Επιστολή του Φίλιππου Σέρραρντ στον Γιώργο Σεφέρη

10
934

2.11.1966                                                                                                                             Κατούνια,

Αγαπητέ Γιώργο,

Μιλούσες σοβαρά πριν λίγες μέρες, όταν με ρωτούσες για την κόλαση; Όπως και να ‘χει, από εκείνη την ημέρα με απασχολεί αυτό το θέμα. Σκέφτηκα ότι η απάντησή μου μπορεί να ήταν συνοπτική, αλλά όχι πολύ βοηθητική και ένιωσα την ανάγκη να προσθέσω ένα δύο πράγματα. Επομένως, αν δεν μιλούσες σοβαρά, θα πρέπει τώρα να με συγχωρέσεις.

   Καταρχάς υπάρχουν δύο τινά, τα οποία φαίνεται ότι δημιουργούν σύγχυση γύρω από το ζήτημα αυτό. Το πρώτο είναι η αντίληψη πως η αιώνια κόλαση είναι κάτι που παρατείνεται συνεχώς μέσα στο χρόνο ή μάλλον που παρατείνεται αιώνια, σαν να μην ήταν δυνατό να τερματιστεί ποτέ. Αυτή η αντίληψη συνδέεται πιθανόν με το ότι η λέξη «αἰώνιος» εκλαμβάνεται εξ ολοκλήρου με την κατά γράμμα σημασία της, σαν να αφορούσε δηλαδή σε μονάδα μέτρησης χρόνου. Στην πραγματικότητα η λέξη αυτή χρησιμοποιείται στη Βίβλο περισσότερο για να περιγράψει μια ποιότητα ζωής – είτε την εμπειρία της πληρότητας της ζωής είτε της απουσία της. Κατά κύριο λόγο, επομένως, η κόλαση είναι κάτι που σχετίζεται με την έλλειψη της ζωής, την έλλειψη της πραγματικότητας, τη στέρηση.

   Ύστερα, υπάρχει και η άλλη ιδέα, ότι δηλαδή η κόλαση είναι κάποιος τόπος. Αυτή η ιδέα κρύβεται πίσω από το μυαλό των Ιησουϊτών που κάνουν το σχόλιο στο οποίο αναφέρθηκες (ήταν, νομίζω, η Αγία Θηρεσία του Λιζιέ, εκείνη που το διατύπωσε: είπε κάπου: «πιστεύω ότι η κόλαση υπάρχει, αλλά δεν πιστεύω ότι βρίσκεται κανείς σε αυτήν»). Τούτη η παρατήρηση, που υποδηλώνει καθαρά ρωμαιοκαθολική αντίληψη, φαίνεται να δέχεται ότι η κόλαση είναι ένα είδος αντικειμενικού τόπου δημιουργημένου από τον Θεό για να στεγάσει καταραμένες ψυχές. Και επίσης –αυτή η ιδέα της κολάσεως ως αντικειμενικού χώρου που κατοικείται από τους κολασμένους– είναι ένα είδος προβολής εκείνης της φρικτής ηθικιστικής νοοτροπίας που διαχωρίζει την ανθρωπότητα σε δύο στρατόπεδα ή σε δύο τάξεις, τους καλούς και τους κακούς, τους δίκαιους και τους αμαρτωλούς, τα πρόβατα και τα ερίφια, και τοποθετεί τους μεν σ’ έναν τόπο που ονομάζεται παράδεισος και τους δε σ’ έναν τόπο που ονομάζεται κόλαση. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων ή ψυχών (με αυτήν την αυστηρή, κατά γράμμα, ερμηνεία): η διαχωριστική γραμμή δεν χαράσσεται κατά τρόπο αντικειμενικό και εξωτερικό ανάμεσα σε τάξεις ανθρώπων (καλών και κακών), αλλά κυρίως εσωτερικά, μέσα στον ίδιο μας τον εαυτό, μεταξύ των «θετικών» και «αρνητικών» πραγμάτων, στην ενιαία ανθρώπινη φύση). Αυτή η εξωτερική διαίρεση των ανθρώπων σε δίκαιους και αμαρτωλούς, είναι απλώς μια ηθική κρίση που βασίζεται… ο Θεός ξέρει σε τι: είναι κρίση κάποιου που ξεχνά ότι κανένας δεν μπορεί να είναι ολότελα κακός, ακριβώς όπως κανένας δεν μπορεί να είναι ολότελα καλός (ακόμα και ο Χριστός ρώτησε: «τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός»[1]). Η θεία δικαιοσύνη έχει –υποπτεύεται κανείς– εντελώς διαφορετικούς νόμους –όπως «οἱ πρῶτοι ἔσονται ἔσχατοι καὶ οἱ ἔσχατοι ἔσονται πρῶτοι»[2] ή «λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον»[3]. Δυστυχώς, όμως, αυτή η ιδέα ότι υπάρχει ένας τόπος που ονομάζεται παράδεισος, όπου οι καλοί απολαμβάνουν αιώνια μακαριότητα και ακόμα ένας άλλος τόπος που ονομάζεται κόλαση, όπου οι κακοί υποφέρουν και θα υποφέρουν για πάντα, έχει αποκτήσει βαθιές ρίζες στους ανθρώπους και περνιέται ως χριστιανική ιδέα: υπάρχει μάλιστα μια ολόκληρη παράδοση διδασκαλιών, η οποία πασχίζει να κάνει τους ανθρώπους «καλούς» τρομοκρατώντας τους με οράματα και εικόνες αιώνιας τιμωρίας για τις ενδεχόμενες αμαρτίες τους (οι αμαρτίες αυτές παρουσιάζονται με απόλυτη σαφήνεια, κατηγοριοποιημένες και λεπτομερώς). Τούτο είναι, αν μη τι άλλο, αποτρόπαιο και είναι αυτό ακριβώς το πράγμα που ο Blake πάντοτε αρνιόταν και μάχονταν. Επίσης δεν φαίνεται πολύ Ορθόδοξο, ό, τι και αν λένε, ειδικά αν κανείς θυμάται εκείνα τα λόγια από τον Όρθρο της Κυριακής του Πάσχα αναφορικά με την κόλαση ότι έχει δηλαδή συντριβεί (ή θανατωθεί που είναι το ίδιο πράγμα [4].

Κόλαση είναι το βάρος, η πνιγηρή και μουχλιασμένη ατμόσφαιρα, το ζοφερό σκοτάδι, η απουσία χαράς στη ζωή κάποιου. Υπ’ αυτήν την έννοια, μου φαίνεται απόλυτα –και τρομαχτικά– πραγματική και νομίζω ότι ο καθένας σε αυτήν τη γη βρίσκεται κυρίως «στην κόλαση», αν και υπάρχουν στιγμές που κάποιος μπορεί να πιστεύει ότι βρίσκεται στον παράδεισο. Υποθέτω ότι «ο κολασμένος» θα μπορούσε να περιγραφεί κατά κάποιον τρόπο ως μια ύπαρξη κλεισμένη στον εαυτό της, χωρισμένη από κάθε «άλλον» ή «άλλους». Ο Ντοστογιέφσκι ονομάζει κόλαση τον πόνο που προέρχεται από την αδυναμία μας να αγαπήσουμε. Θα πρόσθετα, επίσης, ότι κόλαση είναι ο πόνος που προέρχεται από την αδυναμία μας να δεχθούμε αγάπη. Κάποιος από τους Ορθόδοξους αγίους λέει ότι αποτελεί ανοσιούργημα η σκέψη και μόνο ότι ο Θεός δεν αγαπά τους αμαρτωλούς, αλλά αυτή η αγάπη του Θεού γίνεται αισθητή με διαφορετικούς τρόπους: γίνεται αισθητή ως βάσανο μεν από εκείνους που την αρνούνται, ως χαρά δε από εκείνους που τη δέχονται[5].

Θα έλεγα, λοιπόν, καταρχάς, ότι η κόλαση δεν είναι ένας τόπος και δεν είναι αιώνια (με την έννοια μιας αδιάκοπης συνέχειας χωρίς τέλος). Και θα ισχυριζόμουν περαιτέρω ότι είναι κάτι που τελείται και εκτυλίσσεται στο εσωτερικό ενός ανθρώπου, υποκειμενικά και έχει να κάνει με την παρουσία ή τη στέρηση της ζωής, με την παρουσία ή τη στέρηση της χαράς. Αναφορικά, ωστόσο, με το τι συμβαίνει κατά την Κρίση (είτε κατά την προσωπική κρίση του καθενός από εμάς είτε κατά την έσχατη Κρίση), αυτό είναι ένα εντελώς διαφορετικό θέμα. Αλλά ο θάνατος για τον καθέναν προσωπικά δεν θα έπρεπε, μου φαίνεται, να επηρεάζει πραγματικά, με τρόπο διαφοροποιημένο, την κρίση: κάποιος βρίσκεται εκεί που βρίσκεται, «στην κόλαση» (με την παραπάνω έννοια), φερειπείν, ή όχι στην κόλαση, πάντως με την ενδιάθετη ικανότητα πάντοτε, αν βρίσκεται «στην κόλαση», να ελευθερωθεί, με την ενδιάθετη ικανότητα να αγαπήσει και να δεχθεί αγάπη: όλα εξαρτώνται από τον κάθε έναν από εμάς προσωπικά –ή όπως οι Ορθόδοξοι Πατέρες λένε: «Ο Θεός μάς δημιούργησε χωρίς τη βοήθειά μας, αλλά δεν μπορεί να μας σώσει χωρίς τη βοήθειά μας»[6]–και θα προσθέταμε εύλογα ότι δεν μπορούμε να σώσουμε τον εαυτό μας χωρίς τον Θεό.

Πραγματικά, μέσα από την Ορθόδοξη οπτική, κάθε ζωή που δεν είναι τέλεια, ακέραιη, ολοκληρωμένη, είναι σε κάποιον βαθμό «κόλαση»∙ αλλά επίσης καμία ζωή –όσο ατελής, μερική, ανολοκλήρωτη και αν είναι– δεν στερείται την ικανότητα ή τη δυνατότητα να γίνει τέλεια, ακέραιη και ολοκληρωμένη. Η αιτία που μεταξύ των Ορθοδόξων δεν συναντάται η έννοια του καθαρτηρίου και αγνοείται η ρωμαιοκαθολική διάκριση μεταξύ κολάσεως και καθαρτηρίου, δεν είναι ότι αυτοί πιστεύουν, όπως λανθασμένα νομίζεται ενίοτε, πως οι ψυχές βρίσκονται είτε στον παράδεισο είτε σε κατάσταση αιώνιας καταδίκης και χωρίς την παραμικρή ευκαιρία να μεταβούν στον παράδεισο∙ οφείλεται στην πίστη τους ότι ακόμα και η ψυχή που βρίσκεται στην πιο βαθιά κόλαση εξακολουθεί να έχει την ικανότητα να εξέλθει από αυτήν, να μετανοήσει (να αλλάξει νου/ζωή): ακόμα και ο διάβολος δεν στερείται, από αυτή την άποψη, τη δυνατότητα της μετανοίας. Κοντολογίς, δεν υπάρχει χώρος στην ορθόδοξη σκέψη (κυρίως σε αυτήν) για την ιδέα της κολάσεως στην οποία κάποιος καταδικάζεται για πάντα, όπως επίσης δεν υπάρχει χώρος για την ιδέα μιας κολάσεως διακριτής από το καθαρτήριο, καθότι ο εξαγνισμός και η απολύτρωση είναι διαδικασία στην οποία όλοι, ανεξάρτητα από την προσωπική τους κατάσταση, μπορούν να συμμετέχουν: αρκεί μόνο να το θέλουν. Έτσι εξηγείται η αδιάλειπτη και επίμονη Ορθόδοξη προσευχή για τους κεκοιμημένους –όλους τους κεκοιμημένους, αγίους ή «αμαρτωλούς»: διότι δεν υπάρχει κανένα όριο στην τελείωση που μπορεί να επιτευχθεί από έναν άγιο και κανένας περιορισμός, επίσης, στην ικανότητα ενός αμαρτωλού να γίνει τέλειος. Οι Ρωμαιοκαθολικοί, ωστόσο, κάνουν τη διάκριση μεταξύ κολάσεως και καθαρτηρίου και έχουν παγιδευτεί σε τούτη τη σφαλερή έννοια της κολάσεως ως τιμωρίας και πόνου χωρίς καμία ελπίδα ή δυνατότητα απολύτρωσης. Και επειδή η αντίληψη τους αυτή δεν συνάδει με την ιδέα της άπειρης αγάπης του Θεού, αναγκάζονται να προβαίνουν σε τέτοιες ευρηματικές, πλην όμως ανούσιες, διατυπώσεις, όπως εκείνη, παραδείγματος χάριν, για την κόλαση που «υπάρχει αλλά δεν βρίσκεται κανένας μέσα σε αυτήν». Αναγκάζονται να το κάνουν αυτό, γιατί έχουν καταρχάς διαμορφώσει λανθασμένη ιδέα –ένα είδος χρονικής και χωροταξικής ιδέας– της κολάσεως.

Νομίζω ότι όσα είπα είναι αρκετά για το εσπερινό κήρυγμά μου της Τετάρτης[7]! Αν δεν μιλούσες σοβαρά όταν εξέφραζες το ερώτημά σου, μη δώσεις σημασία. Ίσως δεν χρειάζεται να δώσεις σημασία σε καμία περίπτωση.

Έκανα, όπως βλέπεις, κάμποσες αλλαγές στον Πρόλογο, και ελπίζω ότι έχω εξαλείψει τα σημεία για τα οποία είχες ορισμένες αμφιβολίες. Έστειλα μια λίστα με τις αλλαγές στον Κίλι[8] και ελπίζω ότι θα τις αποδεχθεί. Πιστεύω ότι μάλλον θα το κάνει. Η αίσθηση μου είναι –και μέχρι τώρα ήταν– ότι όσο περισσότερα μπορεί κανείς να αφαιρέσει τόσο καλύτερα.

                                                                                                   Γεια χαρά

                                                                                                   Φίλιππος

Παρακαλώ συγχώρεσέ με που έγραψα όλα τούτα στα αγγλικά. Αμφιβάλλω αν τα ελληνικά μου θα με βοηθούσαν να αντεπεξέλθω στις υψηλές απαιτήσεις των θεολογικών νοημάτων!

[1] Λουκάς 18:19
[2] Μάρκος 9:35 και Λουκάς 13:30
[3] Ματθαίος 8:11-12
[4]Υπάρχουν αρκετές αναφορές στον Χριστό, που καταλύει το κράτος του Άδη με την εκ νεκρών Ανάστασή Του, στη μεταμεσονύχτια Λειτουργία της Κυριακής του Πάσχα και επίσης στην Πασχαλινή ομιλία, που αποδίδεται στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, η οποία διαβάζεται, εις ευήκοον όλων, αμέσως πριν αρχίσει η θεία Λειτουργία, αναφέρεται ότι ο Άδης θανατώνεται (ἐνεκρώθη).
[5] Ισαάκ της Νινευής (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος), Μυστικές Πραγματείες, μεταφρασμένο από τον Α. J. Wensinck (Άμστερνταμ, 1923), ΧΧVII, σ. 136
[6] Καβάσιλας, Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή, ΙΙ, 10∙ Αθανάσιος, MPG 26, 369∙ Βασίλειος, MPG 32, 117B∙ Αυγουστίνος, MPL 38, 923, κ.α.
[7] Ο Σεφέρης απαντώντας γράφει στην από 10/11/1966 επιστολή του: «Πολλές ευχαριστίες για το “εσπερινό σου κήρυγμα της Τετάρτης”, που μου προξένησε τρομερό ενδιαφέρον. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι η ευγενική απάντησή σου δημιουργεί άλλα ερωτήματα. Έτσι όταν έρθεις πάλι στην Αττική μην αμελήσεις να με συναντήσεις».                                                  [8] Πρόκειται για τον Έντμουντ Κίλι (Edmund Keeley) νεοελληνιστή φιλόλογο, δοκιμιογράφο, μεταφραστή και συγγραφέα – στενό φίλο και συνεργάτη του Σέρραρντ.

(Επιστολή του Φίλιππου Σέρραρντ στον Γιώργο Σεφέρη: από το βιβλίο “THIS DIALECTIC OF BLOOD AND LIGHT/GEORGE SEFERIS – PHILIP SHERRARD/AN EXCHANGE: 1947-1971” [DENISE HARVEY PUBLISHER, 2015] που επιμελήθηκε και εξέδωσε η Denise Sherrard)

Η απόδοση έγινε από τον Αναστάσιο Θεοφιλογιαννάκο.

πηγή: Aντίφωνο

10 Σχόλια

  1. Ένας προσήλυτος κατηχεί με ακρίβεια έναν ορθόδοξο εκ γενετής! Είναι αυτό που λέει… το πνεύμα του Θεού όπου θέλει πνέει, σαν αεράκι ευωδιαστό και σα φωνή αύρας λεπτής. Αιωνία η μνήμη αμφοτέρων!

  2. Η Κόλαση, βέβαια, υπάρχει. Όχι, όμως ως τόπος.
    Κρίση δεν υπάρχει διότι όλοι μας κρίναμε τον εαυτό μας πολύ πριν τα έσχατα. Είτε ως πιστοί στον Δημιουργό μας, είτε ως άπιστοι. Και οι μεν πρώτοι, παραμένοντας στην αγκαλιά του όντως Όντα που χαρίζει την Οντότητα, παραμένουν στην Αλήθεια και την Ζωή. Οι δε άπιστοι, μηδενιστές όντας, επιστρέφουν στο μηδέν από όπου τους έφερε στην ύπαρξη ο Ων.
    Ο Θεός δεν κρίνει. Ελεεί και αγαπά. Κι επειδή αγαπά και τους άπιστους – αμαρτωλούς – τους αφήνει να ολοκληρώσουν το θέλημά τους. Να πάψουν να υπάρχουν. Να λοιπόν, η ιδεατή κόλαση που δεν μπορεί να είναι ο τόπος του τίποτα, του “δεν υπάρχει”.
    Υπάρχει χειρότερη Κόλαση από την ανυπαρξία ;

  3. Τό ἀνωτέρω κείμενο τοῦ Φ. Σέρραρντ πέρα ἀπό τις ὅποιες αδιαμφισβήτητες ἀρετές του, ἔχει και μερικές παρανοήσεις τῆς Ἁγιογραφικῆς καί Πατερικῆς ἐπί τοῦ θέματος διδασκαλίας καί θἄλεγα κακοδοξίες.
    Πρῶτον , ὄσο καί ἄν κινδυνεύω να χαρακτηρισθῶ ἀδιόρθωτος συντηρητικός, πρέπει νά τονίσω ὅτι ἠ Κόλαση εἶναι ἀτέρμονη, χωρίς τέλος. Ὁ Μ. Βασίλειος γράφει ὅτι ἐάν ἔχει τέλος ἡ Κόλαση, τότε ἔχει τέλος καί ὁ Παράδεισος. Μάλιστα λέει ὅτι εἶναι μεθοδεία τῶν δαιμόνων ἡ ἀντίληψη ὅτι ἡ Κόλαση ἔχει τέλος.
    Δεύτερον ἡ Κόλαση, ὅπως καί ὁ Παράδεισος, εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια, ἡ ἄκτιστη χάρη τοῦ Θεοῦ. Μόνο πού οἱ μέν σεσωσμένοι την βιώνουν εὐφραντικά, ὡς δροσοβόλο χάρη, οἱ δε κολασμένοι ὡς ἀδιαπέραστο ζόφο, ὠς πῦρ καταναλίσκον. Τό πῦρ τῆς κολάσεως εἶναι ἄκτιστο. Ὄντως ἡ Κόλαση δεν εἶναι ἕνας κτιστός τόπος βασάνων, ὅπως θεωροῦν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί.
    Τρίτον μετά θάνατον δεν ὑπάρχει μετάνοια. Και αὐτό ὄχι ὑπαιτιότητι τοῦ Θεοῦ, ὅτι δηλαδή τήν θεωρεῖ ἐκπρόθεσμη καί γι’αὐτό δέν τήν δέχεται. Ὁ ἱερός Δαμασκηνός λέγει ὅτι μια τέτοια ἀντίληψη εἶναι λανθασμένη καί λυμαίνεται την παναγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Οἱ κολασμένοιδέν μετανοοῦν με δική τους ὑπαιτιότητα. Ἡ μετάνοια συνδέεται με το σῶμα καί τον χρόνο. Ἡ τροπή εἶναι δυνατή μόνο στην κατάσταση τῆς σωματικότητος καί τῆς χρονικότητος.

  4. κύριε Σχοινά, πώς ο Κύριος από τη μια διώχνει τους κατηραμένους από μπρος Του “πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι” κι από την άλλη εσείς και κάποιοι Πατέρες μας λέτε οτι στην ουσία δεν τους διώχνει γιατί εκεί ” εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον, τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ” βρίσκεται και πάλι Αυτός;
    Δε βρίσκετε πως κάτι δεν ταιριάζει; τους διώχνει στέλνοντάς τους στον Ίδιο;
    Ευπρόσδεκτη όποια διευκρίνιση..

  5. Κύριε Σχοινά,
    γράφετε: “Τρίτον μετά θάνατον δεν ὑπάρχει μετάνοια.(…)”.
    Αλλά αν ισχύει αυτό, τότε πέφτει στο κενό η κάθοδος του Χριστού[i] στον Άδη[/i], όπου, κατά τη διδασκαλία πατέρων της Εκκλησίας (Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, Ειρηναίος επίσκοπος Λυών, Κλήμης Αλεξανδρεύς, κ.ά.), [i]εκήρυξε στους νεκρούς[/i]!
    Γιατί να κατέβη στον Άδη και γιατί να κηρύξει στους κεκοιμημένους, εάν τους είναι, όπως λέτε, αδύνατο να μετανοήσουν;
    Φοβάμαι ότι έχετε λάθος.

  6. Κύριε Κουστένη, ἡ γλῶσσα πού χρησιμοποιεῖ ἐδῶ ὁ Χριστός εἶναι συμβολική και πραβολική. Στον μέλλοντα αἰώνα ὁ Θεός θά εἶναι “τά πᾶντα τοῖς πᾶσι”. Στόν παρόντα αἰώνα ὑπάρχει μία άρρητος οἰκονομία και μεταξύ ἡμῶν και τοῦ Θεοῦ και μεσολαβοῦν πολλά πράγματα, ὅπως το φαγητό, το πιοτό, ἠ γυναῖκα, τά παιδιά, ἡ ἐπαγγελματική δραστηριότητα, ἡ τέχνη, ἡ ἐπιστήμη, ὁ ἀθλητισμός κλπ. Στή μέλλουσα ζωή δέν θά μεσολαβεῖ τίποτε μεταξύ ἀνθρώπου και Θεοῦ. Ὁ Θεός θά εἶναι “τά πάντα τοῖς πᾶσι”. Ἔτσι οἱ ἀγαπῶντες τόν Θεό θά εὐφραίνονται, οἱ ἐμμένοντες αμετανοήτως στα πάθη και μη μπορώντας να τά ἱκανοποιήσουν θά ὀδυνῶνται.

    Κύριε Τατήρα, δεν σφάλλω. Ὁ Χριστός ἔσωσε αὐτούς πού ἤθελαν να σωθοῦν. Ὄχι ὅλους. Οἱ ἀμετανόητοι ἔμειναν κολασμένοι. Στην παροῦσα ζωή ὑπάρχει τροπή και μπορούμε νά δημιουργήσουμε μέσα μας μια κατάλληλη διάπλαση/διάθεση ὥστε νά ὑποδεχθοῦμε εὐφραντικά τον Θεό. Στην μέλλουσα ζωή, δεν ὑπάρχει τροπή/μετάνοια,ὄχι ἐπειδή ὁ Θεός δεν δέχεται την μετάνοια, ἀλλά ἐπειδή οἱ αμετανόητοι δημιούργσαν το ἄτρπτον ἐν τῇ κακία. Προσέχτε το παρακάτω κείμενο τοῦ ἱεροῦ Δαμασκηνοῦ:: «Ὁ θεὸς καὶ τῷ διαβόλῳ ἀεὶ παρέχει τὰ ἀγαθά, ἀλλ᾿ ἐκεῖνος οὐ θέλει λαβεῖν. Καὶ ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνι πᾶσιν δίδωσι ὁ θεὸς τὰ ἀγαθά• πηγὴ γάρ ἐστι τῶν ἀγαθῶν πᾶσι βρύουσα τὴν ἀγαθότητα, ἕκαστος δέ, καθὼς ἑαυτὸν κατεσκεύασε δεκτικόν, μετέχει τοῦ ἀγαθοῦ. Ἐνταῦθα μὲν οὖν περὶ ἄλλα τὴν ὄρεξιν ἔχοντες καὶ ἐπιτυγχάνοντες κἂν ποσῶς ἡδώμεθα, ἐκεῖσε δέ, ὅταν “ὁ θεὸς εἴη τὰ πάντα ἐν πᾶσι”, μὴ βρώσεως οὔσης, μὴ πόσεως μηδέ τινος σαρκικῆς ἡδονῆς μηδέ τινος ἀδικίας οἱ μηδὲ τὰς συνήθεις ἡδονὰς ἔχοντες μηδὲ τῶν ἐκ θεοῦ δεκτικοὶ ὄντες ὀδυνῶνται ἀνηκέστως, οὐ τοῦ θεοῦ κόλασιν ποιήσαντος, ἀλλὰ ἡμῶν ἑαυτοῖς τὴν κόλασιν εὐτρεπισάντων, ἐπεὶ οὐδὲ θάνατον ὁ θεὸς ἐποίησε, ἀλλ᾿ ἡμεῖς ἑαυτοῖς τοῦτον ἐπεσπασάμεθα».Μην ἄνησυχεῖτε ὅμως ὑπερβολικά. Ὅπως λένε οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες κανείς, ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθεῖ, δεν θά κολαστεί. Ὅποιος θέλει νά κολαστεί, αὐτός θά κολαστεί.

  7. Σέ ποιόν Ἅδη κατέβηκε ὁ Χριστός; Σέ κάποια σκοτεινά σπήλαια μήπως, κάτω ἀπό τά Ἱεροσόλυμα ἤ κάπου ἐκεῖ γύρω; Ἡ Γραφή χρησιμοποιεῖ ἐκφράσεις γνωστές στό λαό, συχνά ὑπολείμματα εἰδωλολατρικῶν δοξασιῶν. Ὅπως ὅταν μιλάει τό Εὐαγγέλιο γιά τόν [i]”σεληνιαζόμενο”[/i] (Ματθ. 4:24), δέχεται τήν ὀνομασία χωρίς τή δοξασία πού τήν συνόδευε, ὅτι τό φεγγάρι δῆθεν προκαλεῖ τό δαιμονισμό. Ὁ Ἅδης, ἀποκαθαρμένος ἀπό τίς ἀντιλήψεις τῶν ἀρχαίων, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος, ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Σ’ αὐτήν κατέβηκε μέ τήν Ἐνανθρώπισή του ὁ Χριστός. Αὐτήν ἐλευθέρωσε ἀπό τή δυναστεία τοῦ διαβόλου. [b]Συμεών Ν.Θεολόγος[/b], Κατ. 13: “Τό μυστήριο τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας γίνεται μυστικῶς πάντοτε μέσα μας, ἐάν τό θέλουμε, …ὁ Χριστός θάπτεται σάν σέ μνῆμα… καί ἀφοῦ ἑνωθεῖ μέ τίς ψυχές μας, πάλι ἀνασταίνεται, συνανασταίνοντας μαζί του κι ἐμᾶς”. [b]Μάξιμος Ὁμολογητής[/b], ἐρώτ. 44: “Ὁ παράδεισος δηλώνει τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου πού φυτεύθηκε στήν ἀνατολή τῆς γνώσης τοῦ Θεοῦ”. [b]Γρηγόριος Νύσσης[/b], PG 46, 85: “ᾅδην μὴ τόπον τινὰ οὕτως ὀνομαζόμενον οἴεσθαι, ἀλλά τινα κατάστασιν ζωῆς ἀειδῆ καὶ ἀσώματον, ᾗ τὴν ψυχὴν ἐμβιοτεύειν παρὰ τῆς Γραφῆς ἐκδιδασκόμεθα”.

  8. Σημείωση σε Αντιφωνική συζήτηση Sherrard Σεφέρη
    Αγαπητοί Αντιφωνικοί Φίλοι,

    Tο θέμα της επιστολής αυτής του Φίλιππου Sherrard στον Γ. Σεφέρη είναι εξαιρετικά σημαντικό γι’ αυτό και ευχαριστούμε το Αντίφωνο άλλη μια φορά για την προσφορά του και τον διάλογο στον οποίο προσκαλεί. Το θέμα σχετίζεται (αν και δεν ταυτίζεται) με την ωριγενική θεωρία περί Αποκαταστάσεως των Πάντων, δηλ. περί μιας νομετελειακής (έστω με την έννοια της προβλέψιμης) συμφιλίωσης παντός κτίσματος με τον Δημιουργό Θεό στα έσχατα. Η θεωρία αυτή καταδικάστηκε στην 5η Οικουμενική Σύνοδο (Kωνσταντινούπολη, 553 μ.Χ.) ως αιρετική. Εν προκειμένω η εξέταση του θέματος από τον Μητροπολίτη Διοκλείας, Κάλλιστο Ware (: φίλο του Sherrard) είναι εξαιρετικά ισορροπημένη πιστεύω. (Βλ. από τον πρώτο τόμο των απάντων του: http://www.clarion-journal.com/files/dare-we-hope-for-the-salvation-of-all-1.pdf). Εκτός από τον Ωριγένη ο Κάλλιστος εξετάζει και τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, ο οποίος και αυτός υποστήριξε μια θεωρία περί αποκαταστάσεως των πάντων. (Σε σχετικά πρόσφατο συνέδριο για τον Νύσσης στην Ρώμη, 2014, https://www.gregoryofnyssa.org/wp-content/uploads/2016/07/program.pdf υπήρξαν απ΄ό,τι ανακαλώ τουλάχιστον δύο εισηγήσεις για το θέμα αυτό, προσπαθώντας να αναδείξουν το πώς ο Νύσσης αποφεύγει την αίρεση του Ωριγένη. Βλ. τις περιλήψεις των ανακοινώσεων Limone, Blahova και Przyszychowska, ιδιαίτερα δε τις τελευταίες δύο: https://www.gregoryofnyssa.org/wp-content/uploads/2016/07/program.pdf ). Τέλος, εξετάζεται από τον Μητρ. Διοκλείας και ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, ο οποίος απ΄ό,τι φαίνεται αγνοούσε τα της 5ης Οικουμενικής Συνόδου. Σε κάθε περίπτωση θεωρώ ότι και ο Χρήστος Γιανναράς, που σε πρόσφατό του βιβλίο (Πτώση-Κρίση-Κόλαση, Ίκαρος, 2017) καταπιάνεται με το θέμα της Αποκαταστάσεως (θεματική που απουσιάζει από το Αίνιγμα του Κακού), διέπεται από ένα πνεύμα συγγενές προς αυτό του Κάλλιστου.
    Το ακόλουθο σύντομο απόσπασμα από το κείμενο του Γιανναρά (σσ.148149) θα μπορούσε να αποτελέσει συμπύκνωση των συμπερασμάτων του Κάλλιστου: «… ὁ Δημήτρης Κουτρουμπῆς, ἔλεγε σὲ προσωπικοῦ χαρακτήρα (ὄχι δημόσιου) συναντήσεις: „Μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία καταδίκασε τὴ διδασκαλία τοῦ Ὠριγένη γιὰ ‛ἀποκατάσταση τῶν πάντων’ καὶ μετὰ συνέχισε ἡ Ἐκκλησία νὰ προσεύχεται γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν πάντων“». Αυτά ως μια μικρή προσθήκη εν είδει υποσημείωσης στην αντιφωνική συζήτηση που προηγήθηκε.

    Καλό υπόλοιπο του Καλοκαιριού εύχομαι!

  9. Κύριε Σχοινά,
    τα ζητήματα αυτά δεν απαντώνται εύκολα. Τα θεολογικά ερωτήματα τα ζούμε και δεν ησυχάζουμε παραθέντοντας ένα τακτοποιημένο θεολογικό σύστημα.
    Ποιος από εμάς δεν απορεί;
    Αναφέρετε σε ένα σχόλιό σας: ” Μήν ἄνησυχεῖτε ὅμως ὑπερβολικά. Ὅπως λένε οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες κανείς, ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθεῖ, δεν θά κολαστεί. Ὅποιος θέλει νά κολαστεί, αὐτός θά κολαστεί”.
    Ετσι είναι λοιπόν; Τόσο απλά; Οποιος θέλει να κολαστεί, θα κολαστεί;
    Οποιος θέλει να σωθεί, θα σωθεί;
    Με πόσα βάσανα, με πόσες ταλαιπωρίες, με πόση άγνοια περνάμε τη ζωή μας;
    Τόσο πολύ μεγάλη βαρύτητα έχει η ελευθερία της επιλογής; Το αυτεξούσιο και η ελευθερία της επιλογής είναι ο Θεός μας;
    Ο Θεός μας δεν είναι αυτός που επιλέγουμε, αλλά Αυτός στον οποίο παραδινόμαστε με όλη μας την καρδιά.
    Αν η αιωνιότητα της κολάσεως εξηγείται λόγω μιας κτιστής καταστάσεως, της μη χρονικότητας, της ατρεψίας, τότε υπάρχει μια κτιστή πραγματικότητα, ως αντικειμενική πραγματικότητα, κλειστή έναντι του Θεού, αυτοφυλακή ενδοκόσμια, περίκλειστη και αυτοαναφορική μέσα στην ίδια φύση και στο ίδιο θέλημα.
    Είναι δυνατό να μένει κάτι αδιαπέραστο από τον Θεό; Είναι δυνατό να επιτρέπει ο Θεός σε κάποιον να υπάρξει χωρίς να αναμένει την έξοδό του, την ελευθερία του προς Αυτόν; Είναι δυνατόν να επιτρέπει ο Θεός μια ύπαρξη καταδίκης επειδή σέβεται την ελευθερία επιλογής του κτίσματος και όχι επειδή ποθεί το άνοιγμα και την παράδοση της καρδιάς του πλάσματός Του; Θα μπορούσε να υπάρξει κτιστή πραγματικότητα που να είναι καθεαυτήν αυτόνομα και αυτοδίκαια φυλακή αιώνια και αναπόδραστη, χωρίς την προσδοκία και την δυνατότητα της ένωσης μαζί Του;

  10. Κύριε Θεοφιλογιαννάκο, ὄντως εἶναι δύσκολο ἕως σχεδόν ἀδύνατο να ἀπαντηθοῦν τά πράγματα αὐτά. Εἶναι σχεδόν ἀδύνατο να κατανοήσουμε την κατάσταση τῶν ἐν τῇ κακίᾳ το ἄτρεπτον ἐσχηκότων. Γι’αὐτό και παρέθεσα στο ἄρθρο μου Ἡ αἰωνιότητα τῆς κολάσεως (πού εἶναι ἀνηρτημένο προσφάτως στο Ἀντίφωνο) δύο παράδοξες διηγήσεις δύο συγχρόνων Γεροντάδων, για να σχηματίσουμε μία, ἔστω ἀμυδρή, εἰκόνα τῆς σκληρύνσεως και πορώσεως τῆς ἐλευθερίας τῶν κολασμένων ἀνθρώπων και δαιμόνων. Διαβᾶστε τις. Ἴσως σᾶς διαφωτίσουν κάπως. Ὁ μακαριστός καθηγητής Νῖκος Ματσούκας στο βιβλίο του Το πρόβλημα τοῦ κακοῦ μιλάει για το ἀνίατο τραῦμα τῆς δημιουργίας, το ὁποῖο προκύπτει ἀπό την αὐτόβουλη ἐπιθυμία ὁρισμένων λογικῶν ὄντων να εἶναι ἀθεράπευτα. Δεν θέλουν ὅλοι να σωθοῦν! Την πραγματικότητα αὐτή διαπιστώνει και ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ Αθωνίτης, στον ὅποῖο μάλιστα δόθηκε ἐξ ἀποκαλύψεως ἡ ὁδός τῆς σωτηρίας: Κράτα τον νοῦ στόν Ἅδη και μη ἀπελπίζου. Ἡ σωτηρία εἶναι ανθρωπίνως ἀδύνατη!Ἀκούσαντες δε οἱ μαθηταί αὐτοῦ ἐξεπλήσσοντο σφόδρα λέγοντες Τις ἄρα δύναται σωθῆναι;Ἐμβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς. Παρά ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατον ἐστι, παρά δε τῷ Θεῷ πάντα δύνατά ἐστι.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ