Τον Απριλίο του 2010 στις εκδόσεις Αρμός έλαβε χώρα ανοιχτή συζήτηση – ημερίδα με θέμα:Ζητήματα ανανέωσης και μεταρρύθμισης στην Ορθοδοξία Υπάρχει χώρος στην Ορθόδοξη Εκκλησία για ανανέωση και μεταρρύθμιση ή μήπως είναι τελικά η Ορθοδοξία ασύμβατη με το πνεύμα της αλλαγής και της μεταρρύθμισης;
π. Αντώνιος Πινακούλας, πτυχιούχος Θεολογίας-Νομικής, εφημέριος Ι. Ναού Αγ. Παντελεήμονος Χαλανδρίου
Κωνσταντίνος Δεληκωνσταντής, Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Έχουν λάβει μέχρι στιγμής χώρα στο πλαίσιο της ορθόδοξης παράδοσης επανερμηνείες, επαναδιατυπώσεις, αλλαγές και μεταρρυθμίσεις; Ποια τα θεολογικά θεμέλια της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας και ποιοι οι ιστορικοί λόγοι που ενδέχεται να την εμποδίζουν; Ποια η σχέση μεταρρύθμισης, πρωτολογίας, εσχατολογίας; Ποια η σχέση Παράδοσης, ανανέωσης και μεταρρύθμισης; Πώς συμπλέκεται το αίτημα της μεταρρύθμισης με την επιστροφή στις πηγές και το ζήτημα της ερμηνευτικής; Ποια είναι τα σημεία και τα γεγονότα που μαρτυρούν για τη συνάντηση της Ορθοδοξίας με το σύγχρονο κόσμο και σε ποιο βαθμό συντηρείται ακόμη η ιστορική εκκρεμότητα μεταξύ Ορθοδοξίας και νεωτερικότητας; Ποιες προκλήσεις θέτει ο 21ος αιώνας στην ορθόδοξη αυτοσυνειδησία και παράδοση;
Αγαπητέ π. Πινακούλα αξιότιμοι κύριοι,
Μεταξύ άλλων έχετε περιληπτικά αναφέρει
“…Ο λαός δείχνει εχθρότητα στην κάθε μεταρρύθμιση και προτιμά την στασιμότητα και την ακινησία. Αυτό συμβαίνει από την μερική και προοδευτική λήθη της εσχατολογικής διάστασης και ταυτότητα της Εκκλησίας που συγκρότησαν τις θέσεις ως αμυντισμού. Αυτό κατέστησαν την Ορθόδοξη θεολογία άφωνη και αμήχανη μπροστά στις προκλήσεις του νεωτερισμού και σύγχρονου κόσμου”.
Μετά από μια ένδοξη πορεία της Εκκλησίας τα 2000 τελευταία χρόνια, ο σημερινός Ορθόδοξος θεολόγος έχει την τάση να νοιώθει κάποια υποχρέωση “προσαρμογής” ή εκσυγχρονισμού την οποία πιστεύει μπορεί να καλύψει δια μεταρρυθμίσεων και όλα αυτά ώστε να μπορέσει να καλύψει τις προκλήσεις του νεωτερισμού και του σύγχρονου κόσμου. Ο κύριος δε λόγος δια του όποιου προκύπτει η “αναγκαιότητα” αυτή, η ανικανότητα του σύγχρονου κόσμου της κατανόησης της Ορθόδοξης θεολογίας.
Πραγματικά πιστεύω ότι δεν είναι μεταρρυθμίσεις τις οποίες η Εκκλησία χρειάζεται σήμερα αλλά τον αναθεώρηση της θεολογίας ως προς τον τρόπο που βλέπουμε την Εκκλησίας και τον τρόπο δια του οποίου την προσεγγίζουμε σωστά. Έχουμε δυστυχώς καταφέρει με κάποιο τρόπο μετά παρελεύσεως 2000 χρόνων, να “απαιτούμε” να παρουσιάσουμε με την πιο πολύπλοκη θεολογία τον απλούστατο τρόπο δια της οποίας ο άνθρωπος θεώνεται και σώζεται. Το σημαντικότερο μήνυμα που έχει να δώσει η Εκκλησία σέ όλους μορφωμένους και μη είναι ότι ο Χριστός μετέχετε και ότι όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι μπορεί να επιτύχουν αυτό δια των Μυστηρίων της Εκκλησίας μόνον. Εκκλησιασμός, Εξομολόγηση, Θεία Κοινωνία, Νηστεία και η Προσευχή. Είναι μέ αυτά που σώζονταν οι πρώτοι Χριστιανοί τα πρώτα 40 χρόνια της ίδρυσης της Εκκλησίας στην απουσία της Αγίας Γραφής. Είναι και γι αυτόν τον λόγο που οι Άγιοι Πατέρες έχουν πάντοτε διδάξει ότι η Αγία Παράδοση είναι ανωτέρα της Αγίας Γραφής (και της μόρφωσης) διότι πραγματοποιείται η Σωτηρία του ανθρώπου στην απουσία της (Άγιας Γραφής).
Όσο για τον σύγχρονο κόσμο οι κανόνες για την Σωτηρία είναι ακριβώς οι ίδιοι. Η σωστή θεολογική απάντηση προς ξένους προς την Εκκλησία συνανθρώπους δεν μπορεί παρά νά είναι αυτή που έδωσε ο Φίλιππος προς τον Ναθαναήλ “έρχου και είδε”. Δεν ζήτησε ο Φίλιππος να έρθει ο Ναθαναήλ να δει το ένδυμα Του Χριστού η τα υποδήματα Του, του είπε “έλα κοντά να γνωρίσεις Τον Χριστό, να Τον ακούσεις, να βάλεις τότε εις εφαρμογή εις την ζωή σου όλα όσα σου έχει διδάξει …και τότε θα δεις!
Όταν δε μας έρθει η ανάγκη να θεολογήσουμε για κάποιο λόγο για μα είμεθα ασφαλισμένοι να προβάλλουμε πάντοτε πρώτα τους νικητές της Εκκλησίας τους μεγάλους δηλαδή Άγιους της Εκκλησίας που ενώθηκαν με Τον Κύριο και να προβάλουμε προπάντων τον βίο τους.
Δεν μπορεί ο κάθε πιστός να ασχολείται με τά συγγράμματα των Αγίων εάν πρώτα δεν έχει βιώσει εκτεταμένα την ζωή της Εκκλησίας αφού και οι ίδιοι οι Άγιοι για τα γράψουν αυτά το ίδιο έκαναν. Η θεολογία των Αγίων ήταν “τρόπαιο” και ανταμοιβή από Τον Κύριο δια τους δικούς τους προσωπικούς αγώνες, και δεν αποτελούν αναγκαστικά θεωρήσεις τις οποίες εμείς έχουμε αναγκαστικά την αξίωση από Τον Θεό να καταλάβουμε.
Η Ορθόδοξη Θεολογία ούτε άφωνη ούτε αμήχανη στις προκλήσεις του νεωτερισμού και σύγχρονου κόσμου αφού το μεγαλύτερο καύχημα της πρέπει να είναι ότι “η Εκκλησία προσφέρει σήμερα μετά από παρέλευση 2000 χιλιάδων χρόνων, όλα όσα Παρέδωσαν αναλλοίωτα οι Απόστολοι για την Σωτηρία του ανθρώπου” .
Ο θεολόγος (πανεπιστήμιου) ο οποίος δεν έχει πνευματικό ούτε Εκκλησιάζεται και ούτε εξομολογείται δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει την Εκκλησία όσο καλοί και εάν είναι οι βαθμοί του είναι ο λεγόμενος “εγκεφαλικός” θεολόγος του νου και του σώματος και όχι της καρδίας και της καθάρσεως που χρειάζεται η Εκκλησία, είναι επικίνδυνος για τον εαυτό του και για όλους τους άλλους.
Όπως η βάρκα χρειάζεται πανί για νά ταξιδεύσει, έτσι και Θεολογία χρειάζεται την Εκκλησία τον ιερέα και τα Μυστήρια δια βίου για να γίνει κατανοητή. Ο δε λαός ο οποίος δείχνει “εχθρότητα” στην κάθε μεταρρύθμιση, πιστεύω ότι κάνει αυτό δια μιας αυθόρμητης αντιδράσεως η οποία είναι μάλλον ανεξήγητη γι αυτόν η οποία μεταφράζεται στο ότι δεν θέλει κανένα η τίποτε να πάρει από αυτόν την κατάνυξη και την προσωπική σχέση την οποία βιώνει στην Εκκλησία με Τον Χριστό. Η εσχατολογικής δε διάσταση της Εκκλησίας που χρησιμοποιείται ως “θέσεις αμυντισμου” είναι μια φυσιολογικότατη αντίδραση από τον απλό λαό αφού αποτελεί και το ένδοξο αναζητούμενο το συνεπακόλουθο δηλαδή της Ορθόδοξης ζωής και Λατρείας. Ανάσταση και Αιωνία Ζωή με Τον Θεό και Δημιουργό, αφού έχουμε τηρήσει όλες τις προϋποθέσεις, αφού έχουμε τηρήσει αναλέιωτη την Αγία Παράδοση (όχι αλλαγές) ) η οποία μας παρεδόθη από τους Αποστόλους την Πεντηκοστή την ημέρα εκείνη της ιδρύσεως της Εκκλησίας.
Μεταρρυθμίσεις
Θα έρθει με το καλό η ημέρα της Κρίσεως και ανταποδόσεως, και σταθεί ο ομοφυλόφιλος ενώπιον Κυρίου και θα και ζητήσει από Αυτόν ανταπόδοση από μέρος του δικαιοσύνης σε όλους τους θεολόγους των σχολικών του χρόνων γιατί δεν του είχαν αναφέρει τίποτε ποτέ για την κατάρα που φέρνει στην αιώνια ψυχή η ομοφυλοφιλία.
Μετά την ανάλογη καταδίκη του θεολόγου θα πάρει και αυτός (ο θεολόγος) με την σειρά του “βήμα” και θα ζητήσει όπως ο Κύριος ανταποδώσει από μέρους του δικαιοσύνη στο υπουργείο παιδείας για το οποίο δούλευε το οποίο αναγνώριζε ανθρώπινα δικαιώματα σε ομοφυλόφιλους που του απαγόρευαν να τους μιλήσει.
Αναφέρω όλα αυτά με αγάπη για να δούμε όλοι την αναγκαιότητα οι θεολόγοι να ανήκουν στην Εκκλησία και όχι στο Υπουργείο Παιδείας. Επειδή όμως οι καιροί είναι δύσκολοι και επικίνδυνοι θα εισηγούμουν οι θεολόγοι να αποτείνονται στις ενορίες και στους ιερείς των παιδιών με τα διάφορα προβλήματα ώστε η μεταξύ τους συνεργασία να αποβαίνει Σωτήρια για όλους και για όλα τα προβλήματα.
Κωνσταντίνος JW