του Θανάση Παπαδόπουλου
Οι «αγρότες», με τον πρωτογονισμό που τους διακρίνει, αποκάλυψαν ξεδιάντροπα τη νοοτροπία που επικρατεί στη σύγχρονη Ελλάδα.
Είναι μια νοοτροπία στρεβλή, κυνική, στυγνά ωφελιμιστική. Αποβλέπει στην τυφλή ικανοποίηση ατομικών ή συντεχνιακών επιδιώξεων, κυρίως οικονομικών, με κάθε τρόπο. Όχι μόνο δεν υπάρχει στη σκέψη των «αγροτών» η παραμικρή μέριμνα για τις υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες, αλλά τουναντίον οι τελευταίες χρησιμοποιούνται ως εκβιαστικός μοχλός ισχυρής πίεσης προς την κεντρική εξουσία. Τα αιτήματα είναι φυσικά η ικανοποίηση «θεσμικών και οικονομικών αιτημάτων», δηλαδή το εξής ένα: κολλαριστά ευρώ.
Η όψη τους τεχνητά σκηνοθετημένη: αξύριστοι και άλουστοι, με πορτοκαλί ξεφτισμένα μπουφάν που παραπέμπουν σε εξαθλιωμένους οπαδούς επαρχιακών ομάδων της δεκαετίας του 1980, προσπαθούν να πείσουν τους ομήρους τους ότι υποφέρουν. Όσοι από τους «ηγέτες» των «αγροτών» δοκίμασαν να διαθέσουν μέρος των κρατικών ενισχύσεων σε κέντρα αδυνατίσματος, μάλλον δεν το πέτυχαν. Είναι νωπή στη μνήμη όλων η εικόνα ευτραφών «αγροτοσυνδικαλιστών» να δηλώνουν ξέπνοοι ότι βρίσκονται σε απόγνωση. Αυτή η εικόνα τους ήταν μάλλον που θα ερέθισε τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κ. Θεόδωρο Πάγκαλο να δηλώσει σαρκαστικά: «Είναι γνωστό ότι συμπαθώ τους αγρότες, διότι οι περισσότεροι είναι στα κιλά μου».
Στο σημείο αυτό χρήσιμη θα ήταν η υπόμνηση μιας φαιδρής, όσο και πραγματικής ιστορίας που αποκαλύφθηκε πριν από λίγο καιρό. Όπως είναι γνωστό, η πάλαι ποτέ κραταιά αμερικανική τράπεζα «Λέμαν Μπράδερς», με παρουσία σε ολόκληρο τον κόσμο, κήρυξε πτώχευση τον Σεπτέμβριο του 2008. Κατά τη διάρκεια της παντοδυναμίας της εξέδιδε ομόλογα με μεγάλες αποδόσεις – και με μεγάλο ρίσκο, αυτά τα δύο πάνε μαζί – τα οποία αγόραζαν ιδιώτες επενδυτές. Να σημειωθεί ότι το ελάχιστο ποσό αγοράς των ομολόγων είναι αρκετές χιλιάδες ευρώ, δηλαδή δεν απευθύνονται σε μικροεπενδυτές. Όταν κατέρρευσε η τράπεζα και τα κεφάλαια χάθηκαν, οι χιλιάδες κάτοχοι των ομολόγων της έσπευσαν σε δικηγορικά γραφεία για να κινηθούν δικαστικά εναντίον της. Το ίδιο έγινε και στην Ελλάδα. Ο θόρυβος που προκλήθηκε από το γεγονός ώθησε τα μέσα ενημέρωσης στην αναζήτηση λεπτομερών στοιχείων για τους παθόντες. Εφοπλιστές, εργολάβοι, γιατροί, επιχειρηματίες και …αίφνης εκατοντάδες «αγρότες», κυρίως από την περιοχή της Θεσσαλίας. Οι ανυποψίαστοι πέσανε από τα σύννεφα. Είναι δυνατόν οι απελπισμένοι αγρότες, οι υπέρμαχοι της «προστασίας της ελληνικής παραγωγής», να διαθέτουν μεγάλα κεφάλαια τα οποία διοχέτευαν σε αμερικανικούς επενδυτικούς οίκους; Το κωμικό της ιστορίας είναι ότι πολλοί από τους δήθεν μικρο-καλλιεργητές, αλλά μεγαλο-επενδυτές, την ίδια ώρα που ιδιωτικώς απολάμβαναν μεγάλες αποδόσεις των χρυσοφόρων ομολόγων, δημοσίως κατήγγειλαν τους ξένους οίκους ως στυγνούς εκμεταλλευτές «των κόπων και του μόχθου του λαού». Πώς μπορεί να ονομαστεί επαρκώς αυτή η οικονομική πρακτική; Προτείνω – για διαβούλευση – τον όρο «κομμουνιστικός καπιταλισμός».
Φαντάζομαι ότι οι Ελληνες, αλλά και Ευρωπαίοι φορολογούμενοι, θα ξέσπασαν σε ηχηρές ζητωκραυγές και επιδοκιμασίες, όταν έμαθαν ότι οι οικονομικές ενισχύσεις προς τους «αγρότες» - οι οποίες προήλθαν από δικά τους εισοδήματα – δεν χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά για τη «στήριξη των αναξιοπαθούντων αγροτών», αλλά μετατράπηκαν σε μετοχές πολυεθνικών κολοσσών που διαπραγματεύονταν στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης.
Μετά τις αποτυχημένες διαβουλεύσεις με την αρμόδια υπουργό αγροτικής (υπ)ανάπτυξης, οι πένητες «αγρότες» ζήτησαν συνάντηση με τον αρμόδιο πρωθυπουργό. Αφού τον συνάντησαν για λίγα λεπτά βορείως του Προμαχώνα Σερρών και συννενοήθηκαν με τη βοήθεια μεταφραστή, μη βρίσκοντας το δίκιο τους ζήτησαν συνάντηση και με τον έλληνα πρωθυπουργό.
Το πρόβλημα ξεκινάει από τη διαπίστωση ότι οι «αγρότες» έχουν κάτι κοινό με τον ανάδελφο πρώην πρόεδρο της δημοκρατίας κ. Χρήστο Σαρτζετάκη. Όπως και εκείνος, ανήκουν στους ελάχιστους, ελαχιστότατους Έλληνες που ομιλούν άπταιστα την ελληνική γλώσσα (η μνημειώδης φράση ανήκει στον πρώην πρόεδρο). Μου διαφεύγει το γεγονός της κατοχής κρατικού πιστοποιητικού γλωσσομάθειας ελληνικών του έλληνος πρωθυπουργού, έτσι ώστε η διαβούλευση με τους αγρότες να διεξαχθεί χωρίς τη βοήθεια μεταφραστή, σε επαρκή ελληνικά.
Κατά τη γνώμη μου, σε μια στοιχειωδώς σοβαρή χώρα, μια στοιχειωδώς σοβαρή κυβέρνηση δια του προέδρου της θα αφιέρωνε σε μια τέτοια συνάντηση δύο λεπτά. Δε νομίζω ότι απαιτείται περισσότερος χρόνος για να επιδώσει κάποιος στον εκπρόσωπο των «αγροτών» το απόσπασμα των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης σχετικά με τα αγροτικά ζητήματα. Ταυτόχρονη και αυτονόητη θα ήταν η υπόμνηση ότι ο «εκπρόσωπος» και οι ομόσταυλοί του «αγρότες» θα αντιμετώπιζαν αμείλικτα και άμεσα ό,τι προβλέπουν το Σύνταγμα και οι νόμοι για παρακώλυση συγκοινωνιών. Διαπιστώνουμε όμως ότι η θλιβερή μας κυβέρνηση (όπως και οι προηγούμενες, με διάφορες παραλλαγές) αντιμετωπίζουν τη μαζική παραβατικότητα ως δήθεν «κοινωνικό αίτημα» και δεν την πατάσσουν εν τη γενέσει της. Αν εσείς προβάλλετε «κοινωνικό αίτημα» και με το ιδιωτικό σας όχημα τολμήσετε να κλείσετε έστω και επαρχιακή οδό για να το διεκδικήσετε (αλλά μεμονωμένα), θα διαπιστώσετε ότι σε σύντομο χρόνο το μεν όχημά σας θα μεταφερθεί χωρίς αβρότητες με γερανό της τροχαίας εκτός δρόμου, ενώ εσείς θα αντιμετωπίσετε (όσα πορτοκαλί μπουφάν και αν φορέσετε) το σύνολο των διατάξεων του νόμου περί παρακώλυσης συγκοινωνιών.
Εάν εφαρμοστεί – με διασταλτική ερμηνεία – η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» στην περίπτωσή μας, τότε οι «αγρότες» πρέπει να διαμαρτυρηθούν στους υπαιτίους της άσχημης κατάστασης, στην οποία ισχυρίζονται ότι έχουν περιέλθει. Τουτ΄έστιν μεθερμηνευόμενον, να περιλάβουν τα κόμματα εξουσίας και να ζητήσουν από αυτά να απολογηθούν για το παρελθόν και να σχεδιάσουν για το μέλλον. Και όχι να εμποδίζουν τους – αθώους του αίματος – οδηγούς των εθνικών οδών.
Φανταστείτε τους αξιότιμους «αγρότες» να έχουν πετύχει την καταβολή έκτακτης (;) οικονομικής ενίσχυσης από τα δημόσια ταμεία. Ας υποθέσουμε ότι τους ειδοποιούν να παραλάβουν τα χρήματα από την Αγροτική Τράπεζα. Και τότε λοιπόν να ξεκινήσουν οι αρμόδιοι υπάλληλοι της τράπεζας απεργία διαρκείας, με αίτημα την καταβολή έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης (επειδή βρίσκονται σε απόγνωση). Το σωματείο τους αποφασίζει, ως μέσο πίεσης προς την κυβέρνηση, να πάψουν να καταβάλουν τις χρηματικές ενισχύσεις προς τους αγρότες, μέχρι να δικαιωθούν. Ο φαύλος κύκλος της ομηρίας που δημιουργείται από τον ένα κοινωνικό κλάδο στον άλλον είναι προφανής και αφόρητος.
Με όλα τα παραπάνω δεν αναιρείται το γεγονός της δύσκολης εποχής που διάγουν αρκετοί γεωργοί. Η μέθοδος και οι πρακτικές που εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση των δυσκολιών τους όμως είναι απαράδεκτες και παράλογες. Δεν θα ακολουθήσω τον πληθωρικό δημόσιο λόγο για την κατάθεση προτάσεων με σκοπό τη λύση των προβλημάτων. Το ρόλο αυτό έχουν αναλάβει, επί δεκατίες, οι πολιτικοί που ασχολήθηκαν με τα αγροτικά ζητήματα. Με τα γνωστά σε όλους – οδυνηρά – αποτελέσματα.