Είναι η θρησκευτικότητα έμφυτη στον άνθρωπο;

9
3722

Το παρόν άρθρο αποτελεί μια σύνοψη του πολύ ενδιαφέροντος πρόσφατου βιβλίου του Τζάστιν Μπάρετ: «Γεννημένοι Πιστοί: Η επιστήμη της θρησκευτικής πίστης του παιδιού»: Justin L. Barrett: “Born Believers: The science of children’s religious belief”, Free Press, 2012). O Τζάστιν Μπάρετ είναι διευθυντής του κέντρου Thrive Centre for Human Development και καθηγητής Φυσιολογίας στο Fuller Graduate School of Psychology. Έχει εργασθεί ως ερευνητής στο Centre for Anthropology and Mind και στο Institute for Cognitive and Evolutionary Anthropology στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και σε ανάλογα ερευνητικά κέντρα στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν (Ann Arbor), στο πανεπιστήμιο Cornell κλπ.

Είναι γνωστό ότι ο διάσημος συνθέτης κλασικής μουσικής  Μότζαρτ έπαιζε πιάνο και άρχισε να συνθέτει μουσική από την ηλικία των 5 ετών: Ήταν γεννημένος μουσικός, είχε έμφυτο μουσικό ταλέντο και με ελάχιστη προσπάθεια μεγαλουργούσε στη μουσική.

Ελάχιστοι άνθρωποι γεννιούνται βέβαια τόσο προικισμένοι από την φύση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η μουσική θα πρέπει να εισχωρήσει μέσα μας με την διδασκαλία, την επανάληψη και την εξάσκηση, όλες χρονοβόρες και επίπονες διαδικασίες που απαιτούν προσπάθεια και δεν γίνονται «φυσικά». Σε άλλα πεδία, όπως η γλώσσα ή το περπάτημα, (σχεδόν) όλοι μας γεννιόμαστε «ομιλητές» και «βαδιστές» (εκτός διαφόρων «ατυχημάτων»). Τι συμβαίνει όμως με την θρησκεία; Μοιάζει περισσότερο με την μουσική ή με την γλώσσα;

Η απάντηση που προκύπτει από τα μέχρι στιγμής επιστημονικά δεδομένα της εξελικτικής φυσιολογίας, της γνωστικής ανθρωπολογίας και περισσότερο από την γνωστική επιστήμη της θρησκείας φαίνεται πως η θρησκεία είναι στον άνθρωπο σχεδόν τόσο φυσική όσο και η γλώσσα. Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων είναι «γεννημένοι πιστοί», με φυσική ροπή στην αποδοχή θρησκευτικών ισχυρισμών και ερμηνειών. Αυτή η γοητεία της θρησκείας αποτελεί εξελικτικό παράγωγο του συνήθους γνωστικού εξοπλισμού και αν και φυσικά δεν μπορεί να πει κάτι για την ορθότητα των θρησκευτικών   πεποιθήσεων, εν τούτοις βοηθά να δούμε την θρησκεία κάτω από ένα νέο πρίσμα.

Από την αρχή της ζωής τους τα βρέφη ξεκινούν την προσπάθεια κατανόησης του κόσμου γύρω τους. Από την γέννησή του ο άνθρωπος επιδεικνύει διάφορες καθορισμένες προτιμήσεις στο τι του κεντρίζει την προσοχή και στο τι κλίνει να σκέφτεται. Ένα κομβικό στοιχείο στην διαδικασία αυτή είναι η αναγνώριση της διαφοράς μεταξύ συνηθισμένων φυσικών αντικειμένων και «υποκειμένων» (agents)-δηλαδή αντικειμένων που επιδρούν στο περιβάλλον τους. Τα βρέφη κατανοούν πως για παράδειγμα τα βιβλία και οι μπάλες θα πρέπει να τα πιάσει κάποιος για να μετακινηθούν ενώ υποκείμενα όπως τα ζώα και οι άνθρωποι κινούνται από μόνα τους.

Εξ αιτίας της ανεπτυγμένης κοινωνικότητάς μας, δίδουμε ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή στα υποκείμενα. Υπάρχει ισχυρή έλξη για ερμηνείες με την βοήθεια δράσης κάποιου υποκειμένου, ιδιαίτερα σε γεγονότα που δεν ερμηνεύονται άμεσα με συνήθεις αιτιοκρατικούς όρους. Για παράδειγμα ο Φίλιπ Ρόχατ και οι συνεργάτες του στο Πανεπιστήμιο Ιμορυ στην Ατλάντα της Γεωργίας των ΗΠΑ διεξήγαγαν σειρά πειραμάτων που αποδεικνύουν πως από το πρώτο έτος της ζωής τους τα παιδιά μπορούν  να διακρίνουν την κίνηση αντικειμένων από την κίνηση υποκειμένων ακόμη και εάν τα αντικείμενα και τα υποκείμενα ήταν χρωματιστοί δίσκοι σε γραφικά σε οθόνη υπολογιστή. Από τους 9 μήνες τα βρέφη έδειχναν ότι μπορούν να καταλάβουν όχι μόνο την αιτιοκρατική σχέση μεταξύ δυο δίσκων που φαίνονταν να κυνηγούν ο ένας τον άλλο αλλά μπορούσαν επίσης να διακρίνουν ποιος κυνηγά ποιον. Τα βρέφη αρχικά παρακολουθούσαν είτε έναν κόκκινο δίσκο να κυνηγά έναν μπλε ή αντίστροφα μέχρι να συνηθίσουν, δηλαδή με άλλα λόγια μέχρι να βαρεθούν. Μετά ο πειραματιστής αντέστρεφε το κυνηγητό. Τα βρέφη συνειδητοποιούσαν την διαφορά και άρχιζαν και πάλι να παρακολουθούν ξανά (βλέπε Perception, vol 33, page 355).

Τα  βρέφη επίσης δείχνουν ευαισθησία σε δύο άλλα σημαντικά χαρακτηριστικά των υποκειμένων που επιτρέπουν να κατανοήσουν τον κόσμο αλλά επίσης τα κάνουν να αποδεχθούν «θεούς»: Πρώτον τα υποκείμενα δρουν για να επιτύχουν στόχους και δεύτερο δεν χρειάζεται τα υποκείμενα να είναι εμφανή (οπτικά). Για να μπορούμε να λειτουργούμε σε κοινωνικές ομάδες, να αποφεύγουμε τα αρπακτικά και να πιάνουμε την λεία, θα πρέπει να είμαστε ικανοί να σκεφτούμε υποκείμενα που δεν μπορούμε να δούμε. Η ευκολία με την οποία εμείς οι άνθρωποι επιστρατεύουμε την αιτιοκρατία που βασίζεται σε υποκείμενα δεν σταματά στην παιδική ηλικία. Σε ένα πείραμα που έκανε ο συγγραφέας του εν λόγω βιβλίου Τζάστιν Μπάρετ με την Αμάντα Τζόνσον στο Κολέγιο Γκάλβιν του Μίσιγκαν  ρώτησαν φοιτητές να διηγηθούν τις δραστηριότητές τους ενώ τοποθετούσαν μπάλες στις τρύπες ενός πίνακα. Περιοδικά ένας ηλεκτρομαγνήτης ανάγκαζε τις μπάλες να κυνηγιούνται κόντρα στην φυσική  τους κίνηση που θα ανέμενε κανείς. Σχεδόν τα 2/3 των φοιτητών ενστικτωδώς αναφέρονταν στις μπάλες σαν να ήταν υποκείμενα κάνοντας σχόλια της μορφής «Αυτή δεν θέλει να μπει!»  ή «Δες, αυτές φιλήθηκαν μεταξύ τους!» ή «Αυτές δεν θέλουν να συνεργασθούν!» (βλέπε Journal of Cognition and Culture, vol 3 p.208). Αυτή η καταγεγραμμένη και αδιαμφισβήτητη φυσική τάση των ανθρώπων να ψάχνουν για υποκείμενα στον κόσμο γύρω τους αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι των βάσεων της πίστης σε “θεούς”. Αν συνδυαστούν με μερικές ακόμη γνωστικές τάσεις όπως η αναζήτηση νοήματος, κάνουν τα παιδιά δεκτικά στην θρησκεία.

Έρευνες της Ντέμπορα Κέλεμεν από το Πανεπιστήμιο της Βοστώνης αποδεικνύουν ότι από την παιδική ηλικία μας γοητεύουν τελεολογικές ερμηνείες φυσικών αντικειμένων από τους πιθήκους και τους ανθρώπους μέχρι τα δέντρα και τα παγόβουνα. Η συντριπτική πλειοψηφία παιδιών 4 και 5 ετών που ρωτήθηκαν πιστεύει πως είναι πιο λογικό ότι μια τίγρη «δημιουργήθηκε για να τρώει, να περπατάει και να εκτίθεται σε ζωολογικό κήπο» από το ότι «αν και τρώει, περπατάει, εκτίθεται σε ζωολογικό κήπο, δεν δημιουργήθηκε για αυτό» (βλέπε περιοδικό Journal of Cognition and Development vol 6, p3).

Παρομοίως, αν εξετάσουμε υποθέσεις σχετικά με την προέλευση των φυσικών αντικειμένων, τα παιδιά είναι πολύ πιο δεκτικά σε ερμηνείες που εμπεριέχουν σχεδιασμό και σκοπό. Φαίνεται πολύ πιο λογικό στα παιδιά ότι τα ζώα και τα φυτά δημιουργήθηκαν για κάποιο σκοπό από το να δημιουργήθηκαν χωρίς λόγο. Έρευνες της Μάργκαρετ Έβανς από το Πανεπιστήμιο Ann Arbor του Μίσιγκαν απέδειξαν πως τα παιδιά κάτω των 10 ετών στην συντριπτική πλειοψηφία προτιμούν να αποδεχθούν τις ερμηνείες δημιουργίας των ζωντανών πραγμάτων από κάποιο δημιουργό παρά τις εξελικτικές ερμηνείες, και αυτό συμβαίνει ακόμη και σε παιδιά των οποίων  οι γονείς και οι δάσκαλοί τους υιοθετούν και υποστηρίζουν εξελικτικές ερμηνείες (βλέπε περιοδικό Cognitive Psychology vol 42, p.217). Επιπρόσθετες έρευνες της Κέλεμεν δείχνουν πως η αποδοχή  εξελικτικών ερμηνειών δεν είναι «φυσικές» αλλά «επιβάλλονται» από την διαδικασία της επίσημης εκπαίδευσης (βλέπε περιοδικό Cognition vol 111, p.138).

Φαίνεται ότι όλοι μοιραζόμαστε την διαίσθηση πως η προφανής τάξη και σχεδίαση που παρατηρούμε στον κόσμο γύρω μας απαιτεί την ύπαρξη ενός υποκειμένου που την σχεδίασε και την έφτιαξε. Ένα πρόσφατο πείραμα του Τζωρτζ Νιούμαν από το Πανεπιστήμιο του Γέηλ (Yale University) υποστηρίζει αυτή την άποψη: Σε βρέφη 12 και 13 μηνών έδειξαν δυο γραφικά σε οθόνη υπολογιστή: Το ένα έδειχνε μια μπάλα να χτυπά ένα σωρό από συγκεντρωμένα αντικείμενο και να τα κάνει να απομακρύνονται μεταξύ τους (σαν την μπίλια στο μπιλιάρδο που χτυπά τις συγκεντρωμένες μπίλιες και τις κάνει να απομακρύνονται)  ενώ το δεύτερο γραφικό έδειχνε το αντίστροφο, δηλαδή η μπάλα να προκαλεί συγκέντρωση απομακρυσμένων αντικειμένων. Ο κάθε ενήλικας θα θεωρήσει το δεύτερο σενάριο απρόσμενο. Την ίδια έκπληξη επέδειξαν και τα βρέφη, το δεύτερο γραφικό το παρακολουθούσαν για πολύ περισσότερο χρόνο. Αυτό υποδηλώνει πως και τα βρέφη 1 έτους βρίσκουν μια μπάλα να δημιουργεί τάξη πιο εκπληκτικό-ασυνήθιστο, παράξενο, απρόσμενο από το να δημιουργεί αταξία.

Ακόμη πιο ενδιαφέρον ήταν ένα δεύτερο πείραμα: Αν κολλούσαν μια εικόνα ενός ανθρώπινου προσώπου πάνω στην μπάλα που κινείται και χτυπά τον σωρό με τα συγκεντρωμένα αντικείμενα, τα βρέφη δεν έδειξαν καμία έκπληξη σε κανένα από τα δύο σενάρια! (βλέπε Proceedings of the National Academy of Sciences USA, vol 107, p.17140, τα Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ).

Η πιο προφανής ερμηνεία είναι ότι τα βρέφη έχουν την ίδια διαίσθηση με τους ενήλικες: Άνθρωποι, ζώα, ««θεοί»» ή άλλα υποκείμενα δημιουργούν τάξη ή αταξία αλλά τα μη-υποκείμενα όπως καταιγίδες, κυλιόμενες μπάλες, δημιουργούν μόνο αταξία.

Φυσικά οι ««θεοί»» απλά δεν δημιουργούν ή θέτουν σε τάξη τον φυσικό κόσμο, έχουν και υπερδυνάμεις: υπερ-γνώση, υπερ-αντίληψη και αθανασία. Οι ιδιότητες αυτές των «θεών» που ξεπερνούν κατά πολύ τις ανθρώπινες ικανότητες είναι άραγε δύσκολο για τα παιδιά να τις αποδεχθούν;

Ακριβώς το αντίθετο φαίνεται να συμβαίνει! Σε μια σειρά μελετών φαίνεται πως τα παιδιά πιστεύουν πως όλα τα υποκείμενα έχουν υπερφυσικές δυνάμεις μέχρι να διδαχθούν το αντίθετο.

Για παράδειγμα σε μια έρευνα στο Μεξικό του Νίκολα Νάιτ του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, σε παιδιά ηλικίας 4-7 της φυλής των Μάγιας έδειξαν ένα σκεπασμένο ειδικό κουζινικό σκεύος που χρησιμοποιείται για την τοποθέτηση και συντήρηση τορτίγιας. Τα παιδιά ρωτήθηκαν τι περιέχει το σκεπασμένο σκεύος και όλα απάντησαν τορτίγιας. Όταν ξεσκεπάστηκε το σκεύος φάνηκε πως μέσα υπήρχε ένα ρούχο. Στη συνέχεια ο πειραματιστής σκέπασε ξανά το σκεύος, επανέλαβε το πείραμα και ρώτησε τα παιδιά εάν διάφορα υποκείμενα γνώριζαν τι υπήρχε μέσα. Τα υποκείμενα ήταν ο χριστιανικός Θεός, ο θεός ήλιος των Μάγιας, τα πνεύματα του δάσους, ένα τοπικό ζαβολιάρικο ξωτικό που λέγεται Τσιίτσι και ένας άνθρωπος. Στην κουλτούρα των Μάγιας, ο χριστιανικός Θεός γνωρίζει τα πάντα, ο θεός ήλιος γνωρίζει μόνο όσα συμβαίνουν υπό το φως του ήλιου, τα πνεύματα του δάσους γνωρίζουν μόνο πράγματα σχετικά με το δάσος ενώ το Τσιίτσι αποτελεί απλά μια ενόχληση. Τα μικρότερα παιδιά 4 ετών απάντησαν ότι όλα τα υποκείμενα γνώριζαν τι υπήρχε στο σκεύος, τα μεγαλύτερα 7 ετών απάντησαν πως ο χριστιανικός Θεός γνώριζε τι υπήρχε μέσα αλλά ο άνθρωπος όχι και υπήρχαν διαβαθμίσεις στην γνώση που αποδιδόταν στο κάθε υποκειμένου ανάλογα και με την ηλικία (βλέπε Journal of Cognition and Culture, vol 8, p235). Παρόμοια πειράματα με ανάλογα αποτελέσματα έγιναν και σε παιδιά από την Αλβανία, το Ισραήλ, την Βρετανία και τις ΗΠΑ.

Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την κατανόηση των παιδιών του αναπόφευκτου του θανάτου. Έρευνες της Έμιλι Μπάρντετ από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης υποδηλώνουν πως τα παιδιά από προγραμματισμό (“by default” που λένε οι κομπιουτεράδες) πιστεύουν πως οι άλλοι είναι αθάνατοι. Τα πειράματα με τα παιδιά δείχνουν πως δεν χρειάζεται να εισαχθούν στην έννοια του Θεού, κατά κάποιο (μυστήριο) τρόπο ρέπουν προς αυτή την ιδέα. Είναι σημαντικό εδώ να ξεκαθαρίσουμε πως ναι μεν τα πειράματα δείχνουν φανερά  μια «φυσική ροπή» των παιδιών προς την θρησκεία και την θρησκευτικότητα εν γένει, αλλά σε καμία περίπτωση δεν υποδεικνύουν ροπή προς κάποιο συγκεκριμένο δόγμα ή πίστη (πχ Χριστιανισμό, βουδισμό, ιουδαϊσμό, μουσουλμανισμό κλπ). Κατά κάποιο τρόπο υπάρχει ένα «φυσικό δοχείο θρησκευτικότητας» στη συνείδηση των παιδιών που μπορεί να γεμίσει (σε μια πρώτη φάση) με τις «λεπτομέρειες» του πολιτισμικού περιβάλλοντος που αυτά γεννήθηκαν και μεγαλώνουν.

Εγείρεται το εξής ερώτημα μετά από τα παραπάνω: Μήπως τελικά η έννοια του Θεού είναι μια «παιδιάστικη» και άρα αφελής αντίληψη-ιδέα; Κατ’ αρχή να παρατηρήσουμε πως πολλοί άνθρωποι (ξανα) βρίσκουν το Θεό ως ενήλικες ενώ στην νεότητά τους Τον είχαν απορρίψει (συμβαίνει βέβαια και το αντίστροφο). Άλλοι πάλι επανεξέτασαν την «φυσική» παιδική τοποθέτηση της πίστης τους στο Θεό και συνέχισαν να την αποδέχονται και ως ενήλικες. Πρόκειται όμως αληθινά για μια παιδιάστικη και αφελή ιδέα; Σίγουρα τα παιδιά κάνουν λάθη, δεν έχουν γνώσεις και κρίση όπως οι ενήλικες. Από παιδιά όμως μαθαίνουμε μερικές πολύ βασικές και θεμελιώδεις αλήθειες όπως πχ ότι «η μάνα μας μας αγαπά». Όσο λοιπόν παιδιάστικη και αφελής είναι η αλήθεια πως η μάνα μας μας αγαπά, το ίδιο «παιδιάστικο» και «αφελές» είναι και το ότι ο Θεός Πατέρας μας αγαπά. Άλλωστε όπως έχουν γράψει και οι ποιητές, η πραγματική πατρίδα είναι η παιδική ηλικία…

πηγήΑντίφωνο

9 Σχόλια

  1. Η θρησκευτικότητα όχι απλά είναι έμφυτη στον άνθρωπο, αλλά η ικανότητα αντίληψης της θεολογίας, που οδηγεί στη θρησκευτικότητα πιστεύω πως “δημιούργησε” τον άνθρωπο.
    Παραθέτω ένα κείμενο που έγραψα πριν χρόνια και προσπαθώ μάταια να απορρίψω, στη συνέχεια:
    “Έχω την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι ξεχώρισαν από τα υπόλοιπα είδη όντων και κυριάρχησαν στη συνέχεια, γιατί νοητικά αντιλήφθησαν την έννοια της ανώτερης δύναμης, δηλαδή του «θεού».

    Όπως εικάζεται σήμερα, το «μεγάλο εξελικτικό άλμα» έλαβε χώρα στη αφρικανική ήπειρο, πριν από 30-40 χιλιάδες χρόνια, και οδήγησε , κατά τη γνώμη μου, στο «θεολογικό big bang”.

    Οι Homo sapiens εβρισκόμενοι, όπως και κάθε άλλο είδος από απαρχής του, κάτω από τον έναστρο νυκτερινό ουρανό και την ηλιακή σφαίρα, «αντελήφθησαν» – έχοντας εξελικτικά αναπτυχθεί ο εγκέφαλός τους, ώστε να «λειτουργήσουν» οι κατάλληλες διαδικασίες της νόησης – «τοπολογικά» την έννοια της «θεϊκής» ύπαρξης, αρχικά με τη μορφή της απέραντης δύναμης.

    Η αίσθηση του απέραντου νυκτερινού ουρανού, τα ακραία φυσικά φαινόμενα και η πύρινη σφαίρα «κινητοποίησαν» νοητικές εστίες, από τις τελευταίες γονιδιακές «εξελίξεις», ώστε να «προσθέσουμε» στο ένστικτο της επιβίωσης, της αναπαραγωγής και της ευζωίας και τη «θεολογία».

    Ένα είδος, ο homo sapiens, απέκτησε την ικανότητα να «εστιάζει» κάπου ψηλά στον ουρανό, να προσπαθεί να εξοικειωθεί με δίπολα αίτιου – αιτιατού και να γίνει έτσι η απαρχή ενός νέου «κόσμου», που ξεπήδησε από μία πολυδαίδαλη εξελικτική διαδικασία.

    Το εξελικτικό πλεονέκτημα ήταν τεράστιο για το είδος και απανταχού στη γη, δημιουργώντας «ιερούς» τόπους, κατόρθωσε να αναπτύξει κοινωνικές δομές και «δραστηριότητες» που ανέπτυξαν τους δεσμούς των ατόμων σε πρωτόγνωρα επίπεδα.

    Η κυριαρχία του στον πλανήτη έγινε μία «εύκολη υπόθεση».

    Η θρησκευτικότητα στον άνθρωπο είναι παρούσα στο σύνολο του πλανήτη και από τα βάθη των αιώνων.

    Αντίθετα, απουσιάζει παντελώς, από όλα τα υπόλοιπα πρωτεύοντα θηλαστικά, παρόλο που αναπτύσσουν σύνθετες κοινωνικές δομές και σχέσεις.

    Τέλος, η “αδικαιολόγητη” απουσία των υπόλοιπων ειδών homo που ζούσαν για χιλιετίες και εξαφανίζονται με την επέκταση του homo sapiens.

    Εικασία βέβαια, η οποία όμως “ερμηνεύει” “εύκολα” πολλά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ιστορίας.

  2. Σπύρο γράφεις:

    “Οι Homo sapiens εβρισκόμενοι, όπως και κάθε άλλο είδος από απαρχής του, κάτω από τον έναστρο νυκτερινό ουρανό και την ηλιακή σφαίρα, «αντελήφθησαν» – έχοντας εξελικτικά αναπτυχθεί ο εγκέφαλός τους, ώστε να «λειτουργήσουν» οι κατάλληλες διαδικασίες της νόησης …….Εικασία βέβαια, η οποία όμως “ερμηνεύει” “εύκολα” πολλά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ιστορίας.”

    Μπα ούτε καν εικασία είναι, με συνέπεια να μην ερμηνεύει τίποτα.

    Φιλικά.

  3. “Η πιο προφανής ερμηνεία είναι ότι τα βρέφη έχουν την ίδια διαίσθηση με τους ενήλικες: Άνθρωποι, ζώα, ««θεοί»» ή άλλα υποκείμενα δημιουργούν τάξη ή αταξία αλλά τα μη-υποκείμενα όπως καταιγίδες, κυλιόμενες μπάλες, δημιουργούν μόνο αταξία.”

    Παιδικές απορίες:

    – Ποιός έφτιαξε τα πλάσματα και τον άνθρωπο;

    – Ποιός έφτιαξε τους νόμους που διέπουν το σύμπαν; (π.χ. βαρύτητα)

    – Υπάρχει Θεός;

    – Αυτόν τον έφτιαξε κανείς ή υπήρχε από πάντα;

    – Tο πρώτον αίτιον τίθεται για τα πλάσματα του Θεού, αλλά όχι για τον Θεό;

    – Από το χάος μπορεί να προκύψει τάξη; “Το πιo ακατανόητο πράγμα στον κόσμο είναι ότι αυτός είναι κατανοητός” Αϊνστάϊν.

    – Διάφορες επιστημονικές θεωρίες περι …αρχής-τέλους-αρχής… http://www.physics4u.gr/articles/2007/Beyond_Big_Bang.html

    – … η ζωή συνεχίζεται…

  4. Η γνώση και γενικά η νόηση στον άνθρωπο ρυθμίζεται από την διαμόρφωση που έχουν οι νευρώνες κυρίως του εγκεφάλου και οι οποίοι επηρεάζονται από την κληρονομικότητα συν τις μεταλλακτικές διαδικασίες κατά την δόμηση των κυτταρικών σχηματισμών. Με αυτό το σκεπτικό πολλές προχωρημένες γνώσεις εμφανίζονται σε μικρά παιδιά, όπως η μουσική, τα μαθηματικά κλπ.
    Από το άλλο μέρος η αναζήτηση του Θείου από τον άνθρωπο είναι καθαρά νοητική διαδικασία και έχει να κάνει με το κοινής λογικής ερώτημα ποιος και πως δημιούργησε τον κόσμο. Επειδή και εμείς είμαστε παιδιά του δημιουργού και εφόσον διαθέτουμε κοινή λογική δεν έχουμε παρά να ερευνήσουμε τον ίδιο μας τον εαυτό προκειμένου να προσεγγίσουμε το δημιουργό. Όμως το πρόβλημα είναι οι θρησκείες οι οποίες εξαναγκάζουν τον άνθρωπο είτε λόγω κληρονομικότητας, είτε λόγω εξαναγκασμού, ώστε να ακολουθήσει συγκεκριμένη πίστη και δόγμα. Ο εξαναγκασμός γίνεται από ένα παντοδύναμο διεθνές ιερατείο το οποίο προκειμένου να πραγματοποιήσει τα κοσμοκρατόρικα σχέδια του δημιουργεί πολέμους, γενοκτονίες, ολοκαυτώματα, τη χειρίστου είδους παγκοσμιοποίηση με τη συντελούμενη αυτή τη στιγμή καταστροφή των εθνών και τείνει με ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα να καταστρέψει τον πλανήτη. Με άλλα λόγια ότι χειρότερο έχει συμβεί και εξακολουθεί να συμβαίνει προέρχεται από αυτούς που παίρνουν αποφάσεις στα ανώτατα κλιμάκια του ιερατείου. Το τραγελαφικό με τις θρησκείες είναι ότι συντηρούν στα κατώτερα κλιμάκια ένα αξιόλογο πολιτισμικό, τελετουργικό, παραδοσιακό μέρος κάπως συνδεδεμένο με το θεολογικό και με αυτό έρχονται σε επαφή οι πιστοί, και με τον τρόπο αυτό συντάσσονται με την εκάστοτε θρησκεία και είναι δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, να διακρίνουν ποιοι και για ποιο λόγο κινούν τα νήματα.

    *ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου

  5. Ωραία αναπτυγμένο το θέμα, αλλά δύσκολο, από τη φύση του.Εάν η θρησκευτικότητα ήταν έμφυτη στον άνθρωπο, τότε γιατί υπάρχουν τόσοι ουδετερόθρησκοι, κυρίως μεταξύ των Σκανδιναβών; Έχω την άποψη, χωρίς τούτη να συνιστά θέσφατο, ότι η θρησκεία είναι ένα αναγκαίο πολιτισμικό δεδομένο, πότε ιθαγενές, σε έναν χώρο, και πότε εισαγόμενο. (…για ευνόητους βιοπολιτικούς λόγους) Αυτό φυσικά δεν καταργεί τη θρησκευτική ενόρμηση, η οποία δεν υπάρχει σε όλους μας. Εξάλλου εάν πάλι, η θρησκευτική πίστη ήταν έμφυτη σε άπαντες, πράγμα που θα της προσέδιδε και βιολογικές καταβολές, τότε θα ήταν και κληρονομική. Πράγμα που δεν υφίσταται. Όλες οι παραπάνω σκέψεις δεν καταλύουν βέβαια τα ανθρωπιστικά χαρακτηριστικά της θρησκείας.

  6. Αν κι έφτασα σ’ αυτό το κείμενο καθυστερημένα , θα συμφωνήσω με το σχόλιο του κ. Σπύρου Μπαρμπάτσαλου που είναι πρώτο στη σειρά. Εκεί κατέληξα κι εγώ προ ολίγων ετών, ότι ήταν μια νοητική έκρηξη τέτοια που αποτέλεσε την απαρχή της θρησκευτικότητας η οποία έδωσε το μεγάλο πλεονέκτημα στον Homo Sapiens. Κατ’ αρχάς η θρησκευτικότητα συμπεριλαμβάνει την φαντασία και το συνάιθσημα καθώς και την αίσθηση του σκοπού αλλά και την αναζήτηση του αιτίου και του νοήματος. Ήταν αυτό που διεύρυνε την συνείδηση ώστε να συμπεριλαμβάνει περισσότερα πράγματα. Φυσικά η θρησκευτικότητα πέρασε από διάφορα στάδια κι έλαβε διάφορες μορφές αλλά ποτέ δεν εξέλιπε ούτε από την επιστήμη . Η πίστη είναι βασικό κίνητρο για να συνεχίζει κανείς τη προσπάθεια. Το πιο πειστικό ίσως τεκμήριο ότι η θρησκευτικότητα είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό του είδους μας είναι ότι ακόμα κι όταν επέλθει αποϊεροποίηση των πάντων, η πίστη επιβιώνει στις αγορές και στο χρήμα. Εξ’ ου και το “παραδόπιστος”. Ενδεχομένως να είναι χαρακτηριστικό όλων των ανθρωπιδών, αλλά στον Homo Sapiens , διευρύνθηκε τόσο που εξασφάλισε την επικράτησή του.

  7. Αγαπητέ κ. Χατζόπουλε,
    «Η αναζήτηση του Θείου από τον άνθρωπο είναι καθαρά νοητική διαδικασία», μας λέτε. Αν ήταν έτσι όμως το ζήτημα θα είχε κλείσει, για σας, προ πολλού.
    Χρόνια τώρα, εν τούτοις, παρεμβαίνετε επανειλημμένα στο Αντίφωνο κάθε φορά που συζητιέται το ερώτημα αυτό: Δείχνει να είναι το “ένα και μόνο” θέμα που σας απασχολεί!
    Αυτό νομίζω σημαίνει ότι «η διαδικασία» δεν είναι μόνο «νοητική»: Είναι βαθύτερη. Διαφορετικά, τα επιχειρήματά σας θα είχαν μπορέσει να πείσουν, τουλάχιστον, εσάς τον ίδιο. Θα παύατε να ανησυχείτε, λοιπόν, όποτε εκτίθεται εδώ η καταφατική εκδοχή της απάντησης.

    Δεν θα σας ενοχλούσε η θρησκευτικότητα, λέτε, αν τυχόν αυτή δεν συγκροτούσε εν τέλει θρησκείες. Θα την συν-χωρούσατε, δηλαδή, μόνο αν δεν την εντοπίζατε πουθενά στο δημόσιο πεδίο – παρεκτός έστω στα προσωπικά/ιδιωτικά… μυστικά μας.
    Βλέπετε έτσι ότι (αντίθετα προς τις ασύλληπτες Θεωρίες Συνωμοσίας στις οποίες τόσο πρόθυμα καταφεύγετε) είναι αυτή τούτη η ά ρ ν η σ η της θρησκείας, η οποία άγει τον φορέα της στη δυσανεξία της ετερότητας.
    Οι θρησκείες φταίνε για όλα τα δεινά, ισχυρίζεστε. Οι θρησκείες εξέφραζαν πάντα την αποφασιστικώτερη βούληση – αντιτείνω – να ξεπεραστούν, ίσα ίσα, τα (όσα) δεινά της συνύπαρξης.

    Ο ενδεχόμενος Θρησκευτικός Φανατισμός αποτελεί βέβαια πρόβλημα. Όχι μεγαλύτερο πάντως (είναι ο 20ος και ο 21ος αι. που μας το διδάσκουν ετούτο) από όσο ο Αντιθρησκευτικός Φανατισμός.
    Την πρώτη – προσέξτε το, αν θέλετε – από αυτές τις δύο αλήθειες όλοι οι γνησίως θρησκευόμενοι την ομολογούν. Την δεύτερη, ωστόσο, δεν έχω παρατηρήσει κανέναν σοβαρό αντι-θρησκεύοντα να την έχει παραδεχθεί δημοσίως.

    Η άρνηση της ιερότητας – συμπεραίνω, δικαιώνοντας τον συγγραφέα του παρόντος κειμένου – αντιβαίνει στη φυσική μας έφεση. Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, ώστε προξενεί μια διαρκή ταραχή στον “εσωτερικό ουρανό” του φορέα της.
    Η εξωτερική προβολή/προέκταση αυτής της ταραχής, διατείνομαι, είναι που έχει φέρει την Ιστορία (σε αντίθεση προς τους αιώνες των θρησκευτικών ταυτοδοτήσεων) να κινεί – εξαιρουμένου φυσικά του πεδίου της επιστήμης – ξαφνικά προς τα πίσω.

    Αγαπητέ κ. Φαραντάκη,
    Η έφεση προς τη θρησκευτικότητα είναι, απλώς, έφεση προς τη θρησκευτικότητα. Όχι κάτι οριστικώτερο. Διαφορετικά άλλωστε, η πίστη δεν θα ήταν πίστη.
    Η ανθρώπινη συλλογικότητα τώρα (στους αιώνες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης) μπορεί κάλλιστα να παιδαγωγηθεί στην απόρριψη αυτής της έφεσης. Εξ ίσου ευχερώς, όσο η κρατούσα παιδεία χειραγωγεί ήδη την έφεση προς κοινωνικότητα σε έξη αντικοινωνικότητας, άλλωστε.

  8. Αγαπητέ κ Καστρινάκη,
    Ένα μεγάλο ευχαριστώ για τα καλοπροαίρετα και εποικοδομητικά σχόλια σας γιατί είναι κάτι που επιδιώκω να έχω όταν εκφράζω δημόσια τις απόψεις μου. Το ζήτημα όπως ορθώς αναφέρετε, έχει κλείσει για μένα προ πολλού και θεωρώ καθήκον μου να δημοσιοποιώ το σκεπτικό μου προς ενημέρωση του ευρύτερου κοινού. Ένα μέρος από το σκεπτικό μου είναι ότι η θεολογία, στην οποία στηρίζονται οι θρησκείες, σαν επιστήμη πρέπει να προσπαθήσει να ισορροπήσει τα περί «ιερών κειμένων» και «αποκαλύψεων» με το μεγαλύτερο επίτευγμα της δημιουργίας που είναι η ανθρώπινη νόηση. Μάλιστα ένα ισχυρότατο εργαλείο της νόησης είναι τα μαθηματικά τα οποία προεκτείνουν απεριόριστα τις δυνατότητες της. Εξάλλου η όλη δημιουργία για να γίνει κατανοητή χρειάζονται μαθηματικά. Για το λόγο αυτό τα παλαιά ιερατεία γνώριζαν και προωθούσαν τα μαθηματικά. Τελικά το παμπόνηρο διεθνές ιερατείο που επικράτησε, μετά το τέλος του 1000-χρονου μεσαίωνα που το ίδιο επέβαλε και συντήρησε στις επιστήμες, κατόρθωσε να αφαιρέσει από τις ανθρωπιστικές επιστήμες και ιδιαίτερα τη φιλοσοφία, τα μαθηματικά. Για το λόγο αυτό η φιλοσοφία σήμερα είναι νεκρή, να σημειωθεί ότι η φιλοσοφία είναι η μητέρα όλων των επιστημών, εμπεριέχει όλες τις επιστήμες και είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα της ανθρώπινης νόησης Αυτό δείχνει την προσπάθεια του διεθνούς ιερατείου να αδρανοποιήσει την ανθρώπινη νόηση νεκρώνοντας τη φιλοσοφία και γιγαντώνοντας την πίστη. Υπόψη ότι η πίστη αν ξεπεράσει την Αριστοτελική μεσότητα γίνεται πόλος αντίθετος με τη νόηση και ουσιαστικά καταργεί τη νόηση. Συμπερασματικά σχετικά με τη νόηση, και με μια εργασία που έχω κάνει μπορεί κανείς, π.χ., με απλά μαθηματικά να δείξει μια σημαντική ιδιότητα του Θείου την οποία κανένα ιερό κείμενο δεν μπορεί να περιγράψει.
    Σχετικά με τη συνωμοσιολογία, τα περί διεθνούς ιερατείου και τα συνωμοτικά του σχέδια κατά της ανθρωπότητας μας τα λέγει ξεκάθαρα ο Εβραίος πρώην σιωνιστής Benjamin Η. Friedman. Μάλιστα στο βιβλίο του “Benjamin H. Freedman – The Hidden Tyranny” κατηγορεί 7 προέδρους των ΗΠΑ, με τους οποίους είχε άμεση επαφή και σχέση, σαν επίορκους προδότες και συνωμότες κατά του λαού των ΗΠΑ και κατηγορεί το σιωνιστικό ιερατείο ότι έκανε το ολοκαύτωμα θυσιάζοντας 6 εκατομμύρια Εβραίους προκειμένου να φύγουν από την Ευρώπη και να πάνε στην Παλαιστίνη για να ιδρύσουν το κράτος του Ισραήλ που είναι ένα από τα βήματα που ακολουθούν για να πετύχουν τα κοσμοκρατόρικα σχέδια τους. Υπό αυτή την έννοια, το να θυσιάσουν 6 εκατομμύρια δικούς τους ανθρώπους, αυτό δείχνει ότι ο κανιβαλισμός τους δεν έχει όρια. Αυτό μάλιστα πρέπει να το καταλάβουν καλά όσοι ηθελημένα ή άθελά τους υπηρετούν τα σιωνιστικά σχέδια νοιώθοντας έτσι μεγαλύτερη ασφάλεια και να αντιληφθούν ότι σε δεδομένη συγκυρία θα είναι και οι ίδιοι αναλώσιμοι.

  9. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της ανθρώπινης συνείδησης (σε όλα τα επίπεδα ), είναι η αυτοαναφορικότητα . Για να λύσει αυτό το πρόβλημα πρέπει να πιαστεί από κάτι που βρίσκεται <>. Έτσι επινόησε και δημιούργησε μια αλυσίδα <> : Θεός , πατρίδα – κράτος , ομάδα ( κάθε είδους ) , επιστήμη , νόμος , καθήκον …. Η θρησκευτικότητα είναι η πανανθρώπινη Ανάγκη του Έξω.

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ