Ακρόπολη ή κοκορέτσι;

9
476

του Θανάση Παπαδόπουλου

Είχα δυο αγάλματα περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο, ατόφια- φαίνονταν οι φλέβες, τόση εντέλειαν είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρο, τά 'χαν πάρει κάτι στρατιώτες, και στ’ Άργος θα τα πουλούσαν κάτι Ευρωπαίων· χίλια τάλαρα γύρευαν [...]. Πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα:

‘Αυτά, και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι’ αυτά πολεμήσαμε’. Απομνημονεύματα, Βιβλίον Γ’, Ιωάννης Μακρυγιάννης

Ας υποθέσουμε ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη φανταστική – και άκρως προκλητική – κατάσταση: Σε μέλλοντα χρόνο το Σκοπιανό εν Ελλάδι κόμμα (κατά το πρότυπο του Ρωσικού ή Αγγλικού ή Γαλλικού Κόμματος της εποχής του Ιωάννη Καποδίστρια) καταθέτει ενώπιων των Ελλήνων πολιτών μια ριζοσπαστική πρόταση: εάν υπερψηφιστεί στις επερχόμενες εκλογές, υπόσχεται να λύσει τα οικονομικά προβλήματά τους με τρόπο σίγουρο και αποτελεσματικό. Έχει επί μακρόν επεξεργαστεί και πετύχει μια μοναδική συμφωνία: εάν γίνει κυβέρνηση, θα εκχωρήσει έναντι ιλιγγιώδους ανταλλάγματος κομμάτια από την Ακρόπολη των Αθηνών σε διάφορα μουσεία του κόσμου. Τα μυθώδη ποσά που θα συγκεντρωθούν από την πώληση, θα μοιραστούν στους Έλληνες υπηκόους προς χρήση δια πάσαν νόσον. Μετά την εξάντληση των κεφαλαίων, η νεόκοπη κυβέρνηση θα προχωρήσει στη διαπραγμάτευση του Λευκού Πύργου, του σταδίου της Ολυμπίας, του Μαντείου των Δελφών κλπ – αναρίθμητα τα μνημεία προς παραχώρηση. Όσο αναρίθμητα είναι τα αυθαίρετα στη Μύκονο και στην Αράχοβα…

 

Ποια άραγε θα ήταν η αντίδραση του πληθυσμού στην καινοφανή πρόταση; Η απάντηση στο ερώτημα μπορεί να προκύψει από την προτεραιότητα και τη σημασία που αποδίδουν οι Έλληνες είτε στον ελληνικό πολιτισμό και ό,τι αντιπροσωπεύει για τη ζωή τους, είτε στην αγοραστική τους δύναμη, γέννημα εισαγόμενου πολιτισμού. Και όταν αναφερόμαστε σε πολιτισμό, εννοούμε τον τρόπο ζωής μιας κοινωνίας που αντλεί τη δυναμική της και από επικαιρικά και από ιστορικά στοιχεία.

Διαλέγουμε στην τύχη εκατό εφήβους 15 ετών και τους οδηγούμε στις εισόδους δυο γειτονικών κτιρίων: το ένα είναι μουσείο κυκλαδίτικης τέχνης και το άλλο κινηματογράφος με την τελευταία ταινία επιστημονικής φαντασίας του Χόλυγουντ. Η επιλογή είναι απολύτως ελεύθερη. Προς τα πού θα κλίνει η πλειοψηφία; Επιλέγουμε εκατό άνδρες 40 ετών και τους καλούμε να επιλέξουν μεταξύ μιας βιβλιοθήκης και ενός πρακτορείου κρατικού τζόγου. Τι θα προτιμήσουν οι περισσότεροι; Καλούμε εκατό ενήλικες με δικαίωμα ψήφου να μας ονοματίσουν ένα έργο του Πλούταρχου. Τι θα απαντήσουν οι περισσότεροι; Βίοι παράλληλοι ή Αχ κορίτσι μου;

Τα παραδείγματα ίσως περιστασιακά και ανεπαρκή, όμως φωτίζουν πλευρές της σύγχρονης πραγματικότητας και του κοινωνικού περιβάλλοντος που βιώνουμε. Είναι τόσο ισχυρή η επίδραση του πολιτισμού που εισάγουμε και καταναλώνουμε κυρίως από τις ΗΠΑ, που οδηγεί σε συμπεριφορές επιεικώς διασκεδαστικές. Είναι ίσως γνωστή η ιστορία μαχητικών νεολαίων που διαδήλωναν με φανατισμό έξω από την πρεσβεία των ΗΠΑ ενάντια στους «φονιάδες των λαών» Αμερικανούς και μετά το πέρας της διαδήλωσης οι ίδιοι νέοι κόρεσαν την πείνα τους σε γνωστή αλυσίδα τροφίμων γρήγορου φαγητού, φορώντας μπλου τζην και στη συνέχεια ξεδίψασαν με την κόλα που πάει με όλα, ακούγοντας τις τελευταίες ροκ επιτυχίες. Η αντίφαση αυτή σκαρφαλώνει έως τον πυρήνα της θεσμικής εκπροσώπησης των πολιτικών παρατάξεων στο κοινοβούλιο. Υπάρχει κόμμα στην Ελλάδα που καταγγέλλει την ιδιωτική πρωτοβουλία ως αδίστακτη και καταπιεστική πλουτοκρατία. Ταυτόχρονα παλεύει για την κυριαρχία του δημοσίου τομέα σε όλο το φάσμα των κοινωνικών δραστηριοτήτων. Και όμως η γενική γραμματέας του κόμματος δεν βρήκε ούτε ένα δημόσιο σχολείο της προκοπής και αποφάσισε να στείλει τη θυγατέρα της σε διάσημο ιδιωτικό κολέγιο των Αθηνών, όπως η ίδια ομολόγησε πριν από λίγο καιρό. Είναι η σύγχρονη εκδοχή της ταινίας «Αμάρτησα για το παιδί μου».

Αλλά και η πολιτική των «κομμάτων εξουσίας», από τη μεταπολίτευση ως σήμερα, εάν δεν είχε καίρια και αποφασιστική σημασία για την ποιότητα της ζωής όσων διαβιούν σ’αυτόν τον τόπο, θα προκαλούσε τον καγχασμό. Αυτοαποκαλείται «φιλελεύθερη» και ομνύει στην οικονομία της ελεύθερης αγοράς η παράταξη που ίδρυσε, κατά τη διάρκεια της τελευταίας κυβερνητικής θητείας της, δεκάδες δημόσιους φορείς χωρίς – πρακτικώς – κανένα αντικείμενο. Παρομοίως, η φερόμενη ως «σοσιαλιστική» παράταξη, πρωταγωνίστησε στη δήθεν «εκσυγχρονιστική» διακυβέρνηση της χώρας σε πληθώρα ιδιωτικοποιήσεων στο σύνολο σχεδόν του φάσματος της οικονομίας. Η ευρεία αποδοχή των πρακτικών αυτών από τους οπαδούς των μεγάλων πολιτικών παρατάξεων είναι, κατά τη γνώμη μου, αποκαλυπτική για τη σοβαρότητα και τη νοημοσύνη που διατρέχει όλη την πυραμίδα της κοινωνικής συγκρότησης.

Μήπως δεν είμαστε όλοι μας συνυπεύθυνοι, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, για την αποδοχή του γεγονότος ότι ο λιμενεργάτης έχει δεκαπλάσιες απολαβές από τον καθηγητή πανεπιστημίου; Δε συνιστά αντίφαση η καθολική σχεδόν καύχηση για την εξυπνάδα των Ελλήνων με την εκτεταμένη καταστροφή πολλών χιλιάδων συμπολιτών μας στην απάτη του χρηματιστηρίου; Δεν είναι απτή πραγματικότητα η χαώδης διαφορά των προγραμματικών δηλώσεων κάθε κυβέρνησης, επί δεκαετίες τώρα, για την ύψιστη προτεραιότητα της κυβερνητικής πολιτικής για την παιδεία, την υγεία και τη δημόσια διοίκηση, με την εξευτελιστική κατάσταση που βιώνουμε σε ολόκληρη την κρατική λειτουργία, που προκαλεί φρίκη και απελπισμό; Δεν είναι σχιζοφρένεια η κινητοποίηση πανικού του συνόλου των δήθεν κρατικών λειτουργών και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Προπαγάνδας για τη γρίπη Η1Ν1, η οποία προκάλεσε το θάνατο εξήντα συμπολιτών μας, ενώ την ίδια ώρα εξήντα άνθρωποι φεύγουν από τη ζωή κάθε δεκαπενθήμερο στους ελληνικούς δρόμους, χωρίς να προβληθεί ούτε ένα τηλεοπτικό πεντάλεπτο αφιερωμένο στην οδική ασφάλεια;

Η ανοχή και αποδοχή της παγιωμένης πλέον τριτοκοσμικής «ελληνικής πραγματικότητας» μάλλον συνιστά προτίμηση της πλειοψηφίας των ελλήνων πολιτών σ’αυτό το είδος του κοινού βίου, σ’αυτό το είδος πολιτισμού. Η υπέροχη γραφή του Οδυσσέα Ελύτη «... το πόση ευγένεια παράγουν (οι λαοί), ακόμη και κάτω από τις πιο δυσμενείς και βάναυσες συνθήκες, όπως ο δικός μας ο λαός στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπου το παραμικρό κεντητό πουκάμισο, το πιο φτηνό βαρκάκι, το πιο ταπεινό εκκλησάκι, το τέμπλο, το κιούπι, το χράμι, όλα τους αποπνέανε μιαν αρχοντιά κατά τι ανώτερη των Λουδοβίκων» φαντάζει ξεθωριασμένη και χλωμή απέναντι στην αποθηρίωση των σκυλάδικων, στην καταναλωτική αποχαύνωση, στο πρόταγμα του ατομικού ηδονικού ευδαιμονισμού.

Όταν έγραφε τα κείμενά του, είναι μάλλον απίθανο να πίστευε ότι θα ερχόταν η ώρα που ο Έλληνας θα προτιμούσε το κοκορέτσι από τον Παρθενώνα. Αλλά, εδώ που τα λέμε, σκέφτεστε τι ωραία θέα στην Αθήνα θα είχε το ρετιρέ μιας οικοδομής κτισμένης στον απογυμνωμένο βράχο της Ακρόπολης;

 

9 Σχόλια

  1. Σαν βλέπω τέτοια κείμενα εξακολουθώ να πιστεύω πως δεν ήρθε ακόμα το τέλος των Ελλήνων. Μια αμυδρή ελπίδα χύνεται σαν ορός στο μυαλό μου. Μια μετάγγιση ελπίδας, ενώ βρίσκομαι στην εντατική, λίγο πριν τον οριστικό θάνατο…
    Ας είσαι καλά Θανάση. Σ΄ευχαριστώ!

  2. Αφού ως Έλληνες δεν έχουμε ακόμη καταφέρει να συμφωνήσουμε ποιος είναι ο “ελάχιστος κοινός παρονομαστής” Παιδείας που θα πρέπει να προσφέρουμε στα παιδιά αυτής της χώρας, αφού εξοβελίζουμε από την κοινή ζωή μας ό,τι καλό και αγαθό, μπορούμε να κάνουμε ζοφερές υποθέσεις για το μέλλον. Ωστόσο, υπάρχει ακόμη λείμμα στον τόπο μας. Κάποιοι κλίνουν ακόμη “τας καρδίας και τα γόνατα” για όλους…

  3. Όμορφο κείμενο και άξιο δείγμα πύρινου λόγου ωστόσο οφείλω να διαφωνήσω σε μεγάλο μέρος αυτού. Αρχικά δε νομίζω πως ο οποιοσδήποτε λαός θα δεχόταν αυτό το ξεπούλημα της ιστορίας του με οποιοδήποτε αντάλλαγμα. Πόσο μάλλον για τον ελληνικό λαό που λόγω μεγέθους ιστορίας είναι και στενά δεμένος με αυτήν. Έπειτα, η επιλογή του 15χρονου θα κρίνονταν από τη διάθεσή του. Και δεν μπορούμε να τον κατηγορήσουμε επειδή επιλέγει εισαγόμενη σύγχρονη τέχνη αντί ντόπιας και ξεπερασμένης για τον ίδιο τέχνης. Και φυσικά δεν μπορούμε να απαιτούμε από το μέσο Έλληνα να έχει γνώσεις πάνω στο έργο αρχαίων συγγραφέων. Γιατί να γνωρίζει ο υδραυλικός τα έργα του Πλούταρχου; Και γιατί να είναι γελοία απάντηση το Αχ κορίτσι μου; Έτσι όπως διατυπώνεται η υποτιθέμενη ερώτηση ο ερωτηθείς απαντά βάσει αυτού που του περνά πρώτο στο μυαλό. Και θεωρώ πολύ φυσιολογικό να έρχεται πρώτος ένας διάσημος και βασικά σύγχρονος και λαϊκός τραγουδιστής παρά ένας αρχαίος συγγραφέας στο μυαλό του μέσου ανθρώπου. Δε θα τά ‘λεγα όλα αυτά αν δεν είχατε πράξει το – σύμφωνα πάντα με τη δική μου γνώμη – μέγα σφάλμα να συσχετίσετε τις πολιτικές πεποιθήσεις του ατόμου με τις διατροφικές, ενδυματολογικές και κυρίως μουσικές επιλογές τoυ. Είμαι, δηλαδή, εγώ “αμερικανάκι” αν πίνω Κόκα Κόλα, τρώω φαστ φουντ, φοράω μπλου τζιν και ακούω Bon Jovi; Τί θά ‘πρεπε να κάνουν οι νέοι; Να πίνουν μόνο τσίπουρα, να τρων παϊδάκια και κοκορέτσι, να φοράν φουστανέλες (η ελληνικότητα των οποίων έχει τεθεί υπο αμφισβήτηση) και να ακούν μονάχα Ζαμπέτα; Δεν είναι λίγο ξενοφοβικό και ρατσιστικά αντιαμερικανικό να θεωρούμε πως αναιρούνται οι πολιτικές πεποιθήσεις από αυτές τις επιλογές; Και επειδή αναφερθήκατε συγκεκριμένα στη ροκ μουσική θα πρότεινα να αναθεωρήσετε γιατί όντας “ροκάς” εδώ και κάποια χρόνια οφείλω να σας ενημερώσω πως είναι κατά βάση αντιδραστική και πολλές φορές ορθά (ή και ανορθόδοξα) αντιαμερικανική ως προς το περιεχόμενο, ανεξαρτήτως προέλευσης (είτε μιλάμε για αγγλική, ελληνική ή αμερικανική ροκ). Συνεχίζοντας, φτάνετε στο σημείο να προσβάλετε το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού λαού αποκαλώντας τον, έμμεσα, ηλίθιο αποδέκτη πρακτικών των δυο κομμάτων εξουσίας. Σας περνά από το μυαλό το ενδεχόμενο να έχουν διαφορετική άποψη από τη δική σας για το συμφέρον της χώρας; Και σας το λέω αυτό ενώ συμφωνώ μαζί σας ως προς το παράλογο της αντίθεσης λόγων και έργων των δυο κομμάτων εξουσίας. Δεν έχετε το δικαίωμα να προσβάλετε έτσι τόσους συνανθρώπους σας, ακόμη κι αν πιστεύετε κάτι τέτοιο. Ουσιαστικά σ’ αυτό το κείμενο βγάζετε το θυμό σας και εκτονώνετε την οργή και την καταπίεση που δέχεσθε από το γεγονός πως δε συμφωνούν όλοι μαζί σας. Δυστυχώς ή ευτυχώς το πράγμα έχει έτσι και δεν μπορούμε να θεωρούμε πως είμαστε ανώτεροι του συνόλου που πιστεύουμε ότι δε βλέπει την αλήθεια. Ούτε είναι σωστό να θεωρούμε εαυτόν ανώτερο επειδή διαθέτουμε μια καλή μόρφωση από το μέσο Έλληνα. Το σύνολο απλά δείχνει να διαφωνεί. Αυτό δε μας καθιστά ούτε κατώτερούς του ούτε, βέβαια, και ανώτερους.

    Συγχωρέστε με αν έγινα εριστικός στο παραπάνω σχόλιο (το οποίο και αναλογίστηκα αν είναι σωστό να συντάξω δεδομένου και του νεαρού της ηλικίας μου) και πιστέψτε με το γράφω με όλο το σεβασμό.

  4. Για αρχή χαίρομαι που το κείμενό μου – ένα από τα πολλά που κατακλύζουν στις μέρες μας εφημερίδες, περιοδικά και ιστολόγια – δεν αντιμετώπισε την αδιαφορία, τη σιωπή ή τις ύβρεις, αλλά γόνιμο προβληματισμό.

    Ως προς το περιεχόμενο των ενστάσεων, καταγράφω αναλυτικά τις ακόλουθες σκέψεις:

    1. Θα ήθελα και εγώ να πιστέψω ότι “κανείς λαός δεν θα δεχόταν το ξεπούλημα της ιστορίας του”, με την προϋπόθεση ότι θα τη γνώριζε και θα την αξιολογούσε ως υπέρτερη του ανταλλάγματος. Το καθ’υπερβολήν παράδειγμα που διάλεξα (τον Παρθενώνα, που αποτελεί ίσως την κορωνίδα και το σύμβολο της ελληνικής ιστορίας) για να κεντρίσω την προσοχή και την ευαισθησία των αναγνωστών ίσως φέρνει αυτόματα στη σκέψη την αντίδραση: “Ε, όχι και τον Παρθενώνα!”. Επιμένω όμως με άλλη διατύπωση, αλλά με την ίδια ουσία: Εάν κάποιος είχε στην κατοχή του έναν αμφορέα, τον οποίο προσφερόταν να αγοράσουν ξένοι αρχαιοκάπηλοι και με την πώληση θα έλυνε το – οικονομικό – πρόβλημα της ζωής του, τι θα διάλεγε; Για την απάντηση παραπέμπω στο απόσπασμα του Μακρυγιάννη της εισαγωγής. Ο Μακρυγιάννης σε πραγματικούς Έλληνες απευθύνεται, όχι σε εξωγήινους. Όσο για σύγχρονα παραδείγματα, θα άξιζε ίσως σοβαρός διάλογος για την περίπτωση των Ιμίων.

    2. Τα ερωτήματά μου για τις επιλογές των σημερινών 15άρηδων διατυπώνονται και πάλι για προβληματισμό. Είναι σχηματικά και σχετικά και ως εκ τούτου ανοιχτά για ερμηνεία. Μακράν εμού η ιδιότητα του αλάθητου κριτή της νεολαίας. Αν δεχθούμε ότι η παιδεία ενός νέου ανθρώπου καθορίζεται κατά βάση από τα χαρακτηριστικά της ιδιοπροσωπίας του, από την οικογένειά του, από το σχολείο του και την αλληλεπίδραση με τους συνομηλικους του, τότε λυπάμαι, αλλά η συνισταμένη των παραπάνω παραγόντων σήμερα δεν οδηγεί προς την κατάκτηση του ελληνικού πολιτισμού, αλλά προς κάτι άλλο. Αν αυτό το κάτι άλλο είναι η προτίμηση της νεολαίας, καμμία αντίρρηση από μένα, αλλά τουλάχιστον να το γνωρίζουμε και να το ομολογούμε! Αν δεν κάνω λάθος, στα σχολικά βιβλία που καίγονται στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς συμπεριλαμβάνονται και τα βιβλία της – ελληνικής – Ιστορίας…

    3. Γιατί άραγε είναι φυσικό να μην απαιτούμε από “το μέσο Έλληνα” να γνωρίζει το έργο αρχαίων συγγραφέων. Εάν συμφωνούμε ότι αυτό το έργο αποτελεί κορύφωμα διαχρονικό του παγκόσμιου πολιτισμού, τι μας εμποδίζει μεθοδικά και αποτελεσματικά, αλλά και ελκυστικά για τα νέα παιδιά να τα εισάγουμε στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο; Νομίζω όμως ότι η κατάντια μας αποτυπώνεται στο γεγονός ότι η πλειοψηφία των κατοίκων της Ελλάδας που αυτοαποκαλούνται Έλληνες δεν γνωρίζει καν για την ύπαρξη του Πλούταρχου της αρχαιότητας και περιορίζεται στη γνώση του – συμπαθούς – λαϊκού τραγουδιστή…

    4. Σχετικά με τα “αμερικανάκια”, νομίζω ότι η παράγραφος αν διαβαστεί προσεκτικά είναι σαφής. Αναφέρομαι στην αντίφαση μεταξύ της – λεκτικής και μόνο – αντίδρασης ορισμένων στα παράγωγα της πολιτικής και του πολιτισμού των ΗΠΑ. Είμαι γεννημένος το 1970 και έχω περάσει δεκάδες ώρες ακούγοντας αμερικάνικη μουσική και βλέποντας αμερικάνικες ταινίες, αλλά στέκομαι κριτικά και επικριτικά απέναντι στην αμερικανική προπαγάνδα. Και βέβαια στον σύγχρονο τρόπο ζωής υπάρχουν σε όλους μας επιρροές διατροφικές, ενδυματολογικές και μουσικές από τους αμερικανούς, αλλά το ζήτημα είναι κατά πόσο οι επιρροές αυτές περνάνε στον ψυχισμό μας και μας αφελληνίζουν. Δηλώνεις “ροκάς”: Ουδέν υγιέστερον τούτου κατά τη γνώμη μου και σίγουρα πολλά αγαπημένα σου μουσικά κομμάτια θα είναι και δικά μου αγαπημένα. Καταλήγοντας: δεν με ενοχλεί να τρώει, να ντύνεται και να ακούει αμερικάνικα προϊόντα κάποιος που θέλει να νιώθει Έλληνας, αλλά θα με ενοχλούσε να σκέπτεται αμερικάνικα.

    5. Σχετικά με την προσβολή κατά των Ελλήνων που καταλογίζεις στο κείμενο, εδώ θα είμαι λακωνικός: η επί δεκαετίες υπερψήφιση και ανάδειξη στην εξουσία των πολιτικών που κυβέρνησαν την Ελλάδα, οδήγησε στην – σχεδόν καθολική – σημερινή διαπίστωση για χρεωκοπημένο πολιτικό μοντέλο, συστηματική καταστροφή της χώρας, διάλυση της παιδείας και της δημόσιας διοίκησης, υποθήκευση του μέλλοντος της χώρας, απώλεια της εθνικής κυριαρχίας και άλλα πολλά διασκεδαστικά και χαριτωμένα. Και βέβαια, δεν υπάρχουν ένοχοι πολιτικοί και αθώοι πολίτες σε μια χώρα…

    Δεν αισθάνομαι – ούτε είμαι φυσικά – “ανώτερος” από κανέναν, επειδή ίσως διαθέτω “καλύτερη μόρφωση” από το μέσο Έλληνα. Για την ακρίβεια, κάποτε ίσως αισθανθώ δημιουργικός, όταν καταφέρω να γίνω Έλληνας, με την κυριολεκτική σημασία του όρου…

    Ελπίζω ο διάλογος με σκεπτόμενους ανθρώπους να συνεχιστεί, δεδομένου ότι μόνο οι νεκροί συμφωνούν σε όλα…

  5. Θα ακολουθήσω τη δική σας αρίθμηση για το ευανάγνωστο του κειμένου παράθεσης σκέψεων και νέων ενστάσεων που ακολουθεί. Λοιπόν:

    1. Στο νέο δίλημμα που τίθετε η επιλογή και τελική απόφαση είναι καθαρά προσωπική και έχει να κάνει με την αξία που προσδίδει ο καθένας στον εν λόγω αμφορέα. Το μόνο σίγουρο είναι πως στο παρελθόν έχουν λάβει χώρα τέτοιες αγοραπωλησίες και συνεχίζονται ακόμη. Σε συνολικό επίπεδο όμως πιστεύω (ή θέλω να πιστεύω) πως κανένας λαός δε θα απαρνιόταν την ιστορία του για οποιοδήποτε αντάλλαγμα. Και πάλι όμως δεν μπορούμε να συμπεράνουμε με ασφάλεια τίποτα.

    2. Καταρχάς δεν μπορείτε να είστε βέβαιος για τα λεγόμενά σας καθώς είστε “έξω απ’ το χορό” (εκτός κι αν επαγγέλεστε κάτι ανάλογο ή έχετε καθημερινή τριβή με τους νέους). Όντας φοιτητής σας διαβεβαιώ πως αρκετοί νέοι, ασχολούμενοι κυρίως με θεωρητικές επιστήμες, διαθέτουν ανεπτυγμένες γνώσεις ελληνικού πολιτισμού. Ακόμη όμως κι αν δεχθούμε πως αυτές δεν είναι επαρκείς ή – για να το τραβήξω στα άκρα – δεν έχει κανείς νέος ορθή ελληνική παιδεία, δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε μόνο τα παιδιά αλλά κατά βάση το εκπαιδευτικό σύστημα που χρήζει πολλών μεταρρυθμίσεων. Γιατί αυτό καίνε οι μαθητές τον Ιούνιο. Δεν καίνε την ελληνική ιστορία αλλά τον τρόπο διδασκαλίας αυτής. Το εγχειρίδιο, όχι το περιεχόμενό του.

    3. Δεν μπορείτε να επικαλείστε πλειοψηφία όταν δεν έχετε στα χέρια σας αντίστοιχες μετρήσεις. Ας μην προχωρήσουμε σε επικίνδυνες γενικεύσεις. Ακόμη, όμως, κι αν γίνουν σχετικές έρευνες και αποδειχθεί κάτι τέτοιο δε θα είναι τόσο τραγικό. Υπάρχουν χιλιάδες λόγοι που να αιτιολογούν μια τέτοια άγνοια. Άλλος δεν πήγε σχολείο κι άλλος δεν παρακολουθούσε όταν πήγαινε. Και, πιστέψτε με, δεν υπάρχει χώρος στο πρόγραμμα του Λυκείου (γιατί το να διδάξουμε σε γυμνασιόπαιδα Πλούταρχο θά ‘ταν ανώφελο) για άλλα έργα πέραν των υπαρκτών (Αντιγόνη, Ηθικά Νικομάχεια, Πολιτικά, Πρωταγόρας, Πολιτεία κλπ). Είναι, δηλαδή, μάλλον τεχνικό το πρόβλημα. Πάντα θα υπάρχουν κι άλλα εξαιρετικά σημαντικά έργα αρχαίων Ελλήνων σοφών.

    4. α) Ουσιαστικά μιλάτε για την αντίφαση λόγων και έργων. Το ζήτημα εδώ είναι πολύ λεπτό γιατί με την ίδια λογική ο αριστερός δεν μπορεί να πλουτίσει και ο ακροδεξιός να έχει είδωλο τον Τσε. Καθώς όμως συμβαίνουν και τα δυο (και το αποδεικνύουν σημαντικά πρόσωπα των δυο χώρων στην Ελλάδα) πρέπει να είμαστε πιο διαλλακτικοί. Δεν αναιρούνται τα πιστεύω κάποιου τόσο εύκολα από τις πράξεις και τις επιλογές του.
    β) Πώς εννοείτε την αμερικάνικη και την ελληνική σκέψη; Μπορούμε πράγματι να διαχωρίσουμε τον τρόπο σκέψης βάσει εθνικότητας από τη στιγμή που και οι δυο λαοί ανήκουν στο Δυτικό Κόσμο; Υπάρχει σίγουρα διαφορά κουλτούρας αλλά δε θεωρώ πως διαφέρει τόσο δραματικά ο τρόπος σκέψης ώστε να γίνεται ενοχλητικός ένας αμερικανικά σκεπτόμενος Έλληνας.

    5. Πολύ δυνατό το επιχείρημα αλλά δεν αναιρεί αυτό που σας είπα. Δεν μπορείτε να προσβάλετε έτσι ένα τόσο μεγάλο μέρος αυτού του λαού ακόμη κι αν όλα δείχνουν (κατά την προσωπική σας γνώμη – και τη δικιά μου) να στηρίζουν τις προσβολές. Είναι και θέμα ευγένειας. Εξάλλου ο Νεοέλληνας αντιδρά μόνο όταν “φτάσει ο κόμπος στο χτένι”. Κι αν βιαστήκατε να συμφωνήσετε στην τελευταία πρόταση πρέπει να σας στενοχωρήσω γιατί πρόκειται για γενίκευση, συνεπώς είναι άτοπη!

    Χαίρομαι που το λέτε και ζητώ συγγνώμη αν φάνηκε αγενής η συγκεκριμένη παρατήρηση στην πρώτη μου απάντηση.

    Επιμένοντας στην πρώτη μου κατακλείδα συγχωρέστε με αν γίνομαι εριστικός, τα γράφω όλα με σεβασμό.

  6. Τελικά ο νηφάλιος διάλογος δεν είναι μόνο χρήσιμος, αλλά και απαραίτητος. Μόνο με διάλογο φωτίζονται πλευρές της πραγματικότητας που αρχικά ήταν σκοτεινές για τους διαλεγόμενους. Τούτων δοθέντων συνεχίζουμε:

    1. Για τη σημασία που αποδίδουμε στο χρήμα έναντι όλων των υπολοίπων συμπεραίνω ότι δεν υπάρχει περιθώριο παράθεσης περισσότερων επιχειρημάτων. Εσύ επιμένεις στις απόψεις σου και εγώ στις δικές μου και αυτό είναι θεμιτό. Και βέβαια οι γενικεύσεις είναι εύκολες και οδηγούν σε λανθασμένα συμπεράσματα. Όμως εξακολουθώ να πιστεύω ότι π.χ. το επίπεδο της παιδείας στην Ελλάδα είναι τραγικά χαμηλό, παρότι υπάρχουν εκατοντάδες αριστούχοι σε πολλά σχολεία. Αλλά το θέμα σηκώνει πολλή συζήτηση.

    2. Η πρώτη πρόταση με προβληματίζει. Επειδή είμαι σαράντα ετών, σημαίνει ότι “είμαι έξω από το χορό”, δηλαδή δεν έρχομαι σε επαφή με νεολαίους και δεν ακούω τις απόψεις τους; Έχω ικανό αριθμό γνωστών και φίλων εικοσάρηδων και είμαι σε αλληλεπίδραση μαζί τους. Δεν αισθάνομαι κανένα “χάσμα γενιάς” με τους νέους, το αντίθετο θα έλεγα. Ειρήσθω εν παρόδω είμαι ηλεκτρολόγος μηχανικός, αλλά δεν έχουν μόνο οι εκπαιδευτικοί “καθημερινή τριβή με τους νέους”. Με το υπόλοιπο κομμάτι της παραγράφου συμφωνώ απολύτως, αλλά προσωπικά θεωρώ υπερβολικό το κάψιμο έστω και του εξωφύλλου των σχολικών (και όχι μόνο) βιβλίων. Υπάρχουν άλλοι τρόποι αντίδρασης, αλλά δεν είναι της παρούσης να αναπτυχθούν.

    3. Δεν είναι παραγωγικό το σχήμα: δεν μπορούμε να κάνουμε γενικεύσεις, όλα είναι σχετικά, άρα όλες οι απόψεις είναι εν δυνάμει ορθές (ή λανθασμένες). Αυτομάτως η σκέψη σταματάει. Εκτός από τη γενίκευση υπάρχει και η κυρίαρχη τάση και νοοτροπία μιας ομάδας ανθρώπων. Επίσης η παρατήρηση ότι δεν έχω “μετρήσεις” για να εκφέρω γνώμη είναι μάλλον άστοχη: δεν χρειάζονται (ούτε είναι εφικτές) δημοσκοπήσεις για ζητήματα μη ποσοτικά, όπως είναι ο πολιτισμός ή η παιδεία.Όσο για τη διδασκαλία αρχαίων κειμένων στα σχολεία, μάλλον έχεις δίκιο. Βέβαια, τίποτα δεν εμποδίζει τον ενήλικα να μελετά κείμενα αρχαίων συγγραφέων. Τα ανθολογημένα αποσπάσματα των σχολικών βιβλίων είναι ερέθισμα για περαιτέρω ενασχόληση με αυτά.

    4. Με την τελευταία σου πρόταση “Υπάρχει σίγουρα διαφορά κουλτούρας αλλά δε θεωρώ πως διαφέρει τόσο δραματικά ο τρόπος σκέψης ώστε να γίνεται ενοχλητικός ένας αμερικανικά σκεπτόμενος Έλληνας” συμφωνώ 100%. Και αυτή η διαπίστωση μου προξενεί φρίκη και απελπισμό. Αφού οι λεγόμενοι Έλληνες γίναμε ή μας κάνανε (ή και τα δύο) να έχουμε ίδια νοοτροπία με τους Αμερικανούς, τους ανθρώπους χωρίς ιστορία, με πρώτη προτεραιότητα το χρήμα και τον τεχνικό πολιτισμό, τότε σε λίγα χρόνια είναι πιθανό να αντικατασταθούν τα ελληνικά γράμματα με λατινικά (εδώ κολλάει και ο τίτλος του κειμένου αυτού) και η επίσημη γλώσσα μας να είναι η Αγγλική. Είναι πολύπλοκο το θέμα, με πολλές προεκτάσεις αλλά πραγματικά με πονάει η διαπίστωση αυτή που κάνεις και το γεγονός ότι φαίνεται να την αποδέχεσαι. Όσο για το τι αντιπροσωπεύει ο δυτικός κόσμος στις ζωές όσων ανθρώπων έχουν αποφασίσει να τον καταστήσουν κυρίαρχο μοντέλο της ύπαρξής τους, το θέμα δεν εξαντλείται καθόλου εύκολα.

    5. Και πάλι θα είμαι λακωνικός: πολύ συχνά οι φερόμενοι ως Έλληνες προσβάλουμε μόνοι μας τον εαυτό μας. Θα χρησιμοποιήσω μια αδόκιμη έκφραση: είμαστε οι καλύτεροι φιλέλληνες, αλλά και οι χειρότεροι ανθέλληνες – ή του ύψους ή του βάθους.

    Υ. Γ. 1 Χρησιμοποιώ ενικό αριθμό, ελπίζοντας να μη με θεωρείς αγενή, απλά οικείο.
    Υ.Γ. Θα ήθελα να ήμουν ξανά φοιτητής (όπως τώρα είσαι εσύ), να είχα αρκετό ελεύθερο χρόνο, για να μπορώ να στέλνω απαντητικά μηνύματα στις 3:50 τα ξημερώματα!
    Υ.Γ 3 Η ηλ. διεύθυνσή μου είναι: atpapado@gmail.com. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ελεύθερα.

  7. Θανάση Πολύ ενδιαφέρουσες οι σκέψεις σου για την επικρατούσα εγχώρια κατάσταση. Τα θέματα που θίγονται είναι απαρχές ατέλειωτων αναλύσεων που σίγουρα οδηγούν στην αυτογνωσία μας. Μόνο όταν κοιταγόμαστε στον καθρέφτη και βλέπουμε την αλήθεια κατάματα μπορούμε να κάνουμε βήματα μπρος. Αρκεί να μην είναι παραμορφωτικός βέβαια.
    Το κρίσιμο ερώτημα είναι γιατί παρά την πληθώρα των επιλογών του σύγχρονου Έλληνα (και όχι μόνο) σε επίπεδο διασκέδασης – υλικών απολαύσεων κλπ τελικά οδηγείται σε ένα υπαρξιακό κενό, το οποίο οδηγεί την εμφάνιση όλων αυτών των άρρωστων συμπτωμάτων.
    Κι εδώ ξεκινάει η μεγάλη αναζήτηση….
    Η ευθύνη σίγουρα δεν μπορεί να βαρύνει μόνο την όποια εξουσία καθότι αυτή είναι εν πολλοίς ο καθρέφτης της κοινωνίας.

    Η αισιόδοξη ματιά των γεγονότων είναι ότι για να πετάξεις ψηλά πρέπει να πατήσεις στον πάτο. Οπότε αδέρφια κάντε υπομονή – όπου να ναι πατώνουμε -κρατάμε αναπνοή και θα πετάξουμε ξανά.
    ΥΓ1. Ελπίζω μόνο να μην τρυπήσει ο πάτος
    ΥΓ2. Αν δεν υπήρχε ο πόνος και η αρρώστια τότε η υγεία δεν θα είχε καμια σημασία. Και η αρρώστια έχει τουλάχιστον ένα λόγο ύπαρξης μάλλον…

Σχολιάστε:

Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ