Χρήστος Γουσίδης
Η ανεστραμμένη προοπτική της αγιογραφίας στον πραγματικό χώρο κι η εφαρμογή της.
Η εισβολή του τεχνικού πολιτισμού με τη νοοτροπία της ευκολίας που καλλιέργησε έφεραν την ακινησία, την παύση της δημιουργικότητας του λαού και, σιγά-σιγά, την έλλειψη αφομοιωτικής ικανότητας. Σε αυτήν την κατάσταση, η μίμηση λειτούργησε ως διέξοδος. Δημιουργήσαμε έργα κατ΄ απομίμηση κοιτάζοντας είτε έξω είτε στο παρελθόν μας.
Τα προσκυνητάρια της ανεστραμμένης προοπτικής που κατασκεύασα είναι προϊόν μιας εσωτερικής διαδρομής. Αυτή ξεκίνησε τη δεκαετία του ‘70 στην Αχειροποίητο Θεσσαλονίκης, όπου είχα τα πρώτα οπτικά ερεθίσματα. Ενδιάμεσοι σταθμοί της διάφοροι ναοί με ψευτο-βυζαντινά ή βυζαντινίζοντα έπιπλα (προσκυνητάρια, στασίδια, καθίσματα), καθολικοί ναοί του Μονάχου με ποιότητα και καθωσπρεπισμό και τέλος αγιορείτικα καθολικά με γνησιότητα και εκφραστικό πάθος.
Ως καλλιτέχνης είχα ανέκαθεν τη λαχτάρα να αποτελέσω έναν κρίκο στην αλυσίδα του χρόνου και της παράδοσης. Κάποτε κατάλαβα πως απαραίτητη προϋπόθεση είναι να αγαπά κανείς την παράδοση, όπως και τη μητέρα του. Έρχεται, όμως, η ώρα που φεύγουμε από την πατρική μας εστία για να δημιουργήσουμε τη δική μας. Με τούτη τη νεανική τόλμη και τον ειλικρινή θαυμασμό που προέρχεται από τη διττή αγάπη προς τους παλιούς και ταυτόχρονα προς το δικό μου όραμα δοκίμασα να εκφραστώ δημιουργικά και σύγχρονα.
Έχω την αίσθηση πως οι εκκλησιές είναι για τον Έλληνα κάθε εποχής κάτι σαν το παλάτι ενός ιδιότυπου πολιτεύματος. Τούτο το παλάτι αλλάζει μορφή στο διάβα του χρόνου, αλλά παραμένει στην ουσία το ίδιο.
Σ’ αυτό το ιδιότυπο πολίτευμα το ό,τι ο Βασιλιάς Χριστός έδωσε την ζωή Του από αγάπη για την ανθρωπότητα μάς είναι τόσο γνωστό και εδραιωμένο, όσο και δύσκολο να το ακολουθήσουμε. Αυτή την πάλη με τον εαυτό και το Θεό, πάλη ουσιαστικά για αλήθεια και σχέση μέσα σ΄ ένα κόσμο αλλότριο, είναι το βιωματικό στοιχείο του πιστού που θέλησα ν’ αποτυπώσω στα προσκυνητάρια κοιτάζοντας την παράδοση με τρόπο ελεύθερο.
Η ανεστραμμένη προοπτική είναι ο τρόπος αντίληψης του χώρου στην αγιογραφία. Είναι τελικά ο τρόπος που επέλεξα να χρησιμοποιήσω για να σχεδιάσω δύο πραγματικά αντικείμενα στο χώρο.
πηγή: Aντίφωνο
Φίλε μου, επίτρεψέ μου μια παρατήρηση. Το θέμα δεν είναι να σε οδηγήσει η παράδοση, αλλά να οδηγηθείς σ’αυτήν. ΄Οπως λέει και ένας ποιητής, “για να φτάσεις σ’αυτό που είσαι πρέπει να πας από τον δρόμο που δεν είσαι”.
Το σχόλιο σου Κωστή κι αυτό ενταγμένο στην ανεστραμμένη προοπτική!
΄Η αλλέως Χρήστο, η παράδοση δεν είναι πια παραδεδομένη.
Σ’ ευχαριστώ για την παρατήρησή σου.
Δύσκολος ο δρόμος του καλλιτέχνη, από που ν’ αρχίσει και που να πιαστεί.
Η παράδοση υπάρχει κι όσο κι αν κανείς “τριγυρνά” πολλές φορές φτάνει πίσω σε αυτήν, αλλά πλέον με γνώση και πείρα.
Όσο για τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις στον εκκλησιαστικό χώρο, εδώ η κατάσταση έχει πολλούς επιπλέον βαθμούς δυσκολίας, για να μην πω ότι από κάποιους δεν επιτρέπονται.
Πρώτα πρέπει ο χριστιανός να καταλάβει ποιός είναι, που και πότε ζει σε ποιόν Θεό πιστεύει και τότε θα φανερωθεί τι απ’ όλα είναι παράδοση και τι δεν είναι. Πάντως σίγουρα δεν είναι λαογραφικό σωματείο.