ο αββάς Βαρσανούφιος και την υπαινίχθηκα στο σχόλιό μου των 8.45 πμ. Γράφει λοιπόν σε κάποιον που του έκανε αυτή την ερώτηση πως συνήθως όταν απασχολεί κάποιον Άγιο ένα θεολογικό ζήτημα αυτός ζητά την “πληροφορία” του Θεού, κι Αυτός του δίνει την απάντηση. Κάποιες φορές όμως έχει εμπιστοσύνη σε κάποιους διδασκάλους της Εκκλησίας και δέχεται κάποιες δοξασίες τους, χωρίς να ζητήσει “πληροφορία” από τον Θεό. Αυτό έκανε κι ο άγιος Γρηγόριος για το συγκεκριμένο ζήτημα, σε μια εποχή που ο Ωριγένης είχε μεγάλο κύρος μέσα στην Εκκλησία. Κι η Εκκλησία θεώρησε ότι το έκανε καλή τη πίστει.
Ποιος είπε πως το θέμα της Κολάσεως είναι θεολογούμενο; Τα Ευαγγέλια και οι Πατέρες δεν διδάσκουν σαφώς πως υπάρχει Κόλαση; Και υπάρχει κανείς λόγος να αμφισβητούμε αυτή τη διδασκαλία, μπερδεύοντας θεολογικά, φιλοσοφικά, ανθρωπολογικά, κλπ. δεδομένα;
Είτε δεν καταλαβαίνεις, είτε παραποιείς τα γραφόμενά μου όταν ισχυρίζεσαι πως έχω ανάγκη να ανακαλύπτω αιρετικούς ή πως “αφορίζω” κάποιους.
Η φράση μου “[i]συνήθως η αυτονομημένη φιλοσοφική διαπραγμάτευση θεολογικών θεμάτων καταλήγει σε πλάνη και αίρεση[/i]” είναι απλή ιστορική διαπίστωση. Όλοι σχεδόν οι αιρετικοί, από τον Άρειο μέχρι τον Βαρλαάμ, επειδή δεν είχαν τις θείες εμπειρίες των Πατέρων, πήραν κάποιες λέξεις της θεολογίας τους, τις ανέπτυξαν φιλοσοφικά και κατέληξαν στην πλάνη και την αίρεση. Διότι η Αλήθεια δεν εξαντλείται στην εκφορά των κτιστών περί αυτής λόγων, αλλά έχει και βάθος, αόρατο για τους αμύητους.
Όπως έγραψα και πριν από λίγες μέρες σε άλλο σχόλιό μου: «η υψηλή θεολογία χωρίς εσωτερικό αντίκρισμα είναι ανώφελη και μάλλον επικίνδυνη. Ο ατελής πνευματικά δεν μπορεί να κατανοήσει τα λόγια των τελείων εις βάθος παρά μόνον επιφανειακά. Κι όπως γράφεται κάπου στη Φιλοκαλία, “[i]δαιμόνων εστί θεολογία η δίχα πράξεως γνώσις[/i]”.»
κατανοεί τους “λόγους των όντων”, δηλαδή [b]τις αιτίες και τον σκοπό[/b] της δημιουργίας και της ύπαρξης κάθε όντος
Αγαπητέ κ. Καστρινάκη, ευχαριστώ για το ότι εκφράσατε την εκτίμησή σας, σε ό,τι αφορά τον ήπιο τόνο της συζήτησης – αυτό και μόνο για μένα λέει πάρα πολλά για την ποιότητά της σκέψης και του χαρακτήρα σας – θετικά το εννοώ, προς αποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων. Ήθελα μόνο να επισημάνω ότι όταν λέω [i]δεν κάνουν θεολογία οι φιλόσοφοι[/i], εννοώ ότι δεν ενδιαφέρονται για τη διατύπωση δογματικών αληθειών και, κατ’ επέκταση, σωτηριολογικών αληθειών. Φυσικά ομιλούν περί θεού, αλλά όχι στα όρια ενός δόγματος. Θέτουν το ερώτημα περί Θεού, ως ερώτημα μεταφυσικό. Μπορεί να καταλήξουν στην ύπαρξη του Θεού, αλλά μέσα από την απορία και όχι την κατάφαση. Νομίζω ότι η διαφορά είναι μεγάλη. Κυκλοφορεί ένα βιβλίο του Ι.Π. Μανουσάκη, [i]ο Θεός των φιλοσόφων[/i]. Αξίζει, αν το βρείτε, να του αφιερώσετε λίγο χρόνο.
Όσον αφορά την κριτική στη σκέψη και τις απόψεις των φιλοσόφων, φυσικά πρέπει να υπάρχει κριτική, αλλά, θεωρώ, με κριτήρια τα οποία ενυπάρχουν στον δικό τους λόγο. Κάτι ανάλογο, εξάλλου, έκαναν και οι πατέρες με τους φιλοσόφους. Χρησιμοποίησαν τη φιλοσοφική γλώσσα, για να πολεμήσουν τους φιλοσόφους. Αυτό, τουλάχιστον, ισχυρίζεται ο Δαμασκηνός στην Έκδοση ακριβή της Ορθοδόξου πίστεως. Γι’αυτό, άλλωστε αντλούν από το οπλοστάσιο των φιλοσόφων, για να τους αντιμετωπίσουν με τα δικά τους όπλα. Διαφορετικά, δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος.
Ευχαριστώ για τον χρόνο σας.
Τheo,
“η ανάλυση της κτιστής φυσιολογίας δεν βοηθά σε κάτι τους Αγίους.”
Τους Αγίους σίγουρα δεν τους βοηθά, βοηθά εμάς όμως τους μη Αγίους.
Κι έχω μιά απορία. Πώς γίνεται και οι ΄Αγιοι προκύπτουν μόνο μέσα στην εκκλησία; Εκτός Εκκλησίας δεν μπορεί κάποιος να αγιάσει; Γιατί τυχαίνει συχνά να συναντούμε ανθρώπους στον κόσμο που μας δίνουν την εικόνα περισσότερο Αγίου από τους Αγίους !
Με τη φράση αυτή εννοώ πως όταν οι Πατέρες θεολόγησαν περί του αυτεξουσίου του ανθρώπου το έκαναν με βάση κάτι πολύ βαθύτερο και αληθέστερο από τη φυσιολογία στην οποία αναφέρεσαι.
Άγιος είναι ο θεός κατά χάριν. Δεν μιλώ γι’ ανθρώπους που δίνουν εικόνα Αγίου. Μιλώ γι’ αυτούς που τους πλησιάζεις και σε ξέρουν και χωρίς να τους έχεις πει τίποτα, που με τη χάρη του Θεού που έχουν μέσα τους σε μεταμορφώνουν, σε γεμίζουν χαρά, αγαλλίαση και ειρήνη. Και τέτοιους έχω γνωρίσει μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Αν ο Θεός μπορεί ν’ αναδεικνύει Αγίους και αλλού, δεν ξέρω. Είναι δικό Του θέμα.
Έχετε δίκιο κ. Ιωαννίδη, ας μην το κουράζουμε. Σας έθεσα κάποια ερωτήματα και δεν απαντήσατε σε κανένα. Δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος. να είστε καλά.
@Ιωάννη Πλεξίδα
Όλα αυτά, αγαπητέ , μας τα έχει εξηγήσει 2.000 χρόνια πριν ο Απόστολος Παύλος:
“[i]Συνήδομαι γάρ τω νόμω του Θεού κατά τον έσω άνθρωπον, βλέπω δε έτερον νόμον εν τοις μέλεσί μου αντιστρατευόμενον τω νόμω του νοός μου και αιχμαλωτίζοντά με εν τω νόμῳ της αμαρτίας τω όντι εν τοις μέλεσί μου. Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου ; ” (Πρός Ρωμαίους ζ΄)
[/i]
Εδώ μπορούμε να πούμε ότι ο Απόστολος [b]μας μιλά και για τα γονίδια και για τα κουσούρια και για όλες τις κακές συνήθειες![/b]
Και τι συμπέρασμα βγάζει ο Απόστολος;
[i]«Ευχαριστώ τω Θεώ δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών» και λίγο παρακάτω στο κεφ. Η’, 28 :
«οίδαμεν δε οτι τοις αγαπώσιν τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν τοις κατά πρόθεσιν κλητοίς ούσιν».[/i]
Όλα αυτά δηλαδή συνεργούν για το καλό μας!
Η ελεύθερη βούληση λοιπόν έγκειται στο να πούμε ό,τι είπε ο Απόστολος: [i]«Ζω δε ουκέτι εγώ, ζει δε εν εμοί Χριστός».[/i]
Να εμπιστευτούμε τα πάντα στον Κύριο και να ομολογούμε ότι δεν είμαστε τίποτα χωρίς Αυτόν.. Όλα μετά από αυτό φαίνονται απλούστατα!
Και θα δείτε ότι ο εαυτός μας που θα επιλέγει δεν είναι «Αποστειρωμένος» ή «ανεπηρέαστος» αλλά “[i]ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος εν τω αφθάρτω του πραέος και ησυχίου πνεύματος, ό εστιν ενώπιον του Θεού πολυτελές» Πέτρου κεφ. γ’, 4 [/i]. Βεβαίως όλα αυτά δε γίνονται μεμιάς ακόμη και για τον Μέγα Απόστολο Παύλο: [i]« άρα ουν αυτός εγώ τω μεν νοΐ δουλεύω νόμω Θεού, τη δε σαρκί νόμω αμαρτίας».[/i]
Ακόμη θα ήθελα να δείτε και το ότι δε θα κολαστούμε γιατί αμαρτήσαμε αλλά γιατί δε μετανοήσαμε.
Τέλος τα περί αδυνατότητας της κολάσεως νομίζω πως είναι περιττά! [b]Ο ίδιος ο Κύριος[/b] μας είπε για το [b]«πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού»[/b] όπως και για τους κατηραμένους κι ότι «απελεύσονται ούτοι [b]εις κόλασιν αιώνιον[/b]»!
Μήπως λοιπόν κουβέντες περί της αδυνατότητας αιωνίου κολάσεως όχι μόνο δεν ωφελούν αλλά και βλάπτουν;;
Είπα ότι όλοι αυτοί οι αιρετικοί ήταν θεολόγοι. Αυτό είπα.
Επίσης, δεν είπα ότι δεν καταδικάστηκε ο Ωριγένης. Είπα “καλύτερα ο Ωριγενισμός”, γιατί η σύγκρουση ήταν με τους οπαδούς του Ωριγένη και όχι τον ίδιο, αφού είχαν περάσει αιώνες. Φυσικό ήταν να καταδικαστεί κι αυτός, αν και οι απόψεις των οπαδών του ήταν ακραίες και σε πολλά σημεία εντελώς διαφορετικές από του Ωριγένη. Αυτό λένε τα κείμενα, τα οποία οφείλουμε να διαβάζουμε. Μας λένε επίσης πολλά για την προσωπικότητα του Ιουστινιανού, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ.
Δεν παραποιώ αυτά που λέτε. Κατανοώ, επίσης, την ανάγκη να υπάρχουν αιρετικοί. Αλήθεια, ξέρετε πώς χαρακτηρίζει ο Γρηγόριος ο θεολόγος τη σύγκρουση με τον Απολλινάριο; “Αδελφική ζυγομαχία”. Αυτό σ’ ό,τι έχει να κάνει με τα κριτήρια που κρίνουμε κάποια πράγματα.
Επίσης, αφελείς ερωτήσεις δεν υπάρχουν, όταν αυτός που ρωτάει δηλώνει ότι δεν ξέρει για το θέμα, όπως έκανα εγώ. Απλό είναι.
Ίσως φαντάζουν αφελείς, σε ανθρώπους που τα ξέρουν όλα. Και κατέχουν την απόλυτη αλήθεια. Τι να πω.
Όσον αφορά την απάντηση για τη μη καταδίκη του Νύσσης, δεν νομίζω ότι μπορεί να καλύψει ακόμα και τον πιο αφελή. Ειλικρινά, όμως, ποιος μπορεί να καθορίσει πού “πνει το πνεύμα;” Και ποιος μπορεί να πει για τον άλλον ότι είναι “ατελής πνευματικά;”
Ευχαριστώ.
χαίρομαι που αναγνωρίζετε ότι έχω δίκιο, αλλά λυπούμαι που δεν μπορώ να πω το ίδιο και για εσάς μιας και ισχυρίζεστε, απευθυνόμενος προς εμένα: [i]”Σας έθεσα κάποια ερωτήματα και δεν απαντήσατε σε κανένα”.[/i]
Πλην όμως, στα σχόλιά σας που με αφορούν και βρίσκονται αναρτημένα λίγο πιο πάνω [5/6 ):16′ και 5/6 9:29′], [i][b]ΔΕΝ μου θέσατε ΚΑΝΕΝΑ απολύτως ερώτημα.[/b][/i]
Κρίμα. Όχι μόνο δεν διαβάζετε αυτό που γράφεται από τον άλλον πριν σπεύσετε να απαντήσετε – όπως σας έχω ήδη επισημάνει -, αλλά φαίνεται πως δεν διαβάζετε ούτε κι αυτό που γράφετε [i]σεις ο ίδιος[/i]!!!
Οπότε, πράγματι, υπό μια τέτοια μάλλον θλιβερή συνθήκη είναι αδύνατον να υπάρξει διάλογος. Σας χαιρετώ και να είστε επίσης καλά.
Δεν νομίζω να είπα ότι έχετε δίκιο. Για ακόμη μία φορά, έχετε κάποιες δικές σας προϋποθέσεις και συζητάτε μ’ αφορμή αυτές τις προύποθέσεις. Έκανα λάθος για τις ερωτήσεις κι έχετε δίκιο, Με τόσες αναρτήσεις, νόμιζα ότι είχα ρωτήσει εσάς, ενώ οι ερωτήσεις βρίσκονταν στο κείμενο που αναφερόταν, αρχικά, στον κ. Καστρινάκη. Όπως λάθος κάνατε κι εσείς όταν είπατε ότι ο κ. Πλεξίδας αναφέρεται στο ακαταλόγιστο, ενώ το είπα εγώ. Δεν υπάρχει θέμα, όμως. Υπάρχει διάσταση απόψεων. Αυτή, άλλωστε είναι και η ελευθερία.
Τώρα το ότι δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος υπό μία τέτοια “θλιβερή συνθήκη”, συμφωνώ. Απολύτως.
έχω ήδη επισημάνει πιο πάνω [4/6, 0:16′] το σοβαρό πρόβλημα της επιχειρηματολογίας σας. Συνοψίζω εν τάχει: [i]Στο βαθμό που θεωρείτε τον άνθρωπο ριζικά ανελεύθερο, απολύτως παθητικό έρμαιο του κακού, του περιβάλλοντος και των γονιδίων του, αναιρείτε πλήρως την αγαθότητα του Θεού.[/i]
Ασφαλώς, δεν είστε καθόλου υποχρεωμένος να δεχτείτε τον Θεό ως πανάγαθο! Πλην όμως, εάν δεν δεχτείτε τον Θεό ως πανάγαθο, αμέσως προκύπτουν δυο τινά:
1) Εάν ο Θεός δεν είναι πανάγαθος, τότε δεν τίθεται θέμα “αδυνατότητας της αιώνιας Κόλασης” αλλά, απεναντίας, το πιο πιθανόν είναι ότι ο μη-αγαθός Θεός μάλλον βουρ και χωρίς πολλά-πολλά για την αιώνια Κόλαση μάς έχει όλους και … προς χαράν του. Οπότε, καμιά αντίφαση δεν λύσατε θεωρώντας τον άνθρωπο ριζικά ανελεύθερο. Αντιθέτως οδηγηθήκατε, σε τούτη την περίπτωση, στο ανάποδο από αυτό που θελήσατε να αποδείξετε (την “αδυνατότητα της αιώνιας Κόλασης”).
2) Είναι σαφώς [i]λογικότερο[/i] να είναι κανείς Άθεος, παρά να πιστεύει στην ύπαρξη ενός μη-πανάγαθου, ήτοι [i]κακού και βασανιστή[/i] Θεού. Και πράγματι, καμιά φιλοσοφία και καμιά λογική δεν έχει ασχοληθεί με την υπόθεση ενός κακού και βασανιστή Θεού, χωρίς να οδηγηθεί ευθύς αμέσως στον Αθεϊσμό. [i]Αλλά εάν είναι κανείς Άθεος, το θέμα της δυνατότητας ή της αδυνατότητας της αιώνιας Κόλασης δεν έχει κανένα λόγο και νόημα να τον απασχολεί! [/i]Αρκεί να πει,[i] εάν θέλει να μιλάει έντιμα,[/i] “Θεός δεν υπάρχει Κυρίες και Κύριοι, άρα δεν υπάρχει ούτε Παράδεισος μήτε και Κόλαση”, και λήγει το θέμα.
Σε ό,τι αφορά, τέλος, τα πορίσματα επιστημονικών ερευνών, πράγματι δεν έχει βρεθεί κάποιο συγκεκριμένο “κλειδί” για το ξεκλείδωμα της πολύτροπης ανθρώπινης συμπεριφοράς … οπότε η επίκλησή τους [i]στο πεδίο αυτό[/i], παρ’ ότι μπορεί να εντυπωσιάζει τον μη-επιστήμονα και γενικώς μέσο άνθρωπο των καιρών μας, δεν είναι διόλου βέβαιο ότι βοηθάει τη στερέωση των επιχειρημάτων μας επί σταθερού εδάφους. Κάτι που σημαίνει, ότι, εάν το μέλημά μας δεν είναι ο εντυπωσιασμός, θα πρέπει να είμαστε άκρως φειδωλοί και προσεκτικοί στη χρησιμοποίησή τους, ειδικώς σε πεδία άλλα από της επιστήμης.
Για την αποφυγή παρεξηγήσεων, αστειεύομαι όταν λέω ότι δεν είπα ότι έχετε δίκιο.
Scripta manent, φίλε μου.
Έγραψες: “[i]Αφορισμοί του τύπου “αιρετικός” δεν οδηγούν πουθενά και δεν απασχολούν κανέναν[/i]” και απευθύνεσαι σε μένα, όπως φαίνεται από την αρχή του σχολίου σου όπου παραθέτεις φράση μου. Και: “[i]Αν θέλετε, συζητούμε και για την ανάγκη των θεολόγων να ανακαλύπτουν παντού αιρετικούς[/i]” (είμαι ο μόνος που έχω γράψει αυτή τη λέξη σ’ αυτά τα σχόλια.). Αλλά και στην τελευταία απάντησή σου σε μένα γράφεις: “[i]Κατανοώ, επίσης, την ανάγκη να υπάρχουν αιρετικοί[/i].” Δεν αφορά εμένα κι αυτό;
Νομίζω πως, μη μπορώντας ν’ απαντήσεις ευθέως σε κάποια πράγματα, προτιμάς να διασπέρνεις εντυπώσεις κατά του συνομιλητή σου περί σκοταδισμού, φανατισμού, κλπ.
Ρωτάς: “[i]ποιος μπορεί να καθορίσει πού “πνει το πνεύμα;”[/i]”. Μα, ασφαλώς οι πνευματοφόροι και, σε τελευταία ανάλυση, η Εκκλησία. Η Εκκλησία το έχει πιστοποιήσει αυτό για τον άγιο Βαρσανούφιο, έναν άνθρωπο που έδωσε αίμα για να λάβει Πνεύμα, που απαντούσε διακριτικότατα σε ανθρώπους που δεν έβλεπε και τους αποκάλυπτε την πνευματική τους κατάσταση κι άλλα για τη ζωή τους, ενώ άλλα τον ρωτούσαν, που τον έχουν σε μεγάλη εκτίμηση οι μεταγενέστεροι Πατέρες, κλπ. Όταν κάποιος, ελαφρά τη καρδία, γράφει για μια απάντηση αυτού του Αγίου που αποδεδειγμένα γνώριζε τα βάθη του ανθρώπου “[i]δεν νομίζω ότι μπορεί να καλύψει ακόμα και τον πιο αφελή[/i]” μάλλον δεν βρίσκεται εκεί όπου φυσάει το Πνεύμα.
Τι άλλο να πω;
Αγαπητέ Theo,
δεν υπεκφεύγω και δεν διασπέρνω εντυπώσεις. Όχι βέβαια. Και φυσικά, δεν ξέρω αν είστε θεολόγος. Όπως και να χει, δεν χρειάζεται να απολογούμαι. Για την ανάγκη του διαλόγου όμως λέω, ότι το να βρίσκουμε αιρετικούς παντού, δείχνει κάτι, σύμφωνα πάντα με τον Freud. Ότι αφήνουμε τα δικά μας εσωτερικά προβλήματα και στεφόμαστε προς τα έξω. Σε έναν κοινό εχθρό, που θα μας κάνει να ξεχάσουμε τα δικά μας προβλήματα. Αν σας έθιξα με κάποιον τρόπο, ζητώ συγγνώμη. Δεν είχα τέτοια πρόθεση, ειλικρινά. Και όχι, επαναλαμβάνω, δεν υπεκφεύγω. Απλώς, μ έχει κουράσει να χαρακτηρίζονται αιρετικοί άνθρωποι που λένε κάτι διαφορετικό.
Όλα τα άλλα που είπα ισχύουν. Το ότι δεν με καλύπτει η συγκεκριμένη απάντηση, δεν νομίζω ότι είναι κακό. Ίσως να δείχνει ότι δεν έχω το πνεύμα. Ίσως κάτι άλλο. Πάντως, κατά την άποψή μου, και ανεξάρτητα από το κείμενο του κ. Πλεξίδα, η ελευθερία στον χριστιανισμό είναι προβληματική έννοια. Αν θέλετε να συζητήσουμε γι’ αυτό, ευχαρίστως.
Αγαπητέ κ. Γεώργιε, νομίζω ότι επί του πυρήνος των συζητουμένων καταλήγουμε να συγκλίνουμε – εξ’ ού και δεν νομίζω ότι θα χρειαστεί να επανέλθω:
Οι φιλόσοφοι «φυσικά ομιλούν περί θεού, αλλά όχι στα όρια ενός δόγματος», λέτε. Κ ά θ ε, ωστόσο, λόγος περί Θεού (περιλαμβανομένου και εκείνου των φιλοσόφων) α δ υ ν α τ ε ί_ να είναι [b]αποδείξιμος[/b], άρα προφανώς και αποβαίνει δογματικός – αντιτείνω. Αναδιατυπώνω λοιπόν την κρίσιμη αυτή φράση σας, εξειδικεύοντάς την κιόλας επί του προ-κειμένου: [i]Ο κ. Πλεξίδας (εδώ) φυσικά θεολογεί, αλλά όχι στα όρια του ορθόδοξου δόγματος.[/i]
Αυτό ακριβώς το ενδεχόμενο σας είχε επισημάνει νωρίτερα και ο Theo, αλλά εσείς αντιδράσατε ανατρέχοντας «[σ]την ανάγκη των θεολόγων να ανακαλύπτουν παντού αιρετικούς».
Επικαλεσθήκατε, επίσης, τη χρεία κριτικής προς τους φιλοσόφους «με κριτήρια τα οποία ενυπάρχουν στον δικό τους λόγο», ως προϋπόθεση για να «μπορεί να υπάρξει διάλογος». Όταν όμως προσκόμισε αυτήν ακριβώς τη στάση – στην παρούσα σελίδα – ο Γιάννης Ιωαννίδης, από πλευράς σας προκρίνατε να διακόψετε τόν μαζί του διάλογο.
[b]Εν κατακλείδι: Εισηγείστε την προσπέλαση ενός θεολογικού ερωτήματος έξω απ’ τα δόγματα της επικρατούσης θεολογίας. Όλη η προηγηθείσα διαμοιβή, οπότε, συπυκνώνεται στο ότι εισηγείστε μιαν άλλη δογματική.
Επ’ αυτού ωστόσο και η παρατήρηση (στο προηγούμενο σημείωμά) μου, ότι διόλου συνηγορείτε – έτσι – στο επιζητούμενο του κ. Πλεξίδα.[/b]
ΥΓ: Εγείρετε, εν τέλει, θέμα «ελευθερίας στον χριστιανισμό», χρησιμοποιώντας όμως τη λέξη ακριβώς όπως την ορίζουν οι… νεο-φιλελεύθεροι: Α ν τ ι σ τ ρ έ φ ο ν τ α ς_ δηλαδή, ολότελα, το νόημά της.
Αφηγείστε, συγκεκριμένα, ως «ελευθερία» την [b]απουσία ταυτότητας[/b] – εξ ης, και την αναίρεση κάθε_ ο ρ ί ο υ_ τών παραδοχών μας. Εξαντλώντας έτσι, ξανά, την επιχειρηματολογία σας μέσα σε ένα πεδίο υποδειγματικών [i]ταυτολογιών[/i].
ευχαριστώ για το σχόλιό σας. Θεωρώ, όμως, ότι παρανοήσατε αυτό που λέω. Ή, ίσως, να μην το έκανα εγώ κατανοητό. Καταλαβαίνετε, φαντάζομαι, ότι σε ένα τόσο σύντομο κείμενο, λίγα πράγματα μπορούν να ειπωθούν. Επειδή παρακολούθησα τον διάλογο μεταξύ εσάς, του Theo, του κ. Καστρινάκη και του κ. Γεωργίου, ήθελα να πω ότι υπάρχουν παρανοήσεις, όπως τουλάχιστον κατάλαβα εγώ, απ’ όλες τις πλευρές. Θα προσπαθήσω λοιπόν να είμαι όσο πιο σύντομος γίνεται, για να μην κουράσω και να μη δώσω αφορμή για νέες παρανοήσεις και ατέρμονες συζητήσεις πάνω σε λάθος βάση. Θα πρότεινα πάντως, και σ’ αυτό θα ήθελα να με στηρίξετε όλοι οι συνομιλητές, να γίνει μία τράπεζα για το θέμα της ελευθερίας ή το θέμα του κακού, με οργανωτή το Αντίφωνο. Καλό θα ήταν, να γίνει ημερίδα ή διημερίδα, να υπάρξουν πρακτικά που θα εκδοθούν και να καλεστούν ομιλητές απ’ όλες τις επιστήμες. Νομίζω ότι θα γίνει ένας πολύ καλός διάλογος – αν κρίνω από τη συζήτηση εδώ. Φυσικά, εντάσεις θα υπάρξουν, αλλά με καλή πρόθεση, όλα λύνονται.
Στο προκείμενο τώρα.
1.[i][b] Η έννοια του κλειδιού[/b][/i]. Όταν λέω ότι δεν υπάρχει κάποιο κλειδί, δηλαδή, επεξηγώ στο κείμενό μου, ένας κακός σπόρος. Δηλαδή, δεν υπάρχει μία και μόνη αιτία που οδηγεί στη διάπραξη του κακού. Το κακό είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων που λειτουργούν συνεργατικά. Να σας πω ένα παράδειγμα. Κάποιος μπορεί να έχει παιδοφολικές τάσεις, εξαιτίας του γεγονότος ότι κακοποιήθηκε μικρός. Αυτές οι παιδοφιλικές τάσεις μπορεί να μην εκδηλωθούν ποτέ. Σε περίπτωση όμως που καταστραφούν προσθιομετωπιαίες φλοιώδεις περιοχές του εγκεφάλου, τότε αυτές οι τάσεις θα εκδηλωθούν. Σε αντίθετη περίπτωση, αν καταστραφούν προσθιομετωπιαίες φλοιώδεις περιοχές του εγκεφάλου και δεν υπάρχει ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης, τότε δεν θα εκδηλωθούν παιδοφιλικές τάσεις, αλλά η συγκεκριμένη βλάβη θα οδηγούσε σε έλλειψη αναγνώρισης συναισθημάτων, σε περιορισμένη ικανότητα αυτοκριτικής και αδιαφορία για τις συνέπειες των πράξεών. [Θα μπορούσα να αναφέρω άπειρα παραδείγματα στο συγκεκριμένο θέμα, περιορίζομαι μόνο στις περιπτώσεις των Fineas Gage και Louis Coulpepper]. Φυσικά, εδώ εμπλέκονται και άλλοι παράγοντες, όπως η έννοια του “αντι-εαυτού”. Δεν λέω αυτό που εσείς κατανοείτε: “[i][b]Σε ό,τι αφορά, τέλος, τα πορίσματα επιστημονικών ερευνών, πράγματι δεν έχει βρεθεί κάποιο συγκεκριμένο “κλειδί” για το ξεκλείδωμα της πολύτροπης ανθρώπινης συμπεριφοράς [/b][/i]”. Το κλειδί που δεν υπάρχει, αναφέρεται στον ένα και μόνο ένα παράγοντα -δεν υπάρχει ένας και μόνο ένας παράγοντας που εξηγεί τη βίαιη συμπεριφορά. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες, αρκετοί ανεπίγνωστοι, οι οποίοι, τελικά οδηγούν στη βίαιη συμπεριφορά. Το κλειδί, όπως το θέτετε εσείς, δηλαδή ως μέσο κατανόησης της βίαιης συμπεριφοράς, είναι ο συνεργατισμός όλων αυτών των παραγόντων. Αυτό είναι καθολικά αποδεκτό. Δεν υπάρχει κάποια αντίρρηση από κανέναν, εννοώ βιολόγο, γενετιστή, ψυχίατρο, νευροβιολόγο κ.ά. Νομίζω ότι το κατέστησα σαφές.
2. Λέτε: “[b][i]Στο βαθμό που θεωρείτε τον άνθρωπο ριζικά ανελεύθερο, απολύτως παθητικό έρμαιο του κακού, του περιβάλλοντος και των γονιδίων του, αναιρείτε πλήρως την αγαθότητα του Θεού[/i][/b]” Εγώ όμως λέω, ουσιαστικά ο Νύσσης λέει, γιατί αυτόν παραθέτω στο πρώτο μέρος του κειμένου, το αντίθετο απ’ αυτό που ισχυρίζεστε εσείς. Δηλαδή, επειδή ακριβώς ο Θεός είναι πανάγαθος και ο άνθρωπος πράττει το κακό είτε από ακρισία είτε από πλάνη του Διαβάλου είτε από λάθος της αίσθησης, δεν μπορεί να αφήσει τον άνθρωπο να ταλαιπωρείται αιωνίως. Αυτό που λέω, και φυσικά λέει ο Νύσσης, είναι ότι [b]δεν μπορεί να υπάρχει αιώνια κόλαση[/b], επειδή ακριβώς ο Θεος είναι [b]πανάγαθος[/b].
Θα μπορούσα να προσθέσω κι άλλα εδώ, όπως ότι το κακό ως κτιστό δημιούργημα έχει τέλος. Δεν μπορεί να είναι αιώνιο, και άλλα πολλά.
Δεν μίλησα για αθεϊσμό και ούτε για μη παναγαθότητα του Θεού. Αυτά είναι σωστά συμπεράσματα στην πρόταση που καταθέτετε εσείς, όχι όμως σ’ ότι έγραψα εγώ στο κείμενό μου. Εγώ θέτω την αγάπη του του Θεού ως προϋπόθεση της ανυπαρξίας της κόλασης.
Φυσικά και υπάρχουν ενστάσεις σε αυτή μου την πρόταση, το κατανοώ. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν μιλάω για μη-παναγαθότητα ή για αθεϊσμό, όπως αναφέρετε εσείς.
Αυτό που λέτε περί εντυπωσιασμού, στο κλείσιμο του σχολίου σας, είναι ένα δικό σας συμπέρασμα, ως συνεπακόλουθο των σκέψεων σας και αφορά τον άνθρωπο, όχι τα επιχειρηματά που καταθέτει – είναι ηθική κρίση. Οπότε δεν νομίζω ότι έχει αξία να το σχολιάσω.
Ευχαριστώ για μία ακόμη φορά για τον σχολιασμό. Ελπίζω να σας κάλυψα. Αν όχι, τότε η διοργάνωση ενός συνεδρίου θα μας βοηθούσε όλους.
δεν θα μακρυγορήσω, διότι τα πράγματα μού φαίνονται αρκετά ξεκάθαρα.
Λέτε: [i]”Εγώ θέτω την αγάπη του του Θεού ως προϋπόθεση της ανυπαρξίας της κόλασης.”[/i] – Κι εγώ ακριβώς είπα, ότι [u]γι’ αυτό το λόγο η επιχειρηματολογία σας αυτοακυρώνεται[/u] εφόσον, αν και δέχεστε την αγαθότητα του Θεού, αρνείστε την ριζική ελευθερία του ανθρώπου. Ας μην επαναλάβω το γιατί η άρνηση της ριζικής ελευθερίας μας έρχεται σε αντίφαση με την αγαθότητα και την αγάπη του Θεού, και την ακυρώνει.
Επομένως, εδώ δεν σας παρεξήγησα, ούτε ισχυρίστηκα κάτι άλλο ή το αντίθετο από εσάς. Ακολούθησα κατά βήμα την επιχειρηματολογία σας και ανέδειξα το αδιέξοδό της με τους δικούς της όρους.
Όσο για την ιδέα περί “συνεργατισμού όλων των παραγόντων”, την οποία επικαλείστε για να υποστηρίξετε τη ριζική ανελευθερία του ανθρώπου, θα σας επισημάνω απλώς ότι πρόκειται για μια έννοια ουσιαστικώς [i]κενή περιεχομένου[/i], με την οποία έγινε απόπειρα να αντικατασταθεί η ιδέα της στενής αιτιοκρατίας, ήτοι του ενός και μόνον αιτίου. Και είναι η ιδέα περί “συνεργατισμού όλων των παραγόντων” κενή περιεχομένου, διότι δεν λέμε [i]τίποτα[/i] όταν επικαλούμαστε τον “συνεργατισμό” χωρίς να δείχνουμε [i]με ποιόν τρόπο και υπό ποιές δυναμικές σχέσεις συνεργάζονται όλοι οι παράγοντες.[/i] Αλλά η επιστήμη δεν φημίζεται για τη φιλοσοφική της παιδεία ώστε να αντιλαμβάνεται άμεσα το πρόβλημα αυτό.
Παρολαυτά, λάβετε υπόψη σας μια άλλη έννοια, πολύ λειτουργική, η οποία κατορθώνει να υπερβεί τη στενή αιτιοκρατία χωρίς να περιπέφτει στην κενολογία του αόριστου “συνεργατισμού όλων των παραγόντων”. Πρόκειται για την σύγχρονη έννοια του [i][u]καθοριστικού παράγοντα[/u][/i]. Δεν θα επεκταθώ εδώ επ’ αυτού. Σκεφτείτε όμως, έστω ως υπόθεση εργασίας, ότι ο καθοριστικός παράγοντας των αποφάσεών μας έχει να κάνει με τη ριζική ελευθερία μας. Δηλαδή ότι δεν αποφασίζουμε “επιλέγοντας”, δηλαδή λύνοντας έναν-έναν τους κόμπους από τους γόρδιους δεσμούς των πληθωρικών και συχνά αλληλοσυγκρουόμενων δεδομένων που μας τίθενται, αλλά απλώς [i]κόβοντάς τους[/i] ελεύθερα.
Ευχαριστώ κι εγώ για τον διάλογο.
Όπως σας επεσήμανα,
1. Δεν λέω εγώ, αλλά ο Νύσσης λέει. Εγώ μεταφέρω την άποψή του. Αν νομίζετε ότι μεταφέρω λάθος τις απόψεις του Νύσσης ή θεωρείτε ότι ο Νύσσης δεν ισχυρίζεται ότι η αγάπη του Θεού και ο κτιστός χαρακτήρας της κόλασης είναι ικανές και αναγκαίες συνθήκες για την κατάργησή της, αυτό είναι άλλο θέμα. Μην παρακάμπτετε όμως τη σκέψη του αγίου και λέτε ότι είναι δική μου άποψη. Κάτι ανάλογο έκαναν οι πρώτοι εκδότες των κειμένων του Νύσσης, αφού έβγαζαν(!) όλα τα χωρία τα σχετικά με την αποκατάσταση από τα κείμενά του στην έκδοση των έργων του.
2. Λέτε ότι δεν δείχνω με ποιον τρόπο και υπό ποιες δυναμικές σχέσεις συνεργάζονται όλοι οι παράγοντες. Μα, σας το έδειξα με το παράδειγμα της παιδοφιλίας (βιολογικοί παράγοντες:τραύμα στον εγκέφαλο/κοινωνικοί παράγοντες:κακοποίηση στην παιδική ηλικία/ψυχολογικοί παράγοντες: αντί-εαυτός). Ένας από τους τρεις αν απουσίαζε, δεν θα εκδηλωνόταν παιδοφιλία. Θα μπορούσα να αναφέρω άπειρα παραδείγματα. Όλοι οι κατά συρροή δολοφόνοι έχουν υποστεί ψυχολογική κακοποίηση (αναφέρω μόνο έναν παράγοντα), ενώ στον γενικό πληθυσμό η ψυχολογική κακοποίηση μόλις που αγγίζει το 2%. Δείτε μία από τις χιλιάδες μελέτες (Heather Mitchell and Michael G. Aamodt, «The Incidence of Child Abuse in Serial Killers», στο περιοδικό Journal of Police and Criminal Psychology, τεύχος 20, 2005, σσ. 40-47).
3. Αν νομίζετε ότι είναι ελεύθερο ένα παιδί που γεννιέται με εβρυικό αλκοολικό σύνδρομο ή σύνδρομο Άσπεργκερ ή είναι ελεύθερο ένα παιδί να τρέξει και να παίξει ενώ γεννιέται τετραπληγικό ή παραπληγικό, δεν θα συμφωνήσω. Η ελευθερία μας, κατά την άποψή μου, είναι μόνο[b][i] εντός ορίων[/i][/b]. Και, τέλος πάντων, εγώ δεν επέλεξα ελεύθερα να βρεθώ σ’ αυτή την οικονομική κρίση. Επίσης, δεν επέλεξε ελεύθερα ένας παιδικός μου φίλος, να πιεί κάποιος οδηγός και να τον σκοτώσει ενώ περίμενε στη στάση του λεωφορείου για να πάει στη σχολή του.
Θέλω να πω, δηλαδή, ότι υπάρχουν άπειροι παράγοντες, κοινωνικοί και πολλοί άλλοι. Θεωρώ ότι αυτό που λέμε ελευθερία είναι η προσπάθειά μας να κυριαρχήσουμε πάνω σ’ αυτό το χάος. Μπορεί να κατορθωθεί αυτό; Με την άσκηση; Ίσως. Με το έλεος του Θεού; Πιθανόν. Είναι όμως θέμα για συζήτηση, με βασικό σημείο αφετηρίας την ετερότητα του προσώπου.
Τη καλημέρα μου.
Theo αν δεν σε κουράζω θα το αναλύσεις λίγο περισσότερο αυτό;
“[i]οι Πατέρες θεολόγησαν περί του αυτεξουσίου του ανθρώπου το έκαναν με βάση κάτι πολύ βαθύτερο και αληθέστερο από τη φυσιολογία στην οποία αναφέρεσαι[/i]”
Αναφέρεσαι στην ψυχή και στην σύστασή της; Το αυτεξούσιο έχει να κάνει με την ψυχή ή με τον νού;
κ. Πλεξίδα,
θα το εκτιμούσα αν απαντούσατε και σε μένα για το θέμα του “ακαταλόγιστου”.
Ευχαριστώ.
Αγαπητέ κ. Πλεξίδα, η σύγχρονη ψυχιατρική δεν έχει καταλήξει σε μία συνεκτική θεωρία σχετικά με την προέλευση της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η επικρατέστερη σήμερα άποψη του βιοψυχοκοινωνικού “μοντέλου” τονίζει την αλληλεπίδραση διαφόρων παραμέτρων, όπως ορθώς αναφέρετε και εσείς. Δεν πρέπει να λησμονούμε όμως πως το συγκεκριμένο μοντέλο δεν αναφέρεται μόνο σε ό,τι ορίζουμε ως “παθολογικό”, αλλά και σε ό,τι αναγνωρίζουμε ως “υγιές”- είναι άλλωστε γνωστή η εγγενής δυσκολία της ψυχιατρικής στον ακριβή καθορισμό της έννοιας της ψυχικής νόσου. Συνεπώς η παγίδα ενός άκρατου βιολογικού ντετερμινισμού μπορεί να μετατραπεί υπόρρητα σε “βιοψυχοκοινωνικό ντετερμινισμό”. Σε κάθε περίπτωση, οι άνθρωποι που ονομάζετε “ψυχοπαθείς”- πιο δόκιμα ψυχοπαθητικοί- κατατάσσονται στην διαγνωστική κατηγορία της αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας κατά το τρέχον ταξινομητικό σύστημα DSM-ΙV. Αν ανατρέξει κανείς στην ιστορία των συστημάτων ταξινόμησης των ψυχιατρικών παθήσεων θα αντιληφθεί εύκολα πως πρόκειται για μία αρκούντως αμφιλεγόμενη νοσολογική οντότητα της οποίας η αιτιοπαθογένεια αποτελεί αντικείμενο έρευνας. Έτσι κι αλλιώς, η συσχέτιση συγκεκριμένων εγκεφαλικών “βλαβών” με διακριτές συμπεριφορές είναι εξαιρετικά δυσχερής, διότι πολλές φορές δεν μπορεί να διευκρινιστεί αν η “βλάβη” είναι το αίτιο ή το αποτέλεσμα της συμπεριφοράς. Πάντως, είναι άλλο θέμα η “προέλευση” μιας συμπεριφοράς (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό) και άλλο η ικανότητα καταλογισμού, δηλαδή η γνώση, εκ μέρους του τελούντος, του αξιόποινου ή του ηθικώς απαράδεκτου της συγκεκριμένης συμπεριφοράς. Γι΄αυτόν τον λόγο και η αντικοινωνική (ψυχοπαθητική) προσωπικότητα, όπου “διαγιγνώσκεται”, δεν αποτελεί ελαφρυντικό κατά την εκδίκαση εγκληματικών πράξεων.
Ψυχίατρος
ευχαριστώ για το διαφωτιστικό σχόλιό σας και για τη συμβολή σας. Συμφωνώ απολύτως μαζί σας. Θα χαιρόμουν αν υπήρχε η δυνατότητα μιας συνεργασίας, δεδομένου ότι το βιβλίο που ετοιμάζω είναι μία φιλοσοφική προσέγγιση στην ψυχολογία της βίας.
Και με την διατύπωσή σας για την ικανότητα καταλογισμού, προλάβατε την απάντησή μου στον κ. Γεώργιο.
Ήθελα μόνο να σας ρωτήσω. Διαβάζοντας το DSM III (το IV περιμένω να μου έρθει από Αμερική -και έχω την αίσθηση ότι ετοιμάζεται το V-), μου δόθηκε η εντύπωση ότι ο ολιστικός του χαρακτήρας οδηγεί σε μία ισοπέδωση των περιπτώσεων. Γιατί π.χ. μία γνωμάτευση θα πρέπει να γίνει σε 25 μέρες και όχι σε 23. Έχω την αίσθηση ότι γράφτηκε για να λύσει πρακτικά θέματα που έχουν να κάνουν με δικαστικές αποφάσεις και όχι να χρησιμοποιείται με τρόπο καθολικό και απόλυτο, όπως γίνεται σήμερα. Είναι λάθος η αίσθησή μου;
Ευχαριστώ και πάλι. Και επειδή είμαι κυριολεκτικά “φανατικός” οπαδός της διεπιστημονικότητας, γι’ αυτό άλλωστε φιλοσοφώ σε θέμα θεολογικού, και όχι μόνο, ενδιαφέροντος, θα χαιρόμουν να συνεργαστούμε και να με βοηθήσετε να διορθώσω τα όποια ατοπήματά μου, όπως αυτό που είπατε: “[b][i]οι άνθρωποι που ονομάζετε “ψυχοπαθείς”- πιο δόκιμα ψυχοπαθητικοί[/i][/b]-“
Να είσται καλά και ευελπιστώ σε συνεργασία ή, τουλάχιστον, σε ανταλλαγή απόψεων.
σας απάντησε ο κ. Ψυχίατρος.
@ Ιωάννη Πλεξίδα
Εσείς δηλαδή θα θέλατε όλοι να μπορούσαν να επιλέξουν [b]πού, πώς και πότε[/b] θα γεννηθούν για να μπορέσετε να κάνετε λόγο για ανθρώπινη ελευθερία;;;
Όχι δεν είναι έτσι!
Ο εκ γενετής τυφλός δε γεννήθηκε έτσι για κανέναν άλλο λόγο παρά για να φανεί το έργο του Θεού όπως μας λέει ο Κύριος!
Ο Κύριος μπορεί να ιατρεύσει και τον ανάπηρο και τον δαιμονισμένο και τον ληστή και όλους αρκεί (σε πολλές περιπτώσεις) [b]ένα ήμαρτον[/b]!
Αν είναι δυνατόν η σεροτονίνη, η τεστοστερόνη, οι Χ, Ψ αλλοιώσεις του εγκεφάλου ή ό,τι άλλο να είναι ανυπέρβλητα εμπόδια για τον Κύριο όταν μάλιστα θα ακούσουμε από τον πάσχοντα ένα ήμαρτον ή ένα μνήσθητι!!!
Έχοντας αυτά στο νου όπως και τα άλλα που έγραψα στο προηγούμενό μου σχόλιο νομίζω πως ξεκαθαρίζουν τα πράγματα!
Αν όχι, ε τότε, μάλλον δε θα θέλετε να τα ξεκαθαρίσετε (δυστυχώς πάντα υπάρχει κι αυτό το ενδεχόμενο)!
Είπε ο Ψυχίατρος
“[i]Πάντως, είναι άλλο θέμα η “προέλευση” μιας συμπεριφοράς (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό) και άλλο η ικανότητα καταλογισμού, δηλαδή η γνώση, εκ μέρους του τελούντος, του αξιόποινου ή του ηθικώς απαράδεκτου της συγκεκριμένης συμπεριφοράς. Γι΄αυτόν τον λόγο και η αντικοινωνική (ψυχοπαθητική) προσωπικότητα, όπου “διαγιγνώσκεται”, δεν αποτελεί ελαφρυντικό κατά την εκδίκαση εγκληματικών πράξεων.[/i]”
Αν κατάλαβα καλά το κακό ορίζεται ως κακό άσχετα αν αυτός που το διαπράττει έχει επίγνωση ή όχι. Αρα ο νόμος (ο κοσμικός) θεωρεί ότι ο καθένας, ασχέτου νοητικής, ψυχικής , σωματικής κατάστασης γνωρίζει το κακό και ότι δεν πρέπει να το διαπρτάττει και γνωρίζει ποιό είναι το καλό;
Κατάλαβα σωστά; Δηλαδή ο νομοθέτης πιστεύει ότι ο κάθε άνθρωπος οφείλει να ενεργεί βάσει της γνώσης του καλού και του κακού; η ικανότητα καταλογισμού είναι δηλαδή έμφυτη στον κάθε άνθρωπο; Χωρίς να λαμβάνονται υπόψη όλες αυτές οι παράμετροι της ιατρικής επιστήμης που ανέφερε ο κ.Πλεξίδας;
Παρακαλώ, ας με διαφωτίσει κάποιος.
Αναφέρομαι στην ελεύθερη βούληση του ανθρώπου.
“Επειδή παρακολούθησα τον διάλογο μεταξύ εσάς, του Theo, του κ. Καστρινάκη και του κ. Γεωργίου…”
κ. Πλεξίδα, παρακολουθήσατε τη συζήτηση αλλά δεν μου απαντάτε.
“είμαι κυριολεκτικά “φανατικός” οπαδός της διεπιστημονικότητας, γι’ αυτό άλλωστε φιλοσοφώ σε θέμα θεολογικού, και όχι μόνο, ενδιαφέροντος…”
Η θεολογία δεν είναι μια “επιστήμη”, όπως οι άλλες. Έχει τη δική της “λογική”, και, ως ορθόδοξοι χριστιανοί, δεν μπορούμε να διερευνούμε θεολογικά θέματα χρησιμοποιώντας επιχειρήματα από θετικές και ανθρωπιστικές “επιστήμες”, όταν αυτά έρχονται σε κατάφωρη αντίθεση με την εμπειρία και διδασκαλία της Εκκλησίας μας (και, ως γνωστόν, η συγκεκριμένη δοξασία του αγίου Γρηγορίου Νύσσης δεν αποτελεί διδασκαλία της Εκκλησίας).
Όμως, αντί να απαντήσετε στις παραπάνω ενστάσεις μου, προτείνετε συνέδρια για το θέμα του κακού ή της ελευθερίας…
νομίζω μπορούμε να συμφωνήσουμε σε κάτι: ότι διαφωνούμε. Δεν επιθυμώ να πείσω κανέναν. Κατέθεσα την άποψή μου. Οι επιστημονικές απόψεις κρίνονται, ελέγχονται, ερμηνεύονται και αξιολογούνται. Η βιβλιογραφία επίσης. Όπως είδατε, έκανα μόνο δύο παρεμβάσεις για να διευκρινίσω κάποια επιστημονικά θέματα. Και όπως είπα, δεν έχω την πρόθεση να αναλώνομαι σε ατέρμονες συζητήσεις, σε μία προσπάθεια να πείσω κάποιον, από τη στιγμή που υπάρχει πλήρης διάσταση απόψεων και διαφορετική αφετηρία στους προβληματισμούς μας. Οι απόψεις σας, οι απόψεις όλων, είναι σεβαστές. Η διαφορετικότητα των απόψεων εξάλλου, σημαίνει την ελευθερία του λόγου.
Αυτό που κατά την άποψή μου δεν είναι σωστό και πρέπον είναι να ομιλούν κάποιοι για “εντυπωσιασμό” ή όπως εσείς “ότι δεν θέλω να ξεκαθαρίσω”. Ξεκαθάρισα όσο καλύτερα γινόταν, και όσο εν τέλει μπορούσα, και τις απόψεις του Νύσσης και τις απόψεις τις δικές μου. Όπως είπα, αυτού του τύπου οι κρίσεις είναι ηθικές κρίσεις και όχι επιστημονικές.
Ευχαριστώ για τον χρόνο και τα σχόλια σας. Και φυσικά, το αντίφωνο, για την ανάρτηση.
Ναι, όντως υπάρχει χάσμα ανάμεσά μας!
Ταπεινά φρονώ πως το άρθρο σας δε μπορεί να σταθεί ούτε λεπτό ούτε επιστημονικά ούτε θεολογικά! Πέρα από αυτό το λεπτό ό,τι γίνεται γίνεται από συμπάθεια προς τον συνάνθρωπο! Όταν είναι τόσο φανερά τα λάθη του άλλου δεν γίνεται να μη πει κάποιος κάτι αν τα διαβάσει!
Τίποτα παραπάνω λοιπόν πέραν τούτου για να μην κατηγορηθούμε κιόλας.
Ας αξιολογηθούν λοιπόν, οι απόψεις σας και από άλλους!
Χαίρετε και ελπίζω να λυθούν όλα τα θέματά σας!
μόλις είδα την ανάρτησή σας και, επιπροσθέτως, δεν κατάλαβα ότι ρωτήσατε εμένα. Θέτετε πολύ μεγάλο ζήτημα για τη σχέση της επιστήμης και της θεολογίας. Συμφωνώ μαζί σας, ότι η θεολογία δεν είναι μια επιστήμη όπως οι άλλες. Είναι εμπειρία ζωής και εμπειρία φωτός, του ακτίστου φωτός. Και φυσικά δεν έχει τα στοιχεία των επιστημών – οι προτάσεις της δεν υπόκεινται σε επαλήθευση, πείραμα και αλλαγή παραδείγματος. Σε αντίθεση με τις επιστήμες που αυτοακυρώνονται, η θεολογία βασίζεται στα θεμέλια της εμπειρίας των πατέρων και των Συνόδων: “ἐρῶ ἐμὸν οὐδὲν”, θα πει ο μέγιστος -κατά την άποψή μου- δογματολόγος, ο Ιωάννης Δαμασκηνός.
Αυτή είναι η εμπειρική θεολογία ή αν θέλετε, όπως το λέω, η θεολογία της πίστης. Υπάρχει, όμως και η ακαδημαϊκή θεολογία, ως μέρος των ανθρωπιστικών σπουδών. Το πανεπιστήμιο, δηλαδή, όπου ασχολούνται π.χ. με την παιδαγωγική, όπου υπάρχουν μαθήματα φιλοσοφίας κ.ά. Κατά την άποψή μου, σε αυτό το επίπεδο μπορούν να τεθούν πολλά θέματα. Αν με ρωτάτε αν έχει νόημα αυτή θεολογία, τότε θα σας πω πως όχι, δεν έχει. Η θεολογία προσφέρει λύτρωση στον άνθρωπο και δεν είναι διανοητικό “παιχνίδι”, όπως η φιλοσοφία. Από τη στιγμή όμως που μπαίνει στον κύκλο των ανθρωπιστικών σπουδών, οφείλει να αναμετρηθεί μαζί τους.
Τώρα γιατί μία τράπεζα θα ήταν κακή, δεν το καταλαβαίνω. Προτάθηκε στη συνάφεια της ακαδημαϊκής θεολογίας.
Όσο για τον Νύσσης, δεν διαφωνώ. Αλλά, πάλι, θα ξέρετε φαντάζομαι ότι υπάρχουν άπειρα διδακτορικά για τον Νύσσης και την διδασκαλία της αποκατάστασης. Φυσικά δεν ισχυρίζεται κανείς ότι είναι η επίσημη άποψη της Εκκλησίας.
Νομίζω πως η σύγχυση προκύπτει από το γεγονός ότι η ακαδημαϊκή θεολογία θεωρείται μέρος των ανθρωπιστικών σπουδών, άρα σε, όλα τα θέματα που εξετάζει οφείλει να χρησιμοποιεί τις μεθόδους τους. Αυτό είναι θεμιτό για καποιες έρευνες, όπως το να χρησιμοποιείται η μεθοδολογία της φιλολογίας για την αποκατάσταση και κριτική έκδοση των εκκλησιαστικών κειμένων, ή η μεθοδολογία και οι πηγές της Ιστορίας για την εκκλησιαστική ιστορία, κλπ.
Το πρόβλημα όμως προκύπτει όταν για θέματα καθαρά θεολογικά, δηλαδή θέματα πίστεως, ή και ανθρωπολογικά, χρησιμοποιούνται οι μέθοδοι των ανθρωπιστικών σπουδών. Όταν γίνεται αυτό, τότε η θεολογία καταντά “[i]διανοητικό “παιχνίδι”[/i]”, όπως γράφετε, και η πλάνη είναι σχεδόν αναπόφευκτη, γιατί, όπως γράφει ο Απόστολος, “πνευματικοίς πνευματικά συγκρίνονται”. Τότε, όντας πιστοί ορθόδοξοι χριστιανοί, φτάνουμε να αρθρογραφούμε σοβαρά για την “αδυνατότητα της Κολάσεως”, δηλαδή συμβαίνουν τραγελαφικά πράγματα.
Νομίζω, λοιπόν, πως σε θέματα θεολογικά και ανθρωπολογικά, οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι της θεολογίας μπορούν να αναπτύσσουν τη διδασκαλία της Εκκλησίας, με τη “γλώσσα” της εποχής μας και τα θέματα που ανακύπτουν σήμερα, βασιζόμενοι στην εμπειρία των Αγίων, αν νιώθουν μέλη της και θέλουν να ονομάζονται “θεολόγοι”. Δεν είναι δουλειά τους ν’ αμφισβητούν ό,τι η εκκλησιαστική εμπειρία έχει διατρανώσει, προβάλλοντας έτσι το νανώδες ανάστημά τους μπροστά στους γίγαντες του Πνεύματος και γελοιοποιούμενοι.
Χωρίς να επικαλεστώ καμία αυθεντία και καμία πηγή εγκόσμια ή μη, αλλά λακωνικά (κατά το αυτο-αποδιδόμενο προσωνύμιό μου), σας εκφράζω δύο βασικές παρατηρήσεις ενός “αβύθιστου” σε “τέτοια βάθη” σκέψεως:
1. Χαίρομαι αφ’ ενός για τον ζήλο συμμετοχής και αφ’ ετέρου για την τη φιλοσοφική πρόζα που επέδειξαν πολλοί από τους σχολιαστές.
2. Υποθέτω, χάριν αστεϊσμού αλλά μέσα στο πνεύμα της συζήτησης, χωρίς να διαθέτω στοιχεία (άρα και μη “στέρεη [επιστημονική] βάση”) ότι η σεροτονίνη, η ντοπαμίνη, η τεστοστερόνη και πιο λαϊκά η “αδρεναλίνη” πολλών εξ’ υμών σημείωσαν υψηλές τιμές!
3. Ο αναστοχασμός όλων μας επί των θέσεων όλων μας, πιστεύω, ότι θα είναι ευεργετικός. Μετά από τέτοιες μάχες του πληκτρολογίου όλοι βγαίνουμε σοφότεροι, εάν “ακούμε” και την άλλη άποψη και δεν είμαστε απλώς “πνεύμα αντιλογίας”. Όσο κι αν δεν το παραδεχόμαστε όλοι βγήκαμε σοφότεροι από τη συζήτηση, έστω και εάν μαζέψαμε βέλη για επόμενες επιθέσεις.
4. Όσο για το θέμα; Δεν είχα πρόθεση να πλέξω το εγκώμιο κανενός. Αλλά θέλει και λίγο τόλμη, τσαγανό, να τίθενται τέτοια ζητήματα που εξεγείρουν έστω τα πάθη ή ανεβάζουν τις σεροτονίνες και δεν αναλώνονται στα τετριμμένα. Δεν κέρδισε στα σημεία κανείς, παρά μόνο η “απορία” με τη φιλοσοφική έννοια. Άρα όλοι. Ναι, δέχομαι τη διαπειθαρχικότητα ως μεθοδολογική προσέγγιση που εδώ τίθεται υπό τον όρο “συνεργατισμός”. Δεν υπάρχει θέμα αυστηρά “θεολογικό”, “βιολογικό”, “κοινωνιολογικό” και πάει λέγοντας. Μην υψώνεται τείχη εκεί που δεν υπάρχουν. Μάθετε να ακούτε, μάθετε να κοιτάτε και απέναντι, μάθετε στη διάδραση. Δεν κουνάω το δάχτυλο…Κι εγώ έτσι είμαι. Ώσπου μου είπε κάποιος να ακούω ακόμα και τον πιο μικρό, και τον πιο τρελό. Θυμόσοφος γαρ ο λαός.
5. Εγώ θέτω εαυτόν πρώτον και σηκώνω το γάντι που πέταξε ο κ. Πλεξίδας περί συνεδρίου. Αρκετά γράψαμε. Καλό είναι να μιλήσουμε κιόλας, με πρόσωπο. Δεν λέω ποτέ όχι στη σοφία ακόμα και σε ψήγματα αυτής. Γράφω με χαμόγελο και το ξαναλέω ότι χαίρομαι που όλοι σχεδόν επιδείξατε “βάσανο” στον στοχασμό σας. Ως νέος επισκέπτης του blog χαίρομαι που δεν προβληματίζομαι μόνος.
Αυτά…Ναι έχετε δίκιο: το “λακωνικά” καταστρατηγήθηκε…Ευχαριστώ.
Το ότι έγραψε κάποιος χρήστης με ψευδώνυμο ‘έλλην’ και ip [b]94.64.40[/b].xxx είναι γεγονός! Το σχόλιό του κάλλιστα θα μπορούσαν να το διαγράψουν γιατί ΄ερχόταν’ από τον καιρό των διωγμών κατά της Εκκλησίας! Τέτοιο μένος!
Το περίεργο είναι ότι τέτοια ip έχουν ο [b]@Ιωάννης Πλεξίδας[/b], ο @Γεώργιος και κάποιος @Ανώνυμος!
Οι ‘αντιφωνούντες έσβησαν φυσικά το απαράδεκτο σχόλιο του ‘έλλην’ αλλά έσβησαν και το δικό μου που περιέγραφε αυτήν την κατάσταση! Το ότι κι άλλη φορά μου έσβησαν σχόλια γιατί έτσι ήθελε ο διαχειριστής χωρίς καμιά δικαιολογία είναι γεγονός! Τώρα όμως γιατί καθαρίζουν τα ίχνη;; Για να μη φανεί το μένος του @Πλεξίδα ;
Έτσι όπως κάνετε ‘Αντιφωνούντες’ θα μείνετε με μονοψήφιο αριθμό επισκεπτών!
Το DSM IV ( το V αναμένεται εντός του επόμενου έτους) είναι ουσιαστικά μία απόπειρα διαγνωστικής προσπέλασης και ταξινόμησης των παθήσεων. Σε ό,τι αφορά τις ψυχιατρικές διαταραχές ακολουθεί ένα “μη-θεωρητικό μοντέλο” συστηματοποίησης βασισμένο σε περιγραφικά κριτήρια φαινομενολογικού χαρακτήρα. Υπάρχουν και άλλα συστήματα, όπως το ICD-10 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, με παρόμοιες επιστημολογικές προϋποθέσεις. “Καθολικός τρόπος” διάγνωσης των ψυχιατρικών διαταραχών δεν υπάρχει επί της παρούσης, διότι δεν είναι γνωστή η αιτιολογία τους (γιαυτό και ονομάζονται διαταραχές και όχι νόσοι). Τα ταξινομικά συστήματα όντως διαπνέονται από “πρακτικό πνεύμα” και αν θεωρηθούν κατά τρόπο απόλυτο και άκριτο μπορεί να οδηγήσουν στην παγίδα του “μηχανικισμού” και της υπεραπλούστευσης της ανθρώπινης εμπειρίας, όπως και στην ιατρικοποίηση-παθολογικοποίηση κάθε παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς.
Σχετικά με την ικανότητα καταλογισμού, το σχόλιο μου αναφερόταν μόνο σε ανθρώπους με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας, οι οποίοι θεωρούνται ως έχοντες καταλογισμό, και όχι εν γένει σε ψυχιατρικώς πάσχοντες, των οποίων κρίνεται κατά περίπτωση .
Σχετικά με την ικανότητα καταλογισμού, το σχόλιο μου αναφερόταν μόνο σε ανθρώπους με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας, οι οποίοι θεωρούνται ως έχοντες καταλογισμό, και όχι εν γένει σε ψυχιατρικώς πάσχοντες, των οποίων κρίνεται κατά περίπτωση .
Ψυχίατρος
δεν πρόκειται να απολογηθώ και να δώσω εξηγήσεις για ένα θέμα που δεν ευθύνομαι. Ούτε πρόκειται να προσπαθήσω να σας πείσω, γιατί είμαι γνώστης του ρητού “ου με πείσεις καν με πείσεις”. Αναλογιστείτε μόνο τη χρήση κοινού υπολογιστή. Θα ήταν, το λιγότερο, αστείο και βλακώδες να χρησιμοποιήσω ψευδώνυμο για να απαντήσω από τον ίδιο υπολογιστή, και μάλιστα να μιλήσω υβριστικά για θεσμούς ή πρόσωπα – από τη στιγμή που η ip φαίνεται. Εξάλλου, πάντοτε ο ίδιος απαντώ στα σχόλια, όπως έκανα σ’ αυτόν τον ιστοτόπο στο συγκεκριμένο άρθρο και σε άλλα άρθρα μου καθώς και σε άλλους ιστοτόπους, και πάντοτε επωνύμως, χωρίς ύβρεις και χωρίς εμπάθεια ή μένος – όπως εσείς λέτε. Αν εσείς θέλετε να κυνηγάτε μάγισσες και να συνεχίσετε να κατηγορείτε έναν άνθρωπο που ελεύθερα εκφράζει την άποψή του αλλά διαφωνεί μαζί σας, κάντε το. Όπως είπα, όλοι κρινόμαστε και αξιολογούμαστε. Προσωπικά, θεωρώ ότι στην επιστήμη το μόνο που έχει αξία είναι η αλήθεια. “Φίλος ο Πλάτων, φιλτέρα η αλήθεια”.
Στην ουσία τώρα. Aν και διατυπώσατε αρνητικά σχόλια για την προσωπικότητά μου λέγοντας ότι “έχω προβλήματα” και κάνοντας κι άλλες ηθικές κρίσεις για το πρόσωπό μου, δεν σας απάντησα και ούτε φυσικά πρόκειται- όπως δεν απάντησα στον Theo όταν έγραψε για “τραγελαφικά πράγματα” και “γελοιοποιήσεις”. Ενώ εγώ, το μόνο που σας είπα είναι ότι διαφωνούμε και ότι η διαφωνία σημαίνει την ελευθερία του λόγου και της σκέψης. Σας ενημερώνω ότι αυτό που κάνατε ονομάζεται στη φιλοσοφία argumentum ad hominem (επιχείρημα κατά του ανθρώπου), δηλαδή κρίνουμε το πρόσωπο και όχι το έργο του – αυτό που εσείς είπατε “από συμπάθεια”. Ακόμη και η πρότασή μου για έναν διάλογο, έπεσε στο κενό. Ελπίζω κάποτε να ωριμάσουν οι συνθήκες του διαλόγου στην Ελλάδα και να σταματήσει το κυνήγι μαγισσών.
Για όποια ασυνέπεια που υπάρχει στο κείμενό μου -όπως ο κ. Ιωάννίδης, για παράδειγμα, θεωρεί- ευχαριστώς να απαντήσω.
Κι εγώ, Θεοφάνη, απάντησα στον “έλληνα” και το σχόλιό μου διαγράφηκε. Κι αυτό, γιατί απαντούσε στο υβριστικό σχόλιό του, που επίσης διαγράφηκε.
Όμως ο “έλλην” και ο κ. Πλεξίδας αποκλείεται να είναι το ίδιο πρόσωπο, απλώς γιατί ο πρώτος έβαζε εμένα και τον κ. Πλεξίδα στο ίδιο τσουβάλι, επιτιθέμενος σε αμφότερους και κατηγορώντας μας για ανελευθερία.
Αγαπητέ, κάνατε ό,τι ζήτησα στο σχόλιό μου που έσβησαν εχθές!
Με παρέμβασή σας ξεκαθαρίσατε το οτι δεν ήσασταν εσείς με το ψευδώνυμο ‘έλλην’ κι έτσι τώρα δε μένει καμιά αμφιβολία για το οτι χρησιμοποιείτε το ίδιο δίκτυο με κάποιους άλλους!
Συγγνώμη για το θέμα αλλά νομίζω πως τώρα είναι καλύτερα μιας και δεν μένει καμιά περίπτωση να είστε ο ίδιος με κάποιους χρήστες που έχουν τα τρία από τα τέσσερα νούμερα της ip ίδια.
Αλλά πότε σας είπα οτι έχετε πρόβλημα; Το μόνο που είπα ήταν οτι αν και τα δεδομένα(σχετικά με το άρθρο σας) που έχουμε καθιστούν πανεύκολη τη λύση εσείς[u] ίσως να μη θέλετε να βρείτε λύση[/u] και μένετε στα δικά σας τα οποία όμως δεν τα βλέπω να είναι σωστά!
Αγαπητέ, κρίνω το πρόσωπό σας όταν σας λέω οτι στο θέμα ‘ελευθερία’ μου φαίνεται πως τα έχετε μπερδέψει;
Όπως και στο θέμα τεστοστερόνης, αναπηρίας, εγκεφαλικών αλλοιώσεων κτλ ;;
Έτσι όπως μας τα λέτε είναι σα να είναι όλοι αυτοί έρμαια των ουσιών, των εγκεφαλικών αλλοιώσεων, των αναπηριών τους, των γονιδίων τους, άτομα χωρίς βούληση, χωρίς κρίση, άλογα όντα χωρίς ούτε στιγμή να μπορούν να ξεφύγουν από αυτά τα δεσμά τους και [b]να απευθυνθούν στον Κύριο και να αιτηθούν ίαση ψυχών και σωμάτων[/b]!
Δεν συνεχίζω γιατί αυτό το σχόλιο ήταν προς αποφυγή περαιτέρω παρεξηγήσεων και όχι διότι κάτι νέο προέκυψε!
Χαίρετε και ευχαριστώ που με την παρέμβασής σας ξεκαθαρίσατε το πρόβλημα που εμφανίστηκε.
@Theo εγώ είδα δυο σχόλια που απευθύνονταν σε εσένα χωρίς να αναφέρουν κάποιον άλλον. Υπήρξε αναφορά και δεν την πρόσεξα; Υπήρξε κι άλλο σχόλιο που σβήστηκε; Δεν γνωρίζω.
Θέλω να ευχαριστήσω τον Θεοφάνη για την παρατήρησή του.
Και οφείλω – περαιτέρω – να επιβεβαιώσω ότι ευστοχεί στην εικασία του: Τα “ip” του Ιωάννη Πλεξίδα, του «Γεωργίου» και του «Έλληνα», είναι πράγματι [b]εξ ολοκλήρου ταυτόσημα[/b]: Δηλαδή, ό χ ι_ μ ό ν ο_ ως προς τα ψηφία που είναι ορατά (από κάθε επισκέπτη της ιστοσελίδας) αλλά όσον αφορά το_ σ ύ ν ο λ ο_ των ψηφίων τους.
Αγαπητέ,Γιώργο Καστρινάκη, αυτό δε σημαίνει οτι αποκλείεται το γεγονός όλοι τους να είναι ξεχωριστά πρόσωπα που μπαίνουν στο ‘νετ’ μέσω ενός ρουτερ ενός σχολείου, Πανεπιστημίου, εταιρείας κτλ κτλ
Συγγνώμη για το σχόλιο αλλά νομίζω οτι θα έπρεπε να λεχθεί κι αυτό.
Μην έχουμε πάλι παρεξήγηση …
[quote name=”Ιωάννης Πλεξίδας”] δεν απάντησα στον Theo όταν έγραψε για “τραγελαφικά πράγματα” και γελοιοποιήσεις&.[/quote]
Ναι, το σχόλιό μου ότι “συμβαίνουν τραγελαφικά πράγματα” αφορούσε εσάς. Συγγνώμη για την έκφραση, αλλ᾿ αυτό το αίσθημα μου έδωσε η ανάγνωση του άρθρου σας, όπου προσπαθείτε να “παντρέψετε” πράγματα τελείως αταίριαστα, όπως επιχειρηματολόγησα στα άλλα σχόλιά μου.
Η αναφορά μου όμως σε “θεολόγους” που γελοιοποιούνται προβάλλοντας έτσι το νανώδες ανάστημά τους μπροστά στους Πατέρες, ήταν γενικότερη, όπως φαίνεται κι από τη συνάφεια. Είχα υπ’ όψιν μου κυρίως τους καθηγητές μου στο πανεπιστήμιο τη δεκαετία του ’70 και κάποιους σημερινούς “αστέρες” συνεδρίων και ομιλιών που επαναλαμβάνονται συνεχώς στα ίδια και τα ίδια ευήκοα ακροατήρια.
Και κάτι ακόμα:
Γράφετε: “[i]Η θεολογία προσφέρει λύτρωση στον άνθρωπο και δεν είναι διανοητικό “παιχνίδι”, όπως η φιλοσοφία. Από τη στιγμή όμως που μπαίνει στον κύκλο των ανθρωπιστικών σπουδών, οφείλει να αναμετρηθεί μαζί τους.[/i]” Συμφωνώ. Οφείλει ν’ αναμετρηθεί σε θέματα ηθικής, κοινωνιολογίας, κλπ. Όχι όμως να κάνει συμβιβασμούς και συζητήσεις σε θέματα πίστεως με βάση την κτιστή λογική και γνώση, γιατί έτσι θα χάσει την ουσία της, αυτό που την χαρακτηρίζει, το “οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου”, και άρα δεν θα ‘χει τίποτα να προσφέρει σ’ όσους ασχολούνται με τις ανθρωπιστικές σπουδές και στον άνθρωπο γενικότερα. Εκτός κι αν θέλετε να την απογυμνώσετε απ’ αυτήν την ουσία και να την υποβιβάσετε στο επίπεδο της θρησκειολογίας, μιας απλής περιγραφής δηλαδή θρησκευτικών πεποιθήσεων και ομολογιών…
Διάβασα ένα σχόλιο που απευθυνόταν σε μένα κι έλεγε πως μάλλον δεν το καταλαβαίνω αλλά έχω την ίδια ανελευθερία με τον συντάκτη του άρθρου.
Επρόκειτο για μια μαινόμενη – κατ’ αρχήν εναντίον σου – επίθεση, αγαπητέ Theo, η οποία ξεκινούσε υποστηρίζοντας ότι, χωρίς να το καταλαβαίνεις, επαληθεύεις το άρθρο ως προς την άποψη (του άρθρου) ότι δεν υπάρχει ελευθερία.
Ένα σχόλιο, δηλαδή, το οποίο επ’ουδενί αντιστρατευόταν το αφετηριακό εδώ κείμενο.
Theo ήρεμα. Εχεις δίκιο, αλλά αν προκαλείς στον άλλο εκνευρισμό δεν τον ωφελείς. Και όπως λέγαμε και αλλού καλόν είναι οι άνθρωποι “οι φωτισμένοι” να ωφελούν τους άλλους.
Συμφωνώ ότι στο άρθρο αναμείχθησαν τα του κόσμου μετά των “οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου”, αλλά καλόν είναι όπου επισημαίνονται ατοπήματα να διορθώνονται. Και ο θυμός και οι εριστικές εκφράσεις δεν βοηθούν καθόλου σ΄αυτό. sorry
Ευχαριστώ για τις συμβουλές, αγαπητή μου. Αλλά τον θυμό και τις εριστικές εκφράσεις που τις διάβασες;
(το “συμβαίνουν τραγελαφικά πράγματα” είναι απλώς μια διαπίστωση.)
Ευχαριστούμε τον κ.Πλεξίδα που έθιξε ένα τέτοιο «ακανθώδες» και δύσκολο θέμα.
Η αιωνιότητα (και ίσως και η ύπαρξη) της κόλασης έχει 2 διαστάσεις:
Η μια είναι η ανθρωπολογική:
Εφόσον ο άνθρωπος δεν είναι τόσο ελεύθερος όσο νομίζουμε (και με μεγάλη ευκολία διάφοροι συνομιλητές διαφωνούν με τη θέση αυτή) πώς είναι δυνατόν ένας αγαθός Θεός να «τιμωρήσει» ή να επιτρέψει να «τιμωρηθεί» από μόνο του, ένα πλάσμα Του που έκανε κάποια «κακά» πράγματα στη ζωή του;
Η άλλη πλευρά είναι η οντολογική και περισσότερο φιλοσοφική:
Ακόμη κι αν έχουμε έναν άνθρωπο 100% ελεύθερο (υποθετικά), πάλι η αγαθότητα του Θεού, μπορεί να «ανεχθεί» την αιωνία τιμωρία του; Διότι είμαι σίγουρος ότι και ο μεγαλύτερος «απόλυτα ελεύθερα πράσων» εγκληματίας, serial killer ή ό,τι άλλο θέλετε, δεν θα έκανε αυτά που έκανε εάν γνώριζε τι σημαίνει αιώνια κόλαση (που τώρα, στη ζωή αυτή δεν το γνωρίζουμε…).
Και στη μια και στην άλλη περίπτωση ο αγαθότητα του Θεού, «απειλείται»….
Άρα, ας παραδεχτούμε απλά ότι το πρόβλημα είναι πολύ πιο δύσκολο απ’ ότι νομίζουμε, κι ας πούμε ένα Κύριε Ελέησον….
Προσωπικά βλέπω ότι οι περισσότερο φιλοσοφημένοι πατέρες (Γρηγόριος Νύσσης, Μάξιμος Ομολογητής) βιώνοντας το Θεό ως υπέρτατη Αγάπη, οδηγούνται σε κάποιες τέτοιες διατυπώσεις…
Δεν καταλαβαίνω τι νόημα – νομίζει ότι – έχει η συνέχιση υπεράσπισης του αφετηριακού εδώ κειμένου (στο ίδιο ακριβώς ύφος γραφής αλλά και σε πανομοιότυπο μοτίβο επιχειρημάτων με τον συντάκτη του) από πρωτο-συστηνόμενους στην ιστοσελίδα ανωνύμους – όπως ο «Λάκων» ή ο «Dimitrios» – οι οποίοι αφ’ ενός_ δ ε ν_ π ρ ο β λ η μ α τ ί ζ ο ν τ α ι_ διόλου με την προηγηθείσα τριπλή χρήση ενός και του αυτού “ip” προς επίρρωσιν του, και αφ’ ετέρου (ακόμα κι όταν εμφανίζονται να δηλώνουν ότι «καλό είναι να μιλήσουμε κιόλας, με πρόσωπο») όχι μόνο αποσιωπούν το όνομά τους αλλά μεριμνούν προσέτι σχολαστικά να_ μ η_ σ η μ ε ι ώ ν ο υ ν, προς το “Αντίφωνο”, ούτε καν το e-mail τους…
Επί της ουσίας τώρα του θέματος, οι από πλευράς μου διαπιστώσεις προβαίνουν ριζικά διαφορετικές:
[b]Το κύριο συμπέρασμα που αντλώ από τον όλο, εδώ, διάλογο έχει να κάνει με την καταφανή… αδυνατότητα τής ως «μετα-πατερικής» (κυριολεκτώντας: μετα-χριστιανικής) αυτοπροσδιοριζόμενης θεολογίας να αντ-αποκριθεί σε συνθήκες “ανοιχτής κοινωνίας” – ή, ακόμα στοιχειωδέστερα, ανοιχτού διαλόγου[/b].
Γνωρίζω το έργο του κ. Πλεξίδα και, αν και σε κάποια σημεία διαφωνώ, η σκέψη του δεν παρουσιάζει κενά τόσο γενικότερα όσο και στο συγκεκριμένο άρθρο, με βάση πάντα τις προϋποθέσεις που θέτει ο ίδιος.
Αν και παρακολουθώ τις αναρτήσεις του Αντιφώνου, γράφω για πρώτη φορά, γιατί για πρώτη φορά είδα να επιτίθενται κάποιοι με τόσο μένος σε έναν άνθρωπο ο οποίος καταθέτει επωνύμως την ερευνητική του πρόταση. Η πρότασή του είναι μία επιστημονική πρόταση που υπόκειται σε διάψευση, όπως άλλωστε όλες οι επιστημονικές προτάσεις. Διαφορετικά θα βρισκόμασταν ακόμη στο κοσμοείδωλο του Αριστοτέλη. Αν τώρα κάποιοι, στο όνομα της Εκκλησίας και των Πατέρων, αρνούνται τις διαφορετικές ή και αντίθετες απόψεις, τότε πραγματικά λυπάμαι.
Εκείνο που με ενόχλησε και μ’ έκανε να γράψω την άποψή μου είναι η προσωπική επίθεση στο πρόσωπο του κ. Πλεξίδα. Δεν το κάνω για να τον υπερασπιστώ, εξάλλου το έργο του, συγγραφικό και μεταφραστικό, αρκεί από μόνο του για την υπεράσπισή του. Αλλά το να λέει κάποιος ότι γελοιοποιείται ή ότι έχει προβλήματα τα οποία πρέπει να λυθούν, θεωρώ ότι είναι, αν μη τι άλλο, ανήθικο και προσβλητικό για έναν άνθρωπο και πολύ περισσότερο για έναν επιστήμονα. Επειδή η αλήθεια δεν βρίσκεται στα λόγια αλλά στα πράγματα, όπως λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, θα ήταν φρόνιμο να δείχνουμε εμπράκτως και όχι μόνο σε θεωρητικό επίπεδο τη χριστιανική αγάπη ακόμη και όταν ο άλλος διαφωνεί μαζί μας.
Προφανώς θα πρέπει να επανακαθορίσουμε τις αρχές του διαλόγου. Τον αμοιβαίο, σεβασμό, για παράδειγμα. Το απλό που είχε πει ο Βολταίρος “Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες.” Νομίζω ότι αυτή είναι η αρχή της δημοκρατίας και της ελευθερίας
Όσον αφορά στο θέμα του IP θα συμφωνήσω με τον Theo ότι δεν πρόκειται για το ίδιο άτομο γιατί το ύφος και το ήθος των απαντήσεών του είναι διαφορετικό. Τέλος θα ήθελα απευθυνόμενος στον κ. Καστρινάκη να τον ρωτήσω ως προς τι η εμπάθεια για το κείμενο του κ. Πλεξίδα η οποία επιβεβαιώνεται ακράδαντα από την απαγόρευση υπεράσπισης του κειμένου του; Ποιο ακριβώς προσωπικό θέμα κρύβεται πίσω από αυτό; Ρωτώ γιατί ο λόγος σας, τα επιχειρήματά σας και γενικότερα η συμπεριφορά σας δεν είναι επιχειρήματα ενός ατόμου που απλά διαφωνεί με όσα λέχθηκαν. Φάσκετε και αντιφάσκετε όταν αναφέρεστε στις συνθήκες διαλόγου τις οποίες εσείς πρώτος δεν σέβεστε όταν ενοχλήστε από τις απόψεις ατόμων οι οποίες διαφέρουν από τις δικές σας.
«προς τι η εμπάθεια για το κείμενο του κ. Πλεξίδα η οποία επιβεβαιώνεται ακράδαντα από την απαγόρευση υπεράσπισης του κειμένου του»
Απαγόρευση (εκ μέρους μου) υπεράσπισης τού κειμένου, ή απαγόρευση (εκ μέρους σας) αντίκρουσής του; Άρα και επιβεβαίωση [i]«εμπάθειας»[/i] εκ μέρους μου, ή μήπως επιβεβαίωση υβριστικής τακτικής εκ μέρους σας;
«Ποιο ακριβώς προσωπικό θέμα κρύβεται πίσω από αυτό;»
Απόπειρα εξουδετέρωσης – λοιπόν – τού [b]προσώπου[/b], όταν αδυνατούμε να εξουδετερώσουμε τα [b]επιχειρήματα[/b]… Α-πε-ρί-φρα-στη!
«Φάσκετε και αντιφάσκετε όταν αναφέρεστε στις συνθήκες διαλόγου τις οποίες εσείς πρώτος δεν σέβεστε όταν ενοχλήστε από τις απόψεις ατόμων οι οποίες διαφέρουν από τις δικές σας.»
Ποιος ακριβώς, από τους δυο μας, είναι εκείνος που ενοχλείται (σε βαθμό [b]προσωπικών επιθέσεων[/b]) από απόψεις οι οποίες διαφέρουν από τις δικές του; Κι από πότε, άραγε, ο_ α ν τ ί λ ο γ ο ς_ ισοδυναμεί με_ α σ έ β ε ι α;
Προσκομίστε μου, σας παρακαλώ, έστω και μία μειωτική – από πλευράς μου – λέξη για τον κ. Πλεξίδα.
«Όσον αφορά στο θέμα του IP θα συμφωνήσω με τον Theo ότι δεν πρόκειται για το ίδιο άτομο γιατί το ύφος και το ήθος των απαντήσεών του είναι διαφορετικό.»
Χαίρομαι κατ’ αρχήν που αναφέρεστε καταφατικά προς τον Theo, κ. Ευγένιε Αθανασίου, και όχι παραληρηματικά όπως ο «Έλλην».
Οσο για το επιχείρημα: Το “ύφος και το ήθος” των απαντήσεων του Ιωάννη Πλεξίδα και του «Γεωργίου» είναι ε π α κ ρ ι β ώς το ίδιο – τα γραπτά μένουν, άλλωστε. Του «Έλληνος» φυσικά όχι. Το “ip” και των τριών, ωστόσο, είναι απολύτως ταυτόσημο. Κάποια αναλυτικώτερη, μήπως, εξήγηση επ’ αυτού – καθώς, εκτός από το έργο του κ. Πλεξίδα, ενδεχομένως να γνωρίζετε προσωπικά και τον ίδιο; Ή δεν τον γνωρίζετε;
Αγαπητέ κ. Αθανασίου, νομίζω πως δεν προσέχετε τι γράφουμε κάποιοι επικριτές αυτού του άρθρου.
Όσο με αφορά, που είδατε ν’ “[i]αρνούμαι τις διαφορετικές ή και αντίθετες απόψεις[/i]”; Αυτό που επικρίνω είναι η μείξη των αμίκτων, της θεολογίας με τα πορίσματα των ανθρωπολογικών επιστημών όταν πρόκειται για θέματα πίστεως και από ανθρώπους που δηλώνουν: “[i]Η θεολογία προσφέρει λύτρωση στον άνθρωπο και δεν είναι διανοητικό “παιχνίδι”, όπως η φιλοσοφία[/i]” και “[i]η θεολογία βασίζεται στα θεμέλια της εμπειρίας των πατέρων και των Συνόδων[/i]”.
Γράφετε: “[i]Η πρότασή του είναι μία επιστημονική πρόταση που υπόκειται σε διάψευση, όπως άλλωστε όλες οι επιστημονικές προτάσεις.[/i]” Όπως όμως τόνισα πολλές φορές στα εδώ σχὀλιά μου, άλλη είναι η “λογική” της Εκκλησίας από τη λογική των επιστημονικών προτάσεων της κτιστής επιστημονικής γνώσης. Όσον αφορά το θεολογικό σκέλος του θέματος, η επαλήθευση δεν γίνεται από τα πορίσματα των θετικών ή ανθρωπολογικών επιστημὠν αλλά από την εμπειρία των παραγματικών θεολόγων, δηλαδή των Αγίων της Εκκλησίας. Κι εδώ δεν μιλάμε για την κτιστή γνώση και για το όποιο κοσμοείδωλο αλλά για την Αποκάλυψη του Θεού στον άνθρωπο, που υπερβαίνει τον νου και τις αισθήσεις μας.
Ποια είναι η εκ μέρους μου “[i]προσωπική επίθεση στο πρόσωπο του κ. Πλεξίδα[/i]”; Το ότι έγραψα πως “[i]συμβαίνουν τραγελαφικά πράγματα[/i]”; Δεν μπορώ να καταθέσω την άποψή μου για ένα άρθρο, ενώ μπορεί ο “Γεώργιος” (που αν δεν είναι ο ἰδιος ο κ. Πλεξίδας είναι ένα πολύ κοντινό του πρόσωπο εφόσον ο δεύτερος υπαινίσσεται ότι χρησιμοποιούν τον ίδιο υπολογιστή) να με ψυχαναλύει, επικαλούμενος τον Freud, και να γράφει: “[i]αφήνουμε τα δικά μας εσωτερικά προβλήματα και στεφόμαστε προς τα έξω. Σε έναν κοινό εχθρό, που θα μας κάνει να ξεχάσουμε τα δικά μας προβλήματα.[/i]”
Όσον αφορά τη γελοιοποίηση, ἐδωσα τις εξηγήσεις μου σε σχόλιό μου στις 07-06-2012 16:58.
Και από πού το συνάγετε ότι το να προσπαθεί κανείς να φέρει σε συναίσθηση των αντιφάσεών του κάποιον που δηλώνει ότι “[i]η θεολογία δεν είναι μια επιστήμη όπως οι άλλες. Είναι εμπειρία ζωής και εμπειρία φωτός, του ακτίστου φωτός[/i]” δεν είναι πράξη χριστιανικής αγάπης ή αμοιβαίου σεβασμού; Αγάπη είναι οι κολακείες και τα ανέξοδα “μπράβο”;
Πολύ μα πολύ πρόσφατα ανακάλυψα το «Αντίφωνο» και ομολογώ πως εντυπωσιάστηκα τόσο από τη θεματολογία, αλλά και από το ύφος και το ήθος του περιβάλλοντος. Παρακολουθώ τα διαμειβόμενα και δεν μπορώ να αποφύγω να εκφράσω κάποιες σκέψεις.
Όταν κάποιος αναλαμβάνει την υποχρέωση, τον κίνδυνο και κάνει τον κόπο να γράψει κάποιο άρθρο, σίγουρα δε διεκδικεί το προνόμιο της ορθότητας των γραφόμενών του, όπως άλλωστε φαντάζομαι και κανένας από τους αναγνώστες. Μας προσφέρει ,αν μη τι άλλο, μια πλατφόρμα πληροφοριών και δικών του συλλογισμών, πάνω στην οποία μπορούμε να προβληματιστούμε και να χτίσουμε ένα διάλογο. Είτε πραγματικό, με άλλους συνομιλητές, είτε νοητικό με τον εαυτό μας. Για το λόγο αυτής της προσφοράς και μόνο θεωρώ ότι οφείλουμε να προσπαθήσουμε να κρίνουμε τα γραφόμενα στο πλαίσιο που ο συγγραφέας τα έγραψε. Διερευνώντας την ερμηνεία που εκείνος προβάλει. Και σε ό,τι ωφεληθούμε…, ωφεληθήκαμε. Αν άλλωστε ακόμα και η αντίληψη της πραγματικότητας είναι προϊόν ερμηνείας, δικαίωμα «επίπληξης» στο συγγραφέα έχουμε μόνο για μεθοδολογικά σφάλματα, πάντα με πολλή διακριτικότητα και περίσκεψη. Αν πάλι αισθανόμαστε ότι μπορεί να παρανοούμε ή ως ακραίο να μας προσβάλει κάτι, ας ρωτήσουμε να μας διευκρινιστεί. Αν είναι δε ευχάριστο εκατέρωθεν, πολιτισμένα ας συζητήσουμε.
Και θέλησα να μοιραστώ αυτές τις σκέψεις μου γιατί δυστυχώς διαβάζω τέτοιες παράλογες-κατά τη λογική μου και αισθητική μου πάντα- μάχες του πληκτρολογίου (επικρίσεις) σε θεολογικού περιεχομένου συζητήσεις πολύ συχνότερα από ότι σε άλλα θέματα. Εγώ Θεολόγος δεν είμαι, ούτε με τη μία έννοια, ούτε με την άλλη, αλλά με ενδιαφέρουν πάρα πολύ τέτοιες συζητήσεις και θεωρώ ότι ειδικά σε αυτές δε θα έπρεπε να εκλείπει πνεύμα καλής διάθεσης και αναγνώρισης της ελευθερίας του άλλου προσώπου.
Ευχαριστώντας πρώτα τον κ. Πλεξίδα για την προσφορά του και τους υπόλοιπους, καλή συνέχεια.
οφείλουμε να προσπαθήσουμε να κρίνουμε τα γραφόμενα στο πλαίσιο που ο συγγραφέας τα έγραψε. Διερευνώντας την ερμηνεία που εκείνος προβάλει. Και σε ό,τι ωφεληθούμε…, ωφεληθήκαμε. Αν άλλωστε ακόμα και η αντίληψη της πραγματικότητας είναι προϊόν ερμηνείας, δικαίωμα «επίπληξης» στο συγγραφέα έχουμε μόνο για μεθοδολογικά σφάλματα
Δηλαδή δεν έχουμε δικαίωμα ν’ αμφισβητήσουμε τα κριτήρια με τα οποία ο συγγραφέας εξετάζει κάποια θεολογικά ζητήματα και να θέσουμε υπ’ όψιν του τα πλαίσια στα οποία θεολογεί η Εκκλησία;
Πρέπει, σώνει και καλά, να εγκλωβιστούμε στα πλαίσια που αυτός θέτει;
Μήπως δεν πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας και την ενδεχόμενη ωφέλεια ή βλάβη των μικρών και ελαχίστων αδελφών μας που διαβάζουν τέτοια κείμενα;
Αρκετά περιοριστική, στεγανή και μάλλον poltically correct η άποψή σας. Αλλά η Αλήθεια πολλές φορἐς διαρρηγνύει τις κοινωνικές συμβάσεις.
@Theo
“Αυτό που επικρίνω είναι η μείξη των αμίκτων, της θεολογίας με τα πορίσματα των ανθρωπολογικών επιστημών”
αγαπητε Theo,
οταν λετε “ανθρωπολογικών” επιστημων, εννοειτε την Ιατρικη και τη Βιολογία; Διοτι νομιζω οτι ειναι στις θετικες επιστημες με παρατηρηση και πειραμα.
Οταν, λοιπόν, “θεολογουμε” για τον ανθρωπο, δηλαδη κινουμαστε στο χωρο της “ανθρωπολογιας”, ειμαστε αναγκασμενοι να λαβουμε υπ’ όψιν τα πορισματα της επιστημης, οσο κι αν αυτα “συγκρούονται” (ενιοτε) με την “εμπειρια των πατερων και των Συνοδων”.
Αλλιως θα θεολογουμε “παραλόγως” και οχι με λογική (κατι που κι αυτο μας εδωσε ο Θεός).
Ειναι ακριβως ο,τι εγινε και με το Ηλιοκεντρικο – Γεωκεντρικο συστημα. Η καθολική εκκλησια δεν δεχτηκε αμεσως το ηλιοκεντρικο συστημα, εξ αιτιας καποιας λανθασμενης ερμηνειας γραφικού χωρίου.
Οταν, λοιπόν, η επιστημες της νευρολογιας, βιολογίας κλπ μας “λενε” οτι ο άνθρωπος δεν γεννιεται “tabula rasa”, αλλα κουβαλαει μια προίκα από το DNA των γονεων του, το οποίο DNA καθοριζει (ως εναν βαθμο) ΚΑΙ τη συγκροτηση του ψυχικου-συναισθηματικού του κοσμου, ειμαστε “αναγκασμενο” να λαβουμε σοβαρα υπ’ οψιν τις επιστημονικες αυτες θεσεις και (στη συγκεκριμενη περιπτωση) να αναθεωρησουμε και να “επαναδιατυπώσουμε” το τι εννοούμε με τον ορο “ελεύθερη βούληση”.
Αλλιως η θεολογια (και κατ’ επεκταση η Εκκλησια) θα κινειται (όπως και συμβαινει εν πολλοις στις ημερες μας) στο περιθώριο της συγχρονης κοινωνιας.
Δημητριος
θα μπώ στον πειρασμο να πώ δυο λογια ακόμη, γιατι , μαλλον καταλαβα το σκεπτικό και το “αγκαθι” στη σκεψη του αγαπητου Theo.
“Δηλαδή δεν έχουμε δικαίωμα ν’ αμφισβητήσουμε τα κριτήρια με τα οποία ο συγγραφέας εξετάζει κάποια θεολογικά ζητήματα και να θέσουμε υπ’ όψιν του τα πλαίσια στα οποία θεολογεί η Εκκλησία;
Πρέπει, σώνει και καλά, να εγκλωβιστούμε στα πλαίσια που αυτός θέτει;
Μήπως δεν πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας και την ενδεχόμενη ωφέλεια ή βλάβη των μικρών και ελαχίστων αδελφών μας που διαβάζουν τέτοια κείμενα;”
Λετε οτι πρεπει να θεολογουμε με βαση τα κριτηρια που θετει η Εκκλησια.
Μα οταν η πραγματικοτητα εχει αποδειξει καποια πραγματα, δεν μπορουμε οι θεολογοι
να κλεινουμε τα ματια μας, και να λεμε: “α! κοιταξτε να δειτε: δεν με ενδιαφερει εαν
αποδεικνυεται οτι η εγκληματικη συμπεριφορα καποιου οφειλετε (και) στα γονίδιά του,
εγω θα θεολογησω οπως θεολογησαν οι πατερες του 4ου, 5ου κλπ αιώνα!!”
Μα αγαπητε Theo, το κοσμοειδωλο των πατερων (μεχρι και τον 19ο αιώνα σχεδον) ηταν αυτο της “τρεχουσας” επιστημης.
Ενω σημερα τα πραγματα εχουν αλλαξει…
Αν θελουμε ως Εκκλησια και ως θεολογια να εχουμε να πουμε κατι στον συγχρονο κοσμο,
θα πρεπει να αναθεωρησουμε καποια πραγματα!
Δεν νομιζω οτι το σωτηριώδες εργο του Χριστού “μειώνεται” ή “ακυρωνεται”,
επειδη η εννοια “ελευθερια βουλησης” ειναι κατι διαφορετικό από αυτο που πιστευόταν μεχρι τα τελη του 20ου αιώνα!
Η Εκκλησια πρεπει να μπορει να διαλεχθει με τον άνθρωπο της καθε εποχης…
Αλλιώς θα καταντησουμε γραφικοί!!
Τωρα, οσο αφορα τη “βλάβη” καποιων αδελφων, τι να πώ!
Εαν καποιος “χασει” την πιστη του στο Χριστο, επειδη, καποιες “ακραιες” συμπεριφορες
που (δυνητικα) μπορει να αναπτυξει ενας ανθρωπος στη ζωη του, εξαρτώνται (και) από
το γενετικό του υλικο, τοτε τι να πω;
Μαλλον αυτος ο αδελφος δεν πιστευει με υγιή τροπο,
οποτε ας υποστει βλάβη….Ενα αρρωστημενο πραγμα αν υποστει “βλάβη” ισως και να θεραπευτει…
Θα κανω κι ενα γενικό σχολιο:
Γιατι οι χριστιανοί θελουμε συνεχώς να γινόμαστε θεοί στη θεση του Θεού;
Γιατι δεν ομολογουμε με ταπεινωση οτι ισως ο κοσμος μας να ειναι λιγο (ή πολύ) διαφορετικός
από αυτον που νομιζουμε, γιατι ετσι τον εφτιαξε ο Θεος.
Γιατι παμε να βαλουμε το Θεο σε καλούπια;
Δημητριος
«οταν η πραγματικοτητα εχει αποδειξει καποια πραγματα, δεν μπορουμε οι θεολογοι να κλεινουμε τα ματια μας, και να λεμε: “α! κοιταξτε να δειτε: δεν με ενδιαφερει εαν αποδεικνυεται οτι η εγκληματικη συμπεριφορα καποιου οφειλετε (και) στα γονίδιά του,»
Καθώς πάντως, κ. Δημήτριε, ούτε η [i]πραγματικότητα[/i] ούτε καν η [i]επιστήμη[/i] δεν μας μιλά_ α υ τ ο π ρ ο σ ώ π ω ς, εγώ εδώ ακούω – συγκεκριμένα – εσάς να με διαβεβαιώνετε για το πού οφείλεται (και πού δεν οφείλεται) η ανθρώπινη πράξη.
[b]Να μου λέτε, εν τέλει, ότι το άπαν τής ύπαρξης είναι ένα σύνολο από χημικές αντιδράσεις.[/b]
Με διαβεβαιώνετε, όμως, μόνος εσείς – που δεν μου λέτε ούτε καν το όνομά σας.
Έστω και έτσι, μπορεί να το πίστευα! Αν τυχόν δεν έβλεπα ότι, μέσα σε τούτα τα πλαίσια, χάνει κάθε νόημα η οποιαδήποτε διαμοιβή: Ανάμεσά μας ή ανάμεσα σε οποιουσδήποτε άλλους… Χ ά ν ε ι_ το [b]νόημά[/b] του, ο ίδιος, ο [b]λόγος[/b]!
ΥΓ: «Γιατι οι χριστιανοί θελουμε συνεχώς να γινόμαστε θεοί στη θεση του Θεού;» ρωτάτε.
Θα σας πω τη γνώμη μου αμέσως μετά. Σε προέκταση των προαναφερόμενων, όμως, θέλω πρώτα να σημειώσω ότι αυτό που κυρίως μέ διαβεβαιώνετε είναι πως η επιστήμη_ γ ν ω ρ ί ζ ε ι_ [b]τι είναι ο άνθρωπος[/b]. Δηλαδή πως… ο άνθρωπος γνωρίζει τι είναι ο άνθρωπος. Έναν τέτοιον άνθρωπο, παραδέχομαι, θα ήμουνα πρόθυμος να τον αναγνωρίσω θεό μου!
Ποιοι ακριβώς – λοιπόν – θελουμε συνεχώς να γινόμαστε θεοί στη θεση του Θεού; Οι χριστιανοί ή οι μετα-χριστιανοί;
Μετά λύπης μου αντιλαμβάνομαι ότι συνεχίζετε να προκαλείτε τους σχολιαστές να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους και να υπαινίσσεστε ότι πίσω από το ψευδώνυμό τους κρύβετε είτε ο κ Πλεξίδας είτε κάποιος φίλος του. Εάν αυτή δεν είναι προσωπική επίθεση τότε τι είναι; Πλέον ο επιστημονικός διάλογος έχει φθάσει στο επίπεδο μεσημεριανής εκπομπής κατά την οποία γίνεται προσπάθεια να αποκαλυφθούν τα ονόματα των σχολιαστών, τα email τους, συγκρίνονται γραπτά για να διαπιστωθεί η πατρότητά τους και επιπλέον συνεχίζεται να γίνεται λόγος για την IP παρόλο που δόθηκε εξήγηση. Αναρωτιέμαι πώς εσείς κ. Καστρινάκη γνωρίζετε όλα τα στοιχεία της IP ακόμη και αυτά που δεν είναι ορατά; Ελπίζω να μην είναι οι διαχειριστές του αντιφώνου που σας τα αποκάλυψαν και να προστατεύουν όπως οφείλουν τα μέλη της ιστοσελίδας τους. Πάντως ότι μπήκατε σε αυτή τη διαδικασία επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά τα λεγόμενά μου.
Νομίζω πως κι εσύ, αγαπητέ Δημήτριε, με παρανοείς και με αναγκάζεις να επαναλαμβάνομαι.
Οι Πατέρες θεολογούν σε θέματα που αφορούν τον Θεό, τον άνθρωπο και τη σωτηρία του, πώς δηλαδή φτάνει σε κοινωνία με τον Θεό, με βάση την εν Χριστώ εμπειρία τους. Τους αποκαλύπτονται οι “λόγοι των όντων”, που δεν αλλάζουν με τον χρόνο και τις επιστημονικές ανακαλύψεις. Η Εκκλησία, με βάση αυτή τη θεόπνευστη θεολογία, διδάσκει απλανώς. Δεν στηρίζεται σε λογικά αξιώματα αλλά σε θείες, υπερβατικές εμπειρίες.
Όταν όμως οι Πατέρες διαπραγματεύονται άλλα θέματα, που δεν είναι βασικά για τη σωτηρία του ανθρώπου, όπως για το πώς δημιουργήθηκε ο κόσμος, κλπ., τότε χρησιμοποιούν το κοσμοείδωλο, τη γλώσσα της εποχής τους. Ενώ η ρωμαιοκαθολική θεολογία προτάσσει καποια λογικά αξιώματα για να ερμηνεύσει τά πάντα, γι’ αυτό και πέφτει σε λάθη όπως αυτό με το γεωκεντρικό σύστημα. Γιατί μπερδεύεις ορθόδοξη και ρωμαιοκαθολική θεολογία;
Έπειτα, το οι “[i]επιστημες της νευρολογιας, βιολογίας κλπ μας “λενε”[/i]…” είναι μεγάλη κουβέντα. Δεν έχω συναντήσει σοβαρό νευρολόγο ή βιολόγο που, με βάση τα πορίσματα της επιστήμης του, ν’ αμφισβητεί την ανθρωπολογία της Εκκλησίας. Κι ο συντάκτης του παρόντος άρθρου βασίζεται σε κάποιες στατιστικές του FBI για τους κατά συρροήν δολοφόνους, για ν’ “αποδείξει” ότι ο άνθρωπος … δεν είναι ελεύθερος. Εύλογα κάποιος άλλος θα βασιστεί στα ποσοστά αυτών που προέρχονται από διαταραγμένο οικογενειακό περιβάλλον και βίωσαν «ψυχοφθόρα σεξουαλικά συμβάντα» και δεν έγιναν εγκληματίες για ν’ αποδείξει το αντίθετο.
Επίσης, [b]συσχετίζει την ύπαρξη και την ποσότητα διαφόρων νευροδιαβιβαστών με τη “μειωμένη ηθική” και τους θεωρεί ως αιτίες της.[/b] Εύλογα πάλι κανείς μπορεί να επιχειρηματολογήσει πως η “μειωμένη ηθική” προκαλεί την παρουσία αυτών των ουσιών σε υψηλά επίπεδα κι όχι το αντίθετο. Όπως γράφει παραπάνω ο ψυχίατρος KK, “[i]η σύγχρονη ψυχιατρική δεν έχει καταλήξει σε μία συνεκτική θεωρία σχετικά με την προέλευση της ανθρώπινης συμπεριφοράς[/i]”.
Ας αφήσουμε λοιπόν τις αόριστες επικλήσεις στην “επιστήμη” κι ας δούμε λίγο και την πείρα της Εκκλησίας. Όπως φαίνεται απ’ αυτήν, άνθρωποι με βαρύτατο “γενετικό προκαθορισμό” έχουν μεταμορφωθεί μέσα στην Εκκλησία. Ο Θεός είναι δίκαιος και δίνει σ΄όλους τις ευκαιρίες για μετάνοια και επιστροφή ανάλογες με την προϊστορία, τον χαρακτήρα, το περιβάλλον τους, κλπ. “Ὅπου υπερεπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, υπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις”.
Νομίζω πως αυτό που κινείται στο περιθώριο της σύγχρονης κοινωνίας δεν είναι η Εκκλησία αλλ᾿ η ακαδημαϊκή θεολογία που “διϋλίζει τὸν κώνωπα” κι αρκετοί αδιάφοροι κληρικοί. Η Εκκλησία, δηλαδή ο Χριστός, η Παναγία κι οι Άγιοι, βρίσκουν τρόπους να επικοινωνούν με ανθρώπους που εμείς δεν θα το φανταζόμασταν. Κι αυτοί είναι η ραχοκοκαλιά του σώματος της Εκκλησίας.
Αυτό δε που θα πρέπει να αναθεωρήσουμε είναι η ζωή μας. Αν εμείς αγωνιστούμε, λάβουμε τη χάρη του Χριστού κι αυτή μας μεταμορφώσει, τότε θα προσελκύουμε τους συνανθρώπους μας, χωρίς πολλά λόγια. Γιατί ο σύγχρονος κόσμος έχει κουραστεί και κορεστεί από τα λόγια, τις θεωρίες και τα κοσμοείδωλα. Θέλει σαρκωμένα πράγματα. Ρξα΄λλου, γραφικός δεν γίνεται ο ζωντανός αλλ᾿ ο “δίχα πράξεως” θεωρητικολογών.
Τέλος, όσοι ψάχνουμε και βρίσκουμε τον Θεό μέσα στην Εκκλησία, δεν γινόμαστε “[i]θεοί στη θεση του Θεού[/i]”, κάθε άλλο! Αντίθετα, Τον δεχόμαστε όπως είναι και Τον αφήνουμε να φωτίζει τον νου και να κατευθύνει τα διαβήματά μας.
Εύχομαι να μη χρειαστεί να επανέλθω, μια και καταντάμε ν’ ανακυκλώνουμε τα ίδια.
Ευχαριστώ όλους για τον διάλογο και ζητώ συγγνώμη για τις οξείες εκφράσεις μου.
αγαπητε κ.Γιωργο Καστρινακη,
οταν λεω “η πραγματικοτητα” εννοώ οι επιστημονικες ανακαλυψεις.
Στην προκειμενη περιπτωση ειναι η επιστημες της Χημειας, της Βιολογιας, Ιατρικης κλπ.
Προφανώς δεν υπαρχει η “επιστημη” σαν οντοτητα ή σαν ατομο να μας “μιλησει”!!!!
“Με διαβεβαιώνετε, όμως, μόνος εσείς – που δεν μου λέτε ούτε καν το όνομά σας.”
Νομιζω οτι απανταται το ερωτημα απο την προηγουμενη προταση….
Δηλ. εαν σας ελεγα το όνομά μου τι θα άλλαζε;
Οσο αφορα τις επιστημονικες ανακαλυψεις, εσεις πού ζειτε;
Μηπως σε καποιον δικό σας “μικρόκοσμο”;
“Να μου λέτε, εν τέλει, ότι το άπαν τής ύπαρξης είναι ένα σύνολο από χημικές αντιδράσεις.”
Μα, δεν υποστηριξα κατι τετοιο….
Ειπα οτι η συμπεριφορα του ανθρώπου ειναι αποτέλεσαμ ΚΑΙ χημικών αντιδρασεων,
ΟΧΙ ΜΟΝΟ χημικών αντιδρασεων.
ΚΑνετε ενα αλμα από τη ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ στην ΥΠΑΡΞΗ, κατι που δεν εννοώ και δεν πιστευω
(δηλ. οτι το ειναι (η ουσία) του ανθρώπου εξαντλειται στη συμπεριφορά του.
Ειμαι της άποψης οτι ο “λογος” (η ουσια νοουμενη οντολογικά) του ανθρώπινου οντος
θα μας αποκαλυφθει στα εσχατα….
Πιστευω οτι στον ανθρωπο υπαρχει και καποιο στοιχειο που δεν ειναι “ορατο”
από τη χημεία, ή απο τις διαφορες απεικονοστικες μεθοδους.
Δεν μιλησα για “υλιστική” ανθρωπολογία…
Δημητριος
«Εάν αυτή δεν είναι προσωπική επίθεση τότε τι είναι;»
Προσωπική επίθεση δεν είναι η υπογράμμιση (εκ μέρους μου) της ανωνυμίας σας. Προσωπική επίθεση είναι η (εκ μέρους σας) τακτική να αντιπαρέρχεστε τα [b]επιχειρήματα[/b] και να καταγγέλλετε, σε οξύτατο κιόλας τόνο, τους [b]αντιφρονούντες[/b] για_ μ ό ν ο_ το γεγονός ότι_ α ν τ ι μ ι λ ο ύ ν_ στην άποψη που εσείς προασπίζεστε.
Σκοπός για τον οποίο εξαντλήσατε ολόκληρο το προηγούμενο (9/6/2012, 10:28΄) σχόλιό σας!
Επί του θέματος του κοινού “ip”, τώρα, φταίει λοιπόν το “Αντίφωνο” που επέτρεψε την αποκάλυψη!
Εφ’ ό και απαιτείτε από τους «διαχειριστές» του «να προστατεύουν όπως οφείλουν τα μέλη της ιστοσελίδας τους». Να τα προστατέψουν_ α π ό_ τ ι_ κ. Ευγένιε Αθανασίου; Από την κοινοποίηση τής πολλαπλής, ενίοτε, ατομικής ταυτότητας ορισμένων ανάμεσά τους;… Διότι [b]ως προς τι άλλο, τάχα, θα είχαν χρεία να «προστατευθούν»[/b];
Η δική μου, πάντως, γνώμη συμβαίνει να είναι η όλως αντίθετη: Αυτό που οφείλει, λέω, να πράττει η ιστοσελίδα είναι να προφυλάσσει τους αναγνώστες της από οποιαδήποτε (βασισμένη στη δική της συγκάλυψη) μέθοδο παραπλάνησής τους.
ΥΓ: Αν τυχόν διατηρούσατε στοιχειώδη επαφή με την παρούσα ιστοσελίδα, θα γνωρίζατε τη δική μου μόνιμη συνεργασία μαζί της – εξ ής και την πρόσβαση στα δεδομένα της.
Και αν τυχόν είχατε τακτικώτερη επαφή με διαδικασίες [i]ανοιχτού διαλόγου[/i], θα γνωρίζατε πόσες προηγούμενες φορές η απόπειρα εξουδετέρωσης [b]απόψεων[/b] διά της εξουδετερώσεως των [b]φορέων[/b] τους είχε αποδειχθεί αυτεπίστροφη.
αγαπητε Theo,
Ο τροπος σκεψης σας απεχει πολύ από τον δικό μου, και ξερω οτι δεν γινεται (δυστυχως) να βρεθουν καποια σημεια επαφης…
Οποτε δεν εχει νοημα και η συνεχιση του διαλογου.
Κάποτε κι εγω θεολογουσα με τον “αυστηρο” και “συντηρητικό” τρόπο που θεολογειτε κι εσεις όπως βλέπω από τα σχόλιά σας.
Τωρα πια, δεν με αναπαύει μια τετοια αντιμετωπιση και διαπραγματευση τετοιων θεματων.
Πιστυω οτι οι οριζοντες της Ορθοδοξης θεολογιας (και των θεολογων) πρεπει να διευρυνθει.
Ευλογειτε..
Δημητριος
Νομίζω πως η διαφορά μας είναι πως εσείς θεολογείτε θεωρητικά και νοησιαρχικά, ενώ εγώ προσπαθώ να μετέχω βιωματικά σ’ αυτά που γράφω και να σέβομαι όσους καταθέτουν το βίωμα κι όχι τα εγκεφαλικά προϊόντα τους.
Πόσο “συντηρητικό” είναι το δεύτερο ας το κρίνει ο κάθε καλοπροαίρετος.
Πολλή φασαρία για ένα κείμενο κυριολεκτικά “γραβέρα” από
θεολογικής, από φιλοσοφικής κι από επιστημονικής άποψης!
1. Από θεολογικής άποψης “γραβιέρα”: μα διότι ο συγγραφέας του επικαλείται τον Γρηγόριο Νύσσης για να υποστηρίξει ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ το πανάγαθο του Θεού ΚΑΙ την απουσία αυτεξούσιου του ανθρώπου τη στιγμή που Ο ΙΔΙΟΣ, μόλις προ ενός έτους υποστήριζε στην παρούσα ιστοσελίδα πως το αυτεξούσιο και η ελευθερία της ανθρώπινης δράσης αποτελεί για τον Νύσσης την καταστασιακή συνθήκα της ανθρώπινης ύπαρξης!
Με τα δικά του λόγια: “H ἐλευθερία τῆς ἀνθρώπινης δράσης ἀποτελεῖ γιὰ τὸν Γρηγόριο τὴν καταστασιακὴ συνθήκη τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ὁ ἄνθρωπος δημιουργεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐλεύθερος. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος, ἐπειδὴ εἰκονίζει τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ὀντολογικὰ ἐλεύθερος. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ αὐτεξούσιο, ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία, χαρακτηρίζεται «ἰσόθεο]. Ἐπειδὴ ἡ ἐλευθερία εἶναι οὐσιακὸ κατηγόρημα τοῦ θεϊκοῦ τρόπου ὕπαρξης, ἡ ὁρατὴ εἰκόνα τοῦ ἀόρατου ὀφείλει νὰ εἶναι ἐπίσης ἐλεύθερη. Διαφορετικὰ δὲν πρόκειται γιὰ ἀληθινὴ εἰκόνα, ἀλλὰ γιὰ μία ἀλλοιωμένη ἐκδοχή της. Δὲν ὑπάρχει καμία ἐξωτερικὴ συνθήκη ἢ ἀναγκαιότητα ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ σταθεῖ ἐμπόδιο στὴν ἀνθρώπινη βούληση”, κ.ο.κ. (Γιάννης Πλεξίδας, Αυτεξουσιο και καταστροφικότητα. Η ελλειμματικότητα του δημιουργήματος, ΑΝΤΙΦΩΝΟ, 5/5/2011).
2. Από φιλοσοφικής άποψης “γραβιέρα”: μα διότι, από το γεγονός ότι ο άνθρωπος καλείται να ζήσει και να δράσει “εντός ορίων” και επομένως πλήθους περιορισμών, ο συγγραφέας συμπεραίνει πως ο άνθρωπος δεν διαθέτει ουσιαστικά αυτεξούσιο!
3. Από επιστημονικής άποψης “γραβιέρα”: μα το απέδειξε εδώ μέσα σε λίγες γραμμές κάποιος σχολιαστής που υπέγραψε ως “ψυχίατρος”.
Οπότε μένει ένα ερώτημα. Γιατί τόση φασαρία για μια “γραβιέρα”; Θα έλεγα πως η απάντηση δεν είναι δύσκολο να δοθεί. Διότι ένα ορισμένο πλήθος σχολιαστών, ενθουσιασμένο από το σύνθημα “αντιφάσεις στο χριστιανικό δόγμα περί αγαθότητας του Θεού, ελευθερίας του ανθρώπου και ύπαρξης της Κόλασης”, είδε σε αυτό το α-θεολόγητο- α-φιλοσόφητο και αν-επιστημονικό κείμενο μια ακόμα ωραία ευκαιρία να πετάξει μακριά το Χριστιανισμό. Και τι το καλύτερο αν το διαβατήριό τους έχει πάνω του τη σφραγίδα κι ενός δόκτορα της θεολογίας, σωστά;
Κούνια που μας κούναγε…
Η αποκατάσταση των πάντων δεν φαίνεται να υπάρχει στην Αγία Γραφή. “Φαίνεται”, λέω γιατί υπάρχουν χωρία που δίνουν την αίσθηση ότι η κόλαση θα καταργηθεί, και άλλα που αναφέρονται στην αιώνια κόλαση. Το θέμα είναι να δούμε την έννοια του “αιώνος” εκείνα τα χρόνια, να δούμε τι λέει η ραββινική παράδοση, να δούμε τι σημαίνει “αιώνιος” στην κοινή ελληνική, γιατί ο Χριστός γνώριζε τη παράδοση της θρησκείας του και αυτή ερμήνευσε. Εκτός αν θέλετε να τον αποκόψουμε από την παράδοση που τον γέννησε (πληρώσαι και εκπληρώσαι τον νόμον). Και όπως δεν αναφέρεται ξεκάθαρα η Αποκατάσταση, έτσι δεν αναφέρεται και το αειπάρθενο της θεοτόκου, τα υποστατικά ιδιώματα του Τριαδικού θεού, η λατρεία των εικόνων (ο θεός είναι πνεύμα και οι προσκυνούντες αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν) και άλλα πολλά. Επίσης, σε αντίθεση με ότι επικρατεί, η Αγία Γράφη λέει ξεκάθαρα ότι ο Επίσκοπος πρέπει να είναι έγγαμος, “μίας γυναικός ανήρ”, ώστε από την καλή ανατροφή των παιδιών του θα κρίνεται αν είναι και άξιος επίσκοπος. Γιατί αν δεν μπορεί να μεγαλώσει σωστά τα παιδιά του, πώς θα είναι καλός επίσκοπος για το ποίμνιό του; Οι Πατέρες το άλλαξαν αυτό. Ποια άποψη έχει ισχύ; Των Πατέρων ή της Αγίας Γραφής; Και αν ισχύει η άποψη των Πατέρων, αλλοιώνεται ο λόγος του Θεού; Και αν δεν αλλοιώνεται, δεν κάνουν λάθος οι Πατέρες;
Όλα αυτά είναι θέματα προς συζήτηση. Το θέμα είναι ότι η χριστιανική σκέψη συνέχεται από λογικές αντιφάσεις. Απαιτείται η πίστη για να ξεπεραστούν αυτές οι αντιφάσεις. Αλλιώς… δεν γίνεται τίποτα. Δεν είναι πρόβλημα της χριστιανικής σκέψης, αλλά της σκέψης γενικότερα και των ορίων που έχει.
Και τα προβλήματα αυτά είναι φιλοσοφικά, αφού πρώτοι οι φιλόσοφοι έθεσαν τέτοια ζητήματα. το πρόβλημα της ελευθερίας για παράδειγμα. Το έθεσε ο Αριστοτέλης και οι Στωικοί. Οι χριστιανοί ακολούθησαν, στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν το κακό στον κόσμο. Ανακάλυψαν την ελευθερία του ανθρώπου. Δεν μας λένε όμως, αφού μόνο ο Θεός δημιουργεί εκ του μη όντος, τότε πώς ο άνθρωπος πράττει το κακό, αφού δημιουργείται αγαθός από έναν αγαθό Θεό; Και αφού δεν γνωρίζει το κακό που κάνει, γιατί εκδιώκεται από τον Παράδεισο; Φαντάζομαι θα ξέρετε ότι μετά τη βρώση του καρπού ο άνθρωπος έγινε “εις εξ ημών, γιγνώσκων πονηρόν και αγαθόν”. Και όλοι οι Πατέρες μιλούν για την πρώτη της πτώσης μακαρία κατάσταση. Όπου ο άνθρωπος δεν γνώριζε το κακό. Τότε πώς το έπραξε; Και γιατί να εκδιωχθεί για κάτι που αγνοούσε;
Όπως λέει ο Γιανναράς, είναι “αινίγματα”. (Το αίνιγμα του κακού). Και για να λυθούν απαιτείται διάλογος. Γιατί, για να καταλάβω, υπάρχει κανείς αλάθητος ή αναμάρτητος; (Εντάξει, εκτός απ’ τον Πάπα- αστείο είναι αυτό). Υπάρχει κανείς που έχει όλες τις απαντήσεις; Για όλα τα θέματα; Γιατί αν τις έχει, είναι αλάθητος. Και αν δεν κάνω λάθος, θεός΄ή περίπου θεός. Ας αφήνουμε ένα περιθώριο λάθους. Ποτέ δεν ξέρεις.
Να είστε καλά.
Αγαπητέ μου, θέτεις πολλά θέματα.
Έν’ απ’ αυτά είναι η ερμηνεία της Αγίας Γραφής. Η ερμηνεία δεν προϋποθέτει τόσο γνώσεις της εβραϊκής παράδοσης ή του τι ακριβώς σήμαινε μια λέξη στην κοινή ελληνική (καλα κι αυτά, αλλά δευτερευόντως βοηθούν) αλλά κοινότητα εμπειρίας. Αν κάποιος είναι τυφλός, δεν μπορείς να του περιγράψεις το φως και τα χρώματα. Έτσι, κι οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης, εκτός από γεγονότα, περιγράφουν και κάποιες εμπειρίες, και τα κείμενά τους πολλές φορές δεν κατανοούνται σωστά απο τους αμυήτους. Οι Πατέρες είναι αυτοί που έχουν την ίδια εμπειρία με τους Αποστόλους και άρα αυτοί μπορούν να εξηγήσουν αυθεντικά αυτά τα κείμενα (Το θέμα το έχουμε συζητήσει πολλές φορές εδώ -βλ. και το άρθρο “Πνευματικοίς πνευματικά συγκρίνοντες”, εδώ, στο “Αντίφωνο”). Κι οπωσδήποτε όσα θεολόγησαν οι Πατέρες και δογμάτισε η Εκκλησία μαρτυρούνται σκιωδώς στην Αγία Γραφή. Απλώς, αναπτύσσονται περισσότερο από τους Πατέρες. Αν μελετήσεις τα έργα τους, θα το δεις (πχ. για την τιμή, όχι “λατρεία” των αγίων εικόνων, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός φέρνει πολλά αγιογραφικά παραδείγματα· σχετικό μ’ αυτό και την προσκύνηση και τιμή των αγίων λειψάνων είναι το χωρίο των Πράξεων: “[i]Δυνάμεις τε οὐ τὰς τυχούσας ὁ θεὸς ἐποίει διὰ τῶν χειρῶν Παύλου, ὥστε καὶ ἐπὶ τοὺς ἀσθενοῦντας ἀποφέρεσθαι ἀπὸ τοῦ χρωτὸς αὐτοῦ σουδάρια ἢ σιμικίνθια καὶ ἀπαλλάσσεσθαι ἀπ᾽ αὐτῶν τὰς νόσους, τά τε πνεύματα τὰ πονηρὰ ἐκπορεύεσθαι.[/i]”
Όσο για το θέμα του κακού, αυτό δεν είναι αυθυπόστατο αλλά άρνηση του μόνου Αγαθού, που είναι ο Θεός (βλ. σχετική συζήτηση στο “Αντίφωνο”, στο ἀρθρο “Paul Ricoeur. Το κακό. Μια πρόκληση για τη φιλοσοφία και τη θεολογία”).
Αλάθητος δεν είναι κανείς άνθρωπος. Μόνο η Εκκλησία όταν εκφρλλαζεται δια των Οικουμενικών Συνόδων.
Αγαπητέ μου, το μένος σου κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας συνεχίζεται.
Θ’ απαντἠσω σε λίγα συνοπτικώς:
Η Εκκλησία μας δεν διδάσκει πως “χαϊμαλιά, φυλακτά, εικόνες, κομποσκοίνια” έχουν «μαγικές» ιδιότητες, όπως ισχυρίζεσαι. Διδάσκει πως η χάρη του Θεού αγιάζει και θεώνει τους ανθρώπους, αγιάζει και την ύλη με την οποία οι Άγιοι έρχονται σε επαφή και δι’ αυτής μεταδίδεται και σ’ όλους. Φαίνεται και στην Αγία Γραφή: “[i]Δυνάμεις τε οὐ τὰς τυχούσας ὁ θεὸς ἐποίει διὰ τῶν χειρῶν Παύλου, ὥστε καὶ ἐπὶ τοὺς ἀσθενοῦντας ἀποφέρεσθαι ἀπὸ τοῦ χρωτὸς αὐτοῦ σουδάρια ἢ σιμικίνθια καὶ ἀπαλλάσσεσθαι ἀπ᾽ αὐτῶν τὰς νόσους, τά τε πνεύματα τὰ πονηρὰ ἐκπορεύεσθαι.[/i]” Η “μωρία”, όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος για τους ορθολογικώς σκεπτομένους “Έλληνες” είναι ότι η ὐλη είναι “ἔμπλεως θείας χάριτος και δυνάμεως”, όπως γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Αυτά που εσύ χαρακτηρίζεις “φαιδρά” είναι μια “μωρία” που μαρτυρείται στην Αγία Γραφή. Δεν είναι επινοήσεις “χριστεμπόρων”.
επαναλαμβανόμενη επίκληση του Ιησού με ειδικού τύπου αναπνοές, εισπνοή απ’ την μύτη, εκπνοή απ’ το στόμα!!!!
Αυτές τις τεχνικές δεν τις επιβάλλει η Ορθόδοξη ασκητική παράδοση. Είναι μια συκοφαντία των εχθρών της. Η παράδοσή μας, κατά την παραγγελία του Αποστόλου Παύλου “[i]ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε[/i]” και του Αποστόλου Πέτρου “[i]καὶ ἔσται πᾶς ὃς ἐὰν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται[/i]”, μας προτρέπει να επικαλούμαστε συνεχώς το όνομα του Κυρίου Ιησού. Όπως συμβουλεύουν οι περισσότεροι Άγιοι, με τελευταίο τον Γέροντα Πορφύριο του Ωρωπού, οι διάφορες σωματικές τεχνικές λίγο ωφελούν σ’ αυτή την προσευχή και πολλές φορές είναι και επικίνδυνες.
Όσο για τις νηστείες και μαρτυρούνται από την Αγία Γραφή (βλ. την τεσσαρακονθήμερη ασιτία του Κυρίου) και όλες τους θεσμοθετήθηκαν από τις Οικουμενικές Συνόδων.
Αυτά, προς αποκατάστασιν της αλήθειας.
Μου επιτρέπετε ένα σχόλιο ακόμα πάνω στο τόσο ενδιαφέρον θέμα σας;
Κάνω μια πολλή απλή και λογική σκέψη:
Είναι δυνατόν, εμείς που είμαστε ατελείς και πονηροί να μας απασχολεί τόσο η αδυνατότητα της Κόλασης και ο Θεός που είναι απείρως πιο αγαθός και καλός από εμάς να μην έχει προνοήσει και γι’ αυτό το θέμα;
Απαντώ: Και βέβαια δεν υπάρχει απειρότητα της Κόλασης! Και βέβαια υπάρχει η Κόλαση, αλλά διαρκεί ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΧΡΟΝΙΚΟ διάστημα! Μέχρι η ψυχή να σωθεί και όπως έλεγε και ο γέροντας Παίσιος, να μεταφερθεί σε μία καλύτερη θέση, από κελί π.χ. σε διαμέρισμα!
Έλεος δηλαδή. Συγχαρητήρια για το φιλελεύθερο της σκέψης του κ. Πλεξίδα!
Αγαπητέ Βασίλη,
Η Αγία Γραφή, όταν περιγράφει τη δημιουργία του κόσμου, θέλει να δώσει το μήνυμα ότι όλα τα δημιούργησε ο Θεός εκ του μηδενός, ότι δημιούργησε τον άνθρωπο από γήινο υλικό και του εμφύσησε την ψυχή, κάτι που δεν έκανε με τ’ άλλα ζώα (κι ο άνθρωπος ζώο είναι αλλά “ζῷον θεούμενον”, όπως μας διδάσκει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος), ότι του δώρησε την κοινωνία με Αυτόν και τη δυνατότητα να γίνει θεός κατά χάριν. Αυτά είναι απαραίτητα για τη σωτηρία μας.
Τα υπόλοιπα, όπως σε πόσον καιρό δημιουργήθηκε ο κόσμος, πόσα χρόνια πέρασαν από τότε, κλπ., η Αγία Γραφή τα διηγείται με βάση το κοσμοείδωλο, τη “γλώσσα” της εποχής για να τα καταλάβουν οι σύγχρονοί της αναγνώστες. Αυτά δεν είναι βασικά για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Οπωσδήποτε, η περιγραφή της δημιουργίας από τη Βίβλο δεν είναι ένα επιστημονικό πόνημα, αλλά μια σκιαγράφηση της δημιουργίας έτσι ώστε να δώσει τα βασικά της μηνύματα που αναφέρω στην πρώτη παράγραφο.
Γι’ αυτό, και η Εκκλησία μας δεν κάθησε να τα συζητήσει συνοδικώς αλλά τ’ αφήνει να τα ερμηνεύει καθένας όπως τον φωτίζει ο Θεός.
Εύχομαι κι εγώ, φίλε μου, ο Θεός, μέσα στην παναγαθότητά Του να θέσει ένα τέλος στην Κόλαση.
Όμως η Αγία Γραφή κι η εμπειρία των Αγίων άλλα μας διδάσκουν: ότι η Κόλαση είναι αιώνια.
Κι εγώ νιώθω πολύ μικρός για ν’ αντιπαρατεθώ στην Αγία Γραφή και στην εμπειρία της Εκκλησίας. (Αυτό μου έμαθε ο π. Παΐσιος. Μου είπε για την Αγία Γραφή: Όταν διαβάζεις κάτι και δεν το καταλαβαίνεις, τότε λέγε μέσα σου: “Εδώ κάτι πολύ μεγάλο λέει. Εγώ είμαι πολύ μικρός για να το καταλάβω.” Προσευχήσου τότε στον Θεό, και θα σε φωτίσει να το καταλάβεις.) Γι’ αυτό κι έγραψα στο πρώτο σχόλιό μου:
“[i]Τα παραπάνω διδασκόμαστε σαφώς από το Ευαγγέλιο και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Τα υπόλοιπα, “ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους”, τ᾿ αφήνουμε στο μέγα έλεος και την ευσπλαγχνία του Θεού.[/i]”
Επειδή έχω γνωρίσει καλά τον π. Παΐσιο, είμαι βέβαιος ότι με τα λόγια του που παραθέτετε δεν εννοούσε ότι η Κόλαση θα έχει τέλος. Μάλλον εννοούσε πως η τελειότητα είναι ατέλεστη, όπως γράφει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, κι ότι και στον Παράδεισο θα υπάρχουν πνευματικές αναβάσεις από “μονή” σε “μονή”, κατά το αγιογραφικό: “Ἐν τῷ οἴκῳ του Πατρός μου μοναὶ πολλαί εἰσι”. (Έχει σημασία και η συνάφεια αυτών των λόγων αλλά και ποιος τα μεταδίδει. Γιατί πολλοί βάζουν στο στόμα του λόγια που δεν είπε.)
Να το θέσω διαφορετικά Theo; Για τους άπειρους στην αγάπη και την αγαθότητα πρέπει να υπάρχει κόλαση και η ικανοποίηση της αμοιβής και του μισθού. Για τους προχωρημένους και τους τέλειους ΔΕΝ υπάρχει κόλαση ούτε μισθός και υποχρέωση.
Και συ στους δεύτερους ανήκεις, καθώς το εκφράζεις καρδιακά:
“Εύχομαι κι εγώ, φίλε μου, ο Θεός, μέσα στην παναγαθότητά Του να θέσει ένα τέλος στην Κόλαση.”
Προσθέτω μόνο ένα Αμήν.
αγαπητε Ανωνυμε….
θεολογεις πολυ “θεολογικά” και Ορθοδοξα….
Οταν η Ορθοδοξια και η Εκκλησια “ανοιγονται” μπορουν να διαλεχθουν με το σημερινό ανθρωπο..
Αλλιώς η Εκκλησια θα αναγκαστει να κινειται στο περιθωριο της κοινωνιας.
Ετσι όμως ακυρώνεται και το κηρυγμα του Χριστου για τη σωτηρια του κοσμου….
Δημητριος…
Εγω εχω να προσθεσω:
Για μερικους χριστιανούς η Κόλασή τους ειναι να μην ειναι αιώνια η Κολαση…
και ο Παράδεισός τους, να πανε στην Κολαση οι αμαρτωλοι και μάλιστα η Κολαση αυτη να ειναι αιώνια…..
Ευλογείτε…
Δημητριος
Θα εμφανιζόταν, ασφαλώς, σαν μια [i]εύλογη[/i] ερμηνευτική εκδοχή. (Αυτή του κ. Δημητρίου.) Αν τυχόν δεν εμπεριείχε την πλεονεξία να ολοκληρώνεται με μια_ ε π ι δ ε ι κ τ ι κ ή_ [b]ειρωνία[/b] – με ακέραιη την χαιρεκακία που το “σχήμα”, ετούτο, “του λόγου” εξ ορισμού περικλείει – τή χρήσει, μάλιστα, ενός από τους ωραιότερους χριστιανικούς χαιρετισμούς.
Έτσι ώστε, ευθύς εξ αρχής, να αυτο-καταγγέλλεται.
Αυτο που ειπα δεν το εχω σκεφτει θεωρηικά αλλα το εχω σει στην πραγματική εκκλησιαστική ζωη να συμβαινει…
Οσο για το “ευλόγησον” απλα θελω να δηλώσω οτι (προσπαθω να) ανηκω στο εκκλησιαστικό σωμα, και γι αυτο χρησιμοποιώ (και) τετοια ορολογία.
Συγνωμην εαν εκλήφθηκε ως ειρωνία, δεν ειχα τετοια προθεση…
Εύχομαι κι εγώ να μην υπάρχει Κόλαση!
Κι αν υπάρχει τουλάχιστον να μην είναι αιώνια….
Φαίνεται ασύλληπτο από τη μια να λένε ότι ο Θεός είναι Πανάγαθος και θέλει όλοι να σωθούνε κι από την άλλη ότι δεν υπάρχει δυνατότητα εξόδου και επιλογής φυγής από την Κόλαση μετά το θάνατο. Και προκειμένου να εδραιώσουν αυτή την άποψη και να σταματήσουν περαιτέρω αντιρρήσεις κι ερωτήματα, λένε “καπάκι” και το γνωστό “δεν είναι παράλογο, είναι υπέρλογο απλά εσύ δεν το καταλαβαίνεις”! Δεν μπορούν να καταλάβουν οι εκκλησιαστικοί ότι το δόγμα της αιωνίου Κολάσεως από κάπου “μπάζει”; Ακόμα και το επιχείρημα περί ελεύθερης βούλησης, αν και μπορεί να εξηγήσει κάποιες περιπτώσεις αφήνει και μετέωρες κάποιες άλλες… Φυσικά και ο Θεός δεν αναγκάζει κανέναν να Τον αγαπήσει με το ζόρι. Τι γίνεται όμως με αυτούς που για τον Α ή Β λόγο δε μπόρεσαν να ανταποκριθούν και να συναντήσουν το Θεό, όπως πραγματικά είναι, από αυτή τη ζωή; Πώς θα κριθούν; Ή που για τον χ, ψ λόγο στρέφονται στο έγκλημα για να επιβιώσουν ή έχουν βιώσει καταστάσεις όπως αυτές που περιγράφει το άρθρο πιο πάνω; Τι περιθώρια ελευθερίας βούλησης έχουνε;
Προσωπικά, σε αυτό το ζήτημα, με εκφράζουν οι απόψεις που εκθέτονται στο βιβλίο του Μητροπολίτη Ιλαρίωνος Αλφέγιεφ, “Το Μυστήριο της Πίστης- Εισαγωγή στην Ορθόδοξη θεολογία” (https://www.politeianet.gr/books/9789606719929-alfeyev-hilarion-en-plo-to-mustirio-tis-pistis-202927) :
Στο κεφάλαιο ‘Η ζωή του μέλλοντος αιώνος- Άδης’, μετά την αναφορά στην τελική κρίση, λέει τα εξής:
” Επαναλαμβάνοντας τον Γρηγόριο Νύσσης, ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος έγραφε ότι πολλοί άνθρωποι θα εισέλθουν στη Βασιλεία των Ουρανών χωρίς πείρα της γέεννας. Όσον αφορά εκείνους, οι οποίοι βρίσκονται στη γέεννα, και για αυτούς το εκεί μαρτύριο δεν θα είναι αιώνιο.
Παράλληλα ο όσιος Ισαάκ τόνιζε ότι, αν ο θάνατος και η αμαρτία κάποτε καταργηθούν διά παντός, το τέλος της γέενας μάς είναι άγνωστο. Η αμαρτία, η γέενα και ο θάνατος δεν υπάρχουν καθόλου στο Θεό, διότι είναι ενέργειες και όχι ουσίες. Η αμαρτία είναι καρπός της ελεύθερης βούλησης. Υπήρχε εποχή, κατά την οποία η αμαρτία δεν υπήρχε και θα έρθει εποχή, κατά την οποία θα πάψει να υπάρχει. Η γέενα είναι καρπός της αμαρτίας. Κάποια στιγμή άρχισε να υπάρχει, αλλά το τέλος της είναι άγνωστο… Ο θάνατος θα κυριαρχεί μόνο για μία σύντομη περίοδο επί της φύσεως, έπειτα θα καταργηθεί πλήρως.
Επομένως, το τέλος της γέενας παραμένει μυστήριο, απροσπέλαστο στον ανθρώπινο νου. Όχι τυχαία η Εκκλησία τον 6ο αιώνα καταδίκασε τη διδασκαλία του Ωριγένη περί της Αποκαταστάσεως, εννοουμένης ως επιστροφής όλων των ψυχών στην κατάσταση των πρωτοπλάστων μετά τη λήξη των πρόσκαιρων βασάνων των αμαρτωλών στον Άδη και την ένωση όλων υπό την κεφαλή, τον Χριστό. Η εσχατολογία του Ωριγένη καταδικάστηκε επίσης, διότι κάποια στοιχεία της, δανεισμένα από τον πλατωνισμό, πολύ ξεκάθαρα αντιτίθεντο στην Αγία Γραφή: σε αυτά ανήκει, ιδιαιτέρως, η διδασκαλία περί της μετοικεσίας των ψυχών.
Απορρίπτοντας τον ωριγενισμό, όμως, η Εκκλησία δεν απέρριψε την ελπίδα για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων και την πίστη στη δυνατότητα της κοινής σωτηρίας, οι οποίες προβάλλουν από τη λειτουργική και μυστική εμπειρία της Εκκλησίας. Αυτή η ελπίδα και η πίστη απεικονίζονται και στα γραπτά ορισμένων Πατέρων, στον αριθμό των οποίων, εκτός από τους προαναφερθέντες Γρηγόριο Νύσσης και Ισαάκ Σύρο, πρέπει να συγκαταλέξουμε επίσης τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, ο οποίος θεωρούσε ότι ‘όλοι να γίνουν απαθείς δεν είναι δυνατόν, δεν είναι αδύνατο όμως όλοι να σωθούν και να συνδιαλλαγούν με το Θεό’…”
” Κάποτε στον όσιο Σιλουανό ήρθε κάποιος ερημίτης μοναχός ο οποίος έλεγε: ο Θεός θα τιμωρήσει όλους τους άθεους. Θα καίγονται στο πυρ το αιώνιο. Στον ερημίτη αυτή η ιδέα προκαλούσε φανερή ικανοποίηση. Όμως ο γέρων Σιλουανός απάντησε με ψυχική ταραχή: Πες μου όμως, σε παρακαλώ: αν σε βάλουν στον παράδεισο και δεις από εκεί πως κάποιος καίγεται στις φλόγες του Άδη, θα μπορούσες τάχα να έχεις ανάπαυση; – Μα τι να κάνεις; Αυτοί οι ίδιοι φταίνε, απάντησε ο ερημίτης. Τότε ο γέροντας είπε με θλίψη: Η αγάπη δεν μπορεί να το υποφέρει….. πρέπει να προσευχόμαστε για όλους”………..
Αυτή πιστεύω πως πρέπει να είναι η στάση κάθε σωστού χριστιανού. Ο καλός χριστιανός δεν κάθεται να ασχολείται με τους άλλους και να τους “στέλνει” , μέσα στο μυαλό του, στην Κόλαση ή στον Παράδεισο αλλά θέλει και προσεύχεται όλοι να σωθούν. Γιατί; Από αγάπη πρώτα απ’ όλα και από βαθιά συναίσθηση της αμαρτωλότητας και της ατέλειάς του. Γιατί δεν ξέρει ο διπλανός που αμάρτησε σε τι συνθήκες έζησε και αν ζούσε ο ίδιος σε παρόμοιες συνθήκες τι θα ήταν ικανός να πράξει…. Η ανθρώπινη ζωή δε σπουδάζεται στις σκονισμένες βιβλιοθήκες και στις διατριβές, ούτε στους κοινοβιακούς οίκους των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων, αλλά έξω στο δρόμο! Είναι εύκολο να διατυπώνει κανείς κώδικες και συνταγολόγια ηθικής, εκ του ασφαλούς και μέσα από το άνετο διαμέρισμά του.. Η ζωή, όμως, δεν είναι έτσι!
“Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε”
Περί κολάσεως
Ἀτυχές τό ἄρθρο τοῦ κ. Ιωάννη Πλεξίδα ἀπό θεολογικῆς, φιλοσοφικῆς καί λογικῆς ἀπόψεως. Ἀθεμελίωτο Ἁγιογραφικά, Πατερικά καί λογικά.
Κατ’ἀρχήν θέλω νά ἐπισημάνω ὅτι δέν ὑπάρχει καμμία–ἀπολύτως καμμία–προφάνεια ἀντιφάσεως στίς τρεῖς προτάσεις πού τοποθετεῖ ὁ κ.Ἰωάννης Πλεξίδας στήν ἀρχή τοῦ ἄρθρου του, ἔστω καί ἄν δεχθοῦμε καί τίς ἑπόμενες δύο προτάσεις του. Καί δέν ὑπάρχει καμμία ἀντίφαση ἐπειδή ὑφίσταται ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Μέ τήν δημιουργία ὁ Θεός δημιούργησε καί ἄλλες ἐλευθερίες πέρα ἀπό τήν δική του ἐλευθερία. Τά λογικά καί αὐτεξούσια ὄντα (οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἄνθρωποι) εἶναι σέ ἀπίστευτα μεγάλο βαθμό αὐτοπροσδιοριζόμενα καί ἐθελότρεπτα ὄντα. Ὅπως γράφει ὁ π. Νικόλαος Λουδοβίκος «Ἡ δημιουργία εἶναι μιά ἀπρόσμενη, ἐνδεχόμενη καί “ἄχρηστη” πρόθεση τῆς θέλησης τοῦ Θεοῦ, ὄχι νά ἐκπληρώσει τήν δική Του ὑπερπλήρη οὐσία, ἀλλά νά μηδενίσει τήν ἀπολυτότητά Της ἀπό ἀγάπη, μέσα στή δημιουργημένη προθετικότητα ἑνός θεοειδοῦς πλάσματος. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ πλατωνική καί νεωτερική Χώρα δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό ὡς μιά ἀπίστευτα ἐλεύθερη ἄλλη προθετικότητα, πράγμα πού ἐντέλει δηλαδή σημαίνει ὅτι ἡ οὐσία τῶν ὄντων εἶναι μιά ἀβυσσαλέα καί ἀπύθμενη θεοειδής ἐλευθερία» (π. Νικόλαος Λουδοβίκος, Θεοποιΐα, Ἡ μετανεωτερική θεολογική ἀπορία, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2007, σελ. 15). Καί ἡ Κόλαση εἶναι προϊόν τῆς ἐλευθερίας τῶν λογικῶν ὄντων.
Ὅσο γιά τήν λανθασμένη ἀντίληψη ὅτι ἡ κόλαση συνιστᾶ «χῶρο…στόν ὁποῖο θά ἐκλείπει τό ἀγαθό, δηλαδή, ὁ Θεός» τοῦ ὑπενθυμίζουμε ὅτι ἀκριβῶς ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ, ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἡ ἄκτιστη ἐνέργειά του, εἶναι Παράδεισος γιά τούς σεσωσμένους καί Κόλαση γιά τούς κολασμένους. Οἱ μέν σεσωσμένοι θά βιώσουν τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ὡς δροσοβόλο χάρη, ὡς ὑετίζουσα φλόγα, ἐνῶ οἱ κολασμένοι ὡς ἀδιαπέραστο ζόφο, ὡς πῦρ καταναλῖσκον. Ὁ Σέρβος Ἐπίσκοπος π. Εἰρηναῖος Μπούλοβιτς γράφει: «Μία καί ἡ αὐτή ἐνέργεια καί χάρις, ἕν καί τό αὐτό φῶς τῆς Τριάδος, ἐπιδρᾷ ἐπί μέν τῶν δεκτικῶν αὐτοῦ ὡς φωτισμός καί θεοφάνεια, ἐπί δέ τῶν ἀνεπιδέκτων αὐτοῦ ὡς σκότος ἀδιαπέραστον (ἐνῷ εἰς τήν πραγματικότητα οἱ ἴδιοι, ὄντες αὐτάρκεις καί ἀνέραστοι ἔναντι τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀδιαπέραστοι διά τάς ἀκτῖνας τοῦ θείου φωτός) ἤ πῦρ τι ἀφεγγές καί βασανιστικόν δι᾿ αὐτούς, μόνον δι᾿ αὐτούς. Συνελόντ᾿ εἰπεῖν, τό φῶς τῆς θεοπτίας καί τό πῦρ τῆς κολάσεως εἶναι μία καί ἡ αὐτή ἐνέργεια ἤ χάρις τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ διαφορά εὑρίσκεται ἐν τῷ τρόπῳ ἤ ἐν τῇ δυνατότητι εἰσδοχῆς καί βιώσεως αὐτῆς ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων». (Εἰρηναίου Μπούλοβιτς, Τό μυστήριον τῆς ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι διακρίσεως τῆς θείας οὐσίας καί ἐνεργείας κατά τόν ἅγιον Μᾶρκον Ἐφέσου τόν Εὐγενικόν, Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 465). Ἄλλωστε τό ἄν τό πῦρ τῆς κολάσεως εἶναι κτιστό ἤ ἄκτιστο ἦταν ζήτημα συζητήσεως μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί Λατίνων στή Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας. Οἱ Ὀρθόδοξοι ὑπεστήριζαν ὅτι τό πῦρ τῆς κολάσεως εἶναι ἄκτιστο, οἱ Λατῖνοι κτιστό. Δέν ὑπάρχει λοιπόν κανείς τόπος ἔρημος τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ – οὔτε ἡ κόλαση. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἶναι Παράδεισος γιά τούς δικαίους καί Κόλαση γιά τούς ἀδίκους.
Ἡ Κόλαση καί ὁ Παράδεισος θά εἶναι ἀστοχία ἤ ἐπίτευξη τῆς ἐπιθυμίας ἀντιστοίχως τῶν ἀνθρώπων. Οἱ ἐπιθυμοῦντες τοῦ Θεοῦ θά εὐφραίνονται, ἐπειδή θά ἱκανοποιεῖται ἡ ἐπιθυμία τους, καθόσον ὁ Θεός θά εἶναι τά πάντα τοῖς πᾶσι, οἱ δέ ἐπιθυμοῦντες τήν κακία καί τήν ἁμαρτία θά ὀδυνῶνται, ἐπειδή ἡ ἐπιθυμία τους δέν θά ἱκανοποιεῖται καί ὡς πῦρ θά τούς καταφλέγει. Ἔτσι ὁ Θεός εἶναι ἀνεύθυνος τῆς κολάσεως. Σ᾿ ὅλους θά παρέχει τά ἀγαθά του, ἀλλ᾿ ἕκαστος ἀναλόγως τῆς δεκτικότητός του θά τά ἀπολαμβάνει ἤ ὄχι. «Ὁ θεὸς καὶ τῷ διαβόλῳ ἀεὶ παρέχει τὰ ἀγαθά, ἀλλ᾿ ἐκεῖνος οὐ θέλει λαβεῖν. Καὶ ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνι πᾶσιν δίδωσι ὁ θεὸς τὰ ἀγαθά• πηγὴ γάρ ἐστι τῶν ἀγαθῶν πᾶσι βρύουσα τὴν ἀγαθότητα, ἕκαστος δέ, καθὼς ἑαυτὸν κατεσκεύασε δεκτικόν, μετέχει τοῦ ἀγαθοῦ. Ἐνταῦθα μὲν οὖν περὶ ἄλλα τὴν ὄρεξιν ἔχοντες καὶ ἐπιτυγχάνοντες κἂν ποσῶς ἡδώμεθα, ἐκεῖσε δέ, ὅταν “ὁ θεὸς εἴη τὰ πάντα ἐν πᾶσι”, μὴ βρώσεως οὔσης, μὴ πόσεως μηδέ τινος σαρκικῆς ἡδονῆς μηδέ τινος ἀδικίας οἱ μηδὲ τὰς συνήθεις ἡδονὰς ἔχοντες μηδὲ τῶν ἐκ θεοῦ δεκτικοὶ ὄντες ὀδυνῶνται ἀνηκέστως, οὐ τοῦ θεοῦ κόλασιν ποιήσαντος, ἀλλὰ ἡμῶν ἑαυτοῖς τὴν κόλασιν εὐτρεπισάντων, ἐπεὶ οὐδὲ θάνατον ὁ θεὸς ἐποίησε, ἀλλ᾿ ἡμεῖς ἑαυτοῖς τοῦτον ἐπεσπασάμεθα» (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Κατά Μανιχαίων 71, 1-4, ἔκδοση B. Kotter, τόμος IV, Βερολῖνο 1981, σ. 389). Ἡ κόλαση κατ’οὐσίαν εἶναι ἐφεύρημα τῶν λογικῶν ὄντων. Ἡ καταδικαστική ψῆφος δέν εἶναι τόσο τοῦ Θεοῦ – εἶναι βεβαίως καί τοῦ Θεοῦ – ὅσο εἶναι τῶν ἰδίων τῶν αὐτοκολαζομένων ὄντων. Ὁ Θεός σεβόμενος τήν ἐλευθερία των προσυπογράφει καί ἐπικυρώνει τήν ἀρνητική ἀπόφασή τους, τήν ἀμετάβλητη ἀπόφασή τους νά μείνουν αἰωνίως ἐκτός τοῦ Θεοῦ.
Ἐπίσης ἡ σύγχρονη προσέγγιση τῆς ἀνθρωπολογίας πού ἐπιχειρεῖ ὁ κ. Ἰ. Πλεξίδας στό τελευταῖο μέρος τοῦ ἄρθρου του βρίσκεται στόν ἀντίποδα τῆς ὀρθοδόξου ἀνθρωπολογίας, ἔστω καί ἄν πρόκειται γιά ψυχικῶς διαταραγμένα ἄτομα, ἀφοῦ οὐσιαστικά πρεσβεύει τήν ἔλλειψη εὐθύνης ἐκ μέρους των, καταλύοντας τήν ἐλευθερία τους πού ἀποτελεῖ τόν οὐσιαστικό πυρήνα τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως, ἀκόμη καί τῶν ψυχικῶς πασχόντων. Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς γράφει: «Ἐπιτρεπτή εἶναι ἡ ἁμαρτία, ἐπιτρεπτόν τό κακόν, ἐπιτρεπτόν τό ἔγκλημα. Ἡ θετικιστική ἐπιστήμη ἀνεκήρυξεν ὅτι πᾶν ὅ,τι γίνεται γίνεται κατά τούς φυσικούς νόμους. Εἰς τήν φύσιν ὡς ὕψιστος νόμος ἐπικρατεῖ ὁ νόμος τῆς ἀναγκαιότητος. Ὅταν ἁμαρτάνουν οἱ ἄνθρωποι ἐξ ἀνάγκης ἁμαρτάνουν. Ἄνθρωπε, σύ δέν φέρεις εὐθύνην οὔτε διά τό μεγαλύτερον παράπτωμά σου• δέν φέρεις εὐθύνην, διότι ὅ,τι πράττεις τό πράττεις κατ᾽ ἀνάγκην. Μή σᾶς φαίνεται παράδοξον: ἡ ἁμαρτία δέν δύναται νά ὑπάρχῃ διά τόν ἄνθρωπον διά τόν ὁποῖον δέν ὑπάρχει Θεός, ἐπειδή ἡ ἁμαρτία εἶναι ἁμαρτία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, δηλαδή προϋποθέτει τήν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ. Ἐάν Θεός δέν ὑπάρχῃ, τότε οὔτε ἁμαρτία ὑπάρχει, οὔτε κακόν ὑπάρχει, οὔτε ἔγκλημα ὑπάρχει. Ὁ μεταφυσικός μηδενισμός τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκφράζεται διά τῆς ἀρχῆς “Θεός δέν ὑπάρχει”, ἀναγκαίως ἐξεδηλώθη ὡς πρακτικός μηδενισμός, τοῦ ὁποίου ἀρχή εἶναι: δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, τά πάντα ἐπιτρέπονται!» (Ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, μετάφρασις Ἀμφιλοχίου Ράντοβιτς καί Ἀθανασίου Γιέβτιτς, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1974, σσ. 150-151). Ὁ ἄνθρωπος, ἀκόμη καί ὁ ψυχικῶς πάσχων, σέ καμμία περίπτωση δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ μαριονέττα, τυφλό ἄθυρμα τῶν γονιδίων καί τῆς ἀνατροφῆς του, τοῦ περιβάλλοντός του. Βεβαίως μπορεῖ ἡ κατατεθεῖ ἡ ἔνσταση ὅτι ὁ κ. Ἰ. Πλεξίδας ὁμιλεῖ γιά ψυχικά διαταραγμένους ἀνθρώπους καί ὄχι γιά ὑγιεῖς. Ὅμως οἱ ψυχωσικοί, οἱ ψυχοπαθεῖς καί οἱ ψυχικά διαταραγμένοι ἄνθρωποι φέρουν εὐθύνη, ἔστω καί μειωμένη, γιά τά παραπτώματά τους, ἐπειδή ὑπάρχει ἀκέραιη σέ αὐτούς ἡ ἠθική συνείδηση. Ἕνας παλαιός ψυχίατρος, ὁ Henri Baruk, γράφει ἐπί τοῦ προκειμένου: «Ἡ ἠθική αὐτή συνείδησις δέν εἶναι μία τεχνητή ἀντίδρασις, ἀλλά εἶναι ὁ βαθύτερος παράγων τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Κι ἐκτός ἀπό αὐτό, ἡ ἐξαιρετική ἐπιμονή τῆς ὑπάρξεώς της ἀκόμα καί στίς βαθύτερες ἀρρώστιες, ἀκόμα καί στίς ψυχικές καταπτώσεις καί στίς προχωρημένες ἄνοιες, καθώς καί ἡ ἐπιβίωσί της καί μέσα στά ἐρείπεια τῆς καταστραφείσης νοήσεως, ἐπιβεβαιώνει γιά μιά φορά ἀκόμα τήν σπουδαία της σημασία καί τήν σπουδαία θέσι πού κατέχει μέσα στόν ἀνθρώπινο ψυχισμό» (Henri Baruk, Ψυχώσεις καί νευρώσεις, σειρά Τί πρέπει νά ξέρω, ἐκδ. Ἰωάννης Ζαχαρόπουλος, Ἀθῆναι χ.χ. σ. 69).
Γενικά τό ἀνωτέρω ἄρθρο προσκρούει στήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων.
Περί ἐλευθερίας
Τό πρόβλημα τῆς ἐλευθερίας τῶν λογικῶν καί αὐτεξουσίων ὄντων εἶναι ὄντως δύσληπτο στήν κατάσταση πού εὑρισκόμεθα. Εἶναι δύσκολο νά κατανοήσουμε τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ «τῶν ἐν τῇ κακίᾳ τό ἄτρεπτον ἐσχηκότων». Γιά νά τήν κατανοήσουμε, ἔστω ἀμυδρῶς, θά ἀναφερθῶ σέ δύο μαρτυρίες δύο συγχρόνων Γεροντάδων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πού εἶναι πολύ χαρακτηριστικές καί διαφωτιστικές ὡς πρός τό θέμα τῆς πορώσεως καί διαστροφῆς τῆς ἐλευθερίας τῶν κολασμένων δημιουργημάτων. Πρώτη μαρτυρία εἶναι αὐτή τοῦ π. Ἐφραίμ, τοῦ πρώην ἡγουμένου τῆς ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, τώρα εὑρισκομένου στήν Ἀριζόνα τῆς Ἀμερικῆς. Ἔγραφε ὁ π. Ἐφραίμ πρό τριακονταετίας περίπου στή Σύναξη : «Ἄκουσε καί ἄλλην διήγησιν παρομοίαν: Ὅταν εἴμεθα εἰς τήν Νέαν Σκήτην, ζῶντος τοῦ Γέροντος μου Ἰωσήφ, μᾶς ἦλθεν ἕνας νεαρός δαιμονισμένος… Ὁ νέος αὐτός εἶχε δαιμόνιον γυναικός τοῦ δρόμου. Ὅταν τόν ἔπιανε ἄλλαζεν τήν φωνή του ὡς φωνή κοινῆς γυναικός καί ἔλεγε περί ὧν “αἰσχρόν ἐστι καί λέγειν” κατά τόν Ἀπόστολον. Ἦτον τήν τέχνην βαρελοποιός. Ἀφήνομεν τό ὄνομά του. Ἔμεινε λοιπόν εἰς τήν Συνοδείαν μας ἀρκετόν καιρόν καί τίς ὧρες ἐργασίας ἤρχετο εἰς τό ἐργόχειρον νά βοηθῆ ὅ,τι ἠμποροῦσε. Τήν τρίτην ἡμέραν μοῦ λέγει: -Πάτερ, δέν μέ μαθαίνεις καί ἐμένα νά κάμω σφραγίδια; Αὐτά τά βαρέλια πού κάνω εἶναι βαριά δουλειά. Καί ἔχω καί αὐτόν ἐδῶ μέσα μου, συνεχῶς μέ καταρρακώνει. –Νά σέ μάθω, ἀδελφέ μου, νἆναι εὐλογημένον! –Νά, ἔτσι καί ἔτσι θά κάνης. Τά ἐργαλεία εἶναι ἐδῶ• τά ξύλα ἐκεῖ• τά δείγματα μπροστά σου• σ᾿ αὐτόν τόν πάγκο θά ἐργάζεσαι. Μόνον πού, καθώς βλέπεις ἐδῶ στήν Συνοδεία ὅλοι οἱ πατέρες δέν ὁμιλοῦν, λέγουν πάντοτε τήν “εὐχή”. Λέγοντας αὐτά ἤθελα νά ἀποφύγω ὅσον τό δυνατόν τήν ἀργολογίαν καί τόν μετεωρισμόν μου εἰς τήν προσευχήν. Ἀλλά καί κάτι ἄλλο μοῦ ἐγεννήθηκε ἐκείνην τήν στιγμήν: Ἆραγε, συλλογίσθηκα, οἱ δαιμονιζόμενοι ἠμποροῦν νά λέγουν τήν “εὐχήν”; Λοιπόν ἐπιάσαμε τό ἐργόχειρον καί τήν εὐχήν. Δέν ἐπέρασαν λίγα λεπτά καί ἄναψε ὁ δαίμονας μέσα του. Ἄλλαξε τήν λαλιάν του καί ἄρχισε νά φωνάζη, νά αἰσχρολογῆ, νά ἀπειλῆ, νά ὑβρίζη. –Σκᾶσε κασίδη! Ἔλεγε ἀπό μέσα. Σκᾶσε! Παῦσε αὐτό τό μουρμουρητό! Τί λές καί λές τά ἴδια λόγια συνέχεια. Παράτα αὐτές τίς λέξεις. Μέ ζάλισες. Καλά εἶμαι μέσα σου. Τί θέλεις καί μέ ἀναστατώνεις;
Εἶπε κάμποσα ἔτσι. Τόν ἐπαίδευσε. Τόν ἄφησε. –Εἶδες τί μοῦ κάνει; μοῦ λέγει ὁ κακόμοιρος. Νά, αὐτά τραβῶ συνέχεια. -Ὑπομονή, ἀδελφέ μου, τοῦ λέγω• ὑπομονή! Μήν τοῦ δίνεις σημασία. Δέν εἶναι ἰδικά σου αὐτά, νά στεναχωρῆσαι. Ἐσύ φρόντισε τήν εὐχή.
Σχολάσαμε τό ἐργόχειρο καί πηγαίναμε πρός τόν Γέροντα. Καί πηγαίνοντας μοῦ λέγει• -Πάτερ, νά κάμω μιάν εὐχή καί γι᾿ αὐτόν πού ἔχω ἐδῶ μέσα μου, νά τόν ἐλεήση καί αὐτόν ὁ Θεός; Ἔ, τί ἧταν νά τό πῇ αὐτό ὁ ταλαίπωρος! Παρευθύς τόν πιάνει τό δαιμόνιο, καί τόν σηκώνει ἐπάνω, καί τόν βροντάει κάτω• ἐταράχτηκε ὁ τόπος. Ἀλλάσσει τήν γλῶσσα του καί τόν ἀρχίζει• -Σκᾶσε κασίδηηηηη! Σκᾶσε, σοῦ εἶπα. Τί εἶναι αὐτά πού λές; Τί ἔλεος; Ὄχι ἔλεος! Δέν θέλω ἔλεος! Ὄχι! Τί ἔκανα νά ζητῶ ἔλεος; Εἶναι ἄδικος ὁ Θεός! Γιά μιά μικρή ἁμαρτία, γιά μιά ὑπερηφάνεια, μέ ἐξώρισε ἀπό τήν δόξαν μου. Δέν φταῖμε ἐμεῖς. Αὐτός φταίει! Αὐτός νά μετανοήση! Ὄχι ἐμεῖς! Μακρυά ἀπό ἔλεος!
Τόν ἐπαίδευσε πολύ• τόν ἄφησε ράκος. Ἐγώ ἔφριξα εἰς τά λεγόμενα τοῦ δαίμονος. Καί ἐκατάλαβα διά πείρας εἰς ὀλίγα λεπτά, ὅσα θά ἧταν ἀδύνατον νά καταλάβω, διαβάζοντας περί δαιμόνων μύρια βιβλία». (Ἀρχιμ. Ἐφραίμ Ἡγουμένου Ἱ. Μ. Φιλοθέου, “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με- Κεφάλαια περί προσευχῆς”, στή Σύναξη, τεῦχος 10, Ἄνοιξη 1984, σσ. 45-46).
Ἡ δεύτερη μαρτυρία εἶναι ἕνα θαυμαστό ὅραμα πού εἶδε ὁ γέρων Ἀρσένιος ὁ Γρηγοριάτης, ὅταν παρεκάλεσε τόν Θεό γιά τήν σωτηρία τοῦ Ἰούδα: «Ἐπί ὀκτώ χρόνια προσευχόταν νά τοῦ ἀποκαλύψη ὁ Θεός ἄν σώθηκε ἡ εὐεργέτις του, ἡ δεκαεξάχρονη Ζωή πού ἐκοιμήθη φυματική. Τό αἴτημα εἶχε κί ἄλλες προεκτάσεις περί τῆς θείας εὐσπλαγχνίας, πού συνοψίζονταν στήν ἱκεσία: “Θεέ μου πολυεύσπλαγχνε, ὅταν σώσης ὄχι μόνο τή ψυχή τῆς δούλης Σου, ἀλλά καί τόν Ἰούδα ἄν θελήσης νά βγάλης ἀπό τήν κόλασι, ποιός θά εἶναι ἐκεῖνος πού θά σέ ἐλέγξη;”…Εἰσῆλθε (ὁ π. Ἀρσένιος) σέ ἕνα σκοτεινό ὑπόγειο, ὅπου κολάζονταν ψυχές ἀσεβῶν καί ἀπίστων, ψυχές πού θεληματικά ἀρνήθηκαν τόν Χριστό. Ὁ π. Ἀρσένιος ἄρχισε τίς συμβουλές. Τούς παρότρυνε σέ μετάνοια ἐπικαλούμενος τό ἄπειρο ἔλεος τοῦ Κυρίου, πού θά τούς ἔσωζε μέ ἕνα “Κύριε ἐλέησον”. Ἄρχιζαν τότε ὅλοι νά φωνάζουν νά σταματήση. Ὁ π. Ἀρσένιος τούς παρακάλεσε πάλι καί πάλι. Δέν ἤθελαν κἄν νά ἀκούσουν τό φοβερό ὄνομα τοῦ Κυρίου Σαββαώθ. Οὔτε κἄν ἕνα θαῦμα ἀπό τόν οὐρανό ἐπιθυμοῦσαν νά δοῦν. Οὔρλιαζαν φρικτά, καί τό ὑπόγειο σκοτείνιασε ἀκόμη περισσότερο. Λίγο πρίν βγῆ ἀπό κεῖ μέσα ὁ π. Ἀρσένιος πανικόβλητος, τούς φώναξε: “Ἡ ἀπιστία σας ἐπί τῆς κεφαλῆς σας”. Ὅταν συνῆλθε, βρέθηκε στό κελλί του, καί ἔμεινε ἐκστατικός ὥρα πολλή, ἑρμηνεύοντας τό σωτηριῶδες ὅραμα, ἐκ τῶν ὑστέρων: Δέν εἶναι ὁ Θεός ἐκεῖνος πού δέν θέλει τήν σωτηρία τῶν κολασμένων, ἀλλά ἐκεῖνοι οἱ ἴδιοι, οἱ ὁποῖοι ἔπαθαν ψυχική διαστροφή ἐξ αἰτίας τῆς ἀμετανοησίας τους (δηλαδή βλασφημίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος) καί παραμένουν γιά πάντα ἀμετανόητοι, ἀσυγχώρητοι καί αὐτοτιμωρούμενοι. Ἔτσι ἔλαβε ἀπάντησι καί γιά τόν Ἰούδα, πού ἐξέλεξε τό σκότος ἀντί γιά τό φῶς, καί χρησιμοποίησε τό θεῖο δῶρο τῆς ἐλευθερίας του ὡς μαχαίρι γιά τήν ψυχική καί σωματική του αὐτοκτονία». (Ἱερομονάχου Ἀρτεμίου Γρηγοριάτου, “Μοναχός Ἀρσένιος Γρηγοριάτης”, στό Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος, ἔτος 1992, τεῦχος 17, σσ. 95 καί 96-97).
Ἀπό τίς μαρτυρίες αὐτές παίρνουμε μία ἰδέα τῆς διαστροφῆς τοῦ αὐτεξουσίου τῶν κολασμένων ὄντων. Ὁ Θεός ἐξάπαντος σέβεται τήν ἐλευθερία τῶν πλασμάτων του καί οὐδέποτε τήν καταλύει, σώζοντας ἄκοντας τούς κολασμένους. Οἱ κολασμένοι εἶναι πού δέν θέλουν τή σωτηρία τους καί τό ἀεί εὖ εἶναι καί ὄχι ὁ Θεός. Προτιμοῦν μέ ἕνα ἀθεράπευτο διαβολικό πεῖσμα τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καί τήν κατάσταση τοῦ ἀεί φεῦ εἶναι. «Καὶ ἐν μὲν τῷ βίῳ τούτῳ οἰκονομία τίς ἐστι καὶ κυβέρνησις καὶ πρόνοια ἄρρητος πρὸς ἐπιστροφὴν καὶ μετάνοιαν καλοῦσα τοὺς ἁμαρτάνοντας, μετὰ δὲ θάνατον οὐκέτι τροπή, οὐκέτι μετάνοια, οὐχὶ τοῦ θεοῦ μὴ δεχομένου μετάνοιαν – αὐτὸς γὰρ ἑαυτὸν ἀρνήσασθαι οὐ δύναται οὐδὲ ἀποβάλλεται τὴν συμπάθειαν –, ἀλλ᾿ ἡ ψυχὴ οὐκέτι τρέπεται» (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Κατά Μανιχαίων 75, 5-9, ἔκδοση B. Kotter, τόμος IV, Βερολῖνο 1981, σ. 391).
Αφορμώμενος από τα σχόλια του φιλτάτου Φ. Σχοινά, θα ήθελα να παρατηρήσω ότι αυτό που ουσιαστικά μάς λέει η ορθοδοξία, την οποία ο αγαπητός Φώτης παρουσίασε εξαιρετικά είναι ότι ο Θεός δεν δύναται καν να αναιρέσει το αυτεξούσιό μας. Αυτό καριβώς σημαίνει αυτεξούσιο, ότι ούτε ο παντοδύναμος δεν έχει εξουσία επ’ αυτού. Αυτό είναι μάλιστα και ένα στοιχείο της θείας, έστω και αμαυρωμένης εικόνας εντός μας, ότι ο άνθρωπος ως αυτεξούσιο ον, δύναται να απαρνείται ακόμα και τον Θεό. Επειδή δε, όπως δείχνουν και τα αποσπάσματα που παρέθεσε ο Φώτης, το αυτεξούσιο συνδέεται με το έλλογο, με τον νου του ανθρώπου, ο οποίος άλλωστε είναι και ο θεόπτης, κατά μαρτυρία των Πατέρων, ο άνθρωπος ομοιάζει στον Θεό από την άποψη του νοός. Αυτό, όπως είπα, σε άλλη συνάφεια (σε σχέση με την αποτυχημένη ερμηνεία της δυτικής φιλοσοφίας από τον π. Νικόλαο, αλλά και κατ’ επέκταση από τον Γιανναρά, οι οποίοι δύο αντιμετωπίζουν, λέει, την νεώτερη φιλοσοφία ως νοησιαρχία), η φιλοσοφία των νεώτερων χρόνων από τον Καρτέσιο και μετά κατανόησε τον νου, το cogito, σε σχέση με τον Θεό. Ωστόσο, η νεώτερη φιλοσοφία δεν μπόρεσε να υψωθεί έως την έννοια των ακτίστων ενεργειών, καθώς η παράδοση της δύσεως δεν έδινε αφορμή για κάτι τέτοιο. Ωστόσο, ο δυτικός άνθρωπος κατέστησε σε επίπεδο ενθαδικότητας έννοια περί του αυτεξουσίου και αυτό φανερώθηκε στην οργάνωση της πολιτικής κοινωνίας επί τη βάσει της αρχής της ελευθερίας για όλους στην οποία δεν μπόρεσε να φτάσει ο αρχαίος κόσμος. Αυτό που διαφεύγει σε όσους αρνούνται την δυνατότητα της κολάσεως είναι το ίδιο με αυτό που διαφεύγει σε εκείνους οι οποίοι απαρνούνται την ευθύνη μας για την κατάστασή μας και τα μνημόνια. Ότι δηλαδή ο άνθρωπος είναι αυτεξούσιος και ότι αυτό συνεπάγεται ότι οι πράξεις του καθορίζουν την πραγματικότητα. Αν χρειάζεται λοιπόν κάποιον διαφωτισμό ο σύγχρονος ορθόδοξος αυτός συνίσταται στο να καταλάβει τι σημαίνει η ίδια η παράδοσή του.
Η πλάκα είναι (αν υπάρχει χιούμορ στην παρέα), ότι η ”one million dollar question”, ή διαμάχη αν θέλετε, δεν είναι περί της αδυνατότητας της κόλασης.
Είναι η εξής:
”Γιατί ο Θεός να με φέρει στην ύπαρξη, εφόσον γνωρίζει ότι θα κολαστώ;”
Εκ πρώτοις αυτή η ερώτηση φαίνεται να συνηγορεί στην άποψη του κ. Πλεξίδα (αφού ο Θεός δεν θα ήταν αγαθός αν ήξερε ότι θα κολασθώ και παρ’ όλα αυτά με έφερνε στην ύπαρξη. Άρα μάλλον δεν υπάρχει κόλαση).
Αμ δε!
Οι απαντήσεις σε τέτοιου είδους ερωτήσεις δεν είναι προϊόν νοητικής επεξεργασίας. Είναι προϊόν Θείας Αποκάλυψης.
Ρωτώ λοιπόν έναν άγιο άνθρωπο να μου απαντήσει. Έναν γέροντα λουσμένο στη θεία χάρη.
”Παιδί μου”, μου λέει, ”καλύτερα στην κόλαση, παρά στην ανυπαρξία”.
Μου τό ‘πε τόσο ταπεινά και τόσο ΣΙΓΟΥΡΑ, που δεν χρειάστηκα άλλη απάντηση. Δεν καταλαβαίνω φυσικά το γιατί, αλλά έπαψε πλέον να με απασχολεί το θέμα.
Καλή Ανάσταση
Νίκος Λαουμτζής
YΓ
Φυσικά και συμφωνώ με τους εξαίρετους κ. Σχοινά, κ. Κλιματσάκη
Ἀγαπητέ Νίκο,
Τό ἐρώτημα πού θέτεις εἶναι εὔλογο και ἀπασχόλησε καί τόν ἱερό Δαμασκηνό. Καί βέβαια μπορεῖ κανείς νά προβάλει τό ἐπιχείρημα γιατί ὁ Θεός νά δημιουργήσει ὄντα, τά ὁποῖα οἰκείᾳ ὑπαιτιότητι βεβαίως, θά κολασθοῦν αἰωνίως; Αὐτό δέν ἀντιβαίνει καί δέν καταλύει τήν παναγαθότητά του; Ὁ ἱερός Δαμασκηνός ἀπαντᾶ στήν ἔνσταση αὐτή ὡς ἑξῆς: Ἡ πράξη τῆς δημιουργίας εἶναι ἀγαθή πράξη τοῦ Θεοῦ. Ὁ κολασμός εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς κακῆς χρήσεως τῆς ἐλευθερίας τῶν δημιουργημένων ὄντων. Ἐάν ὁ Θεός δέν τούς δημιουργοῦσε ἐξ αἰτίας τῆς κακίας των, ἡ κακία τῶν δημιουργημάτων θά ἐξουδετέρωνε τήν ἀγαθότητα τοῦ Δημιουργοῦ: «Ὁ Θεός δι᾿ἀγαθότητα ἐκ τοῦ μή ὄντος εἰς τό εἶναι παράγει τά γιγνόμενα καί τῶν ἐσομένων προγνώστης ἐστίν. Εἰ μέν οὖν μή ἔμελλον ἔσεσθαι, οὐδ᾿ἄν κακοί ἔμελλον ἔσεσθαι οὐδ᾿ἄν προεγιγνώσκοντο. Τῶν γάρ ὄντων αἱ γνώσεις, καί τῶν πάντως ἐσομένων αἱ προγνώσεις• πρῶτον γάρ τό εἶναι, καί τότε καλόν ἤ κακόν εἶναι. Εἰ δέ μέλλοντας ἔσεσθαι διά τήν τοῦ Θεοῦ ἀγαθότητα τό κακούς ἐξ οἰκείας προαιρέσεως μέλλειν ἔσεσθαι ἐκώλυσεν αὐτούς γενέσθαι, τό κακόν ἐνίκα ἄν τήν τοῦ Θεοῦ ἀγαθότητα. Ποιεῖ τοιγαροῦν ὁ Θεός ἀγαθά ἅπαντα, ἅ ποιεῖ• ἕκαστος δέ ἐξ οἰκείας προαιρέσεως καλός τε καί κακός γίνεται. Εἰ καί τοίνυν ἔφη ὁ Κύριος• “Συνέφερε τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ, εἰ οὐκ ἐγεννήθη”, οὐ τήν οἰκείαν κτίσιν κακίζων ἔλεγε, ἀλλά τήν ἐξ οἰκείας προαιρέσεως καί ῥαθυμίας ἐπιγενομένην τῷ κτίσματι αὐτοῦ κακίαν». (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής, ϙδ΄ 3-12, ἔκδ. B. Kotter, τόμος II, Βερολῖνο 1973, σσ. 221-222).
Αγαπητέ Νίκο, πολύ ενδιαφέρουσα η ερώτησή σου. Πρώτα απ’ όλα παραπέμπω στην απάντηση του κ. Σχοινά, η οποία καλύπτει το ζήτημα θεολογικά. Ωστόσο, πρέπει να αναρωτηθούμε το εξής: Όταν λέμε ότι ο Θεός είναι παντογνώστης, είναι σίγουρο ότι καταλαβαίνουμε τι εννοείται με αυτό; Σας λέω απροκάλυπτα ότι, κατά την άποψή μου, η οποία πάντως νομίζω δεν απέχει από την ορθοδοξία, το ότι ο Θεός δημιουργεί αυτεξούσια όντα (όχι “ελεύθερα”, ο όρος “ελεύθερα” αναφέρεται στην εκουσιότητα στο πλαίσιο της πολιτείας), σημαίνει ότι δεν έχει εξουσία απέναντι σε αυτά, δεν μπορεί να αναιρέσει την δυνατότητά τους να καθορίζουν το Είναι τους. Από δε αυτήν την άποψη ούτε καν δεν γνωρίζει πώς αυτά τα ίδια θα το καθορίσουν, ακριβώς διότι αυτεξούσιο σημαίναι αυτοκαθορισμός. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος είναι υπερβατικός για τον Θεό και για κάθε άλον άνθρωπο. Υπ’ αυτόν τον όρο και μόνον μπορεί να γίνει κατανοητό τί σημαίνει “δοκιμασία”. Τώρα καθώς ο Θεός γνωρίζει τα μελλούμενα γεγονότα (βλ. το απόσπασμα από τον Δαμασκηνό που παραπέμπει ο κ. Σχοινάς), μπορεί να προϊδεί την απόφαση κάποιου, αλλά όχι να την καθορίσει. Εν γένει, το ζητούμενο είναι ότι η ορθοδοξία βασίζεται στην έννοια του αυτεξουσίου η οποία αντανακλά το ότι ο άνθρωπος είναι εικών του Θεού, μέχρι του σημείου, κατά την πνευματική του φύση, να είναι υπερούσιος (πέραν της ουσίας, όχι του όντος εν γένει — ο άνθρωπος εννοώ, ο Θεός εννοείται ότι είναι υπερούσιος). Το βασικό τούτο ζητούμενο της ορθοδοξίας δεν το κατανοούμε καθόλου οι ίδιοι οι ορθόδοξοι και, ως εκ τούτου, συνεχώς αναζητούμε δικαιολογίες. Το ζήτημα έχει ωστόσο τρομακτικές διαστάσεις, όπως φαίνεται από το ότι συνεπάγεται σωτηρία ή κόλαση.
Αγαπητοί κύριοι Σχοινά και Κλιματσάκη,
ευχαριστώ πολύ για τις απαντήσεις σας.
Μήπως θα μπορούσατε να σχολιάσετε και το ”καλύτερα στην κόλαση, παρά στην ανυπαρξία”;
Ευχαριστώ και πάλι
Νίκος Λαουμτζής
Ἀγαπητέ Νίκο,
Αὐτές οἱ μεταθανάτιες καταστάσεις εἶναι ἀπρόσιτες στήν ἀνθρώπινη ἀντιληπτική δυνατότητα. Ὅθεν εἶναι ἐξαιρετικά δύκολο ἕως παντελῶς ἀδύνατον νά σχολιασθοῦν ἀπό ὄντα σάν ἐμᾶς πού ἡ συνείδησή μας ἔχει ἐντελῶς ἄλλες συνιστῶσες. Τό μόνο πού θά μποροῦσα νά πῶ εἶναι ὅτι κατά τόν Διονύσιο Ἀρεοπαγίτη καί ὁ διάβολος μετέχει, ἔστω σέ ἀμυδρό βαθμό, τοῦ ἀγαθοῦ μέ τό νά βρίσκεται στήν ὕπαρξη. Μετέχει στήν ἄκτιστη θεία ἐνέργεια, δηλαδή τοῦ ἀγαθοῦ, μέ αὐτό τόν τρόπο.