Ευάγγελος Νιάνιος
"Πανήγυρις φαιδρά, ιερά πανδαισία, δεύτε πιστοί μεθέξωμεν· ακραιφνής Φράγκος και γαρ ημάς συγκαλείται, εστιάτωρ ων πνευματικός, ού η τράπεζα γέμει ελληνικών εδεσμάτων"… Το βιβλίο του Ρεζίς Ντεμπραί «Ζωή και θάνατος της εικόνας» – περί αυτού πρόκειται – που πρωτοκυκλοφόρησε το 1992 είναι ένας ύμνος στην αιώνια – ειδωλολατρική και ορθόδοξη – Ελλάδα. Και όμως διαπραγματεύεται ένα καθόλα σύγχρονο θέμα: τις γεωπολιτικές διαστάσεις της εικόνας. Aυτό που εντυπωσιάζει στο βιβλίο δεν είναι ο εκθειασμός των Αρχαίων προγόνων μας – δεν είναι ο πρώτος που το κάνει και άλλοι ίσως τον ξεπερνούν σε επαίνους – αλλά ο ανυπόκριτος εγκωμιασμός των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας, από τον Μέγα Αθανάσιο μέχρι τον άγιο Νικηφόρο, τον Πατριάρχη και η αναγνώριση ότι η νίκη των εικονολατρών επί των εικονομάχων συνιστά μέγιστη πολιτισμική κατάκτηση. Η διεισδυτική του ματιά συνδυάζει την κοινωνιολογική κριτική και το θεολογικό σχόλιο.
Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι σπάνια ακούστηκαν, από χείλη κοσμικού, μεγαλύτερες αλήθειες από αυτές του σ.: «Η νέα θεότητα λέγεται επικαιρότητα: Η Ενσάρκωση στο ακρότατο όριό της. Η μικρή οθόνη δεν πάλλει το φως της ογδόης ημέρας, αυτό της αποκαλυπτικής όρασης που θα μας επιτρέψει επιτέλους να δούμε τον Θεό στην πληρότητά του… Έχει μετριότερους στόχους: φωτίζει τις επτά ημέρες της εβδομάδος ακτινοβολώντας μας πραγματικότητα. Η χριστιανική Εικόνα έλεγε: ο Θεός σας είμαι παρών. Η μεταχριστιανική Εικόνα: το παρόν είμαι ο Θεός σας». Όπου το πρώτο, είναι το του Χριστού «Κι εγώ θα είμαι μαζί σας πάντα, ώς τη συντέλεια του κόσμου» και το δεύτερο, ο άρχων του κόσμου τούτου, προσκυνήστε με… Τα “Φώτα” της συνεχούς προόδου έχουν σβήσει και ο κόσμος έχει γυρίσει στο σκοτεινό παρελθόν: «Η χριστιανική Εικόνα παραπέμπει υπερφυσικά στο Είναι από το οποίο και απορρέει, η καλλιτεχνική εικόνα το ανα-παριστά τεχνητά, η απευθείας εικόνα εκλαμβάνεται φυσιολογικά ως το Είναι. Μετά την ιδέα της οπισθοδρομικής προόδου και της βαλκανίζουσας παγκοσμιοποίησης, οφείλουμε να δεχτούμε την πραγματικότητα ενός άλλου παραδόξου: την ηλεκτρονική κοινωνία ως πρωτόγονη κοινωνία».
*****
Πώς συνέβη και ένας Γάλλος αναθρεμμένος με τον Διαφωτισμό, θιασώτης της Ουτοπίας της Επανάστασης – για την πραγμάτωση της οποίας έθεσε σε θανάσιμο κίνδυνο την ίδια του τη ζωή, στα βουνά της Βολιβίας, στο πλευρό του Τσε Γκεβάρα – και σύμβουλος του προέδρου Μιτεράν ανακάλυψε τη βυζαντινή Εικόνα, για την οποία το ελληνικό ορθόδοξο πνεύμα συγκρούονταν για δύο περίπου αιώνες με το ανατολίτικο ανεικονικό;
Οξύνους, με πλούσια και στέρεη παιδεία, με βαθειά γνώση των Ελλήνων κλασικών, υπέρμαχος της εθνικής κυριαρχίας, με εκπεφρασμένη την αντίθεσή του στη επέμβαση των Δυτικών στη Γιουγκοσλαβία, καθολικός πλέον το θρήσκευμα, μπόρεσε να διακρίνει το ειδικό βάρος της εικόνας – είναι άλλωστε ο εισηγητής της μιντιολογίας – στην διαμόρφωση πολιτικών κυριαρχίας. «Όπως το πέρασμα, γράφει, από τον προφορικό πολιτισμό στον γραπτό απετέλεσε μια βαθμίδα στην εθνική ενοποίηση εδαφών μέσω της εξαφάνισης των τοπικών διαλέκτων και εκφράσεων [σ.τ.μ.: Αυτό ισχύει για πολλές χώρες της δυτικής Ευρώπης αλλά όχι για την Ελλάδα], το πέρασμα στον νέο οπτικό πολιτισμό αποτελεί μια βαθμίδα στην παγκόσμια ενοποίηση των βλεμμάτων με τίμημα τη διάλυση των εθνικών βιομηχανιών του φαντασιακού… Μετά το τέλος της επιρροής του γράμματος, τα έθνη βλέπουν ότι στερούνται το βλέμμα τους ώστε να βλέπουν όλα τον κόσμο με τα αμερικανικά μάτια».
Μόνον άφατη λύπη προκαλεί η διαπίστωση ότι η τηλεοπτική μας εικόνα, αν δεν είναι αμερικανική, είναι 100% κατ’ εικόνα και ομοίωσή της, δεκαετίες τώρα. Αποστασιοποιηθήκαμε από την Εικόνα (εκατό είκοσι και πλέον χρόνια πριν ο Παπαδιαμάντης το είχε επισημάνει: «Μη θρησκευτικά προς Θεού! Το Ελληνικόν Έθνος δεν είναι Βυζαντινοί, εννοήσατε; Οι σημερινοί Έλληνες …επολιτίσθησαν, επροώδευσαν και αυτοί. Συμβαδίζουν με τάλλα Έθνη.» γι’ αυτό και η εικόνα που παρήγαμε ήταν ρηχή, στο επίπεδο της διασκέδασης ή υπηρετούσε τη μυθολογία της Αριστεράς. Κάθιδρο το ελληνικό κράτος έσπευσε να απαγορεύσει την προβολή μιας από τις ελάχιστες ταινίες αυτογνωσίας, το «1922» του Νίκου Κούνδουρου. Αφήσαμε τον «Μέγα Αλέξανδρο» σε… ξένα χέρια. Θέματα κοσμοϊστορικής σημασίας, όπως η άλωση της Πόλης ή ο εκχριστιανισμός των Σλάβων – η διαρκέστερη γεωστρατηγική μεταβολή – δεν μας αφορούν! Και παράλληλα έχουμε εντρυφήσει στη ζωή δυτικών βασιλέων, παλλακίδων και εγκληματιών! Μαγεμένοι από τη σαγήνη της «προόδου» γκρεμίσαμε τα τείχη και σήμερα εισπράττουμε τους καρπούς των έργων και των παραλείψεών μας. Η ίδια η βυζαντινή Εικόνα είχε εξορισθεί από τους Ναούς ακόμα και από Μοναστήρια και χρειάστηκε να έλθει ο Κόντογλου για να την αναστηλώσει! Όσο για θησαυρό που λέγεται βυζαντινή μουσική – κοσμική και εκκλησιαστική – την περιορίσαμε στις ‘‘κατακόμβες’’ των ναών και το κενό στις ψυχές των νέων καλύφθηκε με τα ψυχοφθόρα κουρέλια της αντικουλτούρας της Δύσης. Ούτε υποψιαστήκαμε ότι στο τομέα του Πολιτισμού είμαστε, κατά την έκφραση του Χένρυ Μύλλερ (Ο Κολοσσός του Μαρουσιού) “υπερδύναμη”. Η παγκοσμιοποίηση ή καλύτερα η αμερικανοποίηση για τη χώρα μας είχε αρχίσει τουλάχιστο από την εποχή που συνωστιζόμασταν στους κινηματογράφους για να δούμε γουέστερν…
«Το διακύβευμα – λέει ο Ντεμπραί – ξεπερνά … τις κατά καιρούς εναλλακτικές λύσεις του επεμβατισμού και του απομονωτισμού του θείου Σαμ… Η αποκλειστικότητα της “διασκέδασης” ολόκληρου του κόσμου είναι υποχρέωση που απορρέει από την ηγεμονία. Το κάτι “παραπάνω” που δίνει τη δυνατότητα μετατροπής μιας οικονομικής πρωτοκαθεδρίας σε πολιτική ηγεμονία, είναι μια στρατιωτική δύναμη διαθέσιμη ανά πάσα στιγμή από τη μια και το πυροβολικό των εικόνων από την άλλη».
Τη δύναμη της εικόνας στη χειραγώγηση της κοινής γνώμης την διαπιστώσαμε το 1991 με τον κορμοράνο που, από θύμα του ναυαγίου του πετρελαιοφόρου Βαλντέζ στις ακτές της Βρετάνης, “μεταφέρθηκε” στις ακτές του Περσικού κόλπου για την ενοχοποίηση του Σαντάμ Χουσεΐν και με την νοσοκόμα που μετέδιδε από το “Κουβέιτ” της ακρότητες των ιρακινών στρατιωτών ενώ βρισκόταν στην Ουάσιγκτον ως κόρη του πρεσβευτή του Κουβέιτ στις ΗΠΑ!!!
*****
Αναζητώντας τις απαρχές του εικονιστικού κινήματος ο σ. “σκόνταψε” στη εικονομαχία η οποία συντάραξε το Βυζάντιο και ως εκ τούτου αναγκάστηκε να μελετήσει Ορθόδοξους Πατέρες. Και τότε διαπίστωσε ότι αυτός, ένας ελεύθερος διανοούμενος, είχε πολλά να διδαχθεί από τους Αγίους της Εκκλησίας μας ή τουλάχιστον να μη διαφωνήσει μαζί τους. (Δεν είμαι σε θέση να βεβαιώσω αν το προσκύνημά του στο Άγιον Όρος πραγματοποιήθηκε πριν ή λίγο μετά το βιβλίο που παρουσιάζουμε). Το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου επιγράφεται «Η σοφία του Χριστιανισμού» και φέρει ως μότο την πίστη του Πατριάρχη, Αγίου Νικηφόρου ότι «Αν καταργήσουμε την Εικόνα, εξαφανίζεται το σύμπαν και όχι ο Χριστός». Τίμιος καθ’ όλα με το λειτούργημά του, απέδωσε τον δίκαιο έπαινο στους εικονόφιλους κληρικούς και μοναχούς. «Νομιμοποιώντας, η πρώτη συνοδική απόφαση, την παράσταση της Χάριτος και της Αλήθειας μέσω της εικόνας του Χριστού, το 692, θεμελίωσε το δόγμα των εικόνων πάνω σε εκείνο της Ενσάρκωσης (έμπνευση του Ιωάννη Δαμασκηνού από τους νεοπλατωνικούς). Το ότι χρειάστηκε να περάσουν επτά αιώνες, να χυθεί πολύ αίμα, για να επιβεβαιωθούν θεολογικά οι επιπτώσεις του ιδρυτικού δόγματος, δείχνει σε τι δύναμη αδράνειας προσέκρουσε αυτή η “αιρετική” διείσδυση της Σάρκας στο Θείο».
«Ο* χριστιανισμός χάραξε την μοναδική μονοθεϊστική σφαίρα όπου… η εικόνα άπτεται καίρια της ουσίας του Θεού και των ανθρώπων. Το θαύμα δεν έγινε χωρίς δυσκολίες… Λίγο ακόμα και οι βυζαντινοί εικονομάχοι (και σε μικρότερο βαθμό οι καλβινιστές, οκτώ αιώνες αργότερα) να επαναφέρουν το απολωλός πρόβατο στο κοπάδι και υπό τον νόμο. Αν «η παλιά ελληνική τεχνοτροπία», η περιφρονούμενη με πολύ ελαφρότητα από τον Βιζάρι τον Λατίνο ως “σκληρή, χονδροειδής και ρηχή”, είχε υποκύψει, δεν θα υπήρχαν ούτε ο Τσιμαμπούε ούτε ο Τζιόττο. Άρα, χωρίς τους προγόνους της, η Δύση δεν θα είχε κατακτήσει τον κόσμο». Και δεν χαρίζεται στους δικούς του, τους Δυτικούς, τους επιλήσμονες της μεγάλης προσφοράς του Βυζαντίου: «Άθεοι και πιστοί αν ξεφύγαμε από τα αναμασήματα της καλλιγραφικής δοξολόγησης του Θεού, κατά τα πρότυπα των μουσουλμάνων, το οφείλουμε σε αυτούς τους “βυζαντινούς” για τους οποίους λέμε ελαφρά τή καρδία ότι συζητούσαν για το φύλο των αγγέλων. Χάρις στη δική τους λεπτολόγο διάθεση, η ασκητική φλόγα δεν έκαψε τη Δύση» [σ.τ.μ.: Άλλο ο δυτικός μοναχισμός και άλλο ο ορθόδοξος.].
Και όσοι από τους προοδευτικούς και εκσυγχρονιστές πιστεύουν ακόμα ότι το Βυζάντιο ήταν μια σκοτεινή θεοκρατία, ας ακούσουν και τον Ντεμπραί:
«Όπως εξηγούσε περί το 820 ο συγγραφέας των Aντιρρητικών, [άγιος] Nικηφόρος, Πατριάρχης Kωνσταντινουπόλεως, ο Πατήρ της Eικονολατρικής Εκκλησίας που εξορίστηκε από τον Λέοντα τον 5ο, ο εικονομάχος αυτοκράτορας ήθελε κατά κάποιο τρόπο όλες τις εξουσίες παρά την παγιωμένη διάκριση εγκόσμιου και πνευματικού, Aυτοκρατορίας και Eκκλησίας. O Nικηφόρος έβλεπε στην εικονομαχία αυτό που θα ονομάζαμε σήμερα “ολοκληρωτικό πειρασμό”, συνδεδεμένο με περιφρόνηση προς τη θεία υπόθεση της σωτηρίας». Όχι μόνο δεν υπήρξε ανάμειξη της Εκκλησίας στα του κράτους αλλά συνέβαινε το αντίθετο… Καιρός είναι να αναρωτηθούμε τουλάχιστο αν η επίθεση κατά της Εκκλησίας, με ποικίλες αφορμές – δες θρησκευτικά –, δεν κρύβει έναν «ολοκληρωτικό πειρασμό», προπαντός στις μέρες μας.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Ο καλβινιστικός εικονοκλαστισμός… αντιπροσωπεύει τη δεύτερη Εικονομαχία της χριστιανικής Δύσης. Στηριζόμενη στο sola scriptura, δηλαδή όλα είναι συμβολικά, η Μεταρρύθμιση καταγγέλλει τις μαγικές ή αριθμητικές διαστροφές της χριστιανικής εικονογραφίας (η οποία στη γερμανική περιοχή, με τα ζωγραφισμένα ξύλινα αγάλματα, φτάνει σε ένα απίστευτο βαθμό παραίσθησης στις αρχές του 17ου αιώνα). Πρέπει να λατρεύουμε το Θεό, και όχι την εικόνα του, βροντοφωνάζει ο Λούθηρος… Ο Έρασμος είχε ήδη καταδικάσει την εκκλησιαστική τέχνη ως κρυφή παγανιστική ειδωλολατρία· και ο Αλφόνσο Βαλντές, γραμματέας του Καρόλου του 5ου, εξέχων καθολικός, αναγνωρίζει ότι η λατρεία των εικόνων των αγίων και της Θεοτόκου, «απομακρύνει από τον Ιησού Χριστό την αγάπη που οφείλουμε μόνο σε αυτόν». Η αντιμεταρρύθμιση επαναφέρει την εικόνα, την περιορίζει σε αριθμό, την παραφουσκώνει (τελικά ο προτεσταντισμός ενίσχυσε αυτό που ήθελε να εξασθενήσει) καθώς επιστρέφει σε ένα καθεστώς λιγότερο επικίνδυνο, σε μια λειτουργία απεικονιστική και όχι πλέον χαρισματική ή καθαρτική του ορατού. Η Εικόνα χάνει τα χαρακτηριστικά της, γίνεται εικόνα. Από εμφάνεια γίνεται παρουσιαστικό. Από υποκείμενο, είναι πλέον μόνο αντικείμενο. Ο οπτικός επανεξοπλισμός τού καθολικού κόσμου μετά τη Σύνοδο του Τριδέντου γίνεται με περισσότερες εικόνες αλλά κατώτερη εικόνα απ’ ό,τι στο παρελθόν – λες και η Μεταρρύθμιση πέτυχε τουλάχιστον αυτή την diminution capitis. Η πασιφανής δυναμική άνοδος του καλλιτέχνη ως ατόμου που σφραγίζει επιδεικτικά την είσοδο στην εποχή της τέχνης – δες, μετά τον «θείο Μιχαήλ Άγγελο», την απονομή τίτλου ευγενείας στον Τισιάνο από τον Κάρολο τον 5ο – έχει ως αντίκτυπο μια πτώση της οντολογικής δύναμης, μια πτώση στην πραγματική παρουσία των δημιουργιών της. Η ομορφιά είναι μια μαγεία που ξεφεύγει ή την αρνούνται. Όπως το μουσείο είναι ο σκουπιδοτενεκές δοξασιών υποβαθμισμένων πολιτιστικά. Η τέχνη είναι ό,τι απομένει στον πιστό όταν οι άγιες εικόνες του δεν μπορούν να τον σώσουν.
Όταν ένας Έλληνας ή Ρωμαίος πολίτης, ένας πιστός του Βυζαντίου ή του Μεσαίωνα υψώνει τα μάτια του προς την ιερή ή θεία εικόνα δεν μπορεί παρά να τις ασπαστεί. Επειδή «το βλέμμα του Κυρίου πέφτει πάνω του»… Η ανακάλυψη της γεωμετρικής προοπτικής θα συντρίψει αυτή την ταπεινοφροσύνη. Θα καταστήσει το δυτικό βλέμμα περήφανο υπεροπτικό, και πρωτίστως για την οξυδέρκειά του.
Η παραδοσιακή Εικόνα δεν έχει βάθος. Το Βυζάντιο όντως, και εν μέρει και η λατινική Δύση κληρονόμησαν τις πλωτίνιες απαγορεύσεις οι οποίες χαρακτηρίζουν την εξαϋλωμένη φυσική των τελευταίων [αρχαίων] Ελλήνων στοχαστών. Ο Πλωτίνος (205 - 270) καταργεί το βάθος, επειδή είναι ύλη, όπως το χώρο και τη σκιά. Φέρνοντας τα πάντα σε πρώτο και μοναδικό επίπεδο, ευνοείς την διανοητική όραση της Ιδέας, του Θείου στην Εικόνα. Εντούτοις σκαρώνεται μια Τρίτη διάσταση. Όχι ως εξαπάτηση αλλά ως πραγματικότητα. Δεν περιέχεται στην ζωγραφισμένη επιφάνεια αλλά βρίσκεται ανάμεσα στην Εικόνα και στον θεατή της. Πρόκειται για την απόσταση που διατρέχουν οι ακτίνες - φορείς της θείας ενέργειας για να φτάσουν στον πιστό. Οι γραμμές φυγής κατευθύνονται προς το μάτι του θεατή.
Είναι κατάφωρη οπισθοδρόμηση, ένδειξη οπισθοδρόμησης της χριστιανοσύνης της Ανατολής σε σχέση με τη δυτική μη θρησκευτικότητα, αν στις ορθόδοξες λειτουργίες απαγορεύονται οι εικόνες και οι ήχοι μηχανικής προέλευσης; Δεν μπορούμε να αντικαταστήσουμε, λένε οι θεολόγοι της Ορθοδοξίας, έναν χορό [ψαλτών] με ένα δίσκο, μια Εικόνα με μια φωτογραφία, ή μια τοιχογραφία με μια μεταξοτυπία, χωρίς να χάσει το τυπικό τη χαρισματική του ικανότητα. Η Εικόνα αποτελεί ζωντανή έκφραση της πίστης και μόνο ό,τι είναι ζωντανό μπορεί να απαντά στο Θεό, και να δέχεται τις απαντήσεις του. De te theologia narrator?
Η ορθόδοξη Εικόνα ήταν κατώτερη από ένα είδωλο, επειδή ήταν η διάμεσος της θεότητας, και όχι θεότητα η ίδια· αλλά ήταν περισσότερο από ένα σύμβολο, γιατί αναπαριστώντας ένα μοναδικό πρόσωπο (του Χριστού ή ενός αγίου), ήταν η ίδια μοναδική… Για τον προσευχόμενο, η όραση της Εικόνας οδηγούσε στη θέωση, και μ’ αυτή την πράξη αναζητούσε την ομοιότητα με κάτι που δεν ήταν από αυτόν τον κόσμο. Η όραση των εικόνων της επικαιρότητας μάς οδηγεί μόνο προς τον βέβηλο κόσμο – αυτόν ακριβώς που η Εικόνα απαξιούσε να παραστήσει.