Όπως παρατηρούσε ένα χρόνο μετά τον θάνατο του ζωγράφου, δηλαδή το 1891, ο O. Misbeau, «Ο Βαν Γκογκ δεν ταυτίστηκε με τη φύση, ταύτισε τη φύση μαζί του. Την ανάγκασε να υποταχτεί, να πλαστεί σύμφωνα με τις φόρμες της σκέψης του, να εναρμονιστεί με τον οίστρο του, ακόμα και να υποστεί τις στρεβλώσεις του». Απ’ την άλλη ο ίδιος «ο καλλιτέχνης προβαίνει σε μια κένωση του εγώ προς όφελος των δέντρων, του ουρανού, των λουλουδιών, των αγρών, τα οποία γεμίζει με τη θαυμαστή ουσία της ύπαρξής του». Οι μορφές του, τότε, «κυματίζουν, συστρέφονται, ανασυντάσσονται. Εκτός από το να επιμαρτυρούν τις εξαιρετικές ζωγραφικές του ικανότητες, εκπέμπουν αδιάπτωτα ένα τραγικό μεγαλείο που προξενεί ρίγος.»
O O. Misbeau (;) είπε/ έγραψε «Ο Βαν Γκογκ δεν ταυτίστηκε με τη φύση, ταύτισε τη φύση μαζί του. Την ανάγκασε να υποταχτεί, να πλαστεί σύμφωνα με τις φόρμες της σκέψης του, να εναρμονιστεί με τον οίστρο του, ακόμα και να υποστεί τις στρεβλώσεις του». Τέτοιες κριτικές διατυπώσεις κάνουν τον αναγνώστη να ανατριχιάζει από το εμβριθές της μελέτης και το υψηλόν των νοητικών κραδασμών … Μετά τις τοιαύτες διατυπώσεις, ασθμαίνουσα και περιδεής η φύση θερμοπαρακαλεί τον μακαρίτη τον ζωγράφο να μη της στερεί την ελευθερία και βρέχει, να χιονίζει, να ανθοβολά, να κάνει σεισμούς και τρικυμίες, όπως θέλει, ήλιους να λάμπουν και να εκρήγνυνται, ελιές να θάλλουν, άνθη να γεμίζουν τα βουνά και τους αγρούς, πρόβατα να βελάζουν και γαϊδάρους να ογκανίζουν, οι δεν λέοντες να βρυχώνται κι οι γατούλες όλων των ειδών να νιαουρίζουν … τα βουνά τον παρακαλούν να μην τα στρεβλώνει το ίδιο και τα δέντρα, ακόμα και η θάλασσα και η Σελήνη μαζί με τους καρχαρίες, τα πάντα όλα και τους πλανήτες… Όλα, όλα ικετεύουν και τα σπουργίτια, οι καρακάξες, τα μυρμήγκια, οι τσαλαπετεινοί , για να διατηρήσουν το αλώβητο και “αστρέβλωτό” τους … Και, άρα, ή η μετάφραση χωλαίνει ή η ¨πηγή¨; Διότι καλός ο σουρεαλισμός του Ρενέ Μαγκρίτ και οι επιτυχημένες μεταφορές -οι συμβολισμοί -οι αλληγορίες ανά τους αιώνες, αλλά η παραμόρφωση του κόσμου και η έκπτωση ή μάλλον η απουσία της όποιας φρόνιμης (Αριστοτέλης) λογικής δεν προσδίδει αξία μεγαλύτερη στο έργο του υπέροχου και εμπνευσμένου Βαν Γκογκ. Η δε κριτική παύει να είναι τέτοια … ΚΑι η βιβλιογραφική αναφορά ποια; Ο Αντιφωνητής είναι ουσιωδώς σοβαρός, ακόμα και αν διαφωνεί κανείς με θέσεις -απόψεις -προτάσεις … των κατά καιρούς φιλοξενουμένων, και … βέβαια ο μεταφράζων -γράφων και αναρτών κ.λπ. έχει πρωτίστως την ευθύνη για τα όποια γραφόμενά του. ΚΑι τον έλεγχό τους. Ο ενθουσιασμός και η πρώτη γνώμη ενίοτε δεν είναι αρωγοί μας … η δεύτερη, η επίνοια, ίσως είναι καλύτερη της πρώτης. Σας ευχαριστώ για τις ενδιαφέρουσες αναρτήσεις, πρωτότυπες και μη. Με τιμή, Κώστας Λιντοβόης
Ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ, ως γνωστόν, πέθανε με το έργο του αγνοημένο και απαξιωμένο. Ο Misbeau είναι μάλλον ο πρώτος κριτικός τέχνης ο οποίος ύψωσε τη φωνή του επισημαίνοντας την κορυφαία αξία του.
Αν λοιπόν σήμερα αναγνωρίζουμε όλοι το μεγαλείο αυτού του έργου (το οποίο, ακόμα και δεκαετίες μετά τον θάνατο του ζωγράφου, «έγκριτοι» κριτικοί ελεεινολογούσαν με το επιχείρημα ότι δεν είναι δυνατόν να επιδοκιμάζουμε τις εμπνεύσεις ενός «τρελού») αυτό το οφείλουμε κατά μέγιστο βαθμό στην τόλμη, ακριβώς, του Misbeau.
Την τόλμη, να ορθώσει τη φωνή του καταμεσής ενός πνευματικού κλίματος (αμιγώς «διαφωτισμένης» δηλαδή τετραγωνισμένης πρόσληψης της αριστοτελικής λογικής) ευτελών αφ’ υψηλού και κατά [i]αυτοθαυμαστική συρροή[/i] ειρωνειών, του οποίου ακριβώς τον απόηχο αναπαράγει εκφραστικώτατα ένα σχόλιο σαν το προηγούμενο.
Kύριε Λιντοβόη ευχαριστώ γιά το σημείωμα σας.”Ανατρίχιασα”πραγματικά στην σκέψη πώς ενας γνήσιος καλλιτέχνης αναγκάζει την φύση να” υποταχθεί” στίς φόρμες του.Ναί ,ικετεύουν όλα τά πλάσματα ,τ άστρα κι η σελήνη κι οι βουνοί και τά νερά καί οι θάλασσες νά μείνουν ακέραια απο την παρέμβαση τού ανθρώπου.Καί ο Βαν Γκόγκ αυτόν τόν απέραντο θαυμασμό του γιά την φύση ζωγράφησε.Ισως η Τέχνη νάναι αυτή η ατέλειωτη ,κατά Τ.Σ Ελιοτ,ταπείνωση.
Κυρία Μαρία Π. η παρέμβασή σας μου δίνει την ευκαιρία να υπογραμμίσω ότι − όχι − δεν είναι ο Βαν Γκογκ εκείνος που «ζωγράφισε τόν απέραντο θαυμασμό του γιά την φύση».
Αυτό το έκαναν άλλοι ζωγράφοι, οι θιασώτες καθεμιάς από τις ποικιλίες [i]νατουραλιστικού ακαδημαϊσμού[/i] που έχουμε γνωρίσει, συγκεκριμένα − με τους οποίους σήμερα ουδείς (σε επίπεδο δημόσιου λόγου) ασχολείται. Ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ έπραξε αυτό ακριβώς που μας επισημαίνει η διορατικότητα του Οκτάβ Μιρμπώ: Υπέταξε τη φύση και συγχρόνως τής υποτάχθηκε.
Ανέπτυξε δηλαδή, μαζί της, μια σχέση αληθινή. (Πού βρήκαμε γραμμένο, άραγε, ότι ταπείνωση σημαίνει παθητικότητα.) Εξ αυτού ακριβώς και το [i]ρίγος[/i] στο οποίο καταλήγει η εισαγωγική εδώ θεώρηση.