Μαριαλένα Σπυροπούλου*
Την Τετάρτη το βράδυ ήμουν καλεσμένη σε ένα κλειστό δείπνο που διοργάνωνε μια μεγάλη ελληνική επιχείρηση, προκειμένου να γνωρίσει μερικούς νέους επιστήμονες από διάφορους τομείς της ελληνικής κοινωνίας. Πήγα μία ώρα αργοπορημένη, εξαιρετικά κουρασμένη και κακόκεφη. Η μικρή μου ήταν άρρωστη και οι δουλειές είχαν συσσωρευτεί με αποτέλεσμα να αισθάνομαι ένοχη που εγκαταλείπω παιδί, εστία και υποχρεώσεις για να παρευρεθώ ανάμεσα σε μερικούς «νέους και πολλά υποσχόμενους επαγγελματίες». Τίποτα από αυτά τα δύο δεν αισθανόμουν άλλωστε. Για αρχή ήθελα να περάσω απαρατήρητη. Κάθισα δίπλα σε δύο νεαρές εικοσάχρονες φοιτήτριες του Πολυτεχνείου. Τις κοίταζα με έναν νοσταλγικό θαυμασμό. Ηταν πράγματι νέες, με μεγάλη διάθεση για να κάνουν σπουδές, να φέρουν κάτι που θα αλλάξει αυτό τον τόπο. Τις θαύμασα. «Είστε μητέρα;» με ρώτησαν. «Πώς τα προλαβαίνετε;» ήταν η επόμενη ερώτηση. «Δεν τα προλαβαίνω όλα», ήταν η δική μου αποστομωτική απάντηση.
Τότε ήρθε στο μυαλό μου η συνέντευξη της Σέριλ Σάντμπεργκ, της διευθύντριας επιχειρησιακών λειτουργιών του Facebook, η οποία κατατάχθηκε από το «Time» στα 100 άτομα με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. (Η συνέντευξή της δόθηκε στην Ξένια Κουναλάκη στην «Καθημερινή» της περασμένης Κυριακής). Αυτή, μάλιστα, σκέφτηκα. Αυτή είναι γυναίκα καριέρας και μητέρα, και πρέπει να θεωρεί τον εαυτό της επιτυχημένο. Αυτή ίσως να μην έλεγε ποτέ δημόσια ότι δεν προλαβαίνει να είναι σε όλα καλή.
Και τότε ξαναπροσγειώθηκα στη συζήτηση των δύο νεαρών φοιτητριών. «Θέλουμε να κάνουμε ένα project που να αφορά τη γυναικεία διάσταση της μηχανολογίας» λένε, «και αντιδρούν οι γυναίκες καθηγήτριες στο Πολυτεχνείο όταν ακούν ότι το φύλο θα τοποθετείται ως ειδοποιός διαφορά». «Το να είσαι γυναίκα, από μόνο του δεν λέει τίποτα» τους απαντώ σχεδόν κοφτά. «Πρέπει να ανακαλύψετε την ποιοτική διαφοροποίηση που ενδεχομένως να φέρνει το γυναικείο φύλο μέσα στην ουσιαστική πρόοδο της επιστήμης ή μιας εφαρμογής της» συμπληρώνω. «Αλλά για να το ανακαλύψετε πρέπει να ζήσετε». Μόλις εκστόμισα αυτήν τη φράση αισθάνθηκα καλύτερα με τον εαυτό μου. Ακόμα λειτουργούσε το μυαλό, παρά την κούρασή μου, τις ενοχές μου, το ότι ήμουν μοιρασμένη σε χίλια πεντακόσια πεδία…
Κατ’ αρχάς όλες οι γυναίκες δεν είναι το ίδιο πράγμα. Ούτε οι φιλοδοξίες τους ούτε ο τρόπος που σκέφτονται ούτε η ευφυΐα τους, όπως δεν είναι τα ίδια και σε όλους τους άνδρες. Εμείς όμως οι γυναίκες συνεχώς βάζουμε τρικλοποδιές στον εαυτό μας. Τοποθετούμε τον εαυτό μας ως φαντασιωσικό αντίπαλο του ανδρικού κόσμου, ξεχνώντας ότι τους άνδρες τούς έχουν μεγαλώσει γυναίκες. Αλλάζουμε θέση διεκδίκησης ανάλογα με το ποιος κερδίζει. Μέχρι να κάνουμε παιδιά παίζουμε μπάλα στο ίδιο γήπεδο με τους άνδρες, στα πανεπιστήμια, στις φιλοδοξίες, στις θέσεις εργασίας, στον τρόπο ζωής. Τίποτα δεν μας κάνει να αισθανόμαστε λιγότερο ικανές ή θύματα. Εκεί μπορεί να γίνουμε άνετα επιθετικές, διεκδικητικές, άδικες και μπορεί και σκληρές. Εκεί ο κόσμος μάς ανήκει. Γιατί κάποιες είναι όντως νέες και πολλά υποσχόμενες. Μόλις κάνουμε όμως παιδιά, αρχίζουμε να αισθανόμαστε ριγμένες, ταλαιπωρημένες, χωρισμένες σε χίλια κομμάτια, το οποίο συμβαίνει τις περισσότερες φορές. Το θέμα είναι ότι ξεχνάμε πως τις περισσότερες φορές εμείς είμαστε αυτές που θέλουμε παιδιά. Σαν να είμαστε διχασμένες ανάμεσα στη φωνή των δικών μας μαμάδων και των επαγγελματικών φιλοδοξιών, δεν τολμούμε να γίνουμε ή το ένα ή το άλλο. Σπάνια μια γυναίκα αποφασίζει να μην κάνει ένα παιδί. Ακόμα και εάν δεν είναι ικανή να το μεγαλώσει. Το ζήτημα όμως είναι γιατί τα κάνουμε τα παιδιά; Ως αξεσουάρ; Γιατί δεν βλέπουμε ότι το να δημιουργείς έναν υγιή άνθρωπο είναι πιο σημαντικό από το να πάρεις μια προαγωγή; Γιατί θέλουμε μόλις κάνουμε ένα παιδί να ξαναμπούμε με ταχύτητα φωτός στα ρούχα μας, στον παλιό μας εαυτό, στις σειρήνες της επαγγελματικής εξέλιξης; Γιατί δεν δίνουμε στον εαυτό μας χρόνο να υπάρξουμε πραγματικά ως μητέρες; Και ποιος είναι ο πραγματικός «εχθρός»; Οι άνδρες ή οι άλλες γυναίκες;
Σε έναν κόσμο όπου η εικόνα φτιάχνει πραγματικότητες και δημιουργεί ψευδαισθήσεις για το πώς κάποιοι άλλοι τα καταφέρνουν ενώ εμείς όχι, η κ. Σάντμπεργκ και κάθε κυρία, της τηλεόρασης και των επιχειρήσεων, συνεχίζουν να αντιλαμβάνονται τις σχέσεις, τη μητρότητα, την οικογενειακή ζωή με τον ίδιο τρόπο που αντιλαμβάνονται την εργασία, την οικονομία, τη φιλοδοξία. Ως ένα πεδίο διεκδικήσεων, ανταγωνισμού και επιπλέον στοιχείων στο βιογραφικό τους. Και σε ένα βαθμό η κρίση οφείλεται και σε αυτό. Ενα παιδί, όμως, δεν είναι ίσα και όμοια με ένα εξώφυλλο στο «Time». Και όχι, δεν μπορεί μια γυναίκα να τα καταφέρει όλα, παρ” όλο που μπορεί να καταφέρει ποιοτικά και ουσιαστικά πολλά.
Αλλά και κανένας άνθρωπος σε αυτό τον πλανήτη δεν μπορεί να τα καταφέρει όλα. Το θέμα είναι πού φτάνει η ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας μας. Και στο τέλος της ημέρας η καθεμιά μας πρέπει να συμφιλιωθεί επιτέλους με τις επιλογές της και να περάσει σε κοινωνικό επίπεδο συλλογικά τις ιδιαιτερότητες που έχει μια γυναίκα-μητέρα-επαγγελματίας και όχι να προσπαθεί να γίνει ένας άνδρας με τακούνια. Κανένας άνδρας δεν μας το ζήτησε ποτέ αυτό. Κανένας άνδρας δεν μπορεί να μας κατεβάσει από το βάθρο μας. Εμείς κατεβάζουμε τον εαυτό μας κάθε φορά που συγκρινόμαστε, που νιώθουμε θύματα και κάθε φορά που υπάρχουν γύρω μας γυναίκες που ντρέπονται να πουν ότι δεν τα κατάφεραν, υπερτονίζοντας το ναρκισσισμό τους και την ψευδεπίγραφη τελειότητα. Ας μιλήσουν τα παιδιά τους για αυτές. Και το να μην τα καταφέρεις σε ένα project, δεν τρέχει και τίποτα… Πόσο όμως επώδυνο τελικά είναι για μια γυναίκα να αποτύχει στο project που λέγεται «μητρότητα»;
* Ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια
Ειλικρινής και ρεαλιστική τοποθέτηση,μακριά από τα “δήθεν” που μας κατακλύζουν!